Αρχική » Ο γύρος του κόσμου σε 80 γκάφες – Το κωμικοτραγικό ταξίδι του ρωσικού στόλου το 1904-05

Ο γύρος του κόσμου σε 80 γκάφες – Το κωμικοτραγικό ταξίδι του ρωσικού στόλου το 1904-05

από Κωνσταντίνος Μαυρίδης

Η ημερομηνία είναι η 8η Φεβρουαρίου 1904. Η αυτοκρατορική Ιαπωνία έχει μόλις επιτεθεί στο Πορτ Άρθουρ, τη μοναδική βάση του ρωσικού ναυτικού στην Κίνα, τρεις ώρες πριν την κήρυξη του καταστροφικού για τους Ρώσους πολέμου που έμεινε στην ιστορία ως ο Ρωσο-ιαπωνικός πόλεμος (Φεβρουάριος 1904-Σεπτέμβριος 1905).

του Κωνσταντίνου Μαυρίδη από το Άρδην τ. 132

Με τη νυχτερινή τους ναυτική επίθεση στο Πορτ Άρθουρ οι Ιάπωνες θα αποκτήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων και θα την διατηρήσουν καθ’ όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης, μαντρώνοντας τον ρωσικό στόλο του Ειρηνικού στο Πορτ Άρθουρ και στερώντας του κάθε δυνατότητα συμμετοχής στις επιχειρήσεις μέχρι και την παράδοση της πολιορκημένης βάσης μία μέρα μετά την Πρωτοχρονιά του 1905. Με τις υπόλοιπες μονάδες του ρωσικού στόλου του Ειρηνικού εγκλωβισμένες από τους Ιάπωνες στο λιμάνι του Βλαδιβοστόκ, που έτσι κι αλλιώς παραμένει παγωμένο το μισό χρόνο, ο τσάρος Νικόλαος Β΄ είχε ένα καυτό πρόβλημα στα χέρια του, το οποίο απαιτούσε άμεση λύση αν η αυτοκρατορική Ρωσία ήθελε να συνεχίσει την επέκτασή της προς τη Μαντζουρία και την κορεατική χερσόνησο.
Ο τσάρος πίστευε ότι οι Ιάπωνες δεν θα συνέχιζαν τον πόλεμο αν είχαν μια σημαντική ήττα στη θάλασσα και είχε στη διάθεσή του δύο ακόμη στόλους με τους οποίους σκόπευε να ανατρέψει τη δυσμενή για τη Ρωσία κατάσταση. Οι δύο αυτοί στόλοι ήταν ο στόλος της Μαύρης Θάλασσας και ο στόλος της Βαλτικής. Με τον στόλο της Μαύρης Θάλασσας να αποτελείται από υποδεέστερα πλοία παράκτιας περιπολίας και με τα γνωστά προβλήματα στα στενά των Δαρδανελίων να μπλοκάρουν κάθε διέλευση, ο κλήρος έπεσε στον στόλο της Βαλτικής να βγάλει το φίδι από την τρύπα. Ο τσάρος έδωσε τη διαταγή ο στόλος «να αποπλεύσει πρόσω ολοταχώς με προορισμό την Άπω Ανατολή και να επιφέρει καίρια πλήγματα στον ύπουλο εχθρό», αλλά απέφυγε να ασχοληθεί με τις «ασήμαντες» λεπτομέρειες της αποστολής. Μπορεί ο δύσμοιρος Νικόλαος να μην το γνώριζε τότε, αλλά η διαταγή του έθεσε σε κίνηση μία αλληλουχία γεγονότων που θα καθιστούσαν το ρωσικό αυτοκρατορικό ναυτικό τον περίγελο των ναυτικών δυνάμεων της υφηλίου. Εκατόν είκοσι ολόκληρα χρόνια μετά, οι ιστορικοί αναρωτιούνται ακόμη αν όντως ήταν δυνατόν να συγκεντρωθεί ένας τόσο μεγάλος αριθμός παντελώς ανίκανων ναυτικών σε ένα «ταξίδι των καταραμένων» χωρίς σχέδιο, στοιχειώδη οργάνωση και συντονισμό, όπου η μία πατάτα διαδεχόταν την άλλη και η επιβίωση, χωρίς καν επαφή με τον εχθρό, ήταν καθαρά θέμα τρελής τύχης.

