Του Νίκου Μελέτη από το liberal.gr
Νέα δεδομένα δημιουργεί στη Μέση Ανατολή η συνεχιζόμενη απουσία των ΗΠΑ και η αβεβαιότητα για τις πραγματικές προθέσεις του προέδρου Μπάιντεν, υποχρεώνοντας βασικούς παίκτες της περιοχής να αναζητούν εσπευσμένα κλείσιμο περιφερειακών και τοπικών μετώπων, με τρόπο που δημιουργείται ένα ιδιαίτερα ρευστό σκηνικό.
Ένα σκηνικό που δεν αφήνει αδιάφορη φυσικά και την Ελλάδα η οποία τα τελευταία χρόνια έχει πρωταγωνιστήσει στη διαμόρφωση ενός διευρυμένου πλαισίου συνεργασιών που εκτός του οικονομικού – ενεργειακού χαρακτήρα, έχει αποκτήσει και έντονο γεωστρατηγικό αποτύπωμα.
Οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων είναι καταιγιστικές και δεν δείχνουν να ανατρέπονται από τη δραματική κλιμάκωση της έντασης στην Ιερουσαλήμ και τη Γάζα.
Η αποκάλυψη των μυστικών συνομιλιών Σ. Αραβίας – Ιράν, των δύο μεγάλων αντιπάλων στον ανταγωνισμό Σιιτών -Σουνιτών στη Μ. Ανατολή και στον μουσουλμανικό κόσμο, η επίσκεψη στο Ριάντ του πρωθυπουργού του Πακιστάν, του πρίγκιπα του Κατάρ, αλλά και του ΥΠΕΞ της Τουρκίας – τριών χωρών που είχαν συνασπιστεί εναντίον της Σαουδικής Αραβίας – η επίσκεψη του επικεφαλής των Μυστικών Υπηρεσιών της Σαουδικής Αραβίας στη Συρία και του αναπληρωτή υπουργού Άμυνας της χώρας στο Ιράκ, αποτυπώνουν την κινητικότητα αυτή, που επίκεντρο δείχνει να έχει το Ριάντ.
Ποιος είναι, όμως, ο λόγος που το Ριάντ ξεκινά διάλογο με τον στρατηγικό αντίπαλο του το Ιράν, το οποίο μάλιστα καθοδηγεί εδώ και χρόνια τις επιθέσεις των ανταρτών Χούτι από το έδαφος της Υεμένης; Και επίσης ποιο είναι το κίνητρο της προσπάθειας αποκατάστασης των σχέσεων με Κατάρ-Πακιστάν-Τουρκία;
Η Σαουδική Αραβία μετά από μια περίοδο «μέλιτος» με τον πρόεδρο Τραμπ, αντιμετωπίζεται για πρώτη φορά με ψυχρότητα από μια αμερικανική κυβέρνηση, η οποία από την πρώτη στιγμή έδειξε τις προθέσεις της, αποσύροντας τη στήριξη της στον πόλεμο εναντίον της Υεμένης και αφήνοντας να διαρρεύσει η μυστική έκθεση για τη δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Κασόγκι στο σαουδαραβικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης. Μια έκθεση που ενοχοποιεί τον πρίγκηπα διάδοχο του θρόνου Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν.
Το Ριάντ βλέποντας τις κινήσεις που γίνονται για να υπάρξει νέα συμφωνία για το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ιράν, θεωρεί ότι πολύ πιθανόν σύντομα θα βρεθεί στη δύσκολη θέση να πρέπει να συνομιλεί με την Ουάσιγκτον, η οποία θα χρησιμοποιεί το χαρτί του Ιράν για να οδηγήσει εκβιαστικά τις σχέσεις εκεί που επιθυμεί.
Συγχρόνως, μετά το 2019 όταν επλήγησαν πετρελαϊκές εγκαταστάσεις προκαλώντας τεράστιο κόστος στη Σ.Αραβία, έγινε αντιληπτό ότι η χώρα θα παραμένει ευάλωτη σε αντίστοιχες ή ακόμη και πιο εκτεταμένες επιθέσεις και συνεπώς η συνεννόηση με το Ιράν σε συνολικό επίπεδο θα της εξασφάλιζε μια περίοδο ηρεμίας. Επίσης θα την απάλλασσε από την κριτική την οποία τώρα δέχεται από τη Δύση και μέρος του μουσουλμανικού κόσμου, για την ανθρωπιστική καταστροφή που υφίσταται ο πληθυσμός στην Υεμένη λόγω και του πολέμου εναντίον των ανταρτών Χούτι.
