Πρωτοφανές για τα ελληνικά πολιτικά χρονικά υπήρξε το σκάνδαλο των υποκλοπών. Μια ξένη δύναμη –ή, μάλλον, για να μην παίζουμε κι εμείς με την αοριστία που αποπροσανατόλισε τη δημόσια συζήτηση σχετικά με το ζήτημα, οι Η.Π.Α– παρακολουθούσε τα τηλέφωνα του πρωθυπουργού, του υπουργού Εξωτερικών, σημαντικών κυβερνητικών στελεχών και κρατικών λειτουργών, γνωστών στελεχών της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά και μελών της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, του αντιεξουσιαστικού χώρου. Ο στόχος ήταν προφανής: ο απόλυτος έλεγχος της πολιτικής ζωής της χώρας.
Όσο πρωτοφανή υπήρξαν, όμως, τα γεγονότα, άλλο τόσο πρωτοφανείς υπήρξαν οι αντιδράσεις των ΜΜΕ, της αντιπολίτευσης και – δυστυχώς– της κοινής γνώμης. Από κοινού, αξιωματική αντιπολίτευση και ΜΜΕ προσπάθησαν να συγκαλύψουν τον πραγματικό υπαίτιο υποβαθμίζοντας το ζήτημα στις διαστάσεις των ευθυνών της Vodafone, στις καθυστερημένες αντιδράσεις της κυβέρνησης κ.ο.κ. Δυστυχώς, στην ίδια λογική της υποβάθμισης του ζητήματος λειτούργησε και η αριστερά: ο Συνασπισμός έκανε μερικές μέρες να …αποφασίσει για το ποιόν του υπευθύνου, ενώ το Κ.Κ.Ε., σ’ ένα ρεσιτάλ αμηχανίας, δήλωσε πως το γεγονός αυτό είναι…αυτονόητο για μια ιμπεριαλιστική χώρα! Ακόμα και το ΛΑΟΣ, που αγωνίζεται να καταγραφεί στις συνειδήσεις του λαού ως η συνεπής αντιαμερικανική δύναμη, έδωσε τις απαραίτητες εξετάσεις… πρεσβυωπίας στην αμερικανική πρεσβεία όχι απλώς σιωπώντας χαρακτηριστικά για το ζήτημα, αλλά μιλώντας για «εσωτερικές δυνάμεις» που ενέχονται στις υποκλοπές.
Οι αντιδράσεις αυτές καθόρισαν και το κλίμα στην κοινή γνώμη η οποία πέρασε στα ψιλά το ζήτημα, προσπερνώντας τις σοβαρότατες συνέπειές του για το επίπεδο ανεξαρτησίας της χώρας.
Οι εξελίξεις αποδεικνύουν άλλη μια φορά πως ζούμε σε μια ενδοτική δημοκρατία. Η πλειοψηφία του πολιτικού κόσμου και των ΜΜΕ έχουν αποδεχθεί πλήρως την υπαγωγή της χώρας στην αμερικανική σφαίρα της επιρροής και προσπαθούν να διαχειριστούν τους αναπόφευκτους κραδασμούς που αυτή δημιουργεί. Ο βαθμός της αποδοχής είναι τόσο μεγάλος ώστε δεν είναι διατεθειμένοι να συμπράξουν ούτε σε μια προσπάθεια της κυβέρνησης να τηρήσει τα προσχήματα. Ταυτόχρονα, η παρουσία και η επέμβαση των Αμερικανών στα εσωτερικά της χώρας είναι δεδομένη στη συνείδηση του λαού, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία του λαού μας εισπράττει τις εξελίξεις μελαγχολικά. Η δημοσιοποίηση τέτοιων σκανδάλων προκαλεί πλέον δυσφορία γιατί υπενθυμίζει στον λαό μια θλιβερή πραγματικότητα την οποία προσπαθεί να ξεχνάει.
Βλέπουμε τώρα την απόσταση που παρεμβάλλεται ανάμεσα στο 1996 και στο σήμερα. Το 1996, ήταν ο Έλληνας πρωθυπουργός που τηλεφώνησε στον Μπιλ Κλίντον, την νύχτα των Ιμίων, ζητώντας του να παρέμβει. Ακολούθησε εκείνο το αλήστου μνήμης «ευχαριστώ» του Σημίτη στην ελληνική Βουλή. Η πρόσκληση αυτή, όμως, αποδείχθηκε ότι έχει διάρκεια: δέκα χρόνια μετά, ο «μεγάλος αδελφός» είναι εδώ, πανταχού παρών, επιτηρώντας την ελληνική πολιτική ζωή.