Η Ιαπωνία από τη μία και η Ρωσία απ’ την άλλη σφίγγουν με σχοινιά μια ανήμπορη Κορέα. Σκίτσο από το βρετανικό περιοδικό Punch

Επικεφαλής του στόλου της Βαλτικής, που μετονομάστηκε «πονηρά» σε 2η Μοίρα του Ειρηνικού –για να «μπερδέψει» τους Ιάπωνες, οι οποίοι ενημερώνονταν λεπτομερώς για την πρόοδο της αρμάδας προς την Άπω Ανατολή και τις απίστευτες γκάφες που συνέβαιναν καθ’ οδόν–, χρίστηκε ο υποναύαρχος Ζινόβι Πέτροβιτς Ροζεστβένσκυ, ή αλλιώς «τρελός σκύλος», λόγω της τάσης του να έχει αποπληκτικές εκρήξεις θυμού που κατέληγαν στο άγριο ξυλοφόρτωμα αυτού ή αυτών που ήταν η αιτία του θυμού του. Παρά τα «νευράκια» του, ο Ροζεστβένσκυ ήταν ο μόνος ετοιμοπόλεμος ναυτικός διοικητής με κάποια πείρα που δεν όφειλε τον διορισμό του στον εγγενή νεποτισμό που διέτρεχε καθέτως και οριζοντίως το τσαρικό καθεστώς, και κατά την διάρκεια του ταξιδιού προς το Πορτ Άρθουρ θα επαναλάμβανε συχνά ακατάληπτα ουρλιαχτά του τύπου «περιστοιχίζομαι από ηλίθιους», πετώντας τα κιάλια του στον ωκεανό ή στο κεφάλι του κοντινότερου «φταίχτη».
Προφανώς, με το που ο Ροζεστβένσκυ είδε τους αξιωματικούς, τα πληρώματα, αλλά και τα ίδια τα πλοία του «στόλου» του, κατάλαβε ότι «του την είχαν στημένη». Οι δύο αμέσως υφιστάμενοί του αξιωματικοί έλαβαν πάραυτα τα παρατσούκλια «κοπριά» και «ανύπαρκτος» και μια πρόχειρη επιθεώρηση των πληρωμάτων επιβεβαίωσε το γεγονός που γνώριζε ήδη: Οι αξιωματικοί όφειλαν τις θέσεις τους στις διασυνδέσεις τους και οι κληρωτοί ήταν αγράμματοι χωρικοί, πολλοί εκ των οποίων προέρχονταν από τη βαθιά ενδοχώρα και όχι μόνο δεν ήξεραν κολύμπι, αλλά δεν είχαν ξαναδεί θάλασσα ή πλοίο στη ζωή τους, πωρωμένοι αλκοολικοί που ξεπλήρωναν τα χρέη τους στις τσαρικές ταβέρνες με τη θητεία τους, και ολίγοι συνωμότες που έσπερναν ζιζάνια ενάντια στην τσαρική εξουσία. Όσο για τα πλοία του (45 στο σύνολο), ήταν ένα συνονθύλευμα από διάφορα σκάφη, διαφόρων δυνατοτήτων, ηλικίας και κατάστασης. Εκτός από τέσσερα σύγχρονα θωρηκτά της κλάσης Μποροντίνο (Πρίγκιπας Σουβόροφ, Αλέξανδρος Γ΄, Όριολ και Μποροντίνο) και το θωρηκτό Οσίλια Μπάγια που ήταν ικανά να πιάσουν τους 18 κόμβους, είχε στη διάθεσή του δύο παλαιότερα θωρηκτά (Σίσοϊ Βέλκι και Ναβαρίνο) τα οποία μπορούσαν να φτάσουν το πολύ τους 15 κόμβους. Υπήρχαν επίσης και τέσσερα σχετικά γρήγορα καταδρομικά (Ορόρα, Όλεγκ, Ίζεμρουντ και Ζέμτσουγκ) και μετά, το χάος, με τα υπόλοιπα πλοία να είναι διασκευασμένα γιοτ με επιπρόσθετη, άρπα κόλλα, επιφανειακή θωράκιση και οπλισμό και διάφορα βοηθητικά πλοία, όπως ένα πλοίο-νοσοκομείο, τορπιλάκατοι, πλοία εφοδιασμού, ένα διασκευασμένο οπλισμένο φορτηγό (Καμτσάτκα) και (ω του θαύματος) ένα παγοθραυστικό (ό,τι έπρεπε για επιχειρήσεις στον τροπικό Ειρηνικό).
