του Μανώλη Γλέζου
Επανάσταση του 1821 – Εθνική Αντίσταση 1940-1945. Δύο καθοριστικά ορόσημα, δύο σημαδιακά γεγονότα, δύο ξεχωριστοί σταθμοί.
Με τον αγώνα της Παλιγγενεσίας, το όνειρο ενός λαού για ελευθερία, θρεμμένο και γαλουχημένο στα τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς φράγκων και τούρκων, βρίσκει την έκφρασή του. Συντρίβεται η τουρκοκρατία, απελευθερώνεται το έθνος, αλλά δεν κατακτά ο ελληνικός λαός την ανεξαρτησία του.
Με την Εθνική Αντίσταση, ο Ελληνικός Λαός διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη συντριβή του ναζισμού, διώχνει τον κατακτητή, απελευθερώνει την Ελλάδα, αλλά δεν καταφέρνει και πάλι να γίνει κυρίαρχος του εθνικού οίκου του.
Ένας αιώνας και ένα τέταρτό του, χωρίζει το ένα γεγονός από το άλλο. Κι ενώ η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, τα δυο κοσμοϊστορικά γεγονότα προσομοιάζουν τόσο, ώστε να εμφανίζονται ως ένα κοινό πρότυπο προσομοίωσης.
Και στις δύο περιπτώσεις η ανάταση του έθνους είναι αξιοθαύμαστη. Το ’21, ένα έθνος, που θεωρούνταν από χαμένο ως εκφυλισμένο, ανασταίνεται, συντρίβει την ιερή συμμαχία της δύσης, σπάει τα δεσμά τεσσάρων αιώνων σκλαβιάς και απελευθερώνεται.
Στον Β΄ Π. Πόλεμο, κι ενώ ο Άξονας νικούσε σε όλα τα μέτωπα, ο Ελληνικός Λαός, με την απόκρουση της φασιστικής ιταλικής εισβολής, συντρίβει τον μύθο του αήττητου του Άξονα, αναπτερώνει το ηθικό των σκλαβωμένων λαών της Ευρώπης, ενώ με τη μάχη της Κρήτης και τον αξιοθαύμαστο αγώνα του στα χρόνια της σκλαβιάς, καθηλώνει 13 μεραρχίες του Χίτλερ στο μέτωπο της Αντίστασης, ανατρέπει πολλά σχέδιά του, συνεισφέρει τα μέγιστα στη συντριβή του ναζισμού και απελευθερώνει τη χώρα από τον εισβολέα και κατακτητή.
Και στις δυο περιπτώσεις, ο ελληνικός λαός πέτυχε να κατακτήσει τη λευτεριά του. Όμως δεν κατάφερε να κερδίσει την Εθνική Ανεξαρτησία του. Και στις δυο περιπτώσεις, ματαιώθηκε ο αγώνας του λαού για την λευτεριά και κατά κάποιο τρόπο, φάνηκε και σχεδιάστηκε με εκπληκτική δεξιοτεχνία και απαράμιλλη μαεστρία το εξαιρετικό γεγονός: η απελευθέρωση δεν υπήρξε, δήθεν, το αποτέλεσμα του αγώνα του λαού, αλλά της επέμβασης των ξένων και μάλιστα των ίδιων, των Άγγλων Ιμπεριαλιστών. Το Ελληνικό Έθνος και στις δύο περιπτώσεις δένεται στο άρμα της αγγλικής αποικιοκρατίας. Ο Ελληνικός Λαός χάνει τα κυριαρχικά δικαιώματά του να αυτοδιοικηθεί και να χαράζει την πορεία του
Η τραγωδία, η θυσία και το μεγαλείο. Ο Ελληνικός λαός πρώτος αναλογικά σε θυσίες, αφού χάνει στα πεδία των μαχών, στα αποσπάσματα, στην ομηρία και από την πείνα και τις αρρώστιες, το 15% του πληθυσμού του, χάνει και στα πεδία του δικαίου: Η Γερμανία αρνείται να εκπληρώσει τις οφειλές της(κατοχικό δάνειο – επανορθώσεις για τις καταστροφές – αποζημιώσεις στα θύματα). Η Ελλάδα δένεται και πάλι στο άρμα της αγγλικής αυτοκρατορίας.
Το βιβλίο του Διονύση Χαριτόπουλου για τον Άρη Βελουχιώτη αποτελεί κατ’ αρχήν μια προσφορά στην Εθνική Αντίσταση και στην ιστορία μας. Πέρα από τα ιστορικά γεγονότα και τον γλαφυρό και εύληπτο τρόπο παρουσίασής τους, μας δίνει κύρια το πνεύμα της αντίστασης του λαού μας και χρωματίζει εξαιρετικά το κλίμα, τις συνθήκες, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, την ίδια τη ζωή, το “χούι”, εκείνης της ανεπανάληπτης εποχής.
Όσο για τον κύριο στόχο του, την παρουσίαση της προσωπικότητας του Άρη, πέτυχε ακριβώς να σκιαγραφήσει και να φωτίσει τον πρωτοκαπετάνιο του ΕΛΑΣ με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια και αντικειμενικότητα. Τον περιγράφει ως εάν να έζησε μαζί του πάνω στα βουνά και τον κρίνει, όσο μπορεί, αποστασιοποιημένος από τον ανυπόκριτο θαυμασμό που έχει για τον ανταρτοκαπετάνιο του αγώνα.
