της Ευγενίας Γραικού από τη Ρήξη
Είναι οι αντιμνημονιακές δυνάμεις σε θέση να λύσουν το πρόβλημα της χώρας;
Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012. Ώρα έξι το απόγευμα. Συγκέντρωση των αντιμνημονιακών δυνάμεων στη Θεσσαλονίκη. Τσουχτερό κρύο και ψιλόβροχο. Κόσμος πολύς στην πλατεία Αριστοτέλους. Κάποιος στο μικρόφωνο λέει ότι τόσο κόσμο είχε πολύ καιρό να δει.
Κόσμος πολύς, αλλά διασπασμένος. Όλοι συγκεντρωμένοι για τον ίδιο σκοπό και όμως ξένοι, σαν επιβάτες λεωφορείου σε ώρα αιχμής. Σε λίγο ξεκινούν πορείες με διαφορετική κατεύθυνση. Διαφορετική και του καθενός η στόχευση. Σιγά μην πάμε με τα εθνίκια, λέει κάποιος δίπλα. Πικρή γεύση καχυποψίας, αμφιβολίας.
Κι όμως οι περισσότεροι είμαστε γνωστοί. Η πόλη μας είναι μικρή. Έχουμε περπατήσει επί σαράντα χρόνια σχεδόν, ατέλειωτα χιλιόμετρα σε αμέτρητες διαμαρτυρίες. Αγωνιστές κι αλλοτριωμένοι συνάμα.
Τώρα όμως κάτι έχει αλλάξει. Δεν πρόκειται για έναν συνηθισμένο αγώνα, για μια απλή διεκδίκηση για δικαιώματα δικά μας ή άλλων λαών, για να μην περάσει ένας νόμος, για να απελευθερωθούν συλληφθέντες απεργοί ή άλλοι κρατούμενοι. Σήμερα δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς πολίτευμα έχουμε. Το Σύνταγμα έχει τόσο καταστρατηγηθεί που έγινε κουρελόχαρτο. Πρόκειται για ένα καθεστώς που μυρίζει δικτατορία από ξένους, ελεγχόμενη απολύτως.
Και το ερώτημα προβάλλει αμείλικτο. Είναι οι αντιμνημονιακές δυνάμεις που υπάρχουν σε θέση να λύσουν το πρόβλημα της χώρας μόνες τους ή όλες μαζί; Δυστυχώς δεν είναι. Κατά βάθος αποτελούν μέρος του προβλήματος μάλλον παρά λύση. Διότι, αν ήταν, θα έπρεπε, με κάθε τρόπο, με κάθε κόστος, με κάθε τίμημα, να αποτρέψουν την υπογραφή ήδη του πρώτου μνημονίου. Οι αντιμνημονιακοί βουλευτές ειδικά θα μπορούσαν να παραιτηθούν και να δημιουργήσουν ένα ευρύτατο μέτωπο εκτός Βουλής, προκαλώντας πολιτική κρίση και εκλογές. Θα είχαν τουλάχιστον κάνει το ανθρωπίνως δυνατόν και θα είχαν τιμήσει τον τίτλο, «κόμματα του λαού ή των εργαζομένων ή των φτωχών και καταπιεσμένων».
Αντ’ αυτού τήρησαν τη συνήθη τακτική: Διαφωνώ, καταψηφίζω και νίπτω τας χείρας μου σαν τον Πόντιο Πιλάτο. Μόνο που το μνημόνιο δεν είναι ένας οποιοσδήποτε νόμος για να γίνει δεκτό το: διαφώνησα, καταψήφισα, άρα δεν έχω και καμία ευθύνη. Μπορώ μάλιστα να περιμένω και πολιτικά οφέλη από την καταστροφή. Είναι δυνατόν αυτός ο λαός που σύρεται σιδηροδέσμιος να μη θεωρήσει συνυπεύθυνους και τους 300 της Βουλής; Ακόμα κι αυτούς που καταψήφισαν, για την ολιγωρία τους και γιατί δε θυσίασαν την καρέκλα τους τουλάχιστον.
