Εθνική και κοινωνική συνείδηση στη Σάμο (1805-1834)
Ὅσοι τὸ χάλκεον χέρι /βαρὺ τοῦ φόβου αἰσθάνονται,
ζυγὸν δουλείας, ἂς ἔχωσι·/θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην
ἡ ἐλευθερία. [ ]
Ἰδοὺ καὶ ὁ μέγας τρόμος/τῆς Ἀσίας γῆς, ἡ Σάμος·[ ]
Οὕτως, εἰς τὰ παράλια/ ἀσιατικά, τὰ πλήθη
ἀγαρηνὰ ἀναρίθμητα/βλέπω ’νὰ ἐπισωρεύονται,
ὅμως ματαίως.
Σάλπιγγα μεγαλόφθογγος/«οἱ Σάμιοι», κράζει, «οἱ Σάμιοι»
καὶ ἰδοὺ τὰ πόδια τρέμουσι/μυρίων ἀνδρῶν καὶ ἀλόγων
θορυβουμένων. [ ]
Ανδρέας Κάλβος, Εις Σάμον
Του Γιώργου Καραμπελιά από την huffingtonpost.gr
Αν γύρω από την ερμηνεία της φύσης της Επανάστασης του ’21 ερίζουν δύο αντιλήψεις, η μία που την θεωρεί κατ’ εξοχήν εθνικο-απελευθερωτική και η δεύτερη κατ’ εξοχήν «αστικοδημοκρατική», η περίπτωση της σαμιακής Επανάστασης αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση, όπου το κοινωνικό/διαφωτιστικό επαναστατικό στοιχείο και η εθνική διάσταση μοιάζουν να συντίθενται σε ένα ενιαίο και αρμονικό σύνολο.
Εδώ, η εξαιρετικά μειωμένη παρουσία των Τούρκων, προσέδωσε στις προεπαναστατικές συγκρούσεις έναν κοινωνικό ενδοελληνικό και ταυτόχρονα εθνικό χαρακτήρα, μια και οι κοτζαμπάσηδες/Καλικάτζαροι συμμαχούν απροκάλυπτα με την τουρκική εξουσία ενάντια στο λαϊκό επαναστατικό «κόμμα», τους Καρμανιόλους σε αντίθεση με ότι συνέβη στην υπόλοιπη Ελλάδα. Ακόμα και όταν θα εκδηλωθεί η Επανάσταση του ’21 και πάλι οι Καλικάτζαροι θα αντιταχθούν στην επανάσταση.
Κατά συνέπεια, κοινωνική και εθνική συνείδηση και ταυτότητα θα εκφραστούν εδώ σε μια ιδιαίτερη σύνθεση που αποκλίνει από την υπόλοιπη Ελλάδα.
Σε κάθε χωριό, εκλέγονταν δύο προεστοί, ενώ, στο Καρλόβασι, το Βαθύ και στη Χώρα, από δύο ιερείς και τέσσερις λαϊκοί. Οι τέσσερις «Μεγάλοι Προεστοί», «εκλεγόμενοι υπό του λαού», διοικούσαν το νησί από κοινού με τον Τούρκο βοεβόδα και τον Τούρκο καδή.
Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, η οικονομική ανάπτυξη της Σάμου ενίσχυσε την παρουσία εμπόρων, ναυτικών και τεχνιτών. Κατά συνέπεια, η παραδοσιακή ηγεσία του νησιού, αρχίζει να αμφισβητείται.
Σημαντικός αριθμός από τους ηγέτες των Καρμανιόλων, θα καταταγεί στα γαλλικά στρατεύματα, ιδιαίτερα κατά τη ναπολεόντεια εκστρατεία στην Αίγυπτο. Στον «Ελληνικό Λεγεώνα», θα καταταγούν οι Κωνσταντίνος Λαχανάς, Δημήτριος Ρηγίνος, Αναστάσιος Αργύρης, Μήτρος Καραμανώλης, Αντώνιος Καρανδρέου, Εμμανουήλ Αγγελινίδης, Δημήτριος Στασινός, Εμμανουήλ Μελαχροινός, Σεβαστός Γιαγάς και Κωνσταντίνος Αυτιάς.
