Αρχική » 25/11/1942: Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου (Α΄ μέρος)

25/11/1942: Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου (Α΄ μέρος)

από Χρόνης Βάρσος

Η πρώτη μεγάλη αντιστασιακή πράξη στην κατεχόμενη Ευρώπη

του Χρόνη Βάρσου* δημοσιεύτηκε στον νέο Λόγιο Ερμη τ. 14

To καλοκαίρι του 1942 σημαδεύτηκε από μια σειρά εξαιρετικά σημαντικών γεγονότων που έλαβαν χώρα τόσο στον κατεχόμενο ελλαδικό χώρο, όσο και στη Βόρεια Αφρική, και διαμόρφωσαν καθοριστικά το πολιτικό και στρατιωτικό σκηνικό στη συνέχεια.

Η ένοπλη αντίσταση στην Ελλάδα ξεκινούσε μόλις τότε ‒σε μια περίοδο μάλιστα που ο Άξονας προήλαυνε σε όλα σχεδόν τα μέτωπα (ανατολικό, Βόρεια Αφρική, Ειρηνικός), μοιάζοντας αήττητος‒ με τη μορφή λίγων δεκάδων άσχημα εξοπλισμένων ανταρτών, που χαρακτηρίζονταν όμως από μαχητική διάθεση, πάθος για την ελευθερία, και συγκροτημένο απελευθερωτικό όραμα.

Αν εξαιρέσει κανείς την αιματοβαμμένη εξέγερση της Δράμας τον Σεπτέμβριο του 1941 ενάντια στον βουλγαρικό στρατό κατοχής, με τα χιλιάδες θύματα ανάμεσα στον άμαχο πληθυσμό, όλο το προηγούμενο διάστημα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων στη Μακεδονία, πρωτοστατούσε αποκλειστικά ο αγώνας στις πόλεις, με τη μορφή πολλαπλών μορφών πάλης, όπως δεκάδες διαδηλώσεις εργαζομένων, φοιτητών και αναπήρων πολέμου ενάντια στην κατοχική βία και την πείνα. Ταυτόχρονα εκδηλωνόταν μια σειρά απεργιών δημοσίων υπαλλήλων και μαζικές πορείες, ιδίως στην Αθήνα, με πρόσφατη τη μεγάλη συγκέντρωση που διοργάνωσε το ΕΑΜ για να τιμηθεί η δεύτερη επέτειος του ΟΧΙ στις 28 Οκτωβρίου, που κατέληξε σε συγκρούσεις με την ιταλική έφιππη καραμπινιερία στον χώρο του Πολυτεχνείου.

Η ίδρυση του ΕΑΜ στις 27 Σεπτεμβρίου 1941 προσέδωσε πρωτόγνωρες διαστάσεις αλλά και προοπτικές στο απελευθερωτικό κίνημα του ελληνικού λαού. Τα πρώτα  ένοπλα τμήματά του, με την ονομασία ΕΛΑΣ, υπό τον Άρη Βελουχιώτη (Θανάση Κλάρα, γεωπόνο από τη Λαμία), ξεκινώντας από την καλύβα του Στεφανή έξω από τη Σπερχειάδα της δυτικής Φθιώτιδας στις 22 Μαΐου 1942, κινούμενα προς την ορεινή Ευρυτανία, εμφανίζονται στις 7 Ιουνίου 1942 στο χωριό Δομνίστα, σκορπώντας τον ενθουσιασμό στους απλούς ανθρώπους της ελληνικής υπαίθρου.

Στις 23 Ιουλίου ο απότακτος συνταγματάρχης του προπολεμικού ελληνικού στρατού Ναπολέων Ζέρβας φεύγει από την Αθήνα για τον Βάλτο της Δυτικής Στερεάς, σε μια προσπάθεια να οργανώσει τα πρώτα ένοπλα τμήματα του ΕΔΕΣ, σχεδόν έναν χρόνο μετά την ίδρυση της οργάνωσης (9 Σεπτεμβρίου 1941), και στις 28 Ιουλίου 1942 ιδρύονται οι ΕΟΕΑ στη Μηλιά Κανάλας του Βάλτου.

