Αρχική » Το Πεκίνο καλωσορίζει τα νέα ρομπότ-εργάτες

Το Πεκίνο καλωσορίζει τα νέα ρομπότ-εργάτες

από Άρδην - Ρήξη

Το πρόβλημα γήρανσης της Κίνας και η αυτοματοποίηση της παραγωγής

Του Σαμ Μίτσαμ από το Ἀρδην τ. 127

Ο πληθυσμός της Κίνας μειώνεται
Γ ια πρώτη φορά από το 1961, το 2022, οι θάνατοι ξεπέρασαν τις γεννήσεις. Εδώ και χρόνια, οι παρατηρητές μιλούσαν για μια επερχόμενη δημογραφική κρίση, καθώς η σταθερή μείωση των γεννήσεων, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη γήρανση του πληθυσμού, μετασχηματίζει το μέγεθος και τη σύνθεση του κινεζικού πληθυσμού. Ως αποτέλεσμα, η νέα οικονομική πραγματικότητα στην Κίνα προοριζόταν να περιλαμβάνει ένα μικρότερο εργατικό δυναμικό, περισσότερους ηλικιωμένους πολίτες εξαρτώμενους από τις νεότερες γενιές για την ευημερία τους και τα επιβαρυμένα συστήματα πρόνοιας και συνταξιοδότησης. Με τα νέα δεδομένα, η προαναγγελθείσα κρίση φαίνεται ότι έφτασε.

Οι ρίζες της κρίσης
Ως ένα βαθμό, το προβληματικό δημογραφικό τοπίο της Κίνας δεν είναι μοναδικό. Υπάρχει μια καλά τεκμηριωμένη αρνητική συσχέτιση μεταξύ του κατά κεφαλήν εισοδήματος και των συντελεστών γεννητικότητας σε διάφορες χώρες και χρονικές περιόδους, που δείχνει ότι, όσο μια χώρα γίνεται πλουσιότερη, πρέπει να αναμένει λιγότερες γεννήσεις ανά γυναίκα. Την ίδια στιγμή, το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα συνδέεται με μεγαλύτερη μακροζωία. Το κινεζικό παράδειγμα το επιβεβαιώνει αυτό, καθώς οι υγειονομικές αρχές προβλέπουν ότι το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 65 ετών θα αυξηθεί από λιγότερο από 20% σήμερα σε πάνω από 30% μέχρι το 2035.
Οι δημογραφικές τάσεις που συνδέονται με την ταχεία οικονομική ανάπτυξη της Κίνας τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες είναι σε γενικές γραμμές παρόμοιες με άλλων χωρών, όπως της Ιαπωνίας, καθώς η χαμηλότερη γονιμότητα και η αύξηση της μακροζωίας συμβάλλουν στη δημιουργία ενός αναλογικά γηραιότερου πληθυσμού. Ωστόσο, η κινεζική εμπειρία περιλαμβάνει μια ξεχωριστή μεταβλητή, που έχει μεγεθύνει τη δημογραφική κρίση: την πολιτική του ενός παιδιού.
Το 1979, η κινεζική ηγεσία, φοβούμενη ότι η ραγδαία τότε αύξηση του πληθυσμού της χώρας θα ξεπερνούσε την ικανότητα της οικονομίας και των κρατικών συστημάτων πρόνοιας να συντηρούν τους Κινέζους πολίτες, θέσπισε μια πολιτική που περιόριζε τη συντριπτική πλειοψηφία των οικογενειών στο να κάνει ένα μόνο παιδί. Η πολιτική αυτή, η οποία ίσχυσε από το 1980 μέχρι το 2016, εφαρμόστηκε παράλληλα με τον περιορισμό της πρόσβασης στα αντισυλληπτικά, την επιβολή οικονομικών κυρώσεων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την επιβολή στειρώσεων και αμβλώσεων.
Η πολιτική του ενός παιδιού -και η κουλτούρα του φόβου που παρήγαγε- πέτυχε τον διακηρυγμένο στόχο της κινεζικής κυβέρνησης για μείωση της γονιμότητας. Κατά τη διάρκεια ισχύος της πολιτικής του ενός παιδιού, η γονιμότητα μειώθηκε από 2,74 γεννήσεις ανά γυναίκα το 1980 σε μόλις 1,77 το 2016. Και παρά τις ενεργές κυβερνητικές προσπάθειες για την αύξηση της γονιμότητας, συμπεριλαμβανομένης της «πολιτικής των τριών παιδιών» το 2021 και των νέων οικονομικών κινήτρων για την απόκτηση περισσότερων παιδιών, το ποσοστό γονιμότητας στην Κίνας μειώθηκε περαιτέρω σε 1,18 γεννήσεις ανά γυναίκα το 2022. Αυτό τοποθετεί τις γεννήσεις στην Κίνα κάτω από το ποσοστό αντικατάστασης του πληθυσμού που ανέρχεται σε 2,1 γεννήσεις ανά γυναίκα. Η σταθερά χαμηλή γονιμότητα στην Κίνα, παρά τα μέτρα αυτά, αποκαλύπτει τη δυσκολία που θα έχει το Πεκίνο να αλλάξει την κουλτούρα της απροθυμίας απόκτησης παιδιών, η οποία σφυρηλατήθηκε μέσα από χρόνια νομικών και κοινωνικών κυρώσεων. Τα χαμηλά ποσοστά γονιμότητας, σε συνδυασμό με την απροθυμία των οικογενειών να αποκτήσουν περισσότερα παιδιά, διασφαλίζουν ότι η γήρανση και η μείωση του πληθυσμού θα είναι μη αναστρέψιμες.

