Στη Γένοβα, το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης ολοκλήρωσε νικηφόρα έναν πρώτο κύκλο. Έναν κύκλο που εγκαινιάστηκε το 1992 με την παγκόσμια διάσκεψη του Ρίο ντε Τζανέιρο για το περιβάλλον και την παγκόσμια κινητοποίηση για τους ινδιάνους Ζαπατίστας, πέρασε στο διεθνές προσκήνιο με τις διαδηλώσεις του Σηάτλ, τον Δεκέμβριο του 1999, σχηματοποιήθηκε με το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε και κορυφώθηκε τον Ιούλιο του 2001 στη Γένοβα. Ολοκληρώθηκε η περίοδος της γενικής ιδεολογικής προετοιμασίας για ένα νέο διεθνές κίνημα μεγάλων διαστάσεων που θα απαντήσει στην έκλειψη του παλιού σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος.
Ήδη αυτό το κίνημα, που ξεκίνησε από την αμφισβήτηση του νεο-φιλελεύθερου μοντέλου, κατόρθωσε να αντιπαρατεθεί ευθέως με τους ισχυρούς του κόσμου και να τους συντρίψει ιδεολογικά. Η παγκοσμιοποίηση, για την πλειοψηφία των πολιτών του πλανήτη, γίνεται συνώνυμο βαρβαρότητας, αναλγησίας, οικονομικού και κοινωνικού αδιεξόδου.
Είναι ένα κίνημα πολύχρωμο στο οποίο συμμετέχουν συνιστώσες που θα ήταν δυνατό να θεωρηθούν και εντελώς αντιφατικές μεταξύ τους. Κατ’ αρχάς, πρόκειται για τα νεώτερα κινήματα τα οποία αναδείχθηκαν στη δεκαετία του ’90 και σφραγίστηκαν ιδεολογικά από τις κινητοποιήσεις κατά των πολυεθνικών και των Μακ Ντόναλντς, υπέρ των Ζαπατίστας, κατά του πολέμου στον Κόλπο και της επιδρομής ενάντια στη Γιουγκοσλαβία, ενάντια στη χρηματιστηριοποίηση της οικονομίας και τη μεταβολή του πλανήτη σε σκουπιδοντενεκέ των ισχυρών. Σταδιακά, και ιδιαίτερα από τη στιγμή που το κίνημα εξαπλώθηκε στην Ευρώπη, εμφανίστηκαν ή επανεμφανίστηκαν ρεύματα της ρεφορμιστικής αριστεράς, των κομμουνιστικών κομμάτων, των αναρχικών και των πρασίνων. Τέλος συμμετέχουν σε αυτό και ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, όπως τα αμερικανικά συνδικάτα, ένα μεγάλο μέρος των καθολικών οργανώσεων στη Λατινική Αμερική και την Ιταλία, εθνοτικές ή εθνικές δυνάμεις σε πολλές χώρες της περιφέρειας και της Ευρώπης (ΙΡΑ, ΕΤΑ, εθνικά ή εθνικο-κομμουνιστικά ρεύματα στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, ισλαμιστές, κλπ.).
Πολλοί, καλόπιστα ή όχι, προωθούν την αντίληψη ότι δεν πρόκειται για ένα κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, αλλά απλώς για ένα κίνημα που στρέφεται ενάντια στις αρνητικές πλευρές της. Έτσι, ένα μεγάλο μέρος του λεγομένου “εκσυγχρονιστικού” στρατοπέδου προσπαθεί στην ουσία να υποβιβάσει το κίνημα σε μια διορθωτική ανακαίνιση της νέας τάξης, όπως κατεξοχήν συμβαίνει στη Γαλλία, όπου η ίδια η κυβέρνηση θέλει να συμμετέχει τόσο στους μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης όσο και στο κίνημα εναντίον της! Η σοσιαλδημοκρατία είναι συνηθισμένη σε τέτοιους ακροβατισμούς. Το κίνημα αυτό όμως στρέφεται όντως κατά της παγκοσμιοποίησης στο σύνολό της και απορρίπτει τόσο τον παλιό σοβιετισμό όσο και τη νεοφιλελεύθερη νέα τάξη των Αμερικανών.