Το 1812, ο Αναγνώστης Σαλαμαλέκης, ένας λαϊκός «ριμαδόρος», περιγράφει – σε 2.100 δεκαπεντασύλλαβους στίχους, τη σύγκρουση μεταξύ των δύο μερίδων. Η πρώτη μεγάλη Συνέλευση των κατοίκων από όλα τα χωριά, δηλαδή ενός αυθεντικού επαναστατικού συμβουλίου τον Μάρτιο του 1807 και στην οποία συμμετείχαν «περισσοὶ ἕως ἑπτὰ χιλιάδες».
Στη μεγάλη Συνέλευση αλλά και στις τοπικές Συνόδους, θα συμμετέχουν όλοι οι κάτοικοι, άνδρες και γυναίκες, ενώ, στις τακτικές Συνόδους, αντιπρόσωποι από όλα τα χωριά.
Μιὰ μέρα δὲ τῶν ἡμερῶν εἰς τὸ Βαθὺ μιλῆσαν
δυὸ τρία ὑποκείμενα καὶ τὸ ἀποφασίσαν,
πὼς γιὰ νὰ γένῃ σύνοδος, στὴ Χώρα νὰ βρεθοῦσι
ὅλα τὰ δεκοχτῶ χωριὰ ἐκεῖ νὰ μαζευθοῦσι.
Καὶ ὁρκομώτησαν εὐθὺς νὰ μὴν ἀναλογίσουν,
νὰ κάμουν αὐτὸ π’ ἀγαποῦν ἤ καὶ νὰ ξεψυχήσουν.
Τώρα, πλέον, κοινωνικός και εθνικός αγώνας, έχουν ταυτιστεί:«ὅσ’ ἦτον μὲ τζ’ ἀγαρηνοὺς ἦτον καλικατζάροι», «γιὰ ἀγάπη τῆς πατρίδος μας ἄς πάγη ἡ ζωή μας», ενώ αντιπαρατίθενται τα διαμετρικά αντίθετα αξιακά συστήματα των αντιμαχομένων, «ἄλλος πολέμα γιὰ τιμὴ κι ἄλλος φλωριὰ νὰ πάρῃ»:
Ο ηγέτης
Ο ηγέτης της σαμιακής επανάστασης, Λυκούργος Λογοθέτης, υπήρξε μία από τις σημαντικότερες επαναστατικές μορφές του ’21, η οποία έχει όμως υποτιμηθεί, ιδιαίτερα από τις πρόσφατες γενιές ιστορικών και ερευνητών, σε αντίθεση με το παρελθόν.
Ο Λογοθέτης, ως«καρμανιόλος» Φιλικός,συνδύαζε το κοινωνικό και εθνικό στοιχείο του αγώνα και ως οπαδός της γαλλικής Επανάστασης και παράλληλα «αγιορίτης» ή «Λογοθέτης» στις αυλές των Φαναριωτών, στις ηγεμονίες, αντλούσε από το σύνολο σχεδόν των διαφορετικών παραδόσεων που άρδευαν τον προεπαναστατικό και επαναστατημένο ελληνισμό.
Οι Καλικάντζαροι τον διαβάλλουν στην Πύλη και, παρά το ότι έσπευσε να κρυφτεί, συνελήφθη και δεν θα γλίτωνε από τον θάνατο αν ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης δεν δωροδοκούσε με 74.000 γρόσια τον σεΐχ-ουλ-Ισλάμ, με αποτέλεσμα ο Λογοθέτης να εξοριστεί στον Άθωνα. Ας ακούσουμε για μια ακόμα φορά τον Αναγνώστη Σαλαμαλέκη:
Τὸν Λογοθέτη ζήλευσαν πὼς εἶχε πολιτείαν
Καὶ εἶχε καὶ τὴν μάθησιν κι εἶχε καὶ τὴν ἀξίαν.