Ομολογουμένως, η αποστολή του Ροζεστβένσκυ ήταν στα όρια του αυτοκτονικού. Ο στόλος έπρεπε να ετοιμαστεί στο συντομότερο χρονικό διάστημα και να καλύψει την εξωφρενική απόσταση των 29.000 χλμ. μέχρι την Ιαπωνία χωρίς να έχει προκαθορισμένους ελλιμενισμούς για τον εφοδιασμό των 45 πλοίων με κάρβουνο. Ποια λιμάνια θα έπιαναν και πότε εξαρτιόταν από τη ρωσική διπλωματία και την καλή διάθεση των υπολοίπων μεγάλων δυνάμεων της εποχής. Με λίγα λόγια, ο στόλος θα ξεκινούσε και «βλέπουμε». Ο τσάρος είχε πληρώσει τη γερμανική ναυτιλιακή εταιρεία «Αμβούργο-Αμερική» να φροντίζει για τον εφοδιασμό των πλοίων του επί τόπου (δηλ. σε όποιο λιμάνι τούς το επέτρεπε) ή εν πλω. Το γεγονός ότι ποτέ ξανά στην ιστορία δεν είχε πραγματοποιηθεί εν πλω ανεφοδιασμός με κάρβουνο ολόκληρου στόλου μάλλον αποτέλεσε απλή λεπτομέρεια στον σχεδιασμό της αποστολής και το πλεούμενο τσίρκο απέπλευσε με τυμπανοκρουσίες και αγιασμούς στις 15/10/1904.

Όπως λένε, «η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί». Μισή ώρα αφότου ο Ροζεστβένσκυ έδωσε την εντολή για τον απόπλου και πριν το συγκεντρωμένο πλήθος προλάβει να διαλυθεί, η ναυαρχίδα του στόλου, Πρίγκιπας Σουβόροφ, προσέκρουσε στα αβαθή της εξόδου του λιμανιού της Κροστάνδης και προσάραξε, ενώ ένα από τα καταδρομικά έχασε την άγκυρα και την αλυσίδα της μέσα στη λάσπη. Μέσα στο κομφούζιο και καθώς ο οργίλος Ροζεστβένσκυ προσπαθούσε να καταλάβει τι διάβολο είχε συμβεί, ένα αντιτορπιλικό εμβόλισε ένα από τα θωρηκτά τόσο άσχημα που αναγκάστηκε να επιστρέψει στο λιμάνι για επισκευές. Τέλεια! Μισή ώρα έξω από το λιμάνι είχαν χάσει ήδη ένα από τα θωρηκτά τους, το οποίο θα ακολουθούσε τα παλαιότερα σκάφη προς την Άπω Ανατολή μέσω της διώρυγας του Σουέζ, ενώ η δύναμη της οποίας ηγούνταν ο Ροζεστβένσκυ θα έκανε τον περίπλου της Αφρικής για λόγους ασφαλείας.
