Το νομοσχέδιο «Περί προστασίας του ελληνόφωνου τραγουδιού και της ορχηστρικής μουσικής απόδοσης ελληνόφωνου τραγουδιού» που έθεσε προς διαβούλευση η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη έχει προκαλέσει έναν γόνιμο διάλογο που κυμαίνεται από την αποδοχή με επιφυλάξεις έως την απόρριψη. Έτσι, ξεκινάμε σήμερα την δημοσιεύση κειμένων που μας έχουν σταλεί σχετικά με το νομοσχέδιο, με το κείμενο του Νίκου Βαλκάνου. Θα ακολουθήσουν και άλλα.
Α.-Ρ.
Το «ελληνόφωνο τραγούδι» και οι «Μενδώνη παραιτήσου»
του Νίκου Βαλκάνου από το προφίλ του στο facebook
Να τα πάλι τα καλά παιδιά …από ιεροκήρυκες των αριστερών μελό αισθημάτων με σημαιάκια των “art workers” τώρα σε ρόλο συμβούλου, σε μαφιόζικο συνδικαλιστικό στυλ, στη «Μενδώνη – Παραιτήσου»…
Κι απ’ αυτή την ανίερη συνύπαρξη προκύπτει το νομοσχέδιο «Περί προστασίας του ελληνόφωνου τραγουδιού και της ορχηστρικής μουσικής απόδοσης ελληνόφωνου τραγουδιού». Εκτρωματική γλωσσική εκφορά ενός εκτρωματικού «κανονιστικού» τέρατος…
Άργησα, γιατί δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί η ντετέκτιβ στόρι αναζήτησή μου των πηγών (…η μόνη σοβαρή μέθοδος έρευνας), δηλαδή ποιος ξεκίνησε τη φαεινή ιδέα: ποιος «στιχουργός» την έγραψε, ποιος «συνθέτης» της έδωσε υπόσταση, ποιος «ενορχηστρωτής» την επεξεργάστηκε, ποιος «συγγενής» παρουσιάστηκε και ποιος «τραγουδιστής» τη σιγοτραγούδησε υποβλητικά στο αφτί της «Κάτι πρέπει να κάνουμε γι’ αυτούς, μας έχουν σπάσει τα νεύρα» υπουργού… Μόλις ολοκληρωθεί θα σας το ανακοινώσω με … «ελληνόφωνο τραγούδι».
«Σκοπός του παρόντος είναι α) η λήψη μέτρων για την ενδυνάμωση της προστασίας της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, και β) ο εκσυγχρονισμός και η ενίσχυση του πλαισίου προστασίας και προώθησης του ελληνόφωνου τραγουδιού και της ορχηστρικής μουσικής απόδοσης ελληνόφωνου τραγουδιού και η προστασία και διάχυση της ελληνικής γλώσσας, ως μέσων για τη διατήρηση και έκφραση της πολιτιστικής ταυτότητας και την ανάδειξη, τη διαφύλαξη και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς».