Στο Άγιον Όρος, γνωρίζεται με τον επίσης εξόριστο Γρηγόριο Ε΄, Το 1811, επιστρέφει στη Σάμο. Όμως, οι Καλικάντζαροι τον καταγγέλλουν εκ νέου στους Τούρκους, οι οποίοι τον καταδιώκουν και πάλι για να τον θανατώσουν. Διαφεύγει μεταμφιεσμένος, ενώ, μετά από περιπέτειες, φθάνει στην Κέρκυρα, και επανακάμπτει στη Σάμο.
Συλλαμβάνεται, κατορθώνει να αφεθεί ελεύθερος, για μια ακόμα φορά με δωροδοκία, κρύβεται για πολλούς μήνες στα βουνά του νησιού και, εν τέλει, καταφεύγει στη Σμύρνη, όπου, θα γίνει μέλος της Φιλικής Εταιρείαςκαι όπου ο Καρλοβασιώτης Γεώργιος Παπλωματάς θα πάρει το νέο του όνομα, με το οποίο θα μείνει στην ιστορία, Λυκούργος!
Ο Λογοθέτης προσέδωσε και πολιτειακό σχήμα στο καθεστώς της επαναστατημένης Σάμου.
Ο «Στρατοπολιτικός Διοργανισμός», τον οποίο εισήγαγε τον Μάιο του 1821 και εγκρίθηκε αμέσως από τους Σαμίους θέσπιζε την καθολική ψηφοφορία και, εκτός από το αντιπροσωπευτικό σύστημα, καθιέρωνε τη «λογοδοσία» των πολιτειακών οργάνων προς το εκλογικό σώμα.
Παράλληλα, θέσπιζε τη μονοπρόσωπη εκτελεστική διοίκηση, που αποτέλεσε και το πρότυπο για τη διακυβέρνηση του Ι. Καποδίστρια. απόλυτα αναγκαία στις επαναστατικές συνθήκες της εποχής.
Παρότι η Σάμος ενώ έμεινε ελεύθερη από την τουρκική παρουσία το 1834 μεταβλήθηκε σε ηγεμονία φόρου υποτελή στην Πύλη, ο Λογοθέτης αγωνίστηκε μέχρι το τέλος να αποφύγει την άμεση υπαγωγή της νήσου στην Πύλη, επιδιώκοντας η Σάμος να καταβάλλει τους φόρους απ’ ευθείας στις εγγυήτριες δυνάμεις. Ο όρος αυτός δεν έγινε δεκτός και γι’ αυτό αρνήθηκε την προσφερόμενη σε αυτόν ηγεμονία, δηλώνοντας πως «εις το γήρας δεν γίνομαι προδότης της πατρίδος μου».
Ο Λυκούργος θα αποχωρήσει εν τέλει από το νησί, τον Μάιο, μαζί με την υπόλοιπη επαναστατική ηγεσία και χίλιους (ή δύο χιλιάδες, σύμφωνα με άλλη πηγή) περίπου μαχητές της Επανάστασης και τις οικογένειές τους.
Η επαναστατική ηγεσία
Προφανώς, ο Λογοθέτης δεν ήταν μόνος του στη Σάμο, κάθε άλλο. Είχε μαζί του τη συντριπτική πλειοψηφία των Σαμιωτών.
Αυτοί στελέχωσαν τις τέσσερις χιλιαρχίες, που αριθμούσαν γύρω στους 4.500 ενόπλους, οι οποίοι αντιμετώπισαν όλες τις τουρκικές επιβουλές – μαζί τους και οι ονομαστές για την ανεξαρτησία και το θάρρος τους γυναίκες της Σάμου. (Όταν, μάλιστα, τον Ιούλιο του 1821, έγινε η πρώτη προσπάθεια απόβασης των Τούρκων στο νησί, οι γυναίκες της Σάμου φόρεσαν ανδρικά ρούχα και πήραν όπλα ώστε να εμφανιστούν μεγαλύτερες οι δυνάμεις των αμυνομένων).