«Yeni Yorgos» – Επιστροφή στη «νομιμότητα»
Φυσικά, το χλιαρό επίπεδο των αντιδράσεων στο σκάνδαλο των υποκλοπών σήμανε και την απαρχή μιας γενικότερης οπισθοδρόμησης στο επίπεδο της αυτονομίας της χώρας. Έτσι, η τοποθέτηση της Ντόρας στο υπουργείο Εξωτερικών, η οποία άλλοτε –και ιδιαίτερα μετά το Σχέδιο Ανάν– δεν ήταν τόσο εύκολη, πραγματοποιήθηκε δίχως κανένα πρόβλημα.
Οι αντιδράσεις, ως επί το πλείστον, υπήρξαν θετικές: ΜΜΕ, ΠΑΣΟΚ… Τούρκοι και Αμερικάνοι χαιρέτησαν την επαναφορά ενός «δικού τους ανθρώπου» στη θέση που καθορίζει τη διεθνή συμπεριφορά της χώρας. Στα μάτια των δύο τελευταίων –όπως και στις συνειδήσεις του εκσυγχρονιστικού στρατοπέδου– η κίνηση αυτήν είχε τον χαρακτήρα της αποκατάστασης της πιο ενδοτικής ως προς τους Τούρκους και τους Αμερικανούς γραμμής.
Έτσι, η απροθυμία της ελληνικής κυβέρνησης να πιέσει την ελληνοκυπριακή πλευρά ν’ αποδεχθεί το Σχέδιο Ανάν (πράγμα που ανοιχτά έκανε η Ντόρα Μπακογιάννη εκείνη την εποχή), και άρα να συμπράξει ενεργά σε μια καθοριστική φάση της υλοποίησης των σχεδίων της Νέας Τάξης για την περιοχή, αποδεικνύεται μια μικρή παρένθεση. Επιστρέφουμε στο κλίμα της «εποχής Γιωργάκη», το οποίο αποκαθίσταται σε μια νέα εκδοχή με μεγαλύτερη δόση… κομψότητας και καπατσοσύνης που διακρίνει την οικογένεια Μητσοτάκη.
Μ’ αυτήν την εξέλιξη, το ρήγμα το οποίο άνοιξαν οι Ελληνοκύπριοι, με το κατηγορηματικό τους «Όχι» στο δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν, στα τείχη της δουλοπρέπειας που έχουν υψώσει οι ελίτ της χώρας κινδυνεύει να ξανακλείσει. Μια ευκαιρία φαίνεται πως χάνεται προς το παρόν. Τουλάχιστον, όμως, είναι πλέον σαφές πως τέτοιες ευκαιρίες εξαρτώνται μόνο από την αντιστασιακή διάθεση του λαού μας. Κι αυτό επιβεβαιώνεται περίτρανα μέσα από τη μεταστροφή του Ο.Η.Ε. σχετικά με το «Σχέδιο Ανάν», έτσι όπως εκδηλώθηκε στην πρόσφατη συνάντηση του Κ. Ανάν με τον Τάσσο Παπαδόπουλο στο Παρίσι. Εκεί, ο γ. γ. των Ηνωμένων Εθνών, αίφνης, εγκατέλειψε την επιμονή να προβάλλει το σχέδιό του ως βάση διαπραγμάτευσης, κάνοντας ταυτόχρονα σημαντικά βήματα προς την αποδοχή μίας ευρωπαϊκής λύσης για το Κυπριακό. Και τούτο φυσικά οφείλεται στο «Όχι» του ελληνοκυπριακού λαού, ο οποίος αψήφησε τις Κασσάνδρες του «Ναι» που, σε μια τρομοκρατική επικοινωνιακή εκστρατεία, ταύτιζαν την καταψήφιση του δημοψηφίσματος με την… καταστροφή της Κύπρου. Οι εξελίξεις τούς διαψεύδουν ολοκληρωτικά και αποδεικνύουν για άλλη μια φορά πως τα επιχειρήματά τους αποτελούν περισσότερο προϊόντα μιας προπαγάνδας που θέλει πάση θυσία να αποδεχθούμε τα σχέδια των Αμερικανών και των Τούρκων για την περιοχή, παρά αποτελέσματα μιας συνεπούς ρεαλιστικής γραμμής περί τα εξωτερικά θέματα.