Η δημογραφική καταστροφή
Μια σαραντάχρονη περίοδος με λίγες γεννήσεις, συνοδευόμενη από την αύξηση των ηλικιωμένων συνταξιούχων, δημιούργησε μια τέλεια καταιγίδα στην Κίνα. Η ηλικιακή πυραμίδα της χώρας στρέφεται όλο και περισσότερο προς τους ηλικιωμένους, οι οποίοι θα αποτελούν όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του κινεζικού πληθυσμού. Η Κίνα πιθανότατα θα αντιμετωπίσει απόλυτη μείωση του πληθυσμού που βρίσκεται σε εργάσιμη ηλικία κατά περίπου 260 εκατομμύρια μέχρι το 2050. Επιπλέον, ο λόγος εξάρτησης του πληθυσμού της Κίνας – ο λόγος του πληθυσμού που δεν βρίσκεται σε εργάσιμη ηλικία (ηλικίας από 0 έως 14 ετών και 65 ετών και άνω) προς τον πληθυσμό που βρίσκεται – θα αυξηθεί σε πάνω από 76% το 2055, από 45% το 2021. Μια τέτοια διάρθρωση της ηλικιακής πυραμίδας θα τοποθετούσε την Κίνα πολύ πάνω από τον προβλεπόμενο παγκόσμιο μέσο όρο του 61% εξάρτησης το 2055, δημιουργώντας νέους κινδύνους για την αγορά εργασίας στην Κίνας. Η γήρανση του πληθυσμού συνδέεται σε όλες τις χώρες με χαμηλότερη προσφορά εργασίας και βραδύτερη οικονομική ανάπτυξη, καθώς οι ομάδες των ηλικιωμένων συμμετέχουν λιγότερο στο εργατικό δυναμικό και τείνουν να είναι λιγότερο παραγωγικές.
Στην πράξη, αυτό θα σημαίνει μεγαλύτερο βάρος στις πλάτες των ατόμων σε εργάσιμη ηλικία – το βάρος αυτό μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Οι νεότεροι εργαζόμενοι μπορεί να χρειαστεί να ξοδέψουν περισσότερο χρόνο και χρήμα για τη φροντίδα των ηλικιωμένων μελών της οικογένειας. Ένας γηραιότερος πληθυσμός σημαίνει υψηλότερο ποσοστό του ΑΕΠ που δαπανάται για την υγειονομική περίθαλψη. Και για να αντιμετωπιστεί αυτό που είναι ίσως η πιο άμεση ανησυχία που σχετίζεται με την αύξηση της αναλογίας εξάρτησης, τα συνταξιοδοτικά ταμεία –τα οποία βασίζονται στις εισφορές των νεότερων εργαζομένων για να πληρώνουν τους σημερινούς συνταξιούχους– θα υποστούν μεγαλύτερη πίεση καθώς αυξάνεται ο αριθμός των συνταξιούχων ανά εργαζόμενο. Πράγματι, τα κινεζικά κρατικά συνταξιοδοτικά ταμεία μπορεί να στερέψουν μέχρι το 2035, λόγω της μείωσης του εργατικού δυναμικού.
Αντιμέτωπη με την κρίση των συντάξεων και της υγειονομικής περίθαλψης, η κινεζική κυβέρνηση μπορεί να αναγκαστεί να βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να επιλέξει μεταξύ ενός χαμηλότερου βιοτικού επιπέδου για τους ηλικιωμένους, υψηλότερων εταιρικών ή προσωπικών φόρων και μειωμένων κρατικών δαπανών σε άλλους τομείς – ο καθένας από τους οποίους αποτελεί απειλή για την οικονομική ανάπτυξη. Η έλλειψη εργατικού δυναμικού μπορεί επίσης να παίξει ρόλο στην επιβράδυνση της ανάπτυξης. Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ προβλέπει ετήσια έλλειψη εργατικού δυναμικού 11,8 εκατομμυρίων ατόμων κατά την επόμενη δεκαετία και, ενώ ένα μέρος αυτού του ελλείμματος οφείλεται σε ελλείψεις στην εκπαίδευση και τις δεξιότητες, το μεγαλύτερο μέρος του οφείλεται στην πτώση των ποσοστών γεννήσεων.
Είναι εξαιρετικά δύσκολο για οποιαδήποτε χώρα να διατηρήσει ισχυρή οικονομική ανάπτυξη με φθίνον εργατικό δυναμικό. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Κίνα, της οποίας η ταχεία ανάπτυξη κατά τις τελευταίες δεκαετίες οφείλεται στην παραγωγή χαμηλού κόστους και στην αφθονία εργατικού δυναμικού. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι η ανάπτυξη της Κίνας θα συνεχίσει να επιβραδύνεται και θα σταθεροποιηθεί στο 3% κατά μέσο όρο μετά το 2027, πολύ κάτω από τις προηγούμενες επιδόσεις της. Αυτή η αργή ανάπτυξη θα σήμαινε τη στασιμότητα του βιοτικού επιπέδου σε μια από τις πολυπληθέστερες χώρες του κόσμου, καθώς και ολέθριες συνέπειες για την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, η οποία έχει ενισχυθεί από την αναπτυσσόμενη Κίνα.