Κακομεταφρασμένη λέξη από το “Francophonie” (αυτό προσπαθούν να κοπιάρουν), γιατί τους γυάλισε ο αποικιοκρατικός στόχος της «ένωσης σε σώμα λαών και χωρών που χρησιμοποιούν τη lingua franca στις ιδιωτικές και δημόσιες σχέσεις τους», όπως επαίρονται από το 1970 που θεσμοθέτησαν σε οργανισμό τον δικό τους «προστατευτισμό», παρεμβαίνοντας σε 88 χώρες και 300 εκατομμύρια «γαλλόφωνων». Και εκεί έχουμε ως στόχο την αντίσταση στην εισβολή του άλλου ιμπεριαλισμού, του αγγλόφωνου αμερικάνικου, και, ιδιαίτερα στη μουσική, την εισβολή του βέβηλου ροκ και χιπ-χοπ. Μόνο που αυτό εισβάλλει από την πίσω πόρτα στις μητροπόλεις τους με τα εξεγερμένα παιδιά των προαστίων των κολασμένων του Μαγκρέμπ και του «Γαλλικού» Κογκό…
Η λέξη, επίσης, έχει φορτιστεί συναισθηματικά στη μουσική μας ιστορία με τα «Ελληνόφωνα της Κάτω Ιταλίας» ή τα «Ελληνόφωνα τραγούδια της Αζοφικής». Μόνο «φιλέλληνες» θα απέδιδαν την τραγουδισμένη ελληνική γλώσσα ως «ελληνόφωνη», χωρίς γη και ιστορία ως ανάμνηση και νοσταλγία, κάτι σαν τους «Ποσειδωνιάτες» του Καβάφη. Φιλέλληνες, έτσι κι αλλιώς διαμόρφωσαν τη σχέση μας με την παράδοση: από τον Claude Fauriel που κατέγραψε και ανήγαγε σε υψηλή ευρωπαϊκή αξία την ποίηση των δημοτικών μας τραγουδιών (και χρειάστηκε να τα βάλει με τους Έλληνες «λογιότατους» που το αρνούνταν) και τον Baud-Bovy που κατέγραψε τον ήχο τους, φτάνουμε σήμερα, μες στην παρούσα νοοτροπία των «τραγουδιστών» της «ελληνοφωνίας» να υμνούμε αυτόν που φέρνει καθρεφτάκια σε ιθαγενείς, με άρθρα υπό τον τίτλο «Είναι τυχερή η Ήπειρος που την αγαπάει ο … Christopher King». Όταν ο Μουστακί, ζώντας στη Γαλλία, τραγουδά γαλλικά και λέει ένα στα ελληνικά τότε αυτό είναι ελληνόφωνο…
Δεν αποδίδει, επίσης, την τραυματισμένη από τη χουντική λογοκρισία έννοια της λεύκανσης και επιβολής μιας «εθνικής» παράδοσης, κάτι σαν το «λευκασμένο» μπλουζ των μαύρων συνθετών, που επιχείρησαν να κλέψουν οι διασκεδαστές της μουσικής βιομηχανίας. Οι συνταγματάρχες, τουλάχιστον, είχαν εμμονή με το δημοτικό τραγούδι και κατέστρεψαν τη σχέση μ’ αυτό μιας ολόκληρης γενιάς. Χρειάστηκε ο οραματικός Σαββόπουλος να καθάρει αυτή τη σχέση και, αργότερα, στην επόμενη γενιά, να αναγεννηθεί στην υψηλή μουσική σκηνή που διαμόρφωσαν τα εκπληκτικά παιδιά των Μουσικών Γυμνασίων.
Ο άλλος στα «Νέα» νομίζει ότι αυτοί που είναι εναντίον του νομοσχεδίου και διαμαρτύρονται είναι οι γνωστοί “art workers” του ΣΥΡΙΖΑ, αμ δε, αυτοί το έστησαν, το προώθησαν στο ΥΠΠΟ (όπως οι ίδιοι επαίρονται) και το υμνούν.
Παραθέτω τις αντιδράσεις τους:
“AUTODIA” («ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ»): «Η νομοθετική πρωτοβουλία της Υπουργού Πολιτισμού αποτελεί για πρώτη φορά μία αχτίδα φωτός και ελπίδας μετά τα δύσκολα και ζοφερά χρόνια της πανδημίας. Για πρώτη φορά μας αντιμετωπίζουν, εμάς τους Έλληνες δημιουργούς, ερμηνευτές και εκτελεστές, καθώς και το εθνικό μουσικό ρεπερτόριο, ως ισότιμο κρίκο της σύγχρονης πολιτιστικής κληρονομιάς, η οποία, μαζί με τα αρχαία μνημεία, πρέπει να διασωθεί και να αναδειχθεί, ακόμα περισσότερο, ειδικά σήμερα».