Την εποχή εκείνη οι δυνάμεις κατοχής συμποσούνταν σε περίπου 250.000 άνδρες, που αποτελούνταν από τις μονάδες της 11ης ιταλικής στρατιάς του στρατηγού Carlo Gelolo (13 μεραρχίες δυνάμεως 190.000), το 2ο Βουλγαρικό Σώμα Στρατού Δράμας (2 μεραρχίες δυνάμεως 40.000) και μια χαλαρή γερμανική παρουσία μερικών χιλιάδων ανδρών με αιχμή την 22η μεραρχία Γρεναδιέρων στην Κρήτη. Το μεγαλύτερο τμήμα της χώρας, ιδίως της υπαίθρου, ελεγχόταν από τον ιταλικό στρατό με τη χαλαρή συνδρομή περίπου 10.000 ανδρών της προπολεμικής Βασιλικής Χωροφυλακής.

Την ίδια περίοδο όμως, στη γειτονική Αίγυπτο και το μέτωπο της Βόρειας Αφρικής, σημειώνονταν παράλληλες δραματικές αλλαγές, που θα επηρέαζαν άμεσα τα πολιτικο-στρατιωτικά δεδομένα στην κατεχόμενη Ελλάδα, πυροδοτώντας καταιγιστικές εξελίξεις.

Η κατάσταση στο μέτωπο της Β. Αφρικής το καλοκαίρι του 1942 και τα σχέδια της βρετανικής στρατιωτικής ηγεσίας

Έως τα τέλη του Ιουλίου 1942, ο Άξονας, με αιχμή το γερμανικό Africa Κorps (Deutsches Afrikakorps, DAK) του στρατάρχη Έρβιν Ρόμμελ (Erwin Rommel), δυνάμεως 2 τεθωρακισμένων μεραρχιών (15η και 21η), 2 ελαφρών μεραρχιών πεζικού (90ή και 164η) και μίας ταξιαρχίας αλεξιπτωτιστών, προήλαυνε, μαζί με τα ιταλικά στρατεύματα, ταχύτατα ανατολικά στο μέτωπο της Βόρειας Αφρικής, απειλώντας όχι μόνο την Αλεξάνδρεια και την Αίγυπτο, αλλά και όλη τη βρετανική Μ. Ανατολή, έως τις πετρελαιοφόρες περιοχές του Περσικού Κόλπου. Στις 21 Ιουνίου, μετά τη νίκη του στη μάχη της Γκαζάλα, ο Ρόμμελ κατέλαβε το Τομπρούκ, αιχμαλωτίζοντας πάνω από 30.000 συμμάχους, στις 28 πήρε τη Μέρσα Ματρούχ, και στις 30 του μήνα έφτασε έξω από το Ελ Αλαμέιν, μόλις 100 χλμ. δυτικά της Αλεξάνδρειας!

Η προέλασή του αναχαιτίστηκε από τους Βρετανούς έως τις 27 Ιουλίου στην τοποθεσία του Ελ Αλαμέιν (1η μάχη) και οι γερμανο-ιταλικές δυνάμεις οργανώθηκαν πλέον αμυντικά εκεί, σε μεγάλο βαθμό εξαντλημένες. Μια τελευταία προσπάθεια του Ρόμμελ να διασπάσει τη βρετανική άμυνα οδήγησε στην αποτυχημένη μάχη του Αλάμ Ελ Χάλφα (30 Αυγούστου – 2 Σεπτεμβρίου). Ο Γερμανός στρατάρχης αποχώρησε κατάκοπος αμέσως μετά για το Βερολίνο για ανάρρωση, αλλά κυρίως για να πείσει τον ίδιο τον Χίτλερ περί της ανάγκης ουσιαστικής ενίσχυσης του Africa Korps. Στις 19 Σεπτεμβρίου ο στρατηγός Γκέοργκ Στούμμε (Georg Stumme) ανέλαβε αντικαταστάτης του στη διοίκηση των δυνάμεων του Άξονα στη Βόρεια Αφρική.

Την ίδια περίοδο εκδηλωνόταν παράλληλα και η γιγάντια επίθεση των Γερμανών στη Νότια Ρωσία και τις πετρελαιοπηγές του Καυκάσου, ενώ ξεκινούσε και η πολιορκία του  Στάλινγκραντ (23 Αυγούστου 1942). Η πιθανότητα ολικής κατάρρευσης της σοβιετικής άμυνας στον ποταμό Βόλγα φάνταζε πλέον πιθανό ενδεχόμενο.

