Έχουν δημιουργηθεί τέτοιες συνθήκες, όπου όποιος υπερασπίζει τις πανανθρώπινες αξίες, ανακηρύσσεται αμέσως «προδότης». Ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας δεν τολμά ν’ αναλάβει τις συνέπειες και να χαρακτηριστεί προδότης. Είτε επιδοκιμάζει τις μεθοδεύσεις, αρνούμενο την ανθρωπιά, είτε εθελοτυφλεί βυθισμένο σε μια ένοχη σιωπή. Φυσικά, βασικό κριτήριο «της προδοσίας» και του «πατριωτισμού» είναι το μίσος προς το PKK και τους Κούρδους.
Αν καθρέφτης της ψυχολογικής κατάστασης μιας κοινωνίας είναι ο βαθμός αφοσίωσης στις ανθρώπινες αξίες, στην Τουρκία η κοινωνική εξέλιξη αποτελεί τον πιο αδύναμο ιστό. Είναι ολοφάνερο ότι το κοινωνικό σύστημα υπόκειται σε έλεγχο, ο οποιός βασίζεται σ’ ένα οργανωμένο πρόγραμμα. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι υπάρχουν κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες λειτουργούν και συντηρούνται με κάθε μέσο και κανένας «προοδευτικός» παράγοντας δεν μπορεί να διασπάσει αυτό τον κλοιό.
Η θεωρία των εξαρτημένων αντανακλαστικών του Παυλώφ είναι σε όλους γνωστή. Όταν για παράδειγμα, διαδίδονται συνέχεια πολλά ψεύδη και γίνεται συστηματική προσπάθεια κάθε μέρα και με κάθε τρόπο ν’ απορροφηθούν από το λαό, έρχεται κάποια στιγμή που τα ψεύδη αυτά θεωρούνται «ανερχόμενες αξίες» από κάποιο, έστω τμήμα του λαού. Σ’ ένα περιβάλλον που δεν αναπτύσσεται η εθνική συνείδηση και η αφύπνιση απαγορεύεται με κάθε τρόπο, τα άτομα αδυνατούν να διαχωρίσουν την δημαγωγία από την πραγματικότητα. Για παράδειγμα, σε κοινωνίες όπου επικρατεί σύγχυση εννοιών, όπου ένας φασίστας εμφανίζεται ως «αριστερός», όπου ένας αιμοδιψής δολοφόνος θεωρείται «πατριώτης» και ένα στράτευμα κατοχής αποκαλείται «ειρηνευτική δύναμη» ή έστω παρουσιάζεται έτσι στο λαό, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να προκύψει ικανοποιητικός αριθμός ενθέρμων οπαδών.
Όσοι από τη μια θεωρούν «εθνική δύναμη» και εξυμνούν τον τουρκικό στρατό ο οποίος υπακούει πλήρως στις Η.Π.Α. και οργανώνει με την CIA πραξικοπήματα, και από την άλλη επικρίνουν στις εφημερίδες «τη νέα τάξη πραγμάτων», τι άλλο κάνουν από το να εξαπατούν ηθελημένα τον λαό και να εκπίπτουν σε κοινωνική χυδαιότητα. Αν λάβουμε υπ’ όψη ότι αυτά τα ίδια άτομα χαρακτήριζαν την χούντα της 12ης Σεπτεμβρίου «φασιστικό πραξικόπημα», αλλά τώρα υπερασπίζουν με άκρατο σωβινισμό τον τουρκικό στρατό, ο οποίος οργάνωσε το πραξικόπημα φοβούμενος την κουρδική εθνεγερσία και αποτελεί τον πιο πιστό φρουρό «της νέας τάξης πραγμάτων» στην Μέση Ανατολή, θ’ αντιληφθούμε ότι μέσα στο σύστημα και σύμφωνα πάντα με τη θεωρία του Παυλώφ τα άτομα αυτά έχουν μετατραπεί σε πειραματόζωα. Το πρόβλημα δεν είναι πως ο Πέριντσεκ, ο Τουρκές και ο Ιλχάν Σελτούκ βρέθηκαν στην ίδια γραμμή, ούτε ποιος πλησίασε ποιόν. Το πρόβλημα είναι ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζεται το πρόγραμμα, 72 χρόνια τώρα.