«ΕΡΑΤΩ»: «Οι άνθρωποι του ελληνικού τραγουδιού συνθέτες, στιχουργοί, ερμηνευτές, εκτελεστές είχαμε σαν πάγιο αίτημα εδώ και χρόνια την θεσμική στήριξη του ευαίσθητου εθνικού μας ρεπερτορίου. Το ελληνικό τραγούδι, κυρίαρχη έκφραση στην καθημερινότητά μας και κεντρικό συστατικό στοιχείο του σύγχρονου πολιτισμού μας έχει μόνο να ωφεληθεί από αυτή τη σημαντική πρωτοβουλία» (Γ. Γραμματέας, Νατάσσα Μποφίλιου… η επαναστάτρια της αριστεράς).
«ΕΔΕΜ»: «Η ανάληψη νομοθετικής πρωτοβουλίας για την ενίσχυση του Ελληνόφωνου Τραγουδιού αποτελεί κατ’ αρχήν θετικό γεγονός. Η ΕΔΕΜ, ήδη από την έναρξη της λειτουργίας της το 2020, συστηματικά και με επιμονή έχει προωθήσει στο Υπουργείο Πολιτισμού συγκεκριμένες προτάσεις για την ενίσχυση του εθνικού ρεπερτορίου, κατά το πρότυπο άλλων ευρωπαϊκών κρατών, όπως η Γαλλία».
«ΑΠΟΛΛΩΝ», μάλλον αυτοί θα μπερδευτούν γιατί έχουν ως σύνθημά τους: “Η μουσική αρχίζει εκεί που σταματούν οι δυνατότητες της γλώσσας” Jean Sibelius
Καρφώθηκαν μόνο με τον τίτλο, αλλά τυφλωμένοι από την οίηση ότι όταν λέμε ελληνική μουσική προφανώς εννοούμε αυτούς…δεν εννοούμε τους παγκόσμιας σημασίας Σκαλκώτα και Γιάννη Χρήστου, τη συμφωνική λόγια μουσική, την πλούσια ροκ παράδοση, τους τζαζίστες που παράγουν δημιουργικό έργο, τη δευτερογενή επεξεργασία της παράδοσης με παραδοσιακά όργανα, αποκομμένα από οποιοδήποτε τραγούδι, αλλά «την ορχηστρική απόδοση ελληνόφωνου τραγουδιού», όπως νομίζουν οι κλαδικοί χασάπηδες…
«ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ»
Το σημαντικότερο, που περνάει από το παράθυρο για να δώσει έναν τόνο σοβαρότητας και άδολου είναι η συγκρότηση «εθνικού αρχείου μουσικής», που περνάει στα ψηλά.
Άρθρο 13: «Δημιουργία ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων ελληνόφωνου τραγουδιού, ορχηστρικής μουσικής απόδοσης ελληνόφωνου τραγουδιού και ορχηστρικής μουσικής Ελλήνων δημιουργών και διαδικτυακής πλατφόρμας».
Αυτήν την απόπειρα κάναμε πριν από 20 χρόνια (ΙΕΜΑ) που έφτασε ως ημερίδα στο ΥΠΠΟ και ανάληψη πρωτοβουλίας από τον τότε Υπουργό για ξεχωριστό κτήριο που θα το στέγαζε. Έμεινε στη μέση… Όπως εμείς συγκεντρώσαμε και ψηφιοποιήσαμε ένα δίκτυο 40 σημαντικών αρχείων έτσι και οι παράλληλες πρωτοβουλίες (Βιβλιοθήκη Μεγάρου, Εθνικό Ωδείο κ.λπ.). Ελπίζω να πάρει υπόψη του, αν χρειαστεί, το ΥΠΠΟ το παραπάνω ψηφιακό υλικό. Το υλικό βέβαια που συγκεντρώθηκε αφορούσε κυρίως τους άξονες: παραδοσιακή μουσική (δημοτικό τραγούδι, ρεμπέτικο του ιστορικού κύκλου, βυζαντινή μουσική, «ελαφρά» μουσική του μεσοπολέμου), λόγια συνθετική παράδοση και τζαζ.