Το συμμαχικό στρατηγείο Μ. Ανατολής, με νέα διοίκηση από τις 8 Αυγούστου, υπό τον στρατάρχη Αλεξάντερ (Harold Alexander), στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει τα τετελεσμένα που διαμορφώνονταν στην Ανατολική Μεσόγειο, αποφάσισε ήδη από τα μέσα Σεπτεμβρίου να υλοποιήσει ένα μεγάλο χτύπημα στον ελλαδικό χώρο που αφορούσε στις γερμανικές συγκοινωνίες και κατ’ επέκταση στις οδούς ανεφοδιασμού κατά μήκος του άξονα Θεσσαλονίκης-Πειραιά. Η επιχείρηση στόχευε τις περίπου 40 αμαξοστοιχίες την ημέρα που κατέληγαν στο λιμάνι του Πειραιά φορτωμένες με εφόδια, όπλα, ανταλλακτικά και καύσιμα, απ’ όπου προωθούνταν, μέσω Κρήτης, στα λιμάνια της Βεγγάζης, της Ντέρνα και του Τομπρούκ, στην Κυρηναϊκή, για τις δυνάμεις του Ρόμμελ. Με δεδομένο ότι η 8η βρετανική στρατιά, με νέο διοικητή από τις 13 Αυγούστου τον στρατηγό Μοντγκόμερυ (Bernard Μontgomery), σχεδίαζε ευρεία αντεπίθεση στη γερμανική αμυντική γραμμή του Ελ Αλαμέιν, γύρω στα τέλη Οκτωβρίου, η επιχείρηση «Harling», όπως ονομάστηκε το σχέδιο ανατίναξης του Γοργοποτάμου, αποκτούσε κεφαλαιώδη σημασία. Η επιλογή θα γινόταν μεταξύ των 3 γεφυρών από τις οποίες περνούσε η σιδηροδρομική γραμμή νότια της Λαμίας: Γοργοποτάμου, Ασωπού και Παπαδιάς.

Για να υλοποιηθεί όμως το σαμποτάζ, χρειαζόταν και η συμμετοχή Ελλήνων ανταρτών. Για τη συνεργασία επελέγη η μικρή ένοπλη ομάδα του ΕΔΕΣ/ΕΟΕΑ του Ναπολέοντα Ζέρβα, που είχε βγει στο βουνό μόλις στα τέλη Ιουλίου 1942 και διέθετε λιγότερους από 100 αντάρτες. Η πιθανότητα επαφής με την άλλη ένοπλη αντιστασιακή ομάδα, τον ΕΛΑΣ, υπό τον Άρη Βελουχιώτη, αποκλείστηκε εξαρχής για πολιτικούς λόγους.

Η έναρξη της επιχείρησης

Η αρχική προσπάθεια ρίψης 12 Βρετανών σαμποτέρ από την Αίγυπτο με 3 αεροσκάφη ξημερώματα της 28ης Σεπτεμβρίου 1942 στην Κεντρική Στερεά απέτυχε, λόγω καιρού και μη ανεύρεσης του ορθού σημείου πτώσης. Τη νύχτα όμως της 30ής Σεπτεμβρίου επαναλήφθηκε η πτήση, και τα 3 αγγλικά μεταγωγικά επεχείρησαν εκ νέου ρίψεις των 12 αλεξιπτωτιστών. Το τρίτο αεροπλάνο απέτυχε και επέστρεψε στο Κάιρο, ενώ τα άλλα 2 έριξαν στην περιοχή της Γκιώνας μια ομάδα 8 Βρετανών σαμποτέρ, 4 στο χωριό Στρώμη και άλλους 4 στις Καρούτες, μεταξύ Λιδωρικίου και Άμφισσας: τον επικεφαλής αντισυνταγματάρχη μηχανικού Έντυ Μάγερς (Eddie Myers), τον ταγματάρχη πυροβολικού Κρις Γουντχάουζ (Chris Woodhouse), τους λοχαγούς μηχανικού Τομ Μπάρνες (Tom Barnes) και Άρθρουρ Έντμοντς (Arthur Edmonds), τους λοχαγούς καταδρομών Ντένις Χάμσον (Denys Hamson) και Νατ Μπάρκερ (Nat Barker), και τους λοχίες ασυρματιστές Λεν Γουΐλμοτ (Len Wilmot) και Μάικ Τσίτις (Mike Chittis), με στόχο να έρθουν σε επαφή με τους αντάρτες του Ζέρβα για τη διενέργεια του σαμποτάζ.

