Αρχική » Από τη μεταβυζαντινή στη νεότερη ελληνική ζωγραφική

Από τη μεταβυζαντινή στη νεότερη ελληνική ζωγραφική

από Αναδημοσιεύσεις

Γράφει ο Ξενοφών Μπρουντζάκης από Το Ποντίκι

Στην πολυσέλιδη αυτή μελέτη του (Από τη Μεταβυζαντινή ζωγραφική στη γενιά του ’30), ο Γ. Καραμπελιάς μένει προσηλωμένος στην παρακολούθηση όλων εκείνων των ιστορικών σταθμών της ελληνικής εικαστικής παραγωγής, ενταγμένων και προφανώς σε συνάφεια με την ιστορική περιδίνηση του ελληνικού έθνους, όπως αυτή διαγράφηκε μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. «…Οι σοφοί άνδρες της Ελλάδος κατέφυγαν διά την ασφάλειάν των προς τους ηγεμόνες της Ευρώπης φέρνοντας μαζί τους όλους τους αρχαίους συγγραφείς, χωρίς τους οποίους καμιά πρόοδος δεν είναι δυνατή». Αυτά έγραφε ο Philippe de Commines (1447-1511), συγγραφέας και διπλωμάτης. Ο Philippe de Commines υπήρξε ιστορικός των βασιλέων Λουδοβίκου ΙΑ’ και Καρόλου Η’. Σύμφωνα με την άποψη αυτού του Γάλλου ιστορικού, αν δεν είχε συμβεί η πτώση του Βυζαντίου, δεν θα ήταν δυνατόν να συντελεστεί η Αναγέννηση στον χώρο των γραμμάτων και γενικότερα της παιδείας στον δυτικό κόσμο. Πολλές παρόμοιες απόψεις σχετικά με την ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος κυκλοφορούσαν εκείνη την περίοδο, οι οποίες μεταλαμπαδεύτηκαν από γενιά σε γενιά.

Είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι σημαντικότατοι Έλληνες λόγιοι δίδαξαν φιλολογία και φιλοσοφία και έγιναν ιδρυτές έμμεσα ή άμεσα διαφόρων σχολών και ακαδημιών. Από τους μαθητές τους προήλθαν συγγραφείς εμπνευσμένοι από τις διδαχές, τις αξίες και τα ιδεώδη της ελληνικής αρχαιότητας. Οι μαθητές των Ελλήνων λογίων είναι αυτοί που θα δημιουργήσουν τους πρώτους ελληνιστές φιλολόγους, οι οποίοι θα καταπιαστούν να μεταλαμπαδεύσουν σε ολόκληρη τη Δύση τα αρχαία κείμενα. Ανυπολόγιστης αξίας υπήρξε και η συμβολή των Ελλήνων λογίων της διασποράς στην περισυλλογή χειρογράφων, στη σωστή τους αντιγραφή αλλά και στην έκδοση αρχαίων και βυζαντινών κειμένων. Κοντολογίς, οι Έλληνες της εποχής της Αναγέννησης έπαιξαν σημαντικό και ουσιώδη ρόλο στα τεκταινόμενα μέσω της βαθύτατης γνώσης της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γλώσσας. Η μεγάλη τους εξοικείωση με τα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων, Βυζαντινών και Λατίνων συγγραφέων τούς συνέδεε άμεσα με τη μεγάλη παράδοση της φιλολογίας, όπως αυτή καλλιεργήθηκε και αναπτύχθηκε ήδη από τους αλεξανδρινούς χρόνους για να συνεχιστεί στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι, η αδιαμφισβήτητη επάρκειά τους, οι τεράστιες γνώσεις τους και η μεγάλη τους θέληση είναι οι βασικοί παράγοντες που διαμόρφωσαν τη φιλολογία ως επιστήμη με την έννοια που της αποδίδουμε σήμερα.

Στο γενικότερο πολιτισμικό πλαίσιο της εποχής και την επίδραση του ελληνικού πολιτισμού ευρύτερα στη διαμόρφωση μιας νέας αντίληψης για τον άνθρωπο, η μελέτη αυτή παρακολουθεί αποκλειστικά την εικαστική της ελληνικής μεταβυζαντινής αγιογραφίας, καθώς η λεγόμενη κοσμική ζωγραφική κάνει την εμφάνισή της αργότερα στα Επτάνησα με έντονη την ευρωπαϊκή επιρροή. Αντίθετα, στην υπόλοιπη ηπειρωτική και νησιωτική υπό τον τουρκικό ζυγό Ελλάδα, η ανάπτυξη της λαϊκής ζωγραφικής χαρακτηρίζεται από αντιφατικές επιρροές, δυτικές και οθωμανοπερσικές. Αυτό που πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι από τον 15ο αιώνα έως και τις αρχές του 18ου η ζωγραφική ήταν ταυτισμένη με την αγιογραφία στον ελληνικό κόσμο.