Δεν σκέφτηκε κανένας να ασχοληθεί με τον πολτό του «ελληνόφωνου τραγουδιού», που ταλαιπωρεί τ’ αφτιά και την αισθητική μας 80 χρόνια τώρα, από το τέλος του ιστορικού κύκλου του ρεμπέτικου (μεταρεμπέτικο λαϊκό, σκυλάδικο, «έντεχνο», τραπ…), που κυριαρχεί ούτως ή άλλως στην παραγωγή των εταιρειών, στα «μαγαζιά», στα ραδιόφωνα και δεν χρειάζεται καμιά κρατική αρωγή.
Θα γίνει καλύτερα κατανοητό αν το παραλληλίσουμε με τα αγροτικά προϊόντα και το γενετικό τους υλικό.
Χρόνια προσπαθούσαμε να περάσουμε, όσοι ασχολούμασταν με τις ντόπιες ποικιλίες, κάποιον προστατευτισμό γι’ αυτές. Πάντα η αντίρρηση βρισκόταν στην «ιερότητα» της ελεύθερης αγοράς (για το προϊόν «τραγούδι» δεν μας ενοχλεί αυτό)… Π.χ. μετά από ατελείωτες προσπάθειες κατάφερε ο Ροίκος (τότε στο Υπουργείο Γεωργίας) να πετύχει για το «μαυραγάνι Αρκαδίας» «προστατευτισμό» για 600 στέμματα σε όλη την Ελλάδα!
Ο Εθνικός Κατάλογος Ειδών και Ποικιλιών (όπως θα είναι τώρα το Εθνικό Αρχείο Μουσικής) δεν συγκροτείται από τα 7.500 είδη που συγκεντρώνει η «Τράπεζα γενετικού υλικού», στη Θέρμη Θεσσαλονίκης (αυτό το Αρχαιολογικό Μουσείο της γεωργικής εθνικής μας κληρονομιάς) αλλά από τις εμπορικές εγγραφές στον κατάλογο των σταθεροποιημένων ποικιλιών που καταθέτουν οι εταιρείες εκμετάλλευσης.
Έτσι θα εγγραφούν και οι στερεοτυπικές μήτρες παραγωγής και παραλλαγών που παράγουν αυτόν τον πολτό του τραγουδιού. Εταιρείες παραγωγής και ανερμάτιστοι κυρίως τραγουδιστές πατεντάρουν υλικό της παραδοσιακής μουσικής ως δικά τους έργα. Πήγε να ηχογραφήσει η Δόμνα Σαμίου, μου έλεγε, ένα δημοτικό και της είπαν να καταβάλει δικαιώματα στον …Λάκη Χαλκιά γιατί το είχε κατοχυρώσει ως δικό του… Έτσι δούλευε η εγκληματική ΑΕΠΙ, μέχρι να διαλυθεί από τις τεράστιες οικονομικές απατεωνιές της. Αυτοί, και είναι πολλοί, που τη διαδέχτηκαν είχαν και τη φαεινή ιδέα της «προστασίας» του «ελληνόφωνου τραγουδιού» και επέβαλαν στη «Μενδώνη παραιτήσου» το …όραμά τους.
Είναι οι ίδιοι που «φρίττουν» αισθητικά, μη στάξει η ουρά τους , για το «ινδομπαρόκ τραπ» της Μαρίνας Σάτι …Μόνο και μόνο γιατί μια μετανάστρια, με πολύ σοβαρότερες μουσικές σπουδές από τους περισσότερούς τους, υποκύπτοντας στον εκμαυλισμό του εμπορικού ντρεσαρίσματος και κατασκευής, ακολουθώντας τα πρότυπά τους, θα τους πάρει τα φράγκα, το μόνο εξάλλου που τους ενδιαφέρει, και θα τους βγάζει τη γλώσσα… Έτσι κι αλλιώς το μαθηματικό ολοκλήρωμα αυτού του πολτού είναι η χυδαία διοργάνωση της Γιουροβίζιον που μοστράρει το ευρωπαϊκό ποπ. Μόνο που το «Τα τα τα» της Σάτι κατάγεται από το «Φα φα φα» του Χατζηνάσιου (με τον Πασχάλη και τον Ρόμπερτ Ουίλιαμς) στη Γιουροβίζιον του 1977…
Ας φροντίσουν τα εισπρακτικά σωματεία και οι «συνδικάλες» των μουσικών και των τραγουδιστών να υπερασπιστούν τα εργασιακά τους συμφέροντα στο Υπουργείο Εργασίας, σαν όλους τους εργαζόμενους, κι όχι στο ΥΠΠΟ διεκδικώντας προνομιακά τη διαχείριση της Άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς μας.