Με δεδομένο ότι δεν εντοπίστηκαν οι συμφωνημένες φωτιές του πράκτορα της οργάνωσης «ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΙΙ», Αλέκου Σεφεριάδη, εξαδέλφου του ποιητή Γιώργου Σεφέρη, που έμενε στην Καλοσκοπή Φωκίδας (Κουκουβίστα) και είχε συλληφθεί από Ιταλούς, η ρίψη έγινε εσφαλμένα σε λάθος τόπο και σε μια περιοχή που ελεγχόταν από δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Ο καπετάνιος Δήμος Καραλίβανος (κλαρίτης από τη Σγεδίτσα Φωκίδος) εντόπισε πρώτος τους Άγγλους στη Γκιώνα και έτσι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ έγινε ξαφνικά μέρος της επιχείρησης «Harling».

Ο Διονύσης Χαριτόπουλος, στο βιβλίο του Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων (εκδόσεις Εξάντας), στη σελίδα 173 του Α΄ τόμου, παραθέτει τη μαρτυρία του ελληνομαθούς Βρετανού λοχαγού των καταδρομών D. Hamson για την εικόνα που αποκόμισε όταν πρωτοείδε τον Καραλίβανο στην Γκιώνα, όπως την κατέγραψε ο ίδιος στο βιβλίο του Με τους Έλληνες στο Γοργοπόταμο, όπου αναφέρει τα εξής εντυπωσιακά:

Καθώς σκαρφαλώναμε πάνω στους βράχους ανάμεσα στα δέντρα, πέντε σκούρες μορφές βγήκαν από τις σκιές λίγο πιο κάτω και μας κοίταζαν σιωπηλά. Θα μπορούσαν να είχαν αναδυθεί από σελίδες βιβλίων της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Όλοι φορούσαν ελληνικά εθνικά κουστούμια με τις βράκες από τραχύ σκούρο ύφασμα και κάποιος φορούσε ένα κατακόκκινο φέσι στο κεφάλι. Τα μαλλιά τους έφταναν στους ώμους τους αχτένιστα, τα γένια τους σχεδόν ώς τη μέση τους. Στα στήθη τους είχαν σταυρωτές ζώνες γεμάτες με φυσίγγια και στη μέση τους πιστόλια και παλιάς κατασκευής εγχειρίδια. Φορούσαν περιδέραια από χρυσές και ασημένιες εικόνες και αλυσίδες. Ο τρόπος που ήταν ντυμένοι και τα γένια τούς έκαναν να φαίνονται αγριάνθρωποι και στην αρχή νόμισα πως ήταν όντα κάποιου ονείρου, φαντάσματα από μια περασμένη εποχή. Είχαν όμως σύγχρονα τουφέκια του ελληνικού στρατού και ένας είχε οπλοπολυβόλο Τόμσον.

Οι δύο ομάδες των 8 Βρετανών ενώθηκαν έως τις 8 Οκτωβρίου και οδηγήθηκαν σε μια σπηλιά κοντά στο χωριό Στρώμη, παντελώς αποκομμένοι και μη γνωρίζοντας το τοπίο και τους «αυτόκλητους σωτήρες» τους.

Την ίδια περίοδο ο ΕΔΕΣ (ο οποίος στις 30 Σεπτεμβρίου, ημέρα ρίψης των σαμποτέρ, είχε μετακινηθεί από την περιοχή του Βάλτου προς την Άρτα), δεχόταν από 23 Οκτωβρίου την αφόρητη πίεση των δυνάμεων της 37ης ιταλικής ορεινής μεραρχίας Modena, στην περιοχή του Γάβρογου, στα πλαίσια μιας καλά συντονισμένης εκκαθαριστικής επιχείρησης από Άρτα προς Σκουληκαριά, Κλειδί, Καλλεντίνη, Τζουμέρκα και Βάλτο, που θα διαρκούσε 31 μέρες (έως τις 23 Νοεμβρίου). Ο Ζέρβας, για να μην εξοντωθούν τα τμήματά του, εξαναγκάστηκε να υποχωρήσει, μετά την 8η Νοεμβρίου, νότια προς Άγραφα, όπου αργότερα θα συναντούσε τον ταγματάρχη Κρις Γουντχάουζ.