Γι‘ αυτό και έχει σαν βασικούς του άξονες τους εξής:
Α. Είναι ένα κίνημα κατά της ανεξέλεγκτης διεθνοποίησης των αγορών που οδηγεί σε οικολογική καταστροφή, όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και περιορισμό της ελευθερίας κινήσεων λαών, εθνών και περιφερειών. Στρέφεται κατά συνέπεια εναντίον του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), που καταργεί τους δασμούς και αφήνει ασύδοτες τις πολυεθνικές, ενώ προσπαθεί να επιβάλει περιορισμούς στην αχαλίνωτη δράση του χρηματιστικού κεφαλαίου. Η επιβολή του λεγόμενου “φόρου Τόμπιν”, σε όλες τις χρηματιστηριακές συναλλαγές, αποτελεί ένα από τα βασικά αιτήματα του κινήματος και θίγει ιδιαίτερα τα κεφάλαια που κινούνται από χρηματιστήριο σε χρηματιστήριο. Με τα χρήματα που θα προκύψουν απο την επιβολή του θα ενισχυθούν οι χώρες του Τρίτου Κόσμου. Μια τέτοια φορολόγηση θα οδηγούσε σε δραματικό περιορισμό στην ανεξέλεγκτη κίνηση των κεφαλαίων που έχουν καταλύσει κάθε έννοια αυτόνομης οικονομικής ανάπτυξης χωρών και περιφερειών.
Β. Υποστηρίζει το δικαίωμα των λαών, εθνών και εθνοτήτων στην αυτοδιάθεση και στρέφεται εναντίον πολιτικών και οικονομικών “ολοκληρώσεων” που συντρίβουν τους μικρούς λαούς και έθνη. Σύμβολο του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης είναι οι Ζαπατίστας των Ινδιάνων Τσιάπας στο Μεξικό. Οι Ζαπατίστας ζητούν την αυτόνομη ανάπτυξη της περιοχής τους και ταυτόχρονα εναντιώνονται στην ΒΑΕΕΕ (ΝΑFTA), τη Βορειοαμερικανική Ένωση Ελευθέρου Εμπορίου, που υποτάσσει το Μεξικό στην αμερικάνικη οικονομία. Το κίνημα στρέφεται επίσης κατά της πολιτικής λογικής της παγκοσμιοποίησης, που με το πρόσχημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οδηγεί στην κατάργηση των δικαιωμάτων των εθνών, όπως έγινε με τον Πόλεμο του Κόλπου και τους Βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας.
Γ. Το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης υποστηρίζει πως μια ανάπτυξη στηριγμένη σε τοπικούς πόρους, που αναπτύσσει την παγκόσμια συνεργασία στο επίπεδο των επικοινωνιών και περιορίζει τον όγκο του εμπορίου, των μεταφορών, τη σπατάλη των φυσικών πόρων, είναι πιο αποδοτικό οικονομικά από το παγκοσμιοποιημένο μοντέλο, το οποίο επιφέρει τεράστιο κόστος, λόγω της καταστροφής του περιβάλλοντος, των οικοσυστημάτων και των λαών. Τα φαινόμενα της υπερθέρμανσης, των τρελών αγελάδων, κλπ., με το τεράστιο οικονομικό κόστος τους, επιβεβαιώνουν το αδιέξοδο του σημερινού βιομηχανικού και γεωργικού μοντέλου. Επιπλέον, ένα μοντέλο διακυβέρνησης στηριγμένο στη συμμετοχή των λαών, όπως εκείνο που στηρίζεται στις μικρές μονάδες, περιφέρειες και έθνη-κράτη, επιτρέπει και την ύπαρξη και την εμβάθυνση της δημοκρατίας. Η δημοκρατία ανθεί σε μεγέθη προσαρμοσμένα στον άνθρωπο, όπως συνέβη με την άμεση δημοκρατία στην αρχαία Αθήνα, ενώ οι αυτοκρατορίες είναι πάντοτε απολυταρχικές.
Αυτά είναι μερικά από τις βασικές παραμέτρους του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης. Και δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως οι Έλληνες έχουν συμμετάσχει με τον τρόπο τους, τα τελευταία χρόνια, σε αυτό το κίνημα. Γι’ αυτό και η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών, έστω ενστικτωδώς, συντάσσεται μαζί του, όπως φάνηκε και στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις. Το ερώτημα είναι, λοιπόν, αν είμαστε διατεθειμένοι να συνδέσουμε τα εγχώρια κινήματα, που στρέφονται εναντίον της μαζοποίησης και της πολιτιστικής ισοπέδωσης, με τις κατευθύνσεις αυτού του νέου παγκόσμιου κινήματος, το οποίο έχει οικουμενικά χαρακτηριστικά. Με τη Γένοβα ολοκληρώθηκε ο πρώτος κύκλος που διήρκεσε σχεδόν δέκα χρόνια. Στην επόμενη φάση το κίνημα θα αναζητήσει την ανάπτυξή του μέσα στα ίδια τα εθνικά πλαίσια, ώστε να μεταβληθεί σε κίνημα που διεκδικεί την ίδια την αλλαγή της κοινωνίας.