Είναι η αυτοματοποίηση της παραγωγής η λύση για την Κίνα;
Η Κίνα, φυσικά, δεν δέχεται την κρίση αυτή ως έχει, αλλά εξετάζοντας κανείς μερικούς από τους πιθανούς τρόπους αναζωογόνησης του εργατικού δυναμικού, θα παραμείνει μάλλον απαισιόδοξος. Η μετανάστευση, ένας σίγουρος τρόπος αντιμετώπισης της μείωσης της εγχώριας γονιμότητας, φαίνεται ανέφικτη λύση – η καθαρή μετανάστευση της Κίνας είναι επί του παρόντος αρνητική, δηλαδή περισσότεροι άνθρωποι εγκαταλείπουν τη χώρα απ’ ό,τι εισέρχονται σε ετήσια βάση– , και η κινεζική κυβέρνηση φαίνεται προσηλωμένη στις πολιτικές περιορισμού της μετανάστευσης. Η αύξηση του ποσοστού γεννήσεων έχει συναντήσει την αντίσταση των οικογενειών και έρχεται 20 χρόνια αργότερα απ’ ό,τι έπρεπε. Και η ίδια η κινεζική κυβέρνηση έχει παραδεχτεί ότι η μελλοντική αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης θα έχει αμελητέα επίδραση στο εργατικό δυναμικό, αποτελώντας, στην καλύτερη περίπτωση, μια προσωρινή λύση.
Αλλά μια πιθανή λύση ξεχωρίζει: τα ρομπότ. Παρότι αντιμετωπίζονται στη Δύση ως ανταγωνιστές –οι φόβοι ότι «τα ρομπότ θα πάρουν τις δουλειές μας» έχουν διαδοθεί τόσο στα ειδησεογραφικά μέσα όσο και στις προεδρικές εκστρατείες των ΗΠΑ– η αυτοματοποίηση που εξοικονομεί εργασία θα μπορούσε να είναι το κλειδί για την ανανέωση των οικονομικών προοπτικών της Κίνας. Οι τεχνολογίες αυτές, από τα βιομηχανικά ρομπότ που αυτοματοποιούν τη γραμμή παραγωγής μέχρι τα αναδυόμενα chatbots που μπορεί να μειώσουν τη ζήτηση για υπαλλήλους, μπορούν να υποκαταστήσουν την ανθρώπινη εργασία με τα καθήκοντα που εκτελούν, επιτρέποντας στις εταιρείες να έχουν την ίδια παραγωγικότητα με μικρότερο εργατικό δυναμικό.
Οι χώρες που αντιμετωπίζουν τη γήρανση του πληθυσμού συχνά αποφεύγουν τις χειρότερες οικονομικές συνέπειες μεταφέροντας παραγωγικές εργασίες στα ρομπότ. Στον τομέα της μεταποίησης, οι επιχειρήσεις τείνουν να ανταποκρίνονται στη σπάνι των εργαζομένων μέσης ηλικίας, στην παραγωγή και στην επακόλουθη αύξηση του κόστους εργασίας, με την αυτοματοποίηση ορισμένων εργασιών. Σε αυτές τις γηράσκουσες χώρες, η αυτοματοποίηση τείνει να έχει θετικές επιπτώσεις στην παραγωγικότητα της εργασίας στον τομέα της μεταποίησης. Όπου υπάρχει αφθονία εργατικού δυναμικού, οι φόβοι ότι τα ρομπότ θα αντικαταστήσουν τους ανθρώπους είναι εύλογοι. Όπου το εργατικό δυναμικό είναι σπάνιο, όπως θα συμβεί στην Κίνα στο εγγύς μέλλον, τα ρομπότ φαίνεται πιο πιθανό να ενισχύσουν την ανθρώπινη εργασία, βοηθώντας τις επιχειρήσεις να αποκομίσουν τα οικονομικά οφέλη.