Για τους δεισιδαίμονες και μοιρολάτρες μουζίκους, που αποτελούσαν την πλειονότητα των πληρωμάτων των πλοίων του Ροζεστβένσκυ, ο κακός οιωνός τής, κακήν κακώς, αναχώρησης, έπεσε κομματάκι βαρύς. Αμέσως άρχισαν να εξαπλώνονται φήμες ότι η αποστολή ήταν καταραμένη (όχι ότι είχαν και τόσο άδικο σ’ αυτό), ή ότι οι Ιάπωνες τους περίμεναν στο έμπα της Βαλτικής, ή ακόμη χειρότερα, ότι από κάτω τους ήταν ένα τεράστιο ναρκοπέδιο που τους ακολουθούσε κι άλλα τέτοια γλαφυρά. Ο πλοίαρχος του παγοθραυστικού μάλιστα είχε ξεκινήσει μια σειρά από ακανόνιστα ζιγκ ζαγκ (προφανώς για να ξεγελάσει τους άκρως ύπουλους Ιάπωνες που καραδοκούσαν) και τα σκάφη πίσω του αποφάσισαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά του, με κίνδυνο να συγκρουστούν μεταξύ τους, μέχρι που το Πρίγκιπας Σουβόροφ άνοιξε πυρ μπροστά από την πλώρη του, και τελικά ο Ροζεστβένσκυ τον έστειλε πίσω στην Κροστάνδη ως ανίκανο.
Κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά. Ο Ροζεστβένσκυ προσπάθησε να καθησυχάσει τα πληρώματα, αλλά δεν άκουγαν κανέναν, και στο τέλος αναγκάστηκε να δώσει διαταγή να μην επιτραπεί σε κανένα σκάφος να παρεισφρήσει ανάμεσα στον στόλο. Δεν είχε προλάβει να ανακοινώσει τη διαταγή, όταν ξαφνικά εθεάθη ένα αλιευτικό ανάμεσά τους. Το κανονίδι που έπεσε από κάθε μπάντα του στόλου ήταν απερίγραπτο, με τους πανικόβλητους ναύτες να ρίχνουν με τον κύριο, τον δευτερεύοντα οπλισμό, αλλά και τα προσωπικά τους όπλα εναντίον ενός αόπλου πλοιαρίου που έδεσε τελικά στη ναυαρχίδα του Ροζεστβένσκυ. Στο αλιευτικό, που παρεμπιπτόντως δεν είχε πληγεί ούτε από ένα βλήμα από τα εκατοντάδες που ρίχτηκαν από τους πύρκαυλους, όσο και άστοχους, πυροβολητές, επέβαινε έντρομος αγγελιοφόρος του τσάρου, που ανακοίνωσε στον Ροζεστβένσκυ ότι είχε μόλις προαχθεί σε αντιναύαρχο.
Η εκπληκτική αστοχία των πληρωμάτων είχε προφανώς σοκάρει ακόμη και τον Ροζεστβένσκυ. Οι πυροβολητές χρειάζονταν άμεση εξάσκηση αν ήθελε να έχει κάποια πιθανότητα επιτυχίας εναντίον των Ιαπώνων και θα προσπαθούσε να τους την επιβάλει. Όχι πως θα έπρεπε να περιμένει και πολύ. Οι έντρομοι ναύτες θα δράττονταν κάθε ευκαιρίας να ανοίξουν πυρ έστω και σε φανταστικούς Ιάπωνες. Ανάμεσα στη Δανία και τη Σουηδία, το οπλισμένο φορτηγό Καμτσάτκα ειδοποίησε ότι δέχεται επίθεση από οκτώ ιαπωνικές τορπιλακάτους και άνοιξε πυρ κατά βούληση για μία ώρα, ενώ ο Ροζεστβένσκυ παρατηρούσε τον ορίζοντα χωρίς να μπορεί να εντοπίσει ούτε γλάρο. Την επόμενη ημέρα εμβόλισαν ένα δανέζικο πλοίο που υποτίθεται ότι θα τους ανεφοδίαζε και με το που βγήκαν στη Βόρεια Θάλασσα προκάλεσαν διπλωματικό επεισόδιο τόσο σοβαρό, που η Βρετανία παραλίγο να κηρύξει τον πόλεμο στη Ρωσία.