Το βασικό αίτιο εξ’ αιτίας του οποίου η ψυχολογική ανέλιξη της τουρκικής κοινωνίας προς τις πανανθρώπινες αξίες παραμένει ατελής, είναι το Κουρδικό. Είναι η τοποθέτηση της τουρκικής κοινωνίας όσον αφορά το Κουρδικό.
Το 80% του τουρκικού λαού, και ακόμα περισσότερο, αρκείται στις επίσημες ανακοινώσεις που του γίνονται. Δεν αισθάνεται καμμία ανάγκη και ευθύνη να ερευνήσει, να μάθει για τους Κούρδους, να γνωρίσει την ιστορία τους και να κατανοήσει την σημερινή κατάσταση. Κι αν ακόμα παρατηρείται σήμερα κάποια κινητικότητα προς αυτή την κατεύθυνση, οφείλεται περισσότερο στην ένταση του απελευθερωτικού αγώνα.
Το επίσημο Κεμαλικό πρόγραμμα έχει ως εξής: Στρώματα της κοινωνίας και ορισμένοι θεσμοί καταστρατηγούνται, όταν όμως πρόκειται για Κούρδους, ο στρατός, οι θρησκευτικές αρχές, η δικαοσύνη, ο Τύπος, οι πανεπιστημιακοί και οι συνδικαλιστές συσπειρώνονται γύρω από το αιμοδιψές Μισάκ-ι Μιλλί*.
Όσο για την τουρκική αριστερά, στην ιστορία της, εκτός από λιγοστές εξαιρέσεις, εμφανίζεται μεν με διαφορετικές αντιλήψεις και απόψεις, αλλά σε τελική ανάλυση το πρόσωπο της δεν διαφέρει από αυτούς που ανέφερα πιο πάνω… Η αριστερά ένθερμα υποστηρίζει μεν τον «επιστημονικό σοσιαλισμό», όταν όμως πρόκειται για τους Κούρδους, αφ’ ενός παρουσιάζεται ως εκπρόσωπος του κουρδικού λαού, αφ΄ετέρου λέει ότι ο σωβινισμός έχει εισχωρήσει στην βάση αυτής της προσέγγισης. Είναι η εξωτερίκευση ενός ψυχισμού που ελέγχεται από το επίσημο πρόγραμμα. Αν δούμε την κοινωνική αυτή ιδιαιτερότητα από πολιτική-ηθική άποψη, είναι πολύ εύκολο να διακρίνουμε τον εκμεταλλευτικό της χαρακτήρα. Η εξουσία αυτή, όσον αφορά τις μεθοδεύσεις, είναι πολύ πιο άκαμπτη από άλλες ανάλογες στην Ιστορία, κατευθύνει την κοινωνία και με μηχανισμούς άρνησης προσπαθεί να καλύψει τα εγκλήματα που έχει διαπράξει.
Επηρεάζει αρνητικά την κοινωνία, την ωθεί με κάθε τρόπο στην αδράνεια και στην απάθεια. Κι όταν η κατάσταση γίνεται άκρως πιεστική προσπαθεί να την «μαλακώσει» και συγχρόνως να καταπνίξει αιματηρές μνήμες. Μια προσεκτική εξέταση θα μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι κοινός συντελεστής της κυριαρχικής παράδοσης στην Τουρκία είναι «το δικαίωμα να κυβερνάς τους Κούρδους».
Η κυβέρνηση ακολουθεί αυτή την τακτική και φροντίζει να την ενστερνιστούν όλοι οι θεσμοί. Η τουρική αριστερά στο όνομα του σοσιαλισμού αναγκάζει και τους Κούρδους να την αποδεχτούν.
