Αρχική » Ιλύα Καμίνσκι: Πώς μπορεί κανείς να μιλήσει, να γράψει για τον πόλεμο;

Ιλύα Καμίνσκι: Πώς μπορεί κανείς να μιλήσει, να γράψει για τον πόλεμο;

από Αναδημοσιεύσεις

Από την ιστοσελίδα του περιοδικού Φρέαρ

Μετάφραση: Ελένη Πετροπούλου

1.

Η οικογένειά μου στριμώχτηκε δίπλα στην κάσα της πόρτας στις 4 τα ξημερώματα, συζητώντας αν θα άνοιγε ή όχι στον άγνωστο που φορούσε μόνο το παντελόνι της πιτζάμας του και χτυπούσε την πόρτα δυνατά για τουλάχιστον πέντε λεπτά, ξυπνώντας ολόκληρη την πολυκατοικία. Βλέποντας το φως να ανάβει, άρχισε να φωνάζει πίσω από την πόρτα.

Με θυμόσαστε; Σας βοήθησα να μεταφέρετε το ψυγείο σας από την Υπερδνειστερία. Θυμάστε; Μιλούσαμε για τον Παστερνάκ στη διαδρομή. Δύο ώρες! Απόψε βομβάρδισαν το νοσοκομείο. Η αδελφή μου είναι νοσοκόμα εκεί. Έκλεψα το φορτηγό κάποιου και πέρασα τα σύνορα. Δεν ξέρω κανέναν άλλον. Μπορώ να κάνω ένα τηλεφώνημα;

Έτσι, λοιπόν, ο πόλεμος πάτησε το γυμνό του πόδι στην παιδική μου ηλικία πριν από δύο δεκαετίες, μεταμφιεσμένος σε έναν ημίγυμνο άνδρα που πάσχιζε να ανασάνει στο θυροτηλέφωνο, θύμα μιας πρώτης μετα-σοβιετικής επιχείρησης «ανθρωπιστικής βοήθειας».

2.

Κατά τη διάρκεια μιας πρόσφατης επίσκεψης στην Ουκρανία, ο φίλος μου ποιητής Μπορίς Χερσόνσκι κι εγώ κανονίσαμε να συναντηθούμε σε ένα καφέ της γειτονιάς το πρωί για να μιλήσουμε για τον Παστερνάκ (λες και μόνο γι’ αυτόν μιλάνε όλοι στα δικά μας μέρη). Αλλά όταν ανηφόρισα από το πεζοδρόμιο στις 9 το πρωί, τα τραπέζια του ήταν αναποδογυρισμένα και ο δρόμος ήταν διάσπαρτος με μπάζα από το κτήριο  που είχε βομβαρδιστεί.

Ένα πλήθος κόσμου, μαζί και τοπικά μέσα ενημέρωσης, συγκεντρώθηκε γύρω από τον Μπορίς ενώ μιλούσε κατά των βομβαρδισμών, εναντίον μίας ακόμη επιχείρησης ψευτοανθρωπιστικής βοήθειας του Πούτιν. Κάποιοι χειροκροτούσαν· άλλοι κουνούσαν το κεφάλι τους με αποδοκιμασία. Λίγους μήνες αργότερα, οι πόρτες, τα δάπεδα και τα παράθυρα στο διαμέρισμα του Μπορίς τινάχτηκαν στον αέρα.

Υπάρχουν πολλές τέτοιες ιστορίες. Συνήθως διαδίδονται με σύντομες βιαστικές προτάσεις και μετά το θέμα αλλάζει απότομα.

«Τα βιβλία για τον πόλεμο που λένε την αλήθεια,» έγραψε ο Όργουελ, «δεν γίνονται ποτέ αποδεκτά από τους άμαχους.»

Όταν οι Αμερικάνοι ρωτούν για τα πρόσφατα γεγονότα στην Ουκρανία, θυμάμαι αυτούς τους στίχους από το ποίημα του Μπορίς:

Ο κόσμος μεταφέρει εκρηκτικά στην πόλη
μέσα σε πλαστικές τσάντες για ψώνια και μικρές βαλίτσες.

