Άκρως ενδιαφέρουσες είναι οι προβλέψεις της Κομισιόν για την διόρθωση των μακρο-οικονομικών ισορροπιών της χώρας, η οποία συνόδευσε μια ακόμα από τις κυλιόμενες δημοσιονομικές εξελίξεις της χώρας.
Πέραν των παγίων, μεσοπρόθεσμων προβλημάτων της χώρας που είναι λίγο πολύ γνωστά, και είναι απότοκα χειρισμών της ελληνικής κυβέρνησης κατά την τελευταία εικοσαετία (υψηλό δημόσιο χρέος, δάνεια που δεν εξυπηρετούνται καθώς και επιμονή της ανεργίας, ιδίως των νεών, σε υψηλά ποσοστά) η Κομισιόν επισημαίνει και δομικά προβλήματα της Ελλάδας.
Σε περίοπτη θέση βρίσκεται το δημογραφικό, η γήρανση του πληθυσμού, καθώς και η ‘απομύζηση εγκεφάλων’ (brain-drain), παράγοντες που αναμφιβόλως καταναγκάζουν σε καχεξία την ελληνική αγορά εργασίας. Ακόμα, η έκθεση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το απαξιωμένο κεφαλαιακό απόθεμα της χώρας, έπειτα από πάρα πολλά χρόνια αναιμικών δημόσιων επενδύσεων. Τέλος, ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην παραγωγικότητα της οικονομίας, στην καινοτομία, και την εξαγωγικότητά της.
Εξαιτίας αυτών των παραμέτρων οι προβλέψεις της Κομισιόν (μαζί με εκείνες του ΔΝΤ) δεν είναι ιδιαιτέρως αισιόδοξες για την πορεία της ελληνικής οικονομίας μέσα στο 2020: εκτιμάται έτσι ότι το 2022 –χρονιά ανάκαμψης– η ανάπτυξη θα προσεγγίσει το 6%, τάση που θα περιοριστεί σημαντικά το 2023 (2,4%) και το 2024 (1,7%). Από εκεί και πέρα προβλέπεται μέσος όρος της τάξης του 1,4%.
Το δημογραφικό, η φυγή των νέων και ο ισχνός παραγωγικός χαρακτήρας της οικονομίας είναι τα στοιχεία που καθηλώνουν τις δυναμικές της οικονομίας, κάτι που ενδέχεται να θέσει εκ νέου δημοσιονομικό πρόβλημα στην χώρα, καθώς η εξυπηρέτηση των μεσο-μακροπρόθεσμων δανειοδοτικών της υποχρεώσεων προϋποθέτει εντατικότερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Στην κυβέρνηση ελπίζουν ότι με την υποχώρηση του Μερκελισμού εντός Ε.Ε., οι απαιτήσεις που προκύπτουν από τις τελευταίες –ιδίως σε πρωτογενή πλεονάσματα– θα μετριαστούν καθώς επίκεινται διαπραγματεύσεις για το Νέο Σύμφωνο Σταθερότητας στην Ε.Ε. Το οποίο κατά τα φαινόμενα θα στηρίζεται σε μια λογική περισσότερο κεϋνσιανή, αντικατοπτρίζοντας την επαναφορά του κράτους σε ενεργητικότερο ρόλο, κάτι που έρχεται και σα συνέπεια της πανδημίας, αλλά και του μετριασμού των τάσεων της οικονομικά υπερφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Αν και τέτοιες ‘καραμπόλες’, όμως, είναι ευκταίες, και η ελληνική διπλωματία οφείλει να εργάζεται προς την κατεύθυνση αυτή, γίνεται προφανές ότι δεν μπορούν να αποτελούν την λυδία λίθο της ελληνικής οικονομικής στρατηγικής. Η οποία οφείλει επιτέλους να επικεντρωθεί στα δομικά, και επιτακτικά προβλήματα της οικονομίας και της κοινωνίας. Δημογραφικό, επιστροφή των νέων, και παραγωγή οφείλουν να αποτελέσουν της αιχμές του ελληνικού προγράμματος αναδιοργάνωσης. Κάτι που ωστόσο ακόμα δεν έχει συμβεί, καθώς απ’ ό,τι φαίνεται η ελληνική πολιτική τάξη είναι εγκλωβισμένη σε αυταπάτες του τύπου «θα λύσουμε το δημογραφικό διά της μετανάστευσης», που καθυστερούν τις επεξεργασίες συγκεκριμένων πολιτικών για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της χώρας.
Με πληροφορίες από την Καθημερινή της Κυριακής (06/06/2021)