Στο θέμα του κουρδικού λαού οι ιδεολογικές διαφορές ή οι ισχυρισμοί περί ιδεολογικών διαφορών καταλήγουν σε μια συλλογική φιλοδοξία. Αν ανασκαλέψουμε την στάση αυτή, η οποία παρουσιάζεται ως πολιτική «επιδεξιότητα» ή «ιδεολογική ορθότητα», θα αντικρύσουμε την αποκήρυξη του κουρδικού προβλήματος. Αυτό είναι το κλίμα που επιβάλλουν στο λαό, τα δε άτομα αναπνέουν αυτόν τον αέρα. Η δημιουργία, η εξέλιξη και η σημερινή κατάσταση του τουρικού κράτους, στον οικονομικό-πολιτικό και πολιτιστικό τομέα δεν έχει να επιδείξει παρά κρίσεις και αποτυχίες. Παρ’ όλα αυτά ο τουρκικός ρατσισμός που είναι η πηγή της «εθνικής υπερηφάνειας» και το «στήριγμα» της κοινωνίας, ουδέποτε έχει λυγίσει. Ούτε η κοινωνία κατάφερε να προχωρήσει προς τον εξανθρωπισμό, ούτε και τα άτομα μόνα τους επέτυχαν να διαμορφώσουν την ψυχή τους προς αυτήν την κατεύθυνση. Το ιδανικό της εξύψωσης του τουρκισμού, φροντίζει πάντα να «δημιουργεί» εχθρούς, στο βαθμό που χρειάζεται, και να διοχετεύει εκεί τα αισθήματα της κοινωνίας. Οι σχέσεις που έχει δημιουργήσει ο τρόπος παραγωγής στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες και η προσωπικότητα που έχει παράγει η τεχνολογία καθώς και το αυτάρκες οικονομικό περιβάλλον, δεν υφίστανται στην Τουρκία. Η Τουρκία επωφελείται από τα σύγχρονα μέσα, αλλά η νοοτροπία που κυριαρχεί είναι αναχρονιστική. Και όταν τα μέσα είναι ανεπαρκή ή απλά δεν λειτουργούν, επιστρατεύει μια υπέρμετρη βία, την οποία εφαρμόζει χωρίς δισταγμό.
Τρεις χιλιάδες άτομα δολοφονούνται και οι δράστες παραμένουν «άγνωστοι». Τρεις χιλιάδες χωριά εκκενώνονται αφού προηγουμένως έχουν πυρποληθεί και καταστραφεί. Η κοινωνία αδυνατεί να μάθει την αλήθεια.
Καθημερινά, οι οικογένειες των αγνοουμένων κραυγάζουν στις πλατείες. Δεν υπάρχει ευαισθητοποίηση. Χιλιάδες άνθρωποι υπόκεινται σε βασανιστήρια -τα βασανιστήρια εφαρμόζονται ακόμα συστηματικά- κανείς όμως δεν αντιδρά. Οι περισσότεροι που έχουν υποστεί βασανιστήρια σωπαίνουν είτε επειδή δέχονται απειλές είτε επειδή φοβούνται την επανάληψη της φρίκης. Και οι λίγες αδύναμες φωνές χάνονται μέσα στη μεγάλη σιωπή. Η κοινωνία επιδοκιμάζει περισσότερο το δικαίωμα του φόνου και αισθάνεται λιγότερη ευαισθσία για το δικαίωμα στη ζωή. Τα παραδείγματα είναι άπειρα. Έχουν δημιουργηθεί τέτοιες συνθήκες, όπου όποιος υπερασπίζει τις πανανθρώπινες αξιές ανακηρύσσεται αμέσως «προδότης». Το υπόλοιπο τμήμα της κοινωνίας δεν τολμά από φόβο, ν’ αναλάβει τις συνέπειες και να χαρακτηριστεί «προδότης». Είτε επιδοκιμάζει τις μεθοδεύσεις αρνούμενο την ανθρωπιά, είτε εθελοτυφλεί βυθισμένο σε μια ένοχη σιωπή. Φυσικά βασικό κριτήριο «της προδοσίας» και «του πατριωτισμού» είναι το μίσος προς το PKK και τους Κούρδους. Η παραποίηση της ιστορίας και η μεγάλη βαρύτητα που δίδεται στην διδασκαλία της, επηρεάζει την κοινωνία. Η ιστορική αυτή αντίληψη «εκθειάζει» τον Τούρκο, ενώ υποτιμά και υποβαθμίζει όλους τους άλλους.