Η περίφημη Κρητική Σχολή ανέπτυξε ένα ιδιαίτερο κοινό ύφος αγιογράφησης, επηρεασμένο τόσο από ανατολικές όσο και από δυτικές επιδράσεις. Η κρητική τέχνη, που υπήρξε κληρονόμος της κωνσταντινουπολίτικης, έφτασε στο απόγειό της τον 14ο-15ο αιώνα. Σημαντικός εκπρόσωπος αυτής της Σχολής θεωρείται ο Άγγελος Ακοτάντος, που έζησε στη διάρκεια του 15ου αιώνα στη βενετοκρατούμενη πόλη του Χάνδακα. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στη βυζαντινή περίοδο του Θεοτοκόπουλου, σύμφωνα μάλιστα με τα ενετικά αρχεία που ήρθαν στο φως και βεβαιώνουν ότι ο Κρητικός ζωγράφος έφυγε από τη Μεγαλόνησο σε ηλικία 27 ετών και όχι 17 με 18, όπως θεωρείτο λανθασμένα.

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, για περισσότερο από δύο αιώνες η Κρήτη αναδεικνύεται κέντρο παραγωγής φορητών εικόνων. Ωστόσο, όλα τα δεδομένα αλλάζουν μετά την κατάκτηση της Μεγαλονήσου από τους Οθωμανούς (1645-1669) που, εκτός των άλλων, δημιούργησε ένα μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα προς τα Επτάνησα και τη Βενετία. Έτσι τη θέση της Κρήτης σε παραγωγή εικόνων την παίρνουν τα Επτάνησα, όπου οι καλλιτέχνες των Ιόνιων Νήσων υιοθετούν πολλά από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της Κρητικής Σχολής, ανανεώνοντάς τα ταυτόχρονα. Όπως η ίδια η Κρητική Σχολή είχε δεχτεί τον 15ο αιώνα την ανανεωτική επίδραση ζωγράφων που ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη, έτσι και μετά την πτώση του Χάνδακα η άνθηση της ζωγραφικής φορητών εικόνων στα Επτάνησα δημιούργησε μια νέα τάση. Βέβαια, η εξέλιξη του χαρακτήρα της βυζαντινής ζωγραφικής δεν υπήρξε ομαλή. Κάθε άλλο, θα έλεγε κανείς, καθώς οι περιοχές που άκμαζε ο ελληνισμός και ο κατ’ εξοχήν ιστορικά ελληνικός χώρος βρισκόταν υπό την κατοχή αλλόθρησκων, πράγμα που είχε ως συνέπεια την επίμονη διατήρηση των εκφράσεών της ως αντίβαρο για την ανόθευτη διατήρηση της ελληνικής ταυτότητας.

Μετά την πλήρη οθωμανική κυριαρχία, η ζωγραφική θα βρει καταφύγιο στη λαϊκή της έκφραση και στην αγιογραφία. Μετά την έντονη επιρροή στην πολιτισμική μας ταυτότητα από τη Δύση, η ελληνική ζωγραφική ανανεώνει τη ματιά της στον κόσμο με το βλέμμα στραμμένο στη Μεγάλη Ιδέα του Έθνους, η οποία θα τερματιστεί οδυνηρά το 1922, φτάνοντας έτσι στη γενιά του ’30, μέσα από την οποία θα συγκροτηθεί η ελληνική διαχρονία που θα μας φέρει ισότιμα πρόσωπο με πρόσωπο με τη Δύση.

**********************

Την Πέμπτη 15 Μαΐου 2025 στις 19.30 ο Γιώργος Καραμπελιάς θα συζητήσει με τους ζωγράφους π. Σταμάτη Σκλήρη και Δημήτριο Χατζηαποστόλου με θέμα: «Η γενιά του ’30 και η βυζαντινή ζωγραφική» με αφορμή την κυκλοφορία του πρόσφατου βιβλίου του Γ.  ΚαραμπελιάΑπό τη Μεταβυζαντινή ζωγραφική στη γενιά του ’30 (Εναλλακτικές Εκδόσεις). 

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στον ΙΑΝΟ της Αθήνας, Σταδίου 24 και θα προβάλλεται ζωντανά στο κανάλι YouTube του ΙΑΝΟΥ.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