Του Ανδρεά Κυράνη
Η προσωπική γνωριμία μας με τον Θεμιστοκλή Ξανθόπουλο, στις αρχές του 2013, υπήρξε μικρή, μόλις στα τελευταία 8,5 χρόνια της ζωής του, αλλά ιδιαίτερα δημιουργική και θα τολμούσα να πω φιλική και συντροφική. Τότε, με τον φίλο Αλέξη Οικονομίδη, είχαμε αρχίσει να δημοσιοποιούμε κάποιες σκέψεις διεξόδου από την κρίση, μέσω μιας παραγωγικής ανασυγκρότησης εδρασμένης στις δικές μας ιστορικές δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις. Διαβάζοντας τα γραπτά μας ζήτησε από την συνάδελφο Μαργαρίτα Αντωνίου να μας γνωρίσει. Στο όραμα μιας ενδογενούς παραγωγικής ανασυγκρότησης συναντήθηκαν στη συνέχεια αρκετοί φίλοι, πανεπιστημιακοί, τεχνικοί και άλλοι, ανάμεσα στους οποίους και δυο πρώην μαθητές του, ο Βαγγέλης ο Πισσίας και ο Γιώργος ο Μιχαήλ. Αυτή η πρωτοβουλία, χάρη στην δική του ζωτική δημιουργική συνδρομή και ενθάρρυνση, οδήγησε στην σύσταση του ΙΝΕΠΑ, του Ινστιτούτου Ενδογενούς Παραγωγικής Ανασυγκρότησης.
Την εποχή εκείνη ο Θ.Ξ. έχοντας αποστασιοποιηθεί από κάθε δημόσια θέση, συμμετείχε στις δραστηριότητες του Ι.ΕΚ.Ε.Μ. – ΤΕΕ. Με αφετηρία μια πλούσια και φιλότιμη προσωπική επιστημονική, διοικητική και επαγγελματική διαδρομή στην υπηρεσία και στο όνομα του «κοινού καλού», βιώνοντας στο πετσί του μια εποχή γενικευμένης κρίσης και αμείλικτης μετάβασης, συμμετείχε και κατέθετε, στα πλαίσια των εκδηλώσεων του Ι.ΕΚ.Ε.Μ., τις κατασταλαγμένες σκέψεις και προτάσεις του για πλήθος ζητημάτων που αφορούσαν στους Μηχανικούς και τα ευρύτερα αναπτυξιακά ζητήματα της χώρας. Κλείνοντας μια πολύχρονη θητεία υπεύθυνης θεσμικής πρακτικής από διάφορα πόστα, ένοιωθε την ανάγκη, μέσα από μια θαρραλέα κριτική αναδρομή και ενδοσκόπηση, να καταθέσει την δική του εκδοχή τόσο για τα αίτια όσο και τις διεξόδους της σοβαρής οικονομικής κρίσης που βιώναμε σαν κοινωνία με οδυνηρό τρόπο. Αυτή η ευγενής και ανιδιοτελής αγωνία τον έστρεψε στην μελέτη και επιστημονική τεκμηρίωση σε βάθος, τόσο του ιστορικού στίγματος της σημερινής οικονομικής συγκυρίας, διεθνούς και εθνικής, όσο και των ενδεχόμενων θετικών ή αρνητικών διεξόδων που εγκυμονεί το μέλλον. Προϊόν αυτής της επίμονης και επίπονης δεκαετούς μελέτης, υπήρξε το τελευταίο τρίτομο πυκνό έργο του, το «ΡΕΚΒΙΕΜ ΜΕ ΚΡΕΣΕΝΤΟ; HOMO SAPIENS Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ», έργο βαθιά ανθρωπιστικό και ανατρεπτικό παράλληλα, του οποίου το αληθινό βάθος και βάρος ελάχιστα νομίζω έχει ακόμη αξιολογηθεί. Η ανεκπλήρωτη πρόθεση του να μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες ίσως να συνιστά ένα από τα ελάχιστα πράγματα στα οποία οφείλουμε να συνδράμουμε όσοι τον αγαπήσαμε και αντλήσαμε από την πλούσια παρουσία και σκέψη του.