Στο μεταξύ, η βρετανική αντεπίθεση στο Ελ Αλαμέιν είχε ήδη αρχίσει από τις 23 Οκτωβρίου, ενώ ο Γερμανός διοικητής Στούμμε σκοτώθηκε την επομένη (24 Οκτωβρίου) και αντικαταστάθηκε από τον Βίλχλεμ φον Τόμα (Wilhelm von Thoma), που θα αιχμαλωτιστεί κι αυτός με τη σειρά του από τους προελαύνοντες Βρετανούς στις 4 Νοεμβρίου! Ο Μάγερς, αποκομμένος στην ορεινή Κεντρική Ρούμελη, αγνοώντας το τι συνέβαινε στο μέτωπο της Βόρειας Αφρικής, διενήργησε στις 25 Οκτωβρίου επιτόπια παρατήρηση στις 3 γέφυρες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο πιο εύκολος στόχος ήταν η γέφυρα του Γοργοποτάμου, που φυλασσόταν από έναν ιταλικό λόχο δυνάμεως 110 περίπου ανδρών.

Η συμμετοχή του ΕΛΑΣ στο σχέδιο ανατίναξης του Γοργοποτάμου

Στις 27 Οκτωβρίου το βράδυ, το τρίτο αγγλικό αεροπλάνο επανήλθε από το Κάιρο στον ελλαδικό χώρο και έριξε, κάνοντας ξανά λάθος, τους άλλους 4 σαμποτέρ (τον ταγματάρχη καταδρομών Τζων Κουκ (John Cook), τον λοχαγό μηχανικού Ίντερ Γκιλ (Inder Gill), τον λοχία ασυρματιστή Νταγκ Φίλιπς (Dag Philips) και τον Έλληνα ανθυπολοχαγό Θέμη Μαρίνο) στις παρυφές του Καρπενησίου, οι οποίοι εντοπίστηκαν γρήγορα από την ιταλική φρουρά της πόλης.

Οι Βρετανοί, για καλή τους τύχη και προτού συλληφθούν από τους Ιταλούς, συνάντησαν ένα τμήμα 100 ανταρτών του ΕΛΑΣ υπό τον ίδιο τον πρωτοκαπετάνιο Άρη Βελουχιώτη και τον Νικηφόρο (Δημήτριο Δημητρίου, από την Άνω Αγόριανη Παρνασσίδας, μόνιμο ανθυπίλαρχο του στρατού), το οποίο τους εντόπισε κοντά στο χωριό Μάραθο (Μύρεσι) των Αγράφων. Ο ΕΛΑΣ, που συμπλήρωνε ήδη 5 μήνες ένοπλης παρουσίας στην Κεντρική Ρούμελη από τις 7 Ιουνίου και την εμφάνισή του στη Δομνίστα Ευρυτανίας, διέθετε εκείνη την περίοδο περίπου 250 αντάρτες και έναν χαρισματικό αρχηγό, που ασκούσε έντονη γοητεία στον πληθυσμό της υπαίθρου. Η ομάδα Άρη – Νικηφόρου εντόπισε αρχικά τους 3 Βρετανούς (Κουκ, Γκιλ και Μαρίνο) προσπαθώντας να ενωθεί με μια άλλη ομάδα 70 ΕΛΑΣιτών υπό τον Ερμή (Βασίλη Πριόβολο), που συνέκλινε προς τα Άγραφα. Τον ασυρματιστή Φίλιπς, τέταρτο της ομάδας, θα έφερναν άλλοι 90 αντάρτες υπό τους Θάνο (Φώτη Μαστροκώστα, από τη Σπερχειάδα) και Περικλή (Γιώργο Χουλιάρα, από τα Καστέλλια Φωκίδας), κινούμενοι νότια.

Το τμήμα του ΕΛΑΣ, όμως, με τον Άρη και τον Νικηφόρο, καθώς κινείτο νότια με τους Βρετανούς, καταδιώχθηκε από ιταλική φάλαγγα του Καρπενησίου, που αναζητούσε τους 4 αλεξιπτωτιστές, με την οποία συγκρούστηκε στις 29 Οκτωβρίου, κοντά στο Κρίκελλο Ευρυτανίας, και την εξόντωσε (8 νεκροί Ιταλοί και 18 αιχμάλωτοι έναντι ενός νεκρού ΕΛΑΣίτη). Ήταν μόλις η 2η μάχη που έδινε ο ΕΛΑΣ μετά τη νικηφόρα σύγκρουση της 9ης Σεπτεμβρίου στη χαράδρα της Ρεκά κοντά στο χωριό Προσήλιο (Σεγδίτσα) της Γκιώνας με ιταλικό τμήμα (23 νεκροί και 13 αιχμάλωτοι, οι οποίοι και εκτελέστηκαν).