Αρνείται να παραχωρήσει στους Κούρδους την από χιλιετίες πατρίδα τους.
Απαγορεύει στους Κούρδους να απολαμβάνουν την εθνική κληρονομιά που τους κληροδότησε η ιστορία και οι ανθρωπιστικές αξίες.
Αρνείται να συμπεριλάβει τους Κούρδους στους ανθρώπινους νόμους και στη δικαιοσύνη.
Απαγορεύει στους Κούρδους ν’ αντιστέκονται, για ν’ απαλλαγούν από την αιμοδιψή εκμετάλλευση.
Αυτή είναι μια σύντομη περίληψη της τουρκικής ιστορίας. Σύμφωνα με αυτή την ιστορική παράδοση, αν ο Κούρδος εξαντληθεί ψυχικά, εξουδετερωθούν όλες οι δυνατότητες αντίστασης του και παραδοθεί άνευ όρων, είναι δυνατόν να αναγνωρισθεί δικαίωμα ζωής και «ειρήνη» στο άψυχο πλέον είναι του. Η γνώμη αυτή που παγιώθηκε κυρίως μετά την ίδρυση της Δημοκρατίας και η σιωπή της τουρκική κοινωνίας, όσον αφορά τη δίκαιη αντίσταση του κουρδικού λαού, είναι αποτέλεσμα αυτής της ψευδούς Ιστορίας.
Η ιστορική αυτή αντίληψη διαμόρφωσε αναμφίβολα και την «αριστερή» παράδοση, η οποία όφειλε να είναι ο πρωτοπόρος της τουρκικής κοινωνίας. Αυτοί οι οποίοι επιδοκίμασαν τις σφαγές του καθεστώτος κατά τις εξεγέρσεις στο Αγρί-Ζιλάν, στο Ντέρσιμ, και κατά της εξέγερσης του Σεΐχη Σαΐτ, και χαρακτηρίζουν τον σημερινό αγώνα του κουρδικού λαού ως «εθνικισμό», εκφράζουν κατά κάποιο τρόπο τους δεσμούς και την αφοσίωσή τους στην ιστορία που διαμόρφωσε η εξουσία. Η εσφαλμένη στάση απέναντι στην ιστορία αυτών που όφειλαν να είναι πρωτοπόροι, αποκαλύπτει σαφέστατα το βάθος της σωβινιστικής διάθεσης που επικρατεί στην τουρκική κοινωνία. Ο μεν τύπος που βρίσκεται υπό κρατικό έλεγχο κατηγορώντας τους Κούρδους ως «τρομοκράτες», οι δε αριστερές οργανώσεις χαρακτηρίζοντάς τους «εθνικιστές», ουσιαστικά καταλήγουν σε σύγκλιση απόψεων και έτσι εξεγείρουν την τουρκική κοινωνία ενάντια στους Κούρδους.
Το τουρκικό καθεστώς σίγουρα δεν είναι πολιτισμός. Είναι μια βαρβαρότητα του εικοστού αιώνα με βαθειές ρίζες. Είναι ένας σφιγκτήρας που καταδίκασε τον άνθρωπο να ζει σ’ ένα ψυχολογικό κενό.
Διότι στην κατάσταση που έχει φθάσει η κοινωνία κατάντησε τυφλή, αναίσθητη και ανεύθυνη. Αντί να αναρωτηθεί τι είδος αποστολή εκτελούσαν οι στρατιώτες, μετατρέπει τις κηδείες σε μια εκδήλωση ρατσισμού και σε κραυγές μίσους ενάντια στον κουρδικό λαό.