Στην πρώτη χιλιαρχία, χιλίαρχος ήταν οκαπετάν Σταμάτης Γεωργιάδης από τον Μαραθόκαμπο, που είχε δώσει στα παιδιά του αρχαιοελληνικά ονόματα, Λεωνίδας, Ηρακλής και Κλεοπάτρα,
Στη δεύτερη χιλιαρχία, ο Μανώλης Μελαχροινός είχε πολεμήσει ως φαλαγγάρχης του Ναπολέοντα, καθώς και ο αντικαταστάτης του Μανώλης Αγγελινίδης.
Ο διοικητής της τρίτης Χιλιαρχίας, ο καπετάν Κωνσταντής Λαχανάς (1769-1842), από το Βαθύ το 1798, στην Αίγυπτο, παρασημοφορήθηκε από τον Ναπολέοντα . Στα 1805 εντάχθηκε στην αντάρτικη ομάδα του Νικοτσάρα και στη μάχη, στην περιοχή της γέφυρας του Στρυμώνα, ο Λαχανάς διέσωσε την ομάδα από τον κλοιό χιλιάδων αντιπάλων και η περιοχή πήρε το όνομά του. το 1819 Υπήρξε κήρυξε την Επανάσταση, στις 18 Απριλίου 1821, υψώνοντας τη σημαία στο Βαθύ.
O Χριστόδουλος Μπαρμπούνης έμπορος από το Βαθύ ένας από τους πρώτους ηγέτες των Καρμανιόλων. Θα τον δολοφονήσουν στη φυλακή οι Καλικάντζαροι τον Οκτώβριο του 1822.
Ο Χριστόδουλος Καψάλης από τον Παγώνδα. Το 1808, εκλέγεται, σε ηλικία 28 ετών, Μεγάλος Προεστός, ενώ το 1818-1819, μυείται στη Φιλική Εταιρεία, .
Ακόμα, ο Χατζή Νικόλας Κατεβαίνης, έμπορος στο Καρλόβασι, ήταν ένας από τους χρηματοδότες του Λογοθέτη, ο Διάκο-Δημήτρης Παπαντώνη ήταν καραβοκύρης, ο Χατζηγιανννάκης Καπετανής, έμπορος-καραβοκύρης, ο Μανόλης Καραγιάννης, έμπορος, και ο Αναγνώστης Αμοιρίσας κτηματίας-έμπορος από τους Βουρλιώτες κ.λπ.
Η παιδεία και οι λόγιοι
Η σημαντικότερη σχολή της Σάμου ήταν η Πορφυριάς, που πήρε το όνομά της από τον ιδρυτή της, τον επίσκοπο Τυρολόης Πορφύριο (1701-1781), ο οποίος καταγόταν από το Καρλόβασι.
Ένα επιπλέον χαρακτηριστικό του κινήματος των Καρμανιόλων υπήρξε και η σημαντική παρουσία και ο ρόλος των γυναικών σε αυτό, γεγονός που χαρακτηρίζει τη σαμιακή κοινωνία συνολικά.
Ο Επ. Σταματιάδης αναφέρεται, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των Καρμανιόλων, στην περίπτωση ξυλοδαρμού και αφοπλισμού δεκαμελούς τουρκικού στρατιωτικού αποσπάσματος, από δύο (!) γυναίκες του Μαραθοκάμπου, την Μαρία Τζεπανικήτα και την Αργυρή Τζαλίκη.
Η Φωτεινή Σπάθη, η μεταφράστρια του Μωάμεθ του Βολταίρου, υπήρξε μια σημαντική φυσιογνωμία των ηγετικών κύκλων της σαμιακής επανάστασης ενώ είχε μεταφράσει και τη Φαίδρα του Ρακίνα.
Στην ίδια δε την «ηγετική ομάδα» της επανάστασης, βρίσκονταν οι γνωστότεροι λόγιοι της Σάμου, ο Ιωάννης Λεκάτης και ο Γεώργιος Κλεάνθης.
Ο λόγιος
Ο Ιωάννης Λεκάτης (1778-1860) γεννήθηκε στη Λέκα γνώριζε ιταλικά και γαλλικά. τον βρήκε η Επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Τότε, επέστρεψε αμέσως στη Σάμο και ορίστηκε Γραμματέας του Γενικού Διοικητηρίου.