Το Ιράν από την πλευρά του έχει κάθε λόγο να θέλει την επικοινωνία με το Ριάντ καθώς έτσι σε μια δύσκολη περίοδο, που η πίεση από το εμπάργκο της Δύσης είναι ασφυκτικό και οι σχέσεις με τη μέχρι τάρα σύμμαχο του Τουρκία δεν είναι στα καλύτερά τους, ελπίζει ότι κλείνει έστω και προσωρινά ένα μέτωπο και βραχυκυκλώνει την επιδιωκόμενη «διεθνή συμμαχία» εναντίον του.
Μια συνεννόηση αυτού του επιπέδου, εάν ολοκληρωθεί και δεν εξαντληθεί σε προκαταρκτικές συναντήσεις και διαβουλεύσεις, θα είχε σημαντικότατες επιπτώσεις στην περιοχή, αναδιάταξη συμμαχιών και ισορροπιών και πιθανότατα θα περιόριζε τον θρησκευτικό χαρακτήρα της γεωστρατηγικής σύγκρουσης στην περιοχή.
Βεβαίως όλα αυτά είναι περισσότερο προσδοκίες, καθώς οι διαφορές παραμένουν μεγάλες και όλοι αντιλαμβάνονται τον προσωρινό χαρακτήρα των όποιων συνεννοήσεων.
Τα ανοίγματα σε Αίγυπτο, Σ.Αραβία
Η Τουρκία έχοντας αντιληφθεί τις συνέπειες της απομόνωσής της από όλες τις χώρες της περιοχής, εκτός Αζερμπαϊτζάν, έσπευσε να κάνει ανοίγματα στην Αίγυπτο και τη Σ.Αραβία. Όμως και με τις δυο χώρες η καχυποψία είναι μεγάλη και διάχυτη. Η τουρκική αντιπροσωπεία που πήγε στο Κάιρο για «διερευνητικές συνομιλίες» προς αποκατάσταση των σχέσεων, δεν έγινε καν δεκτή από τον ΥΠΕΞ Σ. Σούκρυ, ενώ ο Μ.Τσαβούσογλου στο Ριάντ έγινε δεκτός μόνο από τον ΥΠΕΞ και όχι από τον Βασιλιά Σαλμάν ή τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμαντ Μπιν Σαλμάν. Και στις δύο περιπτώσεις απλώς ανακοινώθηκε ότι θα εξεταστούν τα επόμενα βήματα. Τίποτε περισσότερο. Και αυτό ήταν αναμενόμενο καθώς είναι πολλές οι εκκρεμότητες που δηλητηριάζουν τις σχέσεις της Τουρκίας με το Κάιρο και το Ριάντ.
Η στήριξη που προσφέρει ο Τ. Ερντογαν στους Αδελφούς Μουσουλμάνους, που αποτελούν θανάσιμο εχθρό του Αιγύπτιου προέδρου Αλ Σίσι και της βασιλικής οικογένειας στο Ριάντ, η εμπλοκή της Τουρκίας στις αραβικές υποθέσεις, με τη στρατιωτική κατοχή μέρους της Συρίας, τις παραβιάσεις της ακεραιότητας του Ιράκ, την παρουσία στη Λιβύη αλλά και στο Κατάρ, είναι ζητήματα που δεν λύνονται με μια απλή επίσκεψη ή με απλή δήλωση προθέσεων.
Σε ό,τι αφορά μάλιστα το Ριάντ, παραμένει μεγάλο αγκάθι η υπόθεση Κασόγκι, για την οποία ευθέως η τουρκική κυβέρνηση είχε κατηγορήσει τον πρίγκιπα διάδοχο ότι είχε δώσει την εντολή για τη δολοφονία του δημοσιογράφου.
Η Τουρκία έχει πληγεί όμως και από το εμπάργκο τουρκικών προϊόντων που έχει κηρύξει η Σ. Αραβία και έχει μειώσει τον όγκο συναλλαγών κατά 98%.