Τι υπήρξε τελικά στ’ αλήθεια ο αγαπητός μας Θεμιστοκλής Ξανθόπουλος; Πώς να κλείσεις σε λέξεις μια τόσο πολυσχιδή προσωπικότητα χωρίς να φτωχύνεις το πολύτροπο βάρος της;
Ο Θ.Ξ. υπήρξε ένας μεγάλος θεσμικός Έλληνας. Ένας άνθρωπος που ανήκε παράλληλα στην διεθνή κοινότητα και στην πατρίδα του. Για την δραστηριότητα του αυτή θα μιλήσουν ίσως άλλοι που τον έζησαν «επί τω έργω» σε αυτή την περίοδο της ζωής του. Εμείς τον ζήσαμε «αμέσως μετά», στην περίοδο του «απολογισμού του» μέσα από το μεγαλόπνοο εγχείρημα της συγκρότησης αυτής της εμπειρίας σε μεστή γραπτή σκέψη ωφέλιμη παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές που λάτρευε σαν αιώνιος δάσκαλος, της γενιές της χώρας του αλλά και εκείνες ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Συνομιλούσα πολύ συχνά μαζί του. Παρά την ηλικία του ήταν πάντα ζωτικός και ακμαίος με σκέψη απαστράπτουσα. Τους τελευταίους μήνες ταλαιπωρήθηκε σοβαρά από την αστοχία μια επέμβασης ρουτίνας στο μάτι του. Το ξεπέρασε όμως και δυο μόλις μέρες πριν «φύγει» είχα την ευτυχία μιας πολύωρης επικοινωνίας μαζί του «εφ’ όλης της ύλης». Έδειχνε σε άριστη φυσική κατάσταση, είχε αφήσει πίσω του το ζήτημα υγείας και ετοιμαζόταν να επιδοθεί στις αμέσως επόμενες ημέρες στο αγαπημένο του σπορ, το κολύμπι στη θάλασσα, και τις ετεροχρονισμένες λόγω υγείας θερινές διακοπές του στο Σούνιο. Εκεί, στο μητρικό περιβάλλον της φυσικής «Παν θάλασσας» τον περίμενε και το απροσδόκητο ραντεβού του με την αιωνιότητα.
Ο Θ.Ξ. υπήρξε ένας άνθρωπος με μειλίχια θετική σκέψη. Ένας άνθρωπος πάντα διαθέσιμος να δαπανήσει τον πολύτιμο χρόνο του για να στηρίξει με την γνώση, την καλότητα, το ήθος και την αισιοδοξία του κάθε δημιουργικό εγχείρημα. Λίγο καλύτερα όμως αν τον γνώριζες θα διέκρινες μια συγκρατημένη πικρία πίσω από την ευπροσηγορία του. Τα ευγενή οράματα της γενιάς του βίωναν στο κορμί τους τον κυνισμό των μεταμοντέρνων καιρών. Για τους κόσμους της τρέχουσας εξουσίας κάθε μορφής και είδους ήταν «ανεπιθύμητος», πλήρως αποκλεισμένος και «απαγορευμένος». Ένοιωθες λοιπόν έναν άνθρωπο τελικά προδομένο από όλα εκείνα στα οποία αφιέρωσε την ζωή και την ψυχή του. Προδομένο αλλά επίμονα ακατάβλητο και όρθιο. Ακόμη και εμείς, οι «συνάδελφοι» του στα πλαίσια του ΙΝΕΠΑ, δεν καταφέραμε να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες του υπερβαίνοντας τις δυσκολίες των καιρών και τις μεταξύ μας αντιθέσεις. Απέναντι στον παραλογισμό και την σκληρότητα του μηδενισμού, απέναντι στη δυστοπία των ημερών έλεγε συχνά: εσείς έχετε πιθανότητες να προλάβετε κάποιες καλύτερες μέρες, εμείς είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο. Προκειμένου να διατηρήσει την αισιοδοξία του αντλούσε δυνάμεις και πόρους από την πολύπλευρη μελέτη της ιστορίας σε βάθος, εκεί όπου οι σημασίες του διαρκούς και του εφήμερου αποκτούν ανάγλυφα την τέταρτη τους διάσταση.