Μιας και μιλάμε για «κανόνες» και ιεράρχηση αξιών, αν καταλήγαμε στη βέβηλη «προστασία» και στο παιχνίδι των μπακάλικων «ποσοστώσεων», κάτι σαν προφανές θα ήταν: 50% παραδοσιακή μουσική και λόγια συμφωνική, από ένα 10% Σαββόπουλος, Χατζιδάκις, Θεοδωράκης και το υπόλοιπο 20% σ’ αυτούς…
Μόνο μια φωνή είδα αυτές της μέρες να αντίκειται σ’ αυτό το έκτρωμα, εκείνη της Σαβίνας Γιαννάτου. Τιμής ένεκεν θα πρότεινα στις λίστες ποσοστώσεων να παίζονται προνομιακά τα κομμάτια της, «ελληνόφωνα» με φωνητικούς αυτοσχεδιασμούς, στα πιο χλιδάτα ρισόρτ της Μυκόνου…
Όπως αυτοί πουλάνε και αγοράζουνε πλέι λιστ πακέτα να κάνουμε κι εμείς τα δικά μας… Π.χ. αεροδρόμιο της Χίου: πάνω πάνω «Μυστήριον» του Γιάννη Χρήστου (έχει κάποιους στίχους από αρχαιοαιγυπτιακά, είναι και Αλεξανδρινός Χιώτης), και στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» «Ιτιά» με τον Παπασιδέρη… Σε διαφήμιση τέτοιων εταιρειών για αγορά πλέι λιστ αναγγέλεται: «Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά την Dreamusic ισάξια ως προς την νομιμότητα με έναν οργανισμό συλλογικής διαχείρισης, όπως η πρώην Α.Ε.Π.Ι ή τις νυν Αυτοδιαχείριση, Ε.Δ.Ε.Μ. και να απαλλάσσει νόμιμα τα καταστήματα από τα υπέρογκα ποσά που καλούνται να πληρώσουν για να μπορούν να παίζουν μουσική».
Προτείνω, τέλος, στους φίλους σοβαρούς τζαζίστες, που παρακάμπτονται από την «ελληνοφωνία», για να μετάσχουν κι αυτοί στα κέρδη της «προστασίας» (κοινώς «νταβατζηλίκι») στο τέλος κάθε κομματιού τους, υπό μορφή ινδικής μάντρα, να απαγγέλλουν κάποιους στίχους του Κάλβου, του Σεφέρη ή του Σουρή σε «ελληνόφωνη» γλώσσα…
Υ.Γ. «Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας, είναι πολύ ζαχαρωμένα»…
Και ένα μανιφέστο.
Και για να έχουμε ένα οριακό μέτρο για την ελληνική μουσική, παραθέτω το μανιφέστο του Γιάννη Χρήστου (1926 – 1970) «Ένα Πιστεύω για τη Μουσική», που δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό «Εποχές», τ. 34, 1966:
«Παραθέτοντας ορισμένες σκέψεις για τη μουσική, που αποτελούν ήδη πεποιθήσεις μου βαθιές, θα επιχειρήσω να είμαι όσο το δυνατό σύντομος και πυκνός. Στις γραμμές που θ’ ακολουθήσουν, θα δείτε να γίνεται συχνά λόγος για μεταμόρφωση – και η έννοια αυτή θα μπορούσε πολύ αόριστα να εκληφθεί ως ταυτόσημη με την εξέλιξη, ή τουλάχιστο σχετική. Πιστεύουμε ωστόσο ότι χρειάζεται μία διευκρίνιση πολύ μεγαλύτερη:
[…]
Θα επιχειρήσω να παραθέσω εδώ τις απόψεις μου σε δέκα παραγράφους:
1. Με απασχολεί η μεταμόρφωση των ακουστικών ενεργειών σε μουσικές.