Στις 30 Οκτωβρίου ο Μάγερς, έχοντας ήδη 30 μέρες στη Στρώμη, και με δεδομένο ότι η επιχείρηση «Harling» κινδύνευε να αποτύχει παταγωδώς, αποφάσισε μέσω του ταγματάρχη Κρις να εξακριβώσει πού βρισκόταν ο Ζέρβας, τη θέση του οποίου αγνοούσε. Ο Κρις, μετά από 9 μέρες, έχοντας διανύσει σχεδόν 350 χλμ. προς βορρά, συναντήθηκε με τον λοχαγό των ΕΟΕΑ Μιχάλη Μυριδάκη στο Περδικάκι (Σακαρέτσι) Αιτωλοακαρνανίας, αποκτώντας επαφές με το πρώτο τμήμα του ΕΔΕΣ, μετά από 40 μέρες καθυστέρηση! Την επόμενη μέρα, 10 Νοεμβρίου, συναντήθηκε, επιτέλους, με τον Ζέρβα στο Αργύρι Καρδίτσας και τον ενημέρωσε για τις δυσχέρειες του σχεδίου, διαπιστώνοντας παράλληλα τις ελάχιστες δυνάμεις που διέθετε ο ΕΔΕΣ (μόλις 60 περίπου αντάρτες), παντελώς ανεπαρκείς για μια τέτοια επιχείρηση. Παρά τις αντιξοότητες, κινήθηκαν νότια με κατεύθυνση την Γκιώνα διαμέσου περιοχών της Ευρυτανίας ελεγχόμενων από τον ΕΛΑΣ, και στις 13 του μήνα έφτασαν στο Κερασοχώρι, μέρα που ο Νικηφόρος οδηγούσε στη σπηλιά της Γκιώνας τους 4 τελευταίους σαμποτέρ από την Ευρυτανία. Ήταν βέβαιο πλέον ότι οι Βρετανοί δεν μπορούσαν να αγνοήσουν άλλο τη δυναμική τής μη ελεγχόμενης από το Κάιρο ένοπλης αυτής οργάνωσης, τετραπλάσιας όμως σε αριθμό ανδρών από τον ΕΔΕΣ. Έτσι, αποδεχόμενοι τις συμβουλές και του ίδιου του Ζέρβα, επεδίωξαν επαφή με τον Άρη.

Στις 14 Νοεμβρίου συναντήθηκαν στη Βίνιανη της Ευρυτανίας οι Ζέρβας και Κρις με τον Άρη Βελουχιώτη, όπου αποφασίστηκε να συμπράξουν όλοι μαζί στην επιτυχία του σχεδίου. Στις 17 Νοεμβρίου ο Κρις επέστρεψε στη Στρώμη και ενημέρωσε τον Μάγερς για όσα είχαν συμβεί στο διάστημα που έλειπε από 30 Οκτωβρίου, με νέο δεδομένο πλέον την προσχώρηση του ΕΛΑΣ στο σχέδιο, ενώ στις 18 έφτανε στη σπηλιά και ο Ζέρβας, γνωρίζοντας για πρώτη φορά από κοντά τον Βρετανό αντισυνταγματάρχη.

*φιλόλογος – ιστορικός ερευνητής

νέος Ερμής ο Λόγιος τ. 14

ΣΧΕΤΙΚΑ

2 ΣΧΟΛΙΑ

Θεοφάνης Ι. Βορεινάκης 27 Νοεμβρίου 2023 - 21:50

Ο στρατηγός Stumme, αντικαταστάτης του Rommel, δεν σκοτώθηκε αλλά πέθανε από καρδιακό επεισόδιo,
επισκεπτόμενος τις προωθημένες γραμμές του Αξονα στο El Alamein. Ο Stumme άνθρωπος μεγαλόσωμος θέλησε να προφυλαχθεί από τα εχθρικά πυρά στηριζόμενος στο μαρσπιέ του αυτοκινήτου του, υπέστη το επεισόδιο και έπεσε από το όχημα απαρατήρητος. Το σώμα του δεν βρέθηκε παρά μετά από μέρες……

ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Χρόνης Βάρσος 28 Νοεμβρίου 2023 - 14:33

πολύ ορθή επισήμανση!

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