Για την «Έξοδο» από την πολιορκία …του δυτικού φαντασιακού!
Του Δημήτρη Ναπ. Γιαννάτου από την Ρήξη φ. 30
Αντί επετείου για την Έξοδο του Μεσολογγίου, που ύμνησε το ελεύθερο διαχρονικό πνεύμα των λαών, το παρακάτω κείμενο συνδέει την ποίηση του Διονυσίου Σολωμού με τη «συστημική σκέψη», πολύ πριν εισαχθεί εκ νέου στη θεραπευτική «επιστήμη» του τόπου μας, ντυμένη με δυτικά κοστουμάκια! Το κείμενο δεν λοιδορεί τις ανακαλύψεις μιας παγκόσμιας επιστημολογίας, αλλά καυτηριάζει τη φτήνια της αποικιοποίησης της σκέψης μας, απότοκο ενός αρχοντοχωριάτικου νεοραγιαδισμού πνευματικής υποτέλειας.
Από το τοπικό στο παγκόσμιο, από το προσωπικό στο συλλογικό, από την επιβίωση στις μεγάλες αξίες.
«Κάμε ώστε ο μικρός Κύκλος, μέσα εις τον οποίον κινιέται η πολιορκημένη πόλη, να ξεσκεπάζει εις την ατμόσφαιρά του τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ελλάδας, για την υλική θέση, οπού αξίζει τόσο για εκείνους οπού θέλουν να τη βαστάξουν, όσο για εκείνους οπού θέλουν να την αρπάξουν – και για την ηθική θέση, τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ανθρωπότητας. Τοιουτοτρόπως η υπόθεση δένεται με το παγκόσμιο σύστημα. – Ιδές τον Προμηθέα και εν γένει τα συγγράμματα του Αισχύλου. – Ας φανεί καθαρά η μικρότης του τόπου και ο σιδερένιος και ασύντριφτος κύκλος οπού την έχει κλεισμένη. Τοιουτοτρόπως από τη μικρότητα του τόπου, ο οποίος παλεύει με μεγάλες ενάντιες δύναμες, θέλει έβγουν οι Μεγάλες Ουσίες»( «Eλεύθεροι Πολιορκημένοι» – Διονύσιος Σολωμός (Στοχασμοί του ποιητή)
Είναι αυτή η μικρή «πόλη», ο «μικρός Κύκλος», μέσα στο οποίο κινείται ο εαυτός μας, αλλά και το κοινωνικό μας περιβάλλον – η Ελλάδα, εμείς, η οικογένεια, οι σχέσεις, οι γύρω μας. Από την «κατάσταση πολιορκίας», που ζούμε στην εποχή της μετανεωτερικότητας, ξεκινά η προσπάθεια για ελευθερία και απελευθέρωση από την προσωπική ή συλλογική μας δυσκολία.
Η διατήρηση της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας, του συνεχούς αγώνα μέσα στο σύμπτωμα (τον μικρό κύκλο), κάμε να «κινιέται» με τέτοιον τρόπο, έτσι ώστε να απελευθερωθεί, η «υλική θέση» (δηλαδή, η βιολογική και σωματική μας υγεία) και να αποδεικνύει πόσο σημαντική είναι αυτή για μας, αλλά και γι’ αυτούς που μας πολιορκούν, αυτούς, δηλαδή, που συμβάλλουν στη δημιουργία της «πολιορκίας» (δηλαδή του συμπτώματος).
«Κάμε», όμως, κι αυτή η προσπάθεια (ο αγώνας, η απελευθέρωση, η αλλαγή), να αποκτά την «ηθική θέση» που τη συνδέει με τα μεγαλύτερα συμφέροντα της «Ανθρωπότητας». Με αξίες οικουμενικές και παγκόσμιες της κοινότητας των ανθρώπων. Συνδέοντας το προσωπικό μας γενεόγραμμα, με το γενεόγραμμα της πατρίδας μας, από τον Προμηθέα και τον Αισχύλο, μέχρι τον Παπαδιαμάντη.
Μιλώντας ειδικά για τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», ο Ιάκωβος Πολυλάς λέει ότι η ηθική ελευθερία είναι το πιο οχυρό καταφύγιο της ανθρώπινης ψυχής που πολιορκείται από τη φυσική βία. Ο άνθρωπος που συνειδητοποιεί την αυτονομία του απέναντι στις φυσικές δυνάμεις (το τραύμα, το σύμπτωμα, κ.α) οδηγείται στη δράση και από τη σύγκρουση αυτή γεννιούνται οι υψηλές πράξεις.
Στο ποίημα φαίνεται ακέραιος ο άνθρωπος· το ύψος της ψυχής του και συνάμα τα φυσικά αισθήματα (έρωτας, μητρική αγάπη, ενθουσιασμός της δόξας, φιλοζωία, έρωτας προς τα κάλλη της φύσης) σε όλη τους τη σφοδρότητα, την ώρα που τα σκεπάζει η σκιά του θανάτου (του συμπτώματος). Και, συγχρόνως, αυτή η υπεροχή του πνεύματος μπροστά στη βία (την αλλαγή έναντι της ψυχικής ή σωματικής κακοποίησης), φαίνεται και στον ανδρικό και στο γυναικείο χαρακτήρα, γιατί είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξης.
Χρόνια αργότερα, ο Σεφέρης αναφέρει για τον Σολωμό:
«Ο γενάρχης της λογοτεχνίας αυτής δεν ήξερε ελληνικά, αλλά τα έμαθε και τα μάθαινε ως το τέλος της ζωής του. […] Αλλά την πορεία της ελληνικής γλώσσας την εχάραξε μια για πάντα η διάνοια του Σολωμού. Και ίσως επειδή ερχότανε κάθε τόσο από μακριά, να κοίταξε τα πράγματα με το φρέσκο και το σίγουρο μάτι που τα κοίταξε.» (Σεφέρης [1937] 1984: 71, 74)
Ας το παραλλάξω, μέσα στη «θεραπευτική μου διαστροφή»:
«Ο γενάρχης της αλλαγής (ο άνθρωπος μέσα στον αγώνα για αλλαγή και απελευθέρωση) δεν ήξερε τη γλώσσα της, αλλά την έμαθε και συνέχιζε να μαθαίνει ως το τέλος της ζωής του […]. Αλλά την πορεία αυτή την εχάραξε μια για πάντα η δική του μοναδική διάνοια. Και, ίσως, επειδή ερχόταν κάθε τόσο από μακριά (ξέροντας πως γεννήθηκε και πως ήρθε στη ζωή, παιδί μιας μακραίωνης οικογενειακής και πολιτισμικής ιστορίας), να κοίταξε – παίρνοντας απόσταση, όποτε χρειαζόταν – τα πράγματα με το φρέσκο και το σίγουρο μάτι που τα κοίταξε».