της σύνταξης
Η αρχή του τέλους για τον “εκσυγχρονισμό” έχει ήδη σημάνει. Οι κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες του δοκιμάζονται πολλαπλώς. Όλα δείχνουν να καταρρέουν.
Η κατάρρευση του χρηματιστηρίου και η, για πολλούς μήνες, υποτονικότητά του, έχει απομακρύνει από την κυβέρνηση πολλά από τα μεσαία και τα λαϊκά στρώματα που επένδυσαν στη λογική της ισχυρής Ελλάδας. Οι επιπτώσεις, δε ήδη επεκτείνονται και στους επιχειρηματικούς κύκλους, που, αφού συσσώρευσαν αμύθητα ποσά με το colpo grosso του χρηματιστηρίου, δοκιμάζουν με τη σειρά τους τις συνέπειες της χρηματιστηριακής κρίσης. Και το χειρότερο είναι πως αυτή η κρίση δεν έχει πιθανότητες άμεσης αναστροφής, διότι δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά αγκαλιάζει το σύνολο της δυτικής οικονομίας, με παρατεταμένη άνοδο των τιμών του πετρελαίου και χρηματιστηριακή καθίζηση σε όλες τις “ώριμες” αγορές. Η καθοδηγούμενη από τις ΗΠΑ παγκοσμιοποίηση αρχίζει να θρυμματίζεται.
Ταυτόχρονα, η κρίση του Ασφαλιστικού ολοκλήρωσε τη ρήξη με τα χαμηλότερα και μεσαία στρώματα, ακόμα και εκείνα του δημόσιου τομέα. Η κοινωνική συμμαχία που προωθούσε το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ, από τους μισθωτούς μέχρι τα νέα τζάκια και τους διαπλεκομένους, με κοινό παρονομαστή το “νοικοκύρεμα” της οικονομίας και τη διανομή των ευρωπαϊκών πακέτων -και ιδεολογικό συνεκτικό υλικό τον “εκσυγχρονισμό” και τον αντικληρικαλισμό, ώστε να ενσωματώνει και ένα μέρος της Αριστεράς- τινάχτηκε στον αέρα. Διότι οδηγήθηκε σε μια πολιτική που αποξενώνει και τα δύο άκρα της κλίμακας.
Η άτακτη υποχώρηση στο ασφαλιστικό διέρρηξε τους δεσμούς με την αριστερά, την οποία είχε επιχειρήσει να ενσωματώσει με την πολιτική στο θέμα των ταυτοτήτων. Ακόμα και η Δαμανάκη είναι υποχρεωμένη να παίρνει αποστάσεις. Η απόπειρα δε επιστροφής στην αντιδεξιά ρητορεία με σημαιοφόρο τον Λαλιώτη σηματοδοτεί μια παταγώδη αποτυχία της γραμμής Σημίτη. Το αντιεκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ συσπειρώθηκε και πάλι και ο Σημίτης βρέθηκε όμηρος του Πολυζωγόπουλου και του… Μαγκούφη. Η χρησιμότητά του για το κεφάλαιο αιφνιδίως υποβαθμίζεται: αφού δεν μπορεί να περάσει τους νόμους για το εργασιακό και το ασφαλιστικό και αφού η οικονομική του πολιτική καταρρέει, ποιος είναι ο λόγος να συντηρείται στην εξουσία;
Έτσι, η ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ βρέθηκε ξαφνικά απογυμνωμένη από το ευρύ μέτωπο συμμαχιών που είχε συγκροτήσει.
Τέλος, το εκκλησιαστικό, αποδείχτηκε ένα ουρανόμηκες φιάσκο και μια ήττα τεραστίων διαστάσεων. Η τελευταία απόπειρα απομείωσης του Χριστόδουλου με την επίσκεψη του Πάπα μεταβλήθηκε σε μπούμερανγκ και σφράγισε μια βαθύτατη ιδεολογική ήττα. Διότι το γεγονός ότι ο Χριστόδουλος αντιμετώπισε τον Πάπα ως ο μόνος αυθεντικός εκπρόσωπος του ελληνισμού και τον υποχρέωσε στην έστω τυπική συγγνώμη, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση κάνει επονείδιστους τεμενάδες στους Τούρκους στρατηγούς, ολοκλήρωσε την πανωλεθρία της κυβερνητικής στρατηγικής στο εκκλησιαστικό. Τα τρία εκατομμύρια των υπογραφόντων που ζητούν δημοψήφισμα για το ζήτημα των ταυτοτήτων δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο. Η επιμονή στη διαγραφή του θρησκεύματος και της ιθαγένειας από τις ταυτότητες, που εθεωρήθη ως ένα προνομιακό ιδεολογικό ζήτημα για το “τσουβάλιασμα” της αριστεράς, οδήγησε στην αναμόχλευση του ζητήματος της ταυτότητας των ελλήνων την εποχή της παγκοσμιοποίησης και προξένησε τεράστια ζημιά στην κυβέρνηση. Όχι μόνο την έφερε σε μετωπική σύγκρουση με την εκκλησία, επιταχύνοντας τη ριζοσπαστικοποίηση του εκκλησιαστικού σώματος προς μια αντιπαγκοσμιοποιητική κατεύθυνση, αλλά άνοιξε εκ νέου ζητήματα που φαίνονταν καταχωνιασμένα και ξεχασμένα. Η κυβερνητική επίθεση στο τελευταίο αποκούμπι των Ελλήνων, την ταυτότητά τους, πυροδότησε μια πολιτιστική επανάσταση χωρίς προηγούμενο. Αρκεί να δει κανείς την αυξανόμενη αντίσταση στα ζητήματα της γλώσσας, του πολιτισμού, της ιστορίας.