Τουλάχιστον για την ώρα, η κινεζική κυβέρνηση φαίνεται να αναγνωρίζει τις δυνατότητες της αυτοματοποίησης να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη σε έναν κόσμο όπου η εργασία γίνεται όλο και πιο σπάνια. Το 2022, η κυβέρνηση δημοσίευσε ένα πενταετές σχέδιο που καλεί την Κίνα να γίνει παγκόσμιος ηγέτης στον τομέα της βιομηχανικής αυτοματοποίησης. Τα συγκεκριμένα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Κίνα ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης αναλογίας του εξαρτώμενου πληθυσμού θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν ουσιαστικά με την αυτοματοποίηση. Η αυξημένη παραγωγικότητα θα μπορούσε να εξασφαλίσει στους νέους εργαζόμενους υψηλότερες αμοιβές και μεγαλύτερη δυνατότητα συνεισφοράς στα συνταξιοδοτικά ταμεία. Και η διατήρηση ενός υψηλότερου ρυθμού ανάπτυξης από αυτόν που προβλέπεται σήμερα θα μπορούσε να βοηθήσει την Κίνα να διαχειριστεί ευκολότερα τα δημοσιονομικά της, εξισορροπώντας την επιτακτική ανάγκη για δαπάνες υγείας και κοινωνικές υπηρεσίες για τους ηλικιωμένους, με επαρκείς δαπάνες σε άλλους τομείς.
Ωστόσο, ο δρόμος προς μια νέα ρομποτική βιομηχανική οικονομία δεν θα είναι απαραίτητα ομαλός. Ήδη, εκφράζονται ανησυχίες εντός του μεταποιητικού τομέα της Κίνας σχετικά με την απαξίωση της εξειδικευμένης εργασίας που συνδέεται με την εγκατάσταση της βιομηχανικής ρομποτικής και την υιοθέτηση προηγμένων τεχνικών παραγωγής. Λόγω της προηγμένης φύσης πολλών νέων βιομηχανικών τεχνολογιών, οι τεχνολογίες αυτές μπορούν να εκτελούν τα καθήκοντα που προηγουμένως εκτελούσαν ειδικευμένοι εργάτες, υποβιβάζοντάς τους σε πιο απλές και χαμηλόμισθες θέσεις.
Εάν η αυτοματοποίηση λειτουργήσει αρκετά αποτελεσματικά, η έλλειψη εργατικού δυναμικού μπορεί να μην είναι αρκετή για να σώσει τους Κινέζους εργάτες από τις απειλές που μπορεί να θέσει η αυτοματοποίηση σε χώρες με υψηλότερο εργατικό κόστος, όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες ή το Ηνωμένο Βασίλειο, συμπεριλαμβανομένων των περικοπών μισθών, της μείωσης της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων και της αύξησης της ανεργίας. Η έρευνα σχετικά με την καθιέρωση