Δυο μικρά παραδείγματα αυτού του του αποκλεισμού. Όσα χρόνια τον γνώριζα, χρόνια στα οποία ζήσαμε τρεις κυβερνητικές αλλαγές, κυβέρνηση Σαμαρά, Τσίπρα και Μητσοτάκη στη συνέχεια, επεδίωξε πολλές φορές να διοργανώσει μια δημόσια συζήτηση για το ενεργειακό ζήτημα της χώρας καταθέτοντας την γνώση και εμπειρία του από την εξόχως αποτελεσματική θητεία του στη ΔΕΗ. Τέτοιο ήταν το μέγεθος της δημόσιας τρομοκρατίας γύρω από το ζήτημα που ουδείς «καθ’ ύλην γνώστης» δεν τολμούσε να τον ακολουθήσει και να τοποθετηθεί δημόσια μαζί του. Στο τέλος εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια και μοναχικά διατύπωσε τις σκέψεις και προτάσεις του στον τρίτο τόμο του έργου του. Στον τελευταίο χρόνο της ζωής του παρουσίασε το βιβλίο του στην εκπομπή Βιβλιοβούλιο στο κανάλι της Βουλής. Με πικρία σημείωνε ότι όλες οι αναφορές του στην σύγχρονη πραγματικότητα, με το πρόσχημα της έλλειψης χρόνου, είχαν αφαιρεθεί από το τελικό βίντεο, χωρίς καμία προηγούμενη ενημέρωση του.
Ναι αυτός ο άνθρωπος βίωσε τον πλήρη αποκλεισμό του λόγου και της σκέψης του από τους θεσμούς τους οποίους υπηρέτησε μια ολόκληρη ζωή, μόνο και μόνο επειδή διέθετε έναν πολύ συγκροτημένο, εναλλακτικό στον κυρίαρχο, τρόπο σκέψης. Ακόμη και στα πλαίσια της πανεπιστημιακής κοινότητας και του ΕΜΠ, όπου το πλούσιο έργο του υπήρξε αδιαμφισβήτητο, η σκέψη και κριτική του ενοχλούσε. Ενοχλούσε η κριτική του στην αποξένωση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων από την πραγματική οικονομία της χώρας. Η μετατροπή τους σε μηχανισμούς πρόσληψης και διαχείρισης ερευνητικών κονδυλίων χωρίς την παραμικρή αγωνία άμεσης εφαρμογής στην μεταποιητική της πραγματικότητα. Συχνά κριτικάριζε δημόσια ως πεϊπερολογία-παπαρολογία αυτή την θλιβερή πρακτική και το ευφυολόγημα της δήθεν «έξυπνης εξειδίκευσης».
Ο Θ.Ξ. υπήρξε για κάποιους ένα κόκκινο πανί, ένας άνθρωπος που γνώριζε βαθιά και τεκμηριωμένα τα ζητήματα «από τα μέσα» και ήταν σε θέση να κάνει σκληρή αλλά απόλυτα τεκμηριωμένη κριτική στο κυρίαρχο Αίολο ιδεολόγημα. Η βαθιά ανατρεπτική σκέψη του, στο γύρισμα των καιρών, εθεωρείτο καταστροφική για τους κρατούντες και ήταν λυτρωτική για τους νοήμονες.