Ο «εκσυγχρονισμός» αντεπιτίθεται
Βέβαια, οι «παλινορθωτικές» τάσεις που επιδεικνύει ο εκσυγχρονισμός τον τελευταίο καιρό δεν εξαντλούνται μοναχά στο επίπεδο των εθνικών θεμάτων. Μεγάλη αντεπίθεση πραγματοποιείται και στα εργασιακά.
Ένας από τους λόγους για τους οποίους η Νέα Δημοκρατία κέρδισε τις εκλογές ήταν, φυσικά, και η εμφάνιση ενός φιλολαϊκού προφίλ στη διαχείριση των οικονομικών και του εργασιακού. Από την εκλογή της και μετά, βέβαια, σταδιακά, η κυβέρνηση ανακρούει πρύμναν αναφορικά με τις δεσμεύσεις της.
Ο τρόπος που αντιμετώπισαν την απεργία των Ναυτεργατών με την επιστράτευση ή, ακόμα, ο ξυλοδαρμός των ΜΑΤ στις απεργίες των τραπεζιτικών, η απροθυμία της να επέμβει στις διαβουλεύσεις εργαζόμενων και εργοδοτών, προκειμένου να καμφθεί η αδιαλλαξία των δεύτερων σχετικά με τις αυξήσεις –όλα αυτά είναι εκφράσεις αυτής της στροφής προς τον νεοφιλελευθερισμό και τις απαραίτητες «δομικές μεταρρυθμίσεις» για τις οποίες πιέζουν η Ε.Ε. και το Δ.Ν.Τ.
Έτσι, παρόλο που εκλέχθηκε ως μια δύναμη της «λαϊκής δεξιάς», η Νέα Δημοκρατία, τώρα,καλείται να διαχειριστεί την… κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, τη λιτότητα και την απαξίωση της εργατικής νομοθεσίας.
Υπόγεια Διαδρομή
Είναι προφανές πως οι εξελίξεις που μας συνόδεψαν στο τρίμηνο που πέρασε ήταν μάλλον αρνητικές. Επιβεβαίωσαν τη βαθιά σήψη του πολιτικού κόσμου, την καχεξία των αντιστάσεων και την κυριαρχία των αποσυνθετικών τάσεων της κοινωνίας. Δείκτης αυτής της κατάστασης είναι, εξ άλλου, το επίπεδο της ελληνικής τηλεόρασης η οποία συνδυάζει την πιο συστηματική προπαγάνδα με την επιμονή σε μια ρωμαϊκού τύπου παρακμή, η οποία προβάλλεται μέσα από εξανδραποδισμένα και κενά ουσίας θεάματα. Η εξουσία κάνει ανοιχτά τη δουλειά της και η κοινωνία επιλέγει να ξεχάσει, παραδομένη σ’ αυτόν τον εικονικό ευδαιμονισμό.
Υπάρχει διέξοδος από αυτό το τοπίο; Οι απαισιόδοξοι ας μην βιαστούν να απαντήσουν. Στο Ιράκ η Αντίσταση συνεχίζεται και η μόνη διέξοδος των Αγγλοαμερικάνων είναι να υποδαυλίζουν τον εμφύλιο πόλεμο, όπως έκαναν οι Γερμανοί στην Κατοχή. Σε άλλες γωνιές του πλανήτη, με επίκεντρο τη Λατινική Αμερική, η ελπίδα ανανεώνεται και νέα κινήματα ξεπροβάλλουν δυναμικά. Στη Γαλλία για τρίτη φορά σε ένα χρόνο ξανακούγεται ο γαλατικός πετεινός. Μετά την απόρριψη του Ευρωσυντάγματος στο Δημοψήφισμα, μετά την εξέγερση των νέων των γκέτο, επανεμφανίζεται σε μεγάλες διαστάσεις το φοιτητικό και νεολαιίστικο κίνημα. Ο κόσμος της παγκοσμιοποίησης και του νεο-φιλευθερισμού μοιάζει να αμφισβητείται μαζικά.
Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε πως Έλληνες ήταν εκείνοι, οι Ελληνοκύπριοι, που δύο χρόνια πριν αψήφισαν τη Νεα Τάξη και κέρδισαν!
Εξ άλλου, όπως ο ίδιος, πρόσφατα χαμένος στους διαδρόμους της βιομηχανίας του θεάματος, ποιητής επεσήμανε κάποτε:
Σ’ αυτό τον τόπο όσοι αγαπούνε τρώνε βρώμικο ψωμί/
Κι οι πόθοι τους ακολουθούνε υπόγεια διαδρομή.