των ρομπότ στην Κίνα το επιβεβαιώνει αυτό, υποδεικνύοντας ότι η αυξημένη χρήση ρομπότ σε επιχειρήσεις μειώνει την πιθανότητα απασχόλησης για τους εργαζόμενους στην παραγωγή. Ήδη κάποιες κινεζικές επιχειρήσεις έχουν εκφράσει την επιθυμία τους να χρησιμοποιήσουν την αυτοματοποίηση όχι μόνο για να αντισταθμίσουν την έλλειψη εργατικού δυναμικού, αλλά και για να αντικαταστήσουν το υπάρχον εργατικό δυναμικό. Αν και, σε επίπεδο επιχειρήσεων και σε εθνικό επίπεδο, η αυτοματοποίηση μπορεί να έχει περισσότερες θετικές συνέπειες απ’ ό,τι αρνητικές, μπορεί να μην είναι επωφελής σε ατομικό επίπεδο για μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης της Κίνας.
Καθώς η Κίνα μεταβαίνει σε μια οικονομία με έμφαση στις υπηρεσίες και την κατανάλωση και αρχίζει να αποδυναμώνει τον παραδοσιακό οικονομικό πυρήνα της μεταποίησης, η κυβέρνηση ποντάρει πολλά στην αυτοματοποίηση για να αντισταθμίσει τη μείωση του πληθυσμού και την κρίση γήρανσης που βιώνει σήμερα. Η άνοδος του βιομηχανικού ρομπότ και του chatbot μας δείχνει ότι καμία θέση εργασίας δεν είναι ασφαλής, αλλά αυτή η νέα πραγματικότητα μπορεί να αποβεί σωτήρια για την Κίνα, ακόμη και αν αποτελεί απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δυτική Ευρώπη.
Τα δεδομένα μάς λένε ότι, οι χώρες που αντέχουν τη θύελλα της γήρανσης και της χαμηλής γονιμότητας, συνήθως οφείλουν την επιτυχία τους στην αυτοματοποίηση. Η Κίνα φαίνεται να αναγνωρίζει αυτήν τη δυνατότητα και ίσως να κατευθύνεται προς τη σωστή κατεύθυνση για τη διαφύλαξη της οικονομίας της από τη στασιμότητα. Αλλά αυτό δεν απαλλάσσει την κυβέρνηση από το να λάβει υπόψη της τις διανεμητικές συνέπειες της αυτοματοποίησης και το ενδεχόμενο ο εκτοπισμός να υπερκαλύψει την αύξηση της εργασίας. Ωστόσο, όσο η χρήση των ρομπότ συνεισφέρει στην ενίσχυση της ανθρώπινης ευημερίας, οι επενδύσεις αυτές αξίζουν και με το παραπάνω.
Παρά τους παραδοσιακούς φόβους που συνδέονται με τις τεχνολογικές εξελίξεις στον εργασιακό χώρο, οι Κινέζοι εργαζόμενοι ίσως θα έπρεπε να καλωσορίσουν τους νέους ρομποτικούς ανωτέρους τους – ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, τους νέους ρομποτικούς συναδέλφους τους. Το μέλλον της χώρας τους μπορεί να το απαιτεί.

Πηγή: Harvard International Review, 31/03/2023, hir.harvard.edu

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