Ο Λεκάτης χρημάτισε πληρεξούσιος της Σάμου στην Τρίτη Εθνοσυνέλευση του 1825·, ενώ, επί Καποδίστρια, υπηρέτησε και Γενικός Αστυνόμος της Σάμου.
Το 1831, ο Λεκάτης αγόρασε τυπογραφείο, το εγκατέστησε στη Σάμο, όπου και τύπωσε ορισμένα βιβλία, ανάμεσά τους και την τραγωδία του Βολταίρου, Ο Φανατισμός ή ο προφήτης Μωάμεθ, την οποία είχε μεταφράσει η Φωτεινή Σπάθη.
Στης συνέχεια θα επιστρέψει στη Σάμο και θα ηγηθεί της Επανάστασης του 1849. Στις 7 Σεπτεμβρίου του 1849, οι 88 πληρεξούσιοι «κωμοπόλεων και χωρίων», σε Γενική Συνέλευση να ψηφιστεί η καθαίρεση του τυράννου Βογορίδη.
Ο Λεκάτης είχε ορισθεί πρόεδρος της «Προσωρινής Διοικητικής Επιτροπής», και οι Τούρκοι, τον συνέλαβαν. Όταν μαθεύτηκε η σύλληψή του, ξέσπασε ένοπλη εξέγερση στο νησί: Οι συγκρούσεις διήρκεσαν τέσσερις ημέρες και σκοτώθηκαν δύο από τους οπλαρχηγούς των επαναστατών, ενώ οι Τούρκοι είχαν 33 νεκρούς και 100 τραυματίες.
Τελικώς, στις 7 Απριλίου, μετέφεραν τον γηραιό επαναστάτη δέσμιο στις φυλακές της Πόλης, όπου κινδύνεψε να πεθάνει εξ αιτίας των ξυλοδαρμών. Πλέον όμως, το καθεστώς Βογορίδη δεν ήταν δυνατό να διασωθεί. Και η αποχώρησή του έλαβε χώρα στις 20 Μαΐου 1850.
Ο «ποιητής»
Ο ποιητής της επανάστασης ήταν ο ανιψιός του Λυκούργου Λογοθέτη, Γεώργιος Διακογεωργίου, γνωστός ως Κλεάνθης (1801-1839), από το ψευδώνυμό του στη Φιλική Εταιρεία. ταξίδεψε στη Γαλλία και την Ιταλία. Είχε χρηματίσει γραμματέας του Μητροπολίτη Κυρίλλου, πολέμησε με το νεότευκτο πολεμικό καράβι «Αχιλλεύς» του Σταμάτη Γεωργιάδη, του οποίου θα νυμφευτεί την κόρη, την Κλεοπάτρα.
Το 1834, όταν πλέον οι μεγάλες δυνάμεις έχουν επιβάλει την υποταγή της Σάμου, ο Κλεάνθης αναλαμβάνει την ηγεσία των επαναστατών και, στην ΙΑ΄ Γενική Συνέλευση, ανακηρύσσεται πρόεδρος της Επαναστατικής Επιτροπής, που επιχειρεί να οργανώσει την αντίσταση εναντίον των Τούρκων.
Πέθανε στην Κάρυστο, σε ηλικία 38 ετών. Στο έμμετρο δράμα, Χαρίδημος ο Σάμιος, γράφει:
Κάλλιο κλαρὶ παρὰ κλουβὶ μὲ διαμαντένιαις πέτραις,[ ]
Ὡς πότε θὰ τὸ γράφωμε, ὡς πότε θὰ τὸ λέμε;
Ραγιάδες δὲν γινόμασθε, Τοῦρκο δὲν προσκυνᾶμε!
Η γραμμή του ανυποχώρητου αγώνα, όπως αποδίδεται και με αυτούς τους στίχους, αποτελεί το ιδεολογικό υπόβαθρο του Χαρίδημου.