Τι το βαθιά ανατρεπτικό κουβαλούσε άραγε η σκέψη ενός δηλωμένου λάτρη του δυτικού διαφωτισμού και της ρήσης του Κάντ «sapere aude»;
Ο Θ.Ξ. δεν αρκέστηκε στην εύκολη καταγγελία του κυρίαρχου πρότυπου του “homo economicus consumers”. Ως γνήσιος λειτουργός των θετικών επιστημών, ως γνήσιος τεχνικός, νοιώθει την ανάγκη να τεκμηριώσει τα λεγόμενα του με στοιχεία αδιάσειστα. Θέτοντας μεταφορικά τον εαυτό του στη θέση ενός «γαλαξιακού ανταποκριτή» παρατηρητή, περιγράφει «την ενεργοποίηση ως βασιλεύουσας, σε ογδόντα με εκατό χιλιάδες γήινα χρόνια, της δύναμης του εγκεφάλου των sapiens». Προσβλέποντας στη φωτεινή πλευρά αυτής της δύναμης, αναφέρεται «στα εκατό δισεκατομμύρια νευρώνες, τα περίτεχνα δομημένα κύτταρα της βασιλεύουσας φαιάς ουσίας με τα χίλια τρισεκατομμύρια των συνδέσμων τους που περιέχουν, φυλάσσουν και μεταδίδουν στις επόμενες γενιές την πεμπτουσία ενός βιολογικού κληροδοτήματος πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων χρόνων και πολλαπλασιάζουν με τρομαχτικές επιταχύνσεις γνώση και εργαλεία ανθρωποκεντρικής της διαχείρισης». Την εμβέλεια της επικίνδυνα υβριστικής, σκοτεινής πλευράς αυτής της δύναμης, επιχειρεί να «καθησυχάσει» προβάλλοντας «την ασημαντότητα των χωροχρονικών διαστάσεων της Γής, κοιτίδας της δύναμης, και του φορέα της homo sapiens ως προς το συμπαντικό γίγνεσθαι».
Εμβαθύνοντας λοιπόν στην μελέτη της ιστορίας, αποσαφηνίζει την νηπιακή ηλικία του ανθρώπινου είδους και αποκαλύπτει απαγωγικά την σχετικότητα και επισφαλότητα του σύγχρονου και κυρίαρχου καθεστώτος των πραγμάτων. Παράλληλα χαρίζει ιστορική βάση και υπόσταση σε ένα ενδεχόμενο εναλλακτικό υπόδειγμα εκείνο της ενδογενούς ανάπτυξης σε μια εποχή με θεμελιώδες νέο, εν δυνάμει ευνοϊκό, δεδομένο την ριζική τεχνολογική μετάβαση μέσω της Τρίτης Βιομηχανικής Επανάστασης των ημερών μας.
Πολλές φορές διατύπωσε δημόσια μια ρηξικέλευθη παρατήρηση με σύγχρονη βαρύτητα. Οι φαινομενικά ακλόνητες ανατολικές εύφορες και πλούσιες γεωργικές αυτοκρατορίες της Μεσοποταμίας της εποχής του χαλκού, μέσα σε τετρακόσια περίπου χρόνια, από 1300-το 900 πχ. αφανίστηκαν πλήρως πίσω από ποταμούς αίματος. Οι ιστορικοί αδυνατώντας να ερμηνεύσουν αυτή την σκοτεινή περίοδο μιλούν με το νεφέλωμα «των λαών της θάλασσας». Ο Θ.Ξ. ως σοφός Έλληνας τεχνικός δίνει μια άλλη τεκμηριωμένη ερμηνεία. Αποδίδει τον αφανισμό τους στην απελευθερωτική χρήση της τεχνογένεσης του σιδήρου από ευρύτατα φτωχά λαϊκά στρώματα. Η τεχνολογική επανάσταση της εύκολης για τους πάντες χρήσης του σιδήρου υποστηρίζει την νικητήρια σύγκρουση τους με τις αυτοκρατορίες του χαλκού και τα ιερατεία τους. Αντιστοιχώντας αυτό το ιστορικό γεγονός με το σήμερα, δήλωνε συχνά πως βρισκόμαστε ξανά σε εμπόλεμη κατάσταση. Μέσα από την αναφορά σε μια επαναστατική διαδικασία στο μακρινό χθες υποδήλωνε με περισσή σαφήνεια μια άλλη υποβόσκουσα στο δικό μας σήμερα.