Στα κέντρα των πόλεων ενθουσιάζονται και επιδοκιμάζουν με σημαίες και συνθήματα τις σφαγές που διαπράττει η αστυνομία, χωρίς επίσημη κατηγορία. Η δικαιοσύνη των Κόντρας θεωρείται εγγύηση για την ασφάλεια της κοινωνίας. Η λογική που αρνείται τυφλά και βίαια την ύπαρξη ενός λαού, μεταδίδεται με τη βοήθεια του Τύπου στην κοινωνία. Οι οικογένειες αγκαλιάζουν τους στρατιώτες που επιστρέφουν στο σπίτι, φορώντας κολιέ φτιαγμένα από τα αυτιά και τα δάκτυλα των ανταρτών. Η ψυχολογική κατάσταση μιας τέτοιας κοινωνίας είναι άκρως επικίνδυνη. Σε μια τέτοια κοινωνία η αγάπη για τον συνάνθρωπο φθίνει. Μια κοινωνία δε, που στερείται την αγάπη, χάνει το μέλλον της, χάνει τα πάντα. Η ψυχολογική δραστηριότητα της τουρκικής κοινωνίας δεν πηγάζει από την αυτογνωσία, τη συνειδητή δράση και την προσαρμογή στη σύγχρονη ζωή, είναι συνέπεια μιας άτεγκτης κατευθυντήριας γραμμής. Για το λόγο αυτό η ψυχολογική δομή της κοινωνίας παρουσιάζει αντιθέσεις και συγκρούσεις, όσον αφορά τις ανθρώπινες αξίες και τον ανθρωπισμό γενικότερα. Κι αυτό εκφράζεται με την παρουσία ενός εξωτερικού εχθρού με τον οποίο έχουν διαποτίσει την κοινωνία και με το σύνθημα «Ο Τούρκος δεν έχει άλλο φίλο, εκτός από τον Τούρκο». Επειδή ό,τι έχει αποκτήσει το κατάφερε με κατοχές και λεηλασίες, και επειδή για την παγκόσμια κοινή γνώμη παραμένει βάρβαρος, αισθάνεται την ανάγκη να υποδαυλίζει συνεχώς τον ρατσισμό επινοώντας «εξωτερικούς εχθρούς». Ο στρατός συνθλίβει τυραννικά την κοινωνία.
Αν εξετάσουμε την εξελικτική πορεία των Τούρκων από τα βάθη της Ασίας μέχρι τις μέρες μας, θα δούμε ότι οι πολιτικές εξουσίες και ο εκδημοκρατισμός πραγματοποιήθηκαν από το στρατό. Ο στρατός που είναι σαν ένα κλειστό κουτί, έχει ασυλία. Δεν επιδέχεται κριτική. Οργανώνει φασιστικά πραξικοπήματα και επικροτείται. Δεν ανέχεται στους κόλπους του, την παραμικρή αντίρηση. Όπως στο παράδειγμα των Εσρέφ Μπιτλίς και Τζεμ Ερσιβέρ, «τα κουφάρια» πετιούνται στο δρόμο. Η ναρκωμένη μνήμη της κοινωνίας τα ξεχνά αμέσως. Όλοι οι θεσμοί με επικεφαλής τον τύπο κάνουν ότι μπορούν για να σβήσουν από την μνήμη της κοινωνίας τέτοια λυπηρά συμβάντα. Η παθητική και άψυχη τουρκική κοινωνία δεν μπορεί να αναρρώσει, αν δεν κατανοήσει το κουρδικό πρόβλημα, την πραγματικότητα του PKK και τον απελευθερωτικό αγώνα. Η υπάρχουσα δομή της τουρκικής κοινωνίας και οι πολιτικές της προεκτάσεις είναι ένας όλεθρος. Διότι η κοινωνία αυτή αισθάνεται υπερηφάνεια με τις «ειδικές ομάδες» και «ανθρώπους» σαν τον Νουσρέτ Ντεμιράλ. Δείχνει πλήρη απάθεια για τις κτηνωδίες στο Κουρδιστάν, αλλά η δεξιά υποστηρίζει τη Βοσνία, την Τσετσενία, τους Τουρκομάνους του Ιράκ, η αριστερά βρίσκεται στη Λατινική Αμερική, στο Μεξικό, στην Αφρική.