Ο Δαίμων Σεληναίος γράφτηκε το 1834 και σατιρίζει τους Καλικάντζαρους και τον προαλειφόμενο νέο ηγεμόνα της Σάμου υπό τουρκική επικυριαρχία·
Τα «φλογισμένα ράσα»
Στο πλευρό του Λογοθέτη, δίπλα στο ξίφος, την πένα και τη λύρα, θα βρεθεί και το «ράσο». Ο δε αρχιεπίσκοπος Κύριλλος (1780-1850), που διαδέχτηκε τον οπαδό των Καρμανιόλων, αρχιεπίσκοπο Δανιήλ, το 1815, υπήρξε ο συνεργάτης του Λογοθέτη με το μεγαλύτερο συμβολικό ιδεολογικό βάρος.
Όταν ο Πατριάρχης εξέδωσε τον αφορισμό της Επανάστασης, ο Κύριλλος αρνήθηκε να τον κοινοποιήσει, ως προϊόν βίας πάνω στους Συνοδικούς, Στο Καρλόβασι, την 8η Μαΐου, ευλόγησε τη σημαία της ελευθερωμένης πατρίδας.
Ο Κύριλλος συμμετείχε αυτοπροσώπως στις μάχες. Γι’ αυτό και κυκλοφόρησε και σχετικό δίστιχο:
Μιὰ νέα βγῆκε μόδα στὴν Ἁγιά-Παρασκευή,
Ἔγινε ὁ Δεσπότης λιάπης, ἔβαλε καὶ τὸ σπαθί.
Ο λόγιος ιερομόναχος Ιγνάτιος που το 1817-1820, ήταν δάσκαλος στην Ελληνική Σχολή Βαθέως και επειδή οι επαναστάτες είχαν έλλειψη από μπαρούτι, σε συνεργασία με τους μαθητές του κατασκεύασε πυρίτιδα «σε εργοστάσιο με είκοσι εργάτες»,.
Εξάλλου, το 1834, αποχώρησαν από τη Σάμο, αρνούμενοι να δεχτούν το νέο καθεστώς, τουλάχιστον 28 κληρικοί – καταγεγραμμένοι στους καταλόγους. Ο Αλέξης Σεβαστάκης, γράφει:
Το κίνημα των Καρμανιόλων ηγεμονεύει ιδεολογικά όχι μόνο στην συλλογική συνείδηση, αλλά και στο χώρο της εκκλησιαστικής συσσωμάτωσης. Ο αρχιεπίσκοπος Σάμου, οι Ηγούμενοι των μονών, η στρατιά των μοναχών και ο εφημεριακός κλήρος καλύπτουν με το κύρος της ορθοδοξίας και της επί αιώνες πνευματικής παρουσίας τους την επαναστατική δράση των Καρμανιόλων.
Στην πρώτη επιτροπή που εστάλη στην Κωνσταντινούπολη, το 1805, Δανιήλ, πιστός στις ευαγγελικές επιταγές, όπως ο ίδιος τις ερμήνευε και τις εφάρμοζε, είχε ήδη αρνηθεί να εισπράξει τις οφειλόμενες εισφορές των φτωχών αγροτών, με συνέπεια να κατηγορηθεί ότι υποστηρίζει τους Καρμανιόλους.
Στην πραγματικότητα, η τοπική Εκκλησία δεν ήταν απλώς «σύμμαχος» των Καρμανιόλων αλλά συστατικό στοιχείο του κινήματός τους. Εξάλλου, η ιδεολογία των Καρμανιόλων αποτελούσε μία σύνθεση ανάμεσα στην ορθοδοξία και τα ιδεώδη της γαλλικής Επανάστασης.
Η κοινωνία
Ο συνθετικός χαρακτήρας της σαμιακής επανάστασης αποτελεί, εν πολλοίς, έκφραση της ίδιας της σαμιακής οικονομίας και κοινωνίας.
Κατ’ αρχάς, η Σάμος –όπως και η γειτονική Χίος– διέθετε σημαντικά οικονομικά και διοικητικά προνόμια. Σε αντίθεση όμως με τη Χίο και τη Σμύρνη, δεν διέθετε «διεθνοποιημένα» αστικά στρώματα και διανόηση, ενώ ήταν πολύ ασθενέστερη η παρουσία των Τούρκων. Μόνον προς τα τέλη του 18ου αι. θα αρχίσει να ταχύτητα μια εμπορική, βιοτεχνική και ναυτική δραστηριότητα, η οποία όμως θα παραμένει συνδεδεμένη με την τοπική παραγωγή και όχι με κάποια διεθνή μεταπρατική πρακτική.