Το επεισόδιο που έμεινε στην Ιστορία ως το επεισόδιο του Ντόγκερ Μπανκ, από το όνομα του ψαρότοπου όπου έλαβε χώρα, συνέβη όταν ο ρωσικός στόλος εντόπισε τέσσερα βρετανικά αλιευτικά να μαζεύουν τα δίχτυα τους και τα πέρασαν για (τι άλλο;) ιαπωνικές τορπιλακάτους, ανοίγοντας πυρ και βυθίζοντας το αλιευτικό Κρέιν και σκοτώνοντας τρεις ψαράδες. Μέσα στο χάος, οι Ρώσοι κατάφεραν να χτυπήσουν και δύο από τα δικά τους πλοία, σκοτώνοντας τον ορθόδοξο ιερέα και έναν ναύτη του Ορόρα. Η παράνοια που είχε καταλάβει το πλήρωμα του θωρηκτού Μποροντίνο ήταν τέτοια, που οι μισοί ναύτες είχαν τραβήξει τα ξίφη τους περιμένοντας ιαπωνικό ρεσάλτο στο σκάφος και οι άλλοι μισοί κείτονταν στο κατάστρωμα φορώντας τα σωσίβιά τους και περιμένοντας το μοιραίο. Τελικά, ο πόλεμος αποφεύχθηκε με τσαρική συγγνώμη και παχυλή αποζημίωση, αλλά κανείς δεν κατάφερε να πιστέψει ότι η ανικανότητα των Ρώσων ήταν τέτοια που το επεισόδιο ήταν όντως ακούσιο.
Τα ευτράπελα δεν περιορίστηκαν φυσικά στα ευρωπαϊκά ύδατα, ούτε στα πολεμικού τύπου επεισόδια. Κατά την αναχώρηση του στόλου από το λιμάνι της Ταγγέρης μετά από εφοδιασμό σε κάρβουνο, μία από τις άγκυρες ενός καταδρομικού κατάφερε να κόψει το τηλεγραφικό καλώδιο που συνέδεε το μαροκινό λιμάνι με την Ισπανία και διεκόπη η επικοινωνία για μία εβδομάδα. Μετά το τελευταίο κάζο στην Ταγγέρη, ο Ροζεστβένσκυ αποφάσισε στον επόμενο εφοδιασμό κάπου στον Ισημερινό να φορτώσουν όσο κάρβουνο μπορούσαν στα πλοία, με αποτέλεσμα κάθε πιθανός και απίθανος διαθέσιμος χώρος να γεμίσει με χύμα κάρβουνο. Τα πάντα στα σκάφη είχαν επικαλυφθεί από ένα παχύ στρώμα εύφλεκτης καρβουνόσκονης και τα πληρώματα είχαν αρχίσει να μοιάζουν με τους ντόπιους στο χρώμα. Τέλειο καμουφλάζ θα μπορούσε να πει κανείς, αλλά η υπερβολική υγρασία και ζέστη των τροπικών, σε συνδυασμό με τη μαύρη σκόνη που ανέπνεαν και κατάπιναν άρχισε να εξοντώνει έναν έναν τους ναύτες με αναπνευστικά προβλήματα.