3.

Τα τελευταία είκοσι χρόνια, η Ουκρανία κυβερνάται τόσο από τη ρωσόφωνη Ανατολή όσο και από την ουκρανόφωνη Δύση. Η κυβέρνηση κατά καιρούς χρησιμοποιεί «το γλωσσικό ζήτημα» για να υποκινήσει σύγκρουση και βία, έναν αποτελεσματικό αντιπερισπασμό διαφυγής από τα άμεσα πραγματικά προβλήματα. Η πιο πρόσφατη σύγκρουση ξέσπασε ως αντίδραση στην ανεπαρκή πολιτική του Προέδρου Γιανουκόβιτς, ο οποίος κατέφυγε έκτοτε στη Ρωσία. Ο Γιανουκόβιτς ήταν ευρέως γνωστός ως ο πιο διεφθαρμένος πρόεδρος που έχει γνωρίσει η χώρα (είχε κατηγορηθεί για βιασμό και επίθεση, μεταξύ άλλων, το πάλαι ποτέ στη Σοβιετική εποχή). Όμως, τώρα, η νέα κυβέρνηση της Ουκρανίας συνεχίζει να περιλαμβάνει ολιγάρχες και επαγγελματίες πολιτικούς με δόλιες καταβολές και αμφίβολα κίνητρα.

Όταν η αναμέτρηση ανάμεσα στην κυβέρνηση του Γιανουκόβιτς και τα πλήθη των διαδηλωτών πρωτάρχισε το 2013, και ο πανταχόθεν βαλλόμενος πρόεδρος έφυγε από τη χώρα λίγο μετά, ο Πούτιν έστειλε τον στρατό του στην Κριμαία, ουκρανικό έδαφος, με την πρόφαση της ένθερμης υπεράσπισης του ρωσόφωνου πληθυσμού. Σύντομα, το έδαφος προσαρτήθηκε. Μετά από λίγους μήνες, με την πρόφαση της ανθρωπιστικής βοήθειας, μεγαλύτερες ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις στάλθηκαν σε ένα άλλο ουκρανικό έδαφος, το Ντομπάς, όπου έχει ξεκινήσει ένας πόλεμος δι’ αντιπροσώπων.

Από την αρχή, επικαλούνταν συνεχώς την προστασία της ρωσικής γλώσσας ως τον μοναδικό λόγο για την προσάρτηση και τις εχθροπραξίες.

Χρειάζεται αυτή την προστασία η ρωσική γλώσσα στην Ουκρανία; Σε απάντηση της κατοχής από τον Πούτιν, πολλοί ρωσόφωνοι Ουκρανοί επέλεξαν να υποστηρίξουν τους ουκρανόφωνους γείτονές τους παρά να ταχθούν εναντίον τους. Όταν άρχισε να κλιμακώνεται η σύγκρουση, έλαβα το παρακάτω ηλεκτρονικό μήνυμα:

Εγώ, ο Μπορίς Χερσόνσκι, εργάζομαι στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Οδησσού όπου διευθύνω το τμήμα κλινικής ψυχολογίας από το 1996. Όλον αυτό τον καιρό διδάσκω στα ρωσικά και κανένας δεν με έχει επιπλήξει ότι «αγνοώ» την επίσημη γλώσσα του κράτους, τα ουκρανικά. Έχω ευχέρεια στην ουκρανική γλώσσα λίγο πολύ, ωστόσο οι περισσότεροι σπουδαστές μου προτιμούν διαλέξεις στα ρωσικά, οπότε κάνω τις διαλέξεις σε αυτή τη γλώσσα.

Είμαι ρωσόγλωσσος ποιητής· τα βιβλία μου εκδίδονται ως επί το πλείστον στη Μόσχα και στην Αγία Πετρούπολη. Το ακαδημαϊκό μου έργο εκδίδεται εκεί επίσης.