Ως άνθρωπος θετικής σκέψης δεν αρκούνταν στην περιγραφή μιας ανατρεπτικής διαδικασίας στην οποία ήδη έχουμε αναπόδραστα εισέλθει. Ένοιωθε την ανάγκη να προσδιορίσει με σαφήνεια και το εναλλακτικό στη βιομηχανική και χρηματοπιστωτική βαρβαρότητα μέλλον. Μέλλον του οποίου οι κινητήριοι ζωοποιοί μοχλοί βρίσκονται στην απέναντι άκρη από τα σύγχρονα κυρίαρχα φαντάσματα. Έτσι, απέναντι στην λογική της αποεδαφοποίησης και αποϋλικοποίησης, αναδεικνύει, τόσο την αξία της μικρής γεωγραφικής κλίμακας όσο και την άμεσα συνδεδεμένη με αυτήν αξία της μικρής ιδιοκτησίας και του ελεύθερου τεχνίτη παραγωγού, οντοτήτων που εστιάζουν, μέσω της πολύτροπης εφευρετικότητας τους, στην πολυτιμότητα και ανθεκτικότητα και όχι στην ευτελή και εφήμερη μαζικότητα.
Εδώ διατυπώνεται η δεύτερη σοφή διαπίστωση στην σκέψη του τεχνικού Θ.Ξ.. Όπως έχει αποδειχθεί πλέον ιστορικά, την υλική βάση του αρχαιοελληνικού κόσμου και της δημοκρατίας, απέναντι στον αμύθητο πλούτο της γεωργοκτηνοτροφίας των ανατολικών σατραπικών αυτοκρατοριών της Ανατολής, συνιστά μια μικρής κλίμακας παραγωγική διαδικασία που γεννά πολύτιμα σε μικρές ποσότητες προϊόντα, λάδι, κεραμικά και άλλα, με σκληρή αλλά δημιουργική ανθρώπινη εργασία πάνω σε ένα κατ’ αρχάς άγονο σκληρό και βραχώδες έδαφος. Αυτά τα μονάκριβα προϊόντα αντλούν τον πλούτο των αγορών της Ανατολής και τον επενδύουν στα μνημεία, τις πόλεις και τελικά τον πολιτισμό του τόπου μας. Σε μας επαφίεται να προσδιορίσουμε το είδος μιας αντίστοιχης σύγχρονης διαδικασίας συμβατής με τις αληθινές μας δυνατότητες και το στίγμα της διεθνούς συγκυρίας.
Η τεκμηρίωση της απελευθερωτικής δυνατότητας της σύγχρονης τεχνολογικής επανάστασης και η ιστορική δικαίωση μιας ενδογενούς αναπτυξιακής στρατηγικής και πάλι δεν τον καλύπτουν. Το βαθύτατα δημοκρατικό του ήθος δεν αρκούνταν στο «τι να κάνουμε» αλλά αγωνιούσε και για το «πώς θα το κάνουμε καλά».
Έτσι, ενώ παρατηρεί:
- «Το βεβιασμένο σκυφτό τροχάδην κατά τον ιστορικό μας χρόνο, λόγω των ταξικών εγκλωβισμών που επέβαλε η τέλεση του κοινωνικού προπατορικού αμαρτήματος της διαστρωμάτωσης»,
- προτείνει «χειραφετηθείτε» στον τίτλο του Γ΄ Τόμου
- ζητά « σε πρώτη και τελευταία ανάλυση από όλους μας, ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, την ανάκτηση του ελεύθερου βάδην σε όρθια στάση – της πολυτιμότερης για την εξέλιξή μας κληρονομιάς από τους προγόνους ανθρωπίδες εδώ και τέσσερα εκατομμύρια χρόνια – έναντι του σημερινού βεβιασμένου από εξαναγκασμό, μωροφιλοδοξίες ή ναρκισσισμό τροχάδην με τετραποδισμό»
- προσβλέπει σε μια ακηδεμόνευτη ατομική και κοινοτική δημοκρατική συνείδηση
επιμένει ακόμη περεταίρω στο πως ακριβώς….