Αλλά πέρα απ’ αυτά, ο συγγραφέας διεισδύει στο βαθύτερο νόημα του χαρακτήρα της Αντίστασης, όπως τον ένοιωθε ο Άρης Βελουχιώτης, όπως τον διακήρυσσε και όπως τον δημιουργούσε. Αλλά και όπως ήταν στην πραγματικότητα: εθνικοαπελευθερωτικός.
Για τον Άρη Βελουχιώτη ο χαρακτήρας της Ε. Α. υπήρξε και ήταν όντως απελευθερωτικός. Από την πρώτη κιόλας ομιλία του στη Δομνίστα, στις 7 Ιουνίου 1942, ως και σε όλες τις άλλες, που καταγράφει ο Δ. Χαριτόπουλος στο βιβλίο του, ο Άρης δεν κουράζεται να το επαναλαμβάνει: “Τούτος ο αγώνας είναι εθνικός πατριωτικός και πρέπει σ’ αυτόν να συναγωνιστούν όλοι οι Έλληνες, μέχρι και οι βασιλικοί” (σελ. 126).
Για να επιτευχθεί λοιπόν αυτός ο στόχος, απαιτείται εθνική επιστράτευση. Γι’ αυτό δέχεται στον ΕΛΑΣ όλους, ανεξάρτητα από ιδεολογικές και πολιτικές αντιλήψεις. Ο απελευθερωτικός αγώνας “δεν είναι αγώνας ενός κόμματος” τονίζει με έμφαση (σ. 126).
Γι’ αυτό σε κάθε εμφάνισή του, σε όποιο χωριό προβαίνει με την ελληνική σημαία μπροστά, ζητάει την άδεια του Προέδρου του Χωριού να μιλήσει, χαιρετάει στρατιωτικά τον παπά και σκύβει και του φιλάει το χέρι.
Αυτός βέβαια είναι ο κύριος, ο βασικός στόχος και σ’ αυτόν υποτάσσονταν όλα. Αλλά επειδή τα “παθήματα πρέπει να γίνονται μαθήματα”, επειδή δεν πρέπει να πάθουμε ό,τι το ’21 και να διαψευστούν τα εθνικά οράματα για Ανεξαρτησία του Έθνους, γι’ αυτό πρέπει να έχουμε παράλληλα και ανοιχτά τα μάτια και να κάνουμε ότι χρειάζεται για να κατοχυρώσουμε την Εθνική Ανεξαρτησία. “Ταυτόχρονα πρέπει να προειδοποιούμε και να προφυλάξουμε τον κόσμο να μη μας τη φέρουν οι προύχοντες και οι ξένοι, όπως μας την έφεραν το ’21” (σελ.126).
Πως όμως θα γίνει αυτό; Μόνον όταν ο λαός αυτοδιοικείται, μόνον όταν εμπεδωθεί λαϊκή κυριαρχία.
Ο Δ. Χαριτόπουλος καθαρά και παραστατικά αναδεικνύει κι αυτή την πλευρά του έργου και των απόψεων του Άρη (σ.118-119). “Η πρώτη εμβρυώδης πράξη Λαϊκής Αυτοδιοίκησης έγινε με προτροπή του Άρη στη Βράχα Ευρυτανίας”, γράφει ο συγγραφέας (σ.148).
Αλλά και με τη συνεργασία και ενότητα όλων των ανταρτικών δυνάμεων. Τους Άγγλους έβλεπε πάντοτε με καχυποψία, τους Άγγλους φοβότανε ότι με την απελευθέρωση θα αντικαταστήσουν τους Γερμανούς (σ. 155, 209, 376, 445, και αλλού).
Όσο για τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις, οι απόψεις του Άρη είναι ολοκάθαρες. Στη συζήτηση που είχε με τον Κομνηνό Πυρομάγλου, υπαρχηγό του ΕΔΕΣ, στο Περτούλι, στις 16 Ιουλίου 1943, τονίζει ξεκάθαρα: “Κοινός εθνικός αγώνας μέχρις τέλους και να συμφωνήσουμε από τώρα ότι ο ελληνικός λαός θα αφεθεί ελεύθερος, μετά την απελευθέρωση, να αποφασίσει το πολίτευμα που θέλει” (σ.467). Συμφώνησαν οι δύο ηγέτες, το ίδιο ήθελε κι ο μαχόμενος λαός. Αλλά την πάθαμε.
Γιατί όμως; Η αναζήτηση των αιτίων δεν είναι εύκολη δουλειά γιατί τα μίση που προκάλεσαν και δημιουργήθηκαν από τον εμφύλιο πόλεμο θαμπώνουν με την αχλύ τους τούς ερευνητές και δεν αφήνουν να διαφανούν όλα τα στοιχεία.
Παρ’ όλα αυτά, απαιτείται η όποια προσπάθεια προσέγγισης στο θέμα να αντιμετωπίζεται με προσοχή.
Ο Δ. Χαριτόπουλος καταθέτει τις δικές απόψεις: θεωρεί πως όλα τα κόμματα στην Ελλάδα είναι εξαρτημένα (σ. 46). Και εφ’ όσον είναι εξαρτημένα από ξένες δυνάμεις, είναι αδύνατον η χώρα ν’ αποκτήσει ανεξαρτησία.
Αβίαστα όμως προκύπτει το ερώτημα: γιατί τα ελληνικά πολιτικά κόμματα να είναι εξαρτημένα; Γιατί όλοι εκείνοι οι οποίοι, όπως ο Άρης Βελουχιώτης, είχαν διαφορετική γνώμη, να χάνