του Δ. Γληνού
Η έννοια της ιστορικής ενότητας πρέπει να ξεχωριστή σε δυο ιδιαίτερα στοιχεία. Στην αντικειμενική ιστορική συνέχεια ενός λαού και στη συνείδηση αυτής τη συνέχειας. Αντικειμενική ιστορική συνέχεια έχομε, όταν ένας λαός από την αρχή που φάνηκε στην ιστορία ξακολούθησεν αδιάκοπα να υπάρχη χωρίς δηλ. να ‘θρη καμιά εποχή γενικού εξολοθρεμού της φυλής ή χωρίς να γίνη τούτο ανακάτεμα αιμάτων, που ο πρωτόγονος φυλετικός χαραχτήρας του λαού να έχει σβήσει μαζί με τα οικοδομημένα απάνω σ’ αυτόν ψυχικά αποκρυσταλλώματα από την ως τότε ιστορική ζωή του.
Του είδους αυτού την ιστορική συνεχεία μάς την αρνήθηκαν καθώς είναι γνωστό μερικοί νεώτεροι ιστορικοί υποστηρίζοντας, πως σε μια περίοδο της ιστορίας μας ερημώθηκε η Ελληνική γη από τους κατοίκους της που ήταν απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων και στη θέση τους ήρθαν φύλα Σλαβικά, που αποτελούν μαζί με τους Αρβανίτες το σημερινό πληθυσμό της Ελλάδας. Η θεωρία αυτή πολεμήθηκε και έπεσε. Γιατί απόδειξαν άλλοι ιστορικοί και ξένοι και δικοί μας, πως ο Ελληνισμός διατηρήθηκε, προ πάντων στις πολιτείες, μ’ όλο το κύμα των ξένων λαών, που πλημμύρισε σε ωρισμένες εποχές τη χώρα μας και πως τ’ απομεινάρια των ξένων αυτών λαών απορροφήθηκαν ολότελα από τον ελληνικό πυρήνα, έτσι που σήμερα η σλαβική επίδραση είναι όλως διόλου ασήμαντη στην Ελλάδα και τα σημάδια της έμειναν μόνο σε μερικές τοπωνυμίες και σε μερικά ήθη και έθιμα ωρισμένων ελληνικών τόπων.
Μα οσοδήποτε πολύ κι αν είναι το ξένο αίμα, που χύνεται μέσα σ’ ένα λαό, η σημασία του δεν είναι απόλυτη (ως προς την ιστορική συνέχεια και όχι γενικά βιολογικά), όσο δεν επηρεάζεται το δεύτερο, το πολύ πιο σημαντικό στοιχείο της ιστορικής ενότητας. Και το στοιχειό αυτό είναι η συνείδηση της ιστορικής συνέχειας. Όπως όταν έχω μέσα στα κατάβαθα της ψυχής μου την ακλόνητη πίστη, πως είμαι Έλληνας και θέλω να ενώσω την τύχη μου μαζί με τους Έλληνες αδελφούς μου, αποτελώ μέρος αναπόσπαστο του έθνους του ελληνικού του σημερινού, έστω εάν φυλετικά είμαι Σύρος ή Αρβανίτης, έτσι και όταν έχω μέσα μου την πίστη πως είμαι απόγονος των αρχαίων Ελλήνων, όταν έχω δηλ. τη συνείδηση της ιστορικής συνέχειας, είμαι αληθινά απόγονός τους, έστω και αν τρέχη στις φλέβες μου οποιοδήποτε αίμα, αρκεί αυτή τη συνείδηση να τη στηρίζουν τα γενικά ψυχολογικά κληρονομικά στοιχεία, που βρίσκονται μέσα στα κοινά γνωρίσματα του χαρακτήρα στη γλώσσα, στις παραδόσεις, στα ήθη και έθιμα και στις θρησκευτικές δοξασίες και στα κοινά εθνικά ιδανικά. Και αυτή η εσωτερική πίστη, η συνείδηση της ιστορικής συνέχειας οσοδήποτε και αν σκοτίστηκε κάποτε από τη χριστιανική συνείδηση, που σε ωρισμένες εποχές από θρησκευτικούς λόγους ήρθε σε αντίθεση προς τον αρχαίον ελληνικό κόσμο, τον εθνικό, όμως έμεινε πάντα στα βάθη της ψυχής των Ελλήνων και γρήγορα ξύπνησε ζωντανή και σα φωτεινή γραμμή την παρακολουθούμε πότε ωχρότερη και πότε ζωηρότερη ανάμεσα στον κόσμο το Βυζαντινό, για να τη δούμε να φωτίζη κηρυγμένη από τα χείλη του τελευταίου βυζαντινού αυτοκράτορα όλη τη σκοτεινή νύχτα τη ελληνικής δουλείας.
Έτσι λοιπόν στο έθνος το ελληνικό βρίσκονται και τα δυο στοιχεία της ιστορικής ενότητας και το αντικειμενικό δηλ. η αδιάκοπη ζωή της φυλής μας από τους αρχαιοτάτους χρόνους ως σήμερα και το υποκείμενο δηλ. η συνείδηση, πως εμείς είμαστε η ίδια φυλή των αρχαίων ελλήνων μόλο που ήρθαν στη χώρα μας σε διάφορες εποχές πολλοί ξένοι λαοί και ανακατώθηκαν μαζί μας. Και αφού τόσο βαθιά ριζωμένη βρίσκεται στη ψυχή όλων των Ελλήνων αυτή η πίστη, δεν μπορεί βέβαια πια σήμερα να κινδυνέψη από πουθενά και όλοι οι φόβοι είναι μάταιοι.