Ποτέ (με ακούτε; – ΠΟΤΕ!) δεν με κατεδίωξε κανείς επειδή είμαι Ρώσος ποιητής και επειδή διδάσκω στη ρωσική γλώσσα μέσα στην Ουκρανία.

Παντού διαβάζω τα ποιήματά μου στα ΡΩΣΙΚΑ και ποτέ δεν αντιμετώπισα καμία συνέπεια.

Όμως αύριο θα διαβάσω τις διαλέξεις μου στη γλώσσα της πολιτείας –στα ουκρανικά. Αυτό δεν θα είναι απλά μία διάλεξη –θα είναι πράξη διαμαρτυρίας σε αλληλεγγύη προς το ουκρανικό κράτος. Καλώ τους συναδέλφους μου να συνταχθούν μαζί μου σε αυτήν τη δράση.

Ένας ρωσόγλωσσος ποιητής αρνείται να κάνει διάλεξη στα ρωσικά ως πράξη αλληλεγγύης προς την κατεχόμενη Ουκρανία. Καθώς περνούσε ο καιρός, άρχισαν να φτάνουν και άλλα τέτοια μηνύματα από ποιητές και φίλους. Ο εξάδελφός μου Πήτερ έγραψε από την Οδησσό:

Οι ψυχές μας ανησυχούν και φοβόμαστε, όμως η πόλη είναι ασφαλής. Μια στις τόσες κάποιοι ηλίθιοι ξεσηκώνονται και δηλώνουν ότι είναι υπέρ της Ρωσίας. Αλλά εμείς στην Οδησσό ποτέ δεν είπαμε σε κανέναν ότι είμαστε εναντίον της Ρωσίας. Ας κάνουν οι Ρώσοι ό,τι θέλουν στη Μόσχα τους κι ας αγαπούν την Οδησσό μας όσο θέλουν –αλλά όχι με αυτό το τσίρκο των στρατιωτών και των τανκς!

Μία άλλη φίλη, η ρωσόφωνη ποιήτρια Αναστασία Αφανάσιεβα, έγραψε από την ουκρανική πόλη του Χάρκοβο σχετικά με την επιχείρηση «ανθρωπιστικής βοήθειας» του Πούτιν για να προστατέψει τη γλώσσα της:

Τα τελευταία πέντε χρόνια, επισκέφτηκα την ουκρανόφωνη Δυτική Ουκρανία έξι φορές. Ποτέ δεν αισθάνθηκα διάκριση σε βάρος μου επειδή μιλούσα τη ρωσική γλώσσα. Αυτά είναι μύθοι. Σε όλες τις πόλεις της Δυτικής Ουκρανίας που επισκέφτηκα μιλούσα με όλους στα ρωσικά –στα καταστήματα, στα τρένα, στα καφέ. Βρήκα καινούργιους φίλους. Μακράν από το νιώσω επιθετικότητα, αντίθετα, όλοι μου φέρθηκαν με σεβασμό. Σας ικετεύω, μην ακούτε την προπαγάνδα. Στόχος της είναι να μας διαιρέσει. Ήδη είμαστε πολύ διαφορετικοί, ας μη γίνουμε αντίπαλοι, ας μη δημιουργήσουμε έναν πόλεμο στο έδαφος όπου όλοι ζούμε μαζί. Η στρατιωτική εισβολή που πραγματοποιείται τώρα είναι η καταστροφή για όλους μας. Ας μη χάνουμε τα λογικά μας, μη φοβόμαστε ανύπαρκτους κινδύνους, όταν υπάρχει πραγματικός κίνδυνος: η εισβολή του ρωσικού στρατού.

Καθώς διάβαζα το ένα γράμμα μετά το άλλο, δεν μπορούσα να βγάλω από το μυαλό μου την άρνηση του Μπορίς να μιλήσει τη δική του γλώσσα ως πράξη διαμαρτυρίας εναντίον μιας στρατιωτικής εισβολής. Τι σημαίνει για έναν ποιητή να αρνείται να μιλήσει τη γλώσσα του;

Είναι η γλώσσα κάποιος τόπος από τον οποίο μπορείς να φύγεις; Είναι η γλώσσα τείχος που μπορείς να διασχίσεις; Τι υπάρχει στην άλλη πλευρά αυτού του τείχους;

4.