2. Βασικά, το νόημα της μουσικής αποτελεί συνάρτηση των δυνατοτήτων μας στο να έχουμε την εμπειρία τέτοιων μεταμορφώσεων. Μουσική χωρίς νόημα για ένα πρόσωπο, ενδέχεται όχι μόνον να είναι έγκυρη για ένα άλλο, αλλά μπορεί να το πλήξει με τη δύναμη μιας αποκάλυψης (λ.χ. μπορεί ένα άτομο να ακούει μια μουσική και να μην μπορεί να τη συνδέσει με τίποτε απ’ όλα όσα του είναι γνωστά ως τώρα. Ωστόσο έχει την αίσθηση ότι κάτι τον αγγίζει).
3. Τα σημεία ενδιαφέροντος σε μία σύνθεση είναι εκείνα ακριβώς στα οποία επέρχονται αυτές οι μεταμορφώσεις, αν και η διαχωριστική γραμμή δεν είναι ποτέ καθορισμένη.
4. Τόσο για τον ακροατή όσο και για τους συνθέτες, υπάρχει ο κίνδυνος να ξελογιαστούν από την πόρνη της διακόσμησης.
5. Μέγα μέρος της μουσικής που γράφτηκε κατά τη διάρκεια της ιστορικής περιόδου της τέχνης τούτης, υπέκυψε στους πειρασμούς αυτούς σε βαθμούς ποικίλους. Και τούτο περιλαμβάνει και την περίοδο που εκτείνεται από τις αρχές της πολυφωνίας, με τα γνωστά τεχνάσματα της γραφής, ως τη σημερινή εποχή του σειραϊσμού, των σχολών του «τυχαίου» στη μουσική (αλεατορική μουσική) καθώς και των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
6. Η διακοσμητική και η αισθητική αποτέλεσαν και αποτελούν ρωμαλέα αρνητικούς παράγοντες στη μουσική.
7. Ένας χειρισμός των ακουστικών συμβάντων που δεν κατορθώνει να γεννήσει μεταμορφωτικές δραστηριότητες δεν επιτυγχάνει περίπου τίποτε άλλο από τον κατά μάλλον ή ήττον αισθητικό και διακοσμητικό κορεσμό ενός ακουστικού χώρου. Ακόμη και η «ωραία» μουσική μπορεί να αποβεί αηδιαστική.
8. Αντίθετα προς ότι συνηθίζουν να υποστηρίζουν κατά της εποχής των καιρών μας, οι συχνά εκρηκτικές μέθοδοί της, που σκανδαλίζουν, μπορεί να είναι συμπτώματα της ανάγκης για απελευθέρωση από μια κληρονομημένη αισθητική και εφθαρμένα πρότυπα σκέψης.
9. Κάθε μουσική δοκιμάζει αυτές τις μεταμορφώσεις, μέσα στα πλαίσια ενός αισθητικού χαρακτηριστικού αυτής της συγκεκριμένης εποχής.
10. Η πεισματική μεταφύτευση μιας εποχής σε μιαν άλλη, ή της μιας γενεάς σε μιαν άλλη γενεά, όχι μόνο είναι μάταιη και δίχως κύρος, αλλά αποτελεί και μια δήλωση πνευματικής χρεοκοπίας».
Γιάννης Χρήστου, Περιοδικό «Εποχές», τ. 34, 1966
1 ΣΧΟΛΙΟ
Κανένα επιχείρημα, μόνο ύβρεις κάποιου που από ότι φαίνεται αφιέρωσε την ζωή του στον ακτιβισμό, για να δει τους γραβατωμένους, τους “συστημικούς” και τους νοικοκυραίους να κάνουν αυτά που ονειρευόταν να κάνει αυτός.