Αντ’ αυτού, το ΚΚΕ έκανε μεγάλη καμπάνια για την ένδοξη οκτωβριανή επανάσταση. Γέμισαν το κέντρο και οι γειτονιές ταπετσαρίες από μια μεγάλη αφίσα. Σε πρώτο πλάνο ο Λένιν να κραδαίνει την Πράβντα ή την Ίσκρα και πίσω του φωτιές και κόκκινες σημαίες. Σα να λέμε, αν δε σας αρέσει το μνημόνιο ιδού η λύση. Ο πνιγμένος, ως γνωστόν, από την ένδοξη οκτωβριανή επανάσταση πιάνεται.
Η οκτωβριανή επανάσταση έχει αναλυθεί όσο λίγα ιστορικά γεγονότα. Έχουν χυθεί ποταμοί μελάνης και αίματος. Υπάρχουν αδιαμφισβήτητα ντοκουμέντα. Το ΚΚΕ όμως ποτέ δεν έκανε επίσημη αυτοκριτική για το παραμικρό. Σήμερα που ο ελληνικός λαός αφανίζεται, με μια έννοια, το ΚΚΕ δικαιώνεται. Δε θα τα παθαίναμε όλα αυτά αν είχε επιβληθεί η δικτατορία του προλεταριάτου από τότε. Αυτή η εκδοχή του σοσιαλισμού βαραίνει ως ιδεολογία γενικά σ’ όλες τις «αριστερές» οργανώσεις και προσωπικότητες της αριστεράς στη χώρα μας.
Ακόμη και ο Μίκης Θεοδωράκης –και δεν θα το σχολίαζα αν δεν το άκουγα με τα ίδια μου τ’ αυτιά, μαζί με όλους τους παρόντες, στην πρώτη και τελευταία συνδιάσκεψη της Σπίθας– εξέφρασε τον απεριόριστο θαυμασμό του προς τον Νίκο Ζαχαριάδη. Τον θαύμαζε και τον εκτιμούσε τόσο πολύ που τον έβλεπε στον ύπνο του για ένα διάστημα στην εξορία. Πόση επιρροή πρέπει να ασκούσε στους συνεργάτες του ο Ζαχαριάδης ώστε νάναι τόσο ζωντανή η ανάμνησή του μετά από τόσα χρόνια; Ή μήπως είναι η κρυφή γοητεία του σταλινισμού, μιας εξουσίας χωρίς όρια δηλαδή. Άλλωστε Ίσκρα δε θα πει σπίθα στα ελληνικά;
Ο κύριος Θεοδωράκης θα κέρδιζε αιώνια ευγνωμοσύνη και τιμή αν κρατούσε για τον εαυτό του τον ρόλο του πνευματικού ηγέτη και εμπνευστή της κίνησης πολιτών που προσπάθησε να δημιουργήσει. Κι αν άφηνε αυτούς που αρχικά κάλεσε να κάνουν την οργανωτική και πολιτική δουλειά. Δυστυχώς δεν έγινε έτσι.
Και είναι σήμερα το πολιτικό κενό τεράστιο. Στην πραγματικότητα, υπήρχε πάντα, μα τώρα φέρνει τρόμο. Κι αν κοιτάξει κανείς λίγο πιο έξω, τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο ζοφερά. Πολλοί Ισραηλινοί πολίτες κάνουν έκκληση στον πρωθυπουργό Νετανιάχου να μην αρχίσει την επίθεση στο Ιράν πριν να γίνει η συναυλία της Μαντόνας. Σα να λέμε, ας σε δω κι ας πεθάνω γλυκιά μου. Εκτός κι αν θέλουν να δηλώσουν σίγουροι για τη νίκη τους. Σαν να πρόκειται για περίπατο. Είναι τόσο απλά τα πράγματα. Η εμπλοκή των ΗΠΑ είναι βεβαία. Ήδη διαφαίνονται τα στρατόπεδα. Ισραήλ και Δύση από τη μια, Ιράν, Ρωσία, Κίνα από την άλλη. Ασαφής η θέση της Τουρκίας προς το παρόν. Και η Ελλάδα στη μέση.
Ο ελληνικός λαός, για να διασωθεί και να επιβιώσει, πρέπει να βγάλει μπροστά ό,τι καλύτερο διαθέτει. Πρέπει να το βρει και να το βγάλει μπροστά. Ότι μπορεί να καταλάβει πως όποιος θέλει να είναι πρώτος πρέπει να γίνει των πάντων διάκονος. Να υπηρετήσει δηλαδή την πατρίδα, όχι να την πουλήσει.