Ως γνήσιος τεχνικός, θέλοντας να αποσαφηνίσει απολύτως τον προτεινόμενο βέλτιστο για την κοινωνία «καλόν τε κἀγαθὸν» τρόπο, επιστρατεύει μια σημασία από την φυσική επιστήμη, την σημασία της ενθαλπίας.
Το όραμα του μας γράφει, και μάλιστα στην πρώτη σελίδα του τρίτομου έργου του, αφορά σε συνθήκες ήπιας (χαμηλής) κοινωνικής ενθαλπίας, όπου η μετάδοση της ενέργειας λειτουργεί αποκεντρωμένα και χρησιμοποιείται η ακηδεμόνευτη κοινοτική συνείδηση ως μέσο μεταφοράς, με τις αρχές και διαδικασίες της άμεσης δημοκρατίας. Μόνο τότε, η ήπια θερμοκρασιακή στάθμη του ρεύματος που μεταφέρει την ενέργεια, ζεσταίνει ή δροσίζει ευχάριστα τους χώρους, επιτρέποντας την διαβίωση και ανάπτυξη του έμβιου κόσμου.
Συνοψίζοντας, ο Θ.Ξ. σε μια εποχή επιτηδευμένης δήθεν πολιτικής ουδετερότητας του επιστημονικού λόγου, τολμά και αρθρώνει ένα λόγο βαθιά πολιτικό, εδρασμένο σε σχολαστική επιστημονική τεκμηρίωση. Έτσι η ανάδυση από το σκοτάδι σημασιών και αξιών βαθιά παραγκωνισμένων στην εποχή μας, όπως εκείνη της συνείδησης, ως “γνώσης εξ ιδίας αντίληψης”, οδηγεί στην επαναξιολόγηση της άρρητης γνώσης και αναδεικνύει την «έκτη αίσθηση…της λαϊκής παράδοσης» ως «καταλύτη στη συγκρότηση μιας ισχυρής ατομικής και κοινοτικής συμπαντικής συνείδησης που θα στηρίξει την αρμονική συνύπαρξη του homo sapiens με τα γνωστά και άγνωστα όντα του χωροχρόνου».
Ο διανοούμενος τεχνικός Θ.Ξ., μέσα από το έργο του αποκαλύπτει με διαύγεια την τεχνική υπόσταση της πολιτικής και επιβεβαιώνει την πολιτική υπόσταση της τεχνικής, όχι ως δήθεν εκ των άνω ουδέτερος παρατηρητής αλλά ως συμμετέχων στα παθήματα της ευρύτερης κοινωνίας, συμμετέχων που τολμά και παίρνει θέσεις αναλαμβάνοντας πλήρως, κάποτε και με οδυνηρό τρόπο, το τίμημα.
Ένας άνθρωπος που δήλωνε «συντηρητικός», στο όνομα της αλήθειας, της γνώσης και αγάπης για το επιστημονικό του αντικείμενο και το ανθρώπινο είδος ευρύτερα και της βαθιάς συναίσθησης ευθύνης απέναντι στην κοινότητα-κοινωνία (στην μητρική συμβολή της οποίας, όπως επανειλημμένα δήλωνε, ανήκε το όποιο «ατομικό» έργο), οδηγείτε σε γραπτά διατυπωμένες θέσεις βαθιά ανατρεπτικές. Αυτή την βαθιά δημιουργική πλευρά της παρουσίας του στον κόσμο μας οφείλουμε ποτέ να μην λησμονήσουμε.
Υ.Γ. Αρκετά γραπτά και ομιλίες του μπορεί κανείς να βρει στην ιστοσελίδα του ΙΝΕΠΑ και του ΑΡΔΗΝ