Οι Έλληνες νιώθουν πως γίνονται περισσότερο εξαρτημένοι και υποτελείς στις δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης και τους επεκτατιστές γείτονες. Και θα περίμενε κανείς πως θα τα παρέδιδαν όλα. Όμως, συμβαίνει το ακριβώς αντίστροφο: καταφεύγουν στην τελευταία γραμμή άμυνας, την πολιτισμική ταυτότητά τους, τη γλώσσα, τη θρησκεία τους. Και αυτό αιφνιδίασε τους εκσυγχρονιστές: οι οποίοι φαντάζονταν πως αρκεί το χρηματιστήριο, ο εκμαυλισμός των καναλιών, οι παρελάσεις των καλλιτεχνιδών από την Τουρκία και οι υποκλίσεις στον Τζεμ για να γίνει αποδεκτή και πλήρης η απεμπόληση κάθε στοιχείου ταυτότητας.
Έτσι λοιπόν κλείνει μια εποχή. Μια εποχή κυριαρχίας του σημιτικού εκσυγχρονισμού. Αυτή η πολιτική βαδίζει προς τη δύση της. Και τίποτε άλλο δεν συμβολίζει τόσο καθαρά την κρίση του όσο η άνοδος και η πτώση του… Δημήτρη Αβραμόπουλου! Ο Αβραμόπουλος συμβόλιζε έναν εκσυγχρονισμό αποκαθαρμένο από εξαρτήσεις ιστορικών καταβολών και κινημάτων της δεκαετίας του ’70, όπως συμβαίνει με το ΠΑΣΟΚ. Ο Αβραμόπουλος ήταν πράγματι ο “κύριος τίποτα”, το δημιούργημα των καναλιών, της εικόνας, του τηλεοπτικού συστήματος. Και γι’ αυτό θεωρήθηκε ο καλύτερος εκπρόσωπος του “μεσαίου χώρου”, και για ένα διάστημα ενισχύθηκε χωρίς κανένα μέτρο από του Μαξίμου και τα ΜΜΕ. Ωστόσο, η έλλειψη θέσεών του για το ζήτημα των ταυτοτήτων και το ασφαλιστικό, η αδυναμία να συσπειρώσει έστω και ελάχιστους πολιτευτές γύρω του, τον οδήγησαν σε μια σταδιακή αλλά αναπόφευκτη πτώση.
Και είναι μάλλον βέβαιο ότι την ίδια τύχη θα έχουν και οι άλλοι αστέρες του σημιτικού μηδέν, ο Γιάννος Παπαντωνίου και ο Γιωργάκης Παπανδρέου. Ο μεν πρώτος θα αποτελέσει το θύμα της αποτυχίας της οικονομικής πολιτικής, ο δε δεύτερος των χωρίς όρους και όρια υποχωρήσεων έναντι της Τουρκίας. Διότι μπορεί οι Έλληνες, σε μια λογική ήσσονος προσπάθειας, να αποδέχτηκαν εν μέρει μια λογική “ειρήνευσης” με την Τουρκία ή ακόμα και φιλανδοποίησής μας, ωστόσο δεν πρόκειται να κάνουν πρωθυπουργό τον άνθρωπο που εξέφρασε μια τέτοια πολιτική. Θα προτιμούσαν ακόμα και τις κενές ρητορίες του Άκη, για να κρατάνε κάτι από την χαμένη αξιοπρέπειά τους.
Κατά συνέπεια, παρά το άγος της Ολυμπιάδας, ο σημιτικός εκσυγχρονισμός, η σημιτική εκκλησία εκμετρά το ζειν. Και ήδη υψώνονται οι θρηνωδίες των σιτιζομένων στα πρυτανεία των Πανεπιστημίων, των ΜΜΕ, των Δημοσίων Οργανισμών, των Υπουργείων και των διαπλεκομένων.