Ασχολείται με κάθε τι μακρινό, αρκεί το κέντρο του ενδιαφέροντος να είναι εκτός του αιμοδιψούς Μισάκ-ι Μιλλί*.
Η αξιολόγηση της τουρκικής κοινωνίας και η ανάλυση της τουρκικής ιστορίας περιλαμβάνει προοπτικές οι οποίες προσδιορίζουν την τουρκική πραγματικότητα.
Οι συνέπειες της 12ης Σεπτεμβρίου που δημιούργησε πλήγματα και βαθειές κρίσεις, επηρέασαν περισσότερο τους Τούρκους παρά τους Κούρδους. Διότι, η τουρκική κοινωνία σηκώνει το βάρος της καταστροφής, της άρνησης, τους φόνους χιλιάδων ανθρώπων από «άγνωστους δολοφόνους» και τη συστηματική εφαρμογή βασανιστηρίων. Φυσικά, ο εν μέρει έστω εκδημοκρατισμός της τουρκικής κοινωνίας, άμεσα συνδέεται με τους Κούρδους.
Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς πόσο τυφλός και αφόρητος είναι αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης. Οι άτολμες δημοκρατικές προσεγγίσεις, η έκφραση απλών και θεμελιωδών σκέψεων των Γιασάρ Κεμάλ και Ορχάν Παμούκ, αντιμετωπίστηκαν με οργή. Αν λάβουμε υπ’ όψη ότι η οργίλη αυτή επίθεση προέρχεται οπωσδήποτε από το ίδιο το κέντρο αποφάσεων καταλαβαίνουμε το επίπεδο στο οποίο βρίσκεται η κοινωνία. Άλλο ένα παράδειγμα που αντανακά την δύσκολη αυτή ψυχολογική κατάσταση είναι ο σάλος που προκλήθηκε προκειμένου να φιμωθεί ο Ντογού Εργκίλ, ο οποίος εναγωνίως συνέταξε μια αναφορά για να αποτρέψει την κατάρρευση του συστήματος.
Μια κοινωνία η οποία στη θέα μιας λίμνης αίματος παραμένει απαθής και ανεύθυνη, είναι μια κοινωνία ναρκωμένη, πιεσμένη και άπνους. Είναι μια κοινωνία εύκολα κατευθυνόμενη, άψυχη, ανίκανη, χωρίς πρωτοπόρους, μια κοινωνία που υπνοβατεί. Όπως αναφέρει η ηγεσία του κόμματος μας (Άπο), η κατάσταση αυτή μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μαϊμουδισμός. Αυτή είναι η θέση της τουρκικής κοινωνίας απέναντι στον Κουρδικό λαό. Για το λόγο αυτό η τουρκική κοινωνία δεν μπορεί να βγει από το τέλμα, αν δεν κατανοήσει το PKK, την οργή και τον πόλεμο των Κούρδων. Αν δεν νοιώσει επίσης ότι η οργή αυτή που είναι αγνή όλο η αγάπη ξεπηδάει από πολλούς και πίκρες.
Ο σεβασμός των νομίμων δικαιωμάτων των Κούρδων, θα οδηγήσει στη λύτρωση την ψυχή της τουρκικής κοινωνίας που βρίσκεται σ’ αποσύνθεση. Μόνο έτσι η τουρκική κοινωνία θ’ αποκτήσει ανθρωπιά και θ’ απαλλαγεί από την σκιά της ενοχής.
*Μισάκ-ι Μιλλί: Διακήρυξη της τουρκικής εθνοσυνέλευσης (28 Ιανουαρίου 1929) σύμφωνα με την οποία καθορίστηκαν τα «εθνικά σύνορα». Οι κάτοικοι του Νότιου Κουρδιστάν (Βόρειο Ιράκ), της Μουσούλης, του Κιρκούκ -τα πλουσιότερα κοιτάσματα πετρελαίου.