Στο τέλος του 18ου αι., οι ναυτικοί υπολογίζονται στα 2.000 άτομα, ενώ, γύρω από τη ναυτοσύνη, αναπτύσσονται πολλά βοηθητικά επαγγέλματα, ταρσανάδες, βαφεία, βυρσοδεψεία κ.λπ., καθώς και βιοτεχνικές μονάδες, εργαστήρια μεταποίησης των εξαγόμενων προϊόντων, ιδιαίτερα στο Νέο Καρλόβασι, το Βαθύ, τη Σπηλιά Μαραθοκάμπου κ.α.
Σύμφωνα δε με την απογραφή του 1828, υπήρχαν 1.045 «εργαστήρια», 93 μύλοι και 146 ελαιοτριβεία, ενώ μόνο οι κάτοικοι του Νέου Καρλοβάσου κατείχαν ογδόντα σκάφη πρώτης και δευτέρας κλάσεως.
Δηλαδή, με τον ένα ή άλλο τρόπο, το 25-30% του πληθυσμού δραστηριοποιούνταν εκτός του αγροτικού τομέα.
Η «συνάντηση» των αναπτυσσόμενων κοινωνικών στρωμάτων με τους ακτήμονες και τους φτωχούς αγρότες –με ιδεολογικούς «μεσολαβητές», μια Εκκλησία που έμοιαζε να εμπνέεται από τους πρωτοχριστιανικούς χρόνους και το Ευαγγέλιο, ένα μικρό αλλά εξαιρετικά δραστήριο στρώμα διανοουμένων, κάποιους επαναστάτες που είχαν αναμειχθεί ενεργά στους ναπολεόντειους πολέμους και «μετακένωσαν» στο νησί τα ιδεώδη της γαλλικής Επανάστασης, καθώς και τους πρόσφυγες της Πελοποννήσου και τους Επτανησίους– αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία οικοδομήθηκε τόσο το κίνημα των «Καρμανιόλων» όσο και γενικότερα το επαναστατικό «θαύμα» της Σάμου.
Ένδειξη αυτών των αλλαγών αποτελεί και η χαρακτηριστική φράση από επιστολή που έστειλαν οι Επίτροποι προς τον Λογοθέτη, τον Σεπτέμβριο του 1807: «τοιαύτη δαιμονικὴ ἰδέα τοὺς ἐκυρίευσεν τὸν στοχασμὸν καὶ θέλουν νὰ εἶναι τὰ πάντα κοινὰ». Ο δε Σαλαμαλέκης, επισημαίνει τους βαθύτατους μετασχηματισμούς, που επεκτάθηκαν ακόμα και στους «ζευγολάτιδες ποὺ σήκωναν τζ’ ἀλέτραις»:
Γιατὶ τώρα οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶναι σὰν ἀλλότες
Ὅλ’ ἄνοιξαν τὰ μάτια τους, δὲν εἶναι σὰν ἐτότες
Ὡς καὶ οἱ ζευγολάτιδες ποὺ σήκωναν τζ’ ἀλέτραις
Κι’ αὐτοὶ ἄνοιξαν τὰ μάτια τους κι ἐγίνηκαν καθρέπταις.
Το κίνημα του διαφωτισμού στη Σάμο, θα αποκτήσει εθνικά και κοινωνικά επαναστατικά χαρακτηριστικά, μια σύνθεση που ίσως δεν θα συναντήσουμε πουθενά αλλού, με τέτοια διάρκεια και συνέχεια, στην επαναστατημένη Ελλάδα.
Στη Σάμο, αντίθετα, θα ηγεμονεύσει μια επαναστατική «μεσαία τάξη» εμπόρων, καραβοκυραίων και τεχνιτών, η οποία θα λειτουργεί ως μια οιονεί «εθνική αστική τάξη».