Η Τουρκία πέραν όλων των άλλων κινήτρων που έχει, βλέπει την αποκατάσταση των σχέσεων με τις χώρες του Κόλπου (εκτός ΗΑΕ) ως μοναδική επιλογή, μια και οι σχέσεις της πλέον και με το Ιράν είναι δύσκολες.
Σε οικονομικό επίπεδο οι σχέσεις έχουν πληγεί από το αμερικανικό εμπάργκο, το 2019 οι εισαγωγές ιρανικού πετρελαίου έπεσαν κατά 63%,ενώ και οι εμπορικές ανταλλαγές κατά 79%. Όμως το πρόβλημα είναι πλέον στις πολιτικές σχέσεις των δύο χωρών, μετά από μια περίοδο αρμονικών σχέσεων που συσφίχθηκαν ακόμη περισσότερο όταν το Ιράν ήταν από τους πρώτους που καταδίκασαν και στοχοποίησαν τον Φ. Γκιουλέν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του Ερντογάν.
Η επέκταση της Άγκυρας, η ανησυχία του Ιράν
Η Τουρκία αποτέλεσε «διέξοδο», για το αποκλεισμένο Ιράν και αυτό δεν έγινε πάντοτε… αφιλοκερδώς (βλ. περίπτωση σκανδάλου HalkBank). Οι διαφορές των δύο χωρών στη Συρία, όπου η Τεχεράνη στηρίζει το καθεστώς Άσαντ, στο βόρειο Ιράκ όπου οι φιλοϊρανικές Σιϊτικές πολιτοφυλακές αντιδρούν στην προσπάθεια της Τουρκίας να έχει μόνιμη στρατιωτική παρουσία με πρόσχημα τον αγώνα εναντίον του ΡΚΚ, αλλά πλέον και η επέκταση της Άγκυρας στον Καύκασο και στην Κ.Ασία, είναι προβληματικές για το Ιράν.
Τη δεκαετία του ’90 το Ιράν στήριξε την Αρμενία στον πόλεμο με το Αζερμπαϊτζάν, έχοντας ως κίνητρο εκτός των άλλων και τον πολυπληθή Αζερικής καταγωγής πληθυσμό που ζει στο βόρειο τμήμα της χώρας. Στην τελευταία κρίση το Ιράν έμεινε ουδέτερο. Όμως η επέκταση της Τουρκίας και η προσπάθεια προβολής σε όλη την περιοχή της εθνικής ταυτότητας του τουρκισμού, προκαλεί ανησυχία στην Τεχεράνη. Πολύ περισσότερο όταν και ο ίδιος ο Ερντογάν έδειξε να υιοθετεί αλυτρωτικές αντιλήψεις. Τον περασμένο Δεκέμβριο απήγγειλε ποίημα για τον χωρισμό των περιοχών που κατοικούνταν κυρίως από Αζέρους ανάμεσα στο Ιράν και τη Ρωσία τον 19ο αιώνα.
Ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται το Παλαιστινιακό και με έντονη όχι απλώς αντι-ισραηλινή, αλλά και αντισημιτική ρητορική, θέλει να καλύψει το κενό ηγεσίας που θεωρεί ότι υπάρχει στον αραβικό – μουσουλμανικό κόσμο, αλλά και για να εκθέσει τις αραβικές χώρες που έχουν αποκαταστήσει τις σχέσεις με το Ισραήλ και προσφάτως με τις Συμφωνίες Αβραάμ.
Ο παράγοντας Ισραήλ
Στο παζλ αυτό μεγάλο ερωτηματικό είναι ο παράγοντας Ισραήλ που λειτουργεί καταλυτικά, πολύ περισσότερο τώρα στη σκιά της σύγκρουσης στη Γάζα. Οι Αραβικές χώρες που ομαλοποίησαν τις σχέσεις με το Ισραήλ και η Σ.Αραβία που έδειχνε να βρίσκει ένα modus vivendi με το Τελ Αβίβ, θα είναι σε δύσκολη θέση ειδικά μάλιστα συνομιλώντας με την Τεχεράνη που δηλώνει ότι στόχος της είναι η εξαφάνιση του Ισραήλ.
Το πιθανότερο βεβαίως είναι ότι η περίοδος συνομιλιών και επαφών απλώς προσφέρει χρόνο σε όλους. Μέχρι να δώσει το στίγμα του ο «θείος Τζο»…