Κάθε ποιητής απορρίπτει την επίθεση της γλώσσας. Αυτή η απόρριψη εκδηλώνεται με σιωπή που διαφωτίζεται από τα νοήματα του ποιητικού λεξιλογίου –τα νοήματα όχι αυτού που λέει η λέξη, αλλά αυτού που αποκρύπτει. Όπως έγραψε ο Μωρίς Μπλανσό, «Γράφω σημαίνει ότι είσαι απόλυτα δύσπιστος προς το γράφειν, ενώ ταυτόχρονα εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου ολότελα σε αυτό.»

Η Ουκρανία σήμερα είναι ένας τόπος στον οποίο δηλώσεις σαν κι αυτή δοκιμάζονται. Ένας άλλος συγγραφέας, ο Τζον Μπέρτζερ, λέει για τη σχέση του ατόμου με τη γλώσσα του: «Μπορεί κανείς να πει για τη γλώσσα ότι δυνητικά είναι η μόνη πατρίδα του ανθρώπου.» Ισχυρίστηκε ότι υπήρξε «ο μοναδικός τόπος κατοίκησης που δεν μπορεί να είναι εχθρικός προς τον άνθρωπο… Μπορεί κανείς να πει τα πάντα στη γλώσσα. Γι’ αυτό ένας ακροατής είναι πιο κοντά σ’ εμάς από την όποια σιωπή ή τον όποιον θεό.» Όμως τι συμβαίνει όταν ένας ποιητής απαρνιέται τη γλώσσα του ως μορφή διαμαρτυρίας;

Ή, για να θέσουμε αυτό το ερώτημα σε ευρύτερο πλαίσιο: τι συμβαίνει στη γλώσσα σε περίοδο πολέμου; Οι αφηρημένες έννοιες αποκτούν πολύ γρήγορα σωματικά χαρακτηριστικά. Να πώς βλέπει το δικό της σώμα η ουκρανή ποιήτρια Λιουντμίλα Χερσόνσκα, καθώς παρατηρεί τον πόλεμο γύρω της: Φυτεμένη σε ανθρώπινο λαιμό, μια σφαίρα μοιάζει με μάτι, ραμμένο. Για την ποιήτρια Κατερίνα Καλίτκο ο πόλεμος είναι επίσης φυσικό σώμα: Ο πόλεμος συχνά έρχεται και ξαπλώνει ανάμεσά σας σαν παιδί / φοβάται να μείνει μόνος.

Η γλώσσα της ποίησης μπορεί να μας αλλάξει ή να μη μας αλλάξει, ωστόσο δείχνει τις αλλαγές μέσα μας: γράφει η ποιήτρια Αναστασία Αφανάσιεβα χρησιμοποιώντας το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο «εμείς», δείχνοντάς μας πώς η κατάληψη μιας χώρας επηρεάζει όλους τους πολίτες της, ανεξάρτητα από ποια γλώσσα μιλούν:

Όταν ένα τετράτροχο με ολμοβόλο
πέρασε από τον δρόμο
δεν ρωτήσαμε ποιοι είστε
από ποια πλευρά είστε
πέσαμε στο πάτωμα και μείναμε εκεί.

5.

Σε μιαν άλλη επίσκεψη στην Ουκρανία, είδα έναν παλιό μου γείτονα, σακατεμένο τώρα από τον πόλεμο, να απλώνει το χέρι του στον δρόμο. Δεν φορούσε παπούτσια. Όπως περνούσα βιαστικά από δίπλα του, ελπίζοντας πως δεν θα με αναγνώριζε, με αποσβόλωσε ξαφνικά το άδειο του χέρι. Σαν να μου έδινε τον πόλεμό του.