«Φέραμε πίσω αυτά τ’ ανάγλυφα μιας τέχνης ταπεινής»
Η Σάμος συνιστά το επιτυχημένο υπόδειγμα μιας αυτόκεντρης, ριζοσπαστικής και ταυτόχρονα ισορροπημένης επαναστατικής διαδικασίας, μιας ολοκληρωμένης και συνθετικής έκφρασης του ελληνικού φωτισμού, όπου τα δάνεια, από τη γαλλική Επανάσταση, στοιχεία εντάσσονται οργανικά στον ιδεολογικό καμβά του ελληνικού κόσμου. Εδώ, το διαφωτιστικό πρόταγμα θα έχει μεταβληθεί ολοκληρωτικά σε ιθαγενές λαϊκό κίνημα. Εδώ, τα διεστώτα μέλη του ελληνικού παλίμψηστου θα έχουν, επί τέλους, αναχωνευτεί σε έναν ενιαίο οργανισμό.
Αυτό που δεν κατόρθωσε ποτέ να επιτύχει ο ελληνικός φωτισμός, η ελληνική Επανάσταση, η ελληνική κοινωνία. Ο Ρήγας, η Φιλική, ο Λυκούργος Λογοθέτης θα εκφράζουν τη συνθετική δυνατότητα ενός ακέραιου και ενιαίου οργανισμού.
Όμως, ο Ρήγας θα εξοντωθεί στις απαρχές του διαβήματός του, η Φιλική Εταιρεία θα σβήσει μέσα από την ίδια την επιτυχία του αρχικού της εγχειρήματος· ο Λογοθέτης είναι ο μόνος που θα ευτυχήσει να δει το όραμά του να γίνεται πράξη στην ιδιαίτερη πατρίδα του και, ταυτόχρονα, θα μείνει με τον καημό του ανολοκλήρωτου.
Όχι μόνο η Ελλάδα δεν θα ακολουθήσει το σαμιακό πρότυπο, αλλά και η ίδια η Σάμος θα μείνει εκτός ελλαδικού κράτους, ενώ ο ίδιος δεν θα διαδραματίσει μείζονα ρόλο στο πανελλήνιο θέατρο.
Η εκπληκτική πληρότητα του σαμιακού διαφωτιστικού και επαναστατικού κινήματος θα αποτελέσει την αιτία αυτής της… αποτυχίας! Η Σάμος δεν διέθετε τα μεγέθη που θα της επέτρεπαν να ηγεμονεύσει στην ελληνική πνευματική και πολιτική ζωή. Δεν διέθετε την έκταση, τον πληθυσμό, τους λογίους, τους εμπόρους, ούτε είχε αναδείξει πολιτικούς και στρατιωτικούς ηγέτες πανελλήνιας εμβέλειας. Ή, μάλλον, η πληρότητα και η σφαιρικότητα της σαμιακής κοινωνίας και των εξελίξεών της δεν επέτρεπε στους Σαμίους να δοκιμαστούν σε κάποιο ευρύτερο θέατρο. Διότι η έλλειψη ανάλογων, με εκείνες της Σάμου, οικονομικών, κοινωνικών και πνευματικών συνθηκών διαμόρφωνε ένα ριζικά διάφορο πλαίσιο.
Γι’ αυτό και όλοι οι πρωταγωνιστές του σαμιακού επαναστατικού κινήματος θα νιώθουν σαν το ψάρι έξω από το νερό μακριά από το νησί τους. Γι’ αυτό και ο γηραιός Ιωάννης Λεκάτης θα επιστρέψει σε αυτή για να δώσει την ύστατη επαναστατική μάχη.
Η «άγρια ανωμαλία» της Σάμου αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη μορφή αυτού του αυτόκεντρου συνθετικού μοντέλου, ένα «μονοπάτι χαμένο μέσα στο δάσος», που μας προϊδεάζει για το τι θα μπορούσε να είναι εν τοις πράγμασι ο ελληνικός διαφωτισμός και η ελληνική Επανάσταση αν είχαν κατορθώσει να υπερβούν τον «καημό της ρωμιοσύνης».