Με κείνα και με τ’ άλλα έφτασαν κάποια στιγμή στο νησί της Μαδαγασκάρης, όπου θα κάθονταν για ένα μήνα, καθώς ο Ροζεστβένσκυ αρρώστησε βαριά (η είδηση ότι το Πορτ Άρθουρ είχε παραδοθεί στις 2/1/1905 δεν του έκατσε και πολύ καλά) και ο υποδιοικητής του έπαθε εγκεφαλικό (προφανώς από τις εξωφρενικές καταστάσεις κάθε τύπου που συνέβαιναν καθημερινά). Ουσιαστικά, ο στόλος έμεινε χωρίς διοίκηση κατά την παραμονή στο Νόσι Μπι, όπου το πράγμα ξέφυγε τελείως. Με το ηθικό των πληρωμάτων να βρίσκεται στο ναδίρ, άρχισαν να δίνονται μαζικές άδειες εξόδου στο λιμάνι με τα προβλεπόμενα αποτελέσματα (τροπικές ασθένειες, δυσεντερία, τυφοειδή πυρετό και κάθε αφροδίσιο νόσημα γνωστό στην ανθρωπότητα). Για να αποφύγουν λοιπόν τα ανωτέρω προβλήματα, αποφασίστηκε να αγοραστούν διάφορα ζώα «συντροφιάς» προς αναπτέρωση του ηθικού των Ρώσων ναυτών. Δεν είναι ιστορικά γνωστό ποιο «ζώον» επιφορτίστηκε με το συγκεκριμένο καθήκον, αλλά τα πλοία γέμισαν από κάθε είδους τροπικά ζωντανά αμφιβόλου καταλληλότητας, όπως κροκόδειλους, φίδια, λεμούριους, μαϊμούδες, χαμαιλέοντες, αγριόγατες κ.λπ., με αποτέλεσμα να έχουν μετατραπεί σε πλωτούς ζωολογικούς κήπους, καθώς τα «ζωάκια» περιφέρονταν κατά βούληση στα καταστρώματα. Το κερασάκι θα τοποθετούνταν μεγαλοπρεπώς στην τούρτα όταν αγοράστηκαν 2.000 τσιγάρα από το λιμάνι προς κατανάλωση από τους θεριακλήδες ναύτες που είχαν ξεμείνει από μαχόρκα. Αυτό που ο πωλητής ξέχασε να τους πει ήταν ότι τα συγκεκριμένα τσιγάρα ήταν τίγκα στο όπιο, με αποτέλεσμα ένα μεγαλειώδες μαστούρωμα εν πλω που παρόμοιο δεν έχει ξαναγίνει σε οποιοδήποτε πολεμικό ναυτικό του κόσμου.
Για τον Ροζεστβένσκυ είχε φτάσει η ώρα της κρίσης. Έχοντας μάθει ότι ο τσάρος τού έστελνε ως ενισχύσεις «μία αρχαιολογική συλλογή ναυτικής αρχιτεκτονικής» σήκωσε άγκυρα από τη Μαδαγασκάρη και αναρωτιόταν αν έπρεπε να αυτοκτονήσει ή να παραιτηθεί. Κάθε μέρα παρατηρούσε αμίλητος τους εκατοντάδες καρχαρίες που ακολουθούσαν τον ρωσικό στόλο, καθώς το πλήρωμα του πλοίου εφοδιασμού Εσπεράνς πετούσε τα χαλασμένα κρέατα στον ωκεανό διότι, ναι, το ψυγείο είχε χαλάσει. Τελικά ο τσάρος θα του ξέκοβε κάθε σκέψη παραίτησης και ο ενωμένος ρωσικός στόλος με τις «γηριατρικές» του ενισχύσεις θα απέπλεε από το Καμ Ραν Μπέι της Ινδοκίνας για το ραντεβού του με το πεπρωμένο και τη συντριπτική του ήττα στη ναυμαχία της Τσουσίμα. Ήταν η τραγική κατάληξη μιας φαρσοκωμωδίας που ανάλογή της είχε να καταγραφεί στα ναυτικά χρονικά από το «Μάλτα γιοκ» του Πίρι Ρέις, όταν δεν μπόρεσε να βρει τη Μάλτα στον χάρτη. Προφανώς, αυτά παθαίνουν οι ηπειρωτικοί λαοί όταν βρίσκονται όλως αιφνιδίως από τις στέπες στη θάλασσα.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