Καθώς απομακρυνόμουν, είχα μια απόκοσμη αίσθηση συνειδητοποίησης. Πόσο όμοια η φωνή του, οι φωνές των Ουκρανών ποιητών με τους οποίους μιλάω, με τις φωνές των ανθρώπων στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, τα σπίτια των οποίων κατέστρεψαν οι δικοί μου φόροι.

6.

Στα τέλη του 20ού αιώνα, ο Εβραίος ποιητής Πάουλ Τσέλαν έγινε ο προστάτης άγιος της συγγραφής εν μέσω κρίσης. Δημιουργώντας στη γερμανική γλώσσα, θρυμμάτισε τη γλώσσα για να εκφράσει την εμπειρία ενός νέου, κατεστραμμένου κόσμου. Αυτό το φαινόμενο συμβαίνει πάλι –αυτή τη φορά στην Ουκρανία– μπροστά στα ίδια μας τα μάτια.

Παραθέτω την περίπτωση της ποιήτριας Λιούμπα Γιακιμτσούκ, η οικογένεια της οποίας είναι πρόσφυγες από το Περβομάισκ, την πόλη που αποτελεί έναν από τους κύριους στόχους της πιο πρόσφατης επιχείρησης «ανθρωπιστικής βοήθειας» του Πούτιν. Στις ερωτήσεις μου για το παρελθόν της, η Λιούμπα απάντησε:

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη ρημαγμένη από τον πόλεμο περιοχή του Λουχάνσκ και η γενέτειρά μου, το Περβομάισκ, τώρα βρίσκεται υπό κατοχή. Τον Μάιο του 2014, είδα με τα μάτια μου την αρχή του πολέμου… Τον Φεβρουάριο του 2015, έχοντας επιζήσει από τον τρομακτικό πόλεμο, οι γονείς μου και η γιαγιά μου ξεκίνησαν να φύγουν από το κατεχόμενο έδαφος. Έφυγαν κάτω από τα πυρά βομβαρδισμών, με λίγες τσάντες με τα ρούχα τους. Ένας φίλος μου, [Ουκρανός] στρατιώτης, παραλίγο να πυροβολήσει τη γιαγιά μου καθώς έφευγαν κακήν κακώς.

Μιλώντας για τη λογοτεχνία σε περίοδο πολέμου, η Γιακιμτσούκ γράφει: «Η λογοτεχνία συναγωνίζεται τον πόλεμο, ίσως ακόμη και να χάνει από τον πόλεμο σε δημιουργικότητα, γι’ αυτό και η λογοτεχνία αλλάζει από τον πόλεμο.» Στα ποιήματά της βλέπει κανείς πώς ο πόλεμος κόβει τα λόγια της: «μη μου μιλάς για το Λουχάνσκ,» γράφει, «έχει καιρό που έγινε χάσνκ / το Λου γκρεμίστηκε μέχρι τα θεμέλια / μέχρι το άλικο δάπεδο.» Το βομβαρδισμένο Περβομάισκ «έχει χωριστεί σε πέρβο και σε μάισκ» και η οβίδα του Ντεμπάλτσεβο είναι τώρα το «ντεμπαλτςεβο» του. Μέσα από το πρίσμα αυτής της κατακερματισμένης γλώσσας, η ποιήτρια βλέπει τον εαυτό της:

Ατενίζω τον ορίζοντα
…γέρασα τόσο πολύ
όχι πια Λιούμπα
μόνο ένα -μπα.

Όπως ακριβώς ο ρωσόφωνος ποιητής Χερσόνσκι αρνείται να μιλήσει τη γλώσσα του όταν η Ρωσία καταλαμβάνει την Ουκρανία, η Γιακιμτσούκ, μια ουκρανόφωνη ποιήτρια, αρνείται να μιλήσει σε μια αδιάσπαστη γλώσσα την ώρα που η χώρα κατακερματίζεται μπροστά στα μάτια της. Καθώς αλλάζει τις λέξεις, διασπώντας τες και αντισταθμίζοντας τους φθόγγους μέσα από τις λέξεις, οι φθόγγοι μαρτυρούν μια γνώση που δεν έχουν. Μη λεξικολογική πλέον αλλά παρ’ όλα αυτά ακόμη αναγνώσιμη σ’ εμάς, η διαλυμένη λέξη αντιμετωπίζει τον αναγνώστη άφωνα, τόσο μέσα όσο και πέρα από τη γλώσσα.

Η ανάγνωση αυτού του ποιήματος μαρτυρίας, υπενθυμίζει ότι η ποίηση δεν είναι απλά μόνο μια περιγραφή ενός γεγονότος· είναι ένα γεγονός.

7.

Ποια ακριβώς είναι η μαρτυρία της ποίησης; Η γλώσσα της ποίησης μπορεί να μας αλλάξει ή να μη μας αλλάξει, ωστόσο δείχνει τις αλλαγές μέσα μας. Όπως ο σεισμογράφος, καταγράφει τα βίαια γεγονότα. Ο Τσέσλαφ Μίλος ονόμασε το επιδραστικό κείμενό του Η Μαρτυρία της Ποίησης «όχι γιατί την παρατηρούμε εμείς αλλά γιατί μας παρατηρεί εκείνη.» Ζώντας στην άλλη πλευρά του Σιδηρού Παραπετάσματος, ο Ζμπίγνιεφ Χέρμπερτ μας είπε κάτι παρόμοιο: ο ποιητής είναι σαν βαρόμετρο για τον ψυχισμό ενός έθνους. Δεν μπορεί να αλλάξει τον καιρό. Όμως μας δείχνει τι καιρό θα κάνει.

8.

Μπορεί η εξέταση της περίπτωσης του λυρικού ποιητή να μας δείξει κάτι που το μοιράζονται πολλοί –τον ψυχισμό ενός έθνους; Τη μουσική μιας εποχής;

Πώς γίνεται και τρέμει η σπονδυλική στήλη του ποιητή σαν τη βελόνα του βαρόμετρου; Ίσως αυτό να συμβαίνει επειδή ο λυρικός ποιητής είναι πολύ κλειστό άτομο: μέσα στην προσωπική του σφαίρα αυτό το άτομο δημιουργεί γλώσσα –αρκετά συμβολική, αρκετά ασυνήθιστη– που του παρέχει τη δυνατότητα να μιλά, ιδιωτικά, σε πολλούς ανθρώπους ταυτόχρονα.

9.

Ζώντας πολλές εκατοντάδες μίλια μακριά από την Ουκρανία, μακριά από αυτόν τον πόλεμο, στο ευκατάστατο αμερικάνικο περιβάλλον μου, τι δικαίωμα έχω για να γράφω γι’ αυτόν τον πόλεμο; –και παρ’ όλα αυτά, δεν μπορώ να σταματήσω να γράφω σχετικά: δεν μπορώ να σταματήσω να συλλογίζομαι τα λόγια ποιητών της χώρας μου στα αγγλικά, αυτή τη γλώσσα που δεν μιλούν. Γιατί αυτή η εμμονή; Ανάμεσα στις προτάσεις υπάρχει η σιωπή την οποία δεν ελέγχω. Παρ’ όλο που είναι μια διαφορετική γλώσσα, η σιωπή ανάμεσα στις προτάσεις είναι η ίδια: είναι ο χώρος μέσα στον οποίο βλέπω μια οικογένεια να στριμώχνεται δίπλα στην κάσα της πόρτας στις 4 τα ξημερώματα, συζητώντας αν πρέπει ή όχι ν’ ανοίξουν την πόρτα σ’ έναν άγνωστο που φοράει μόνο το παντελόνι της πιτζάμας του, που φωνάζει πίσω από την πόρτα.

⸙⸙⸙

[Απόσπασμα από το Λόγια για τον πόλεμο: Νέα ποιήματα από την Ουκρανία, με την επιμέλεια των Οξάνα Μακσιμτσούκ & Μαξ Ροζοτσίνσκι, που δημοσίευσαν οι εκδόσεις Academic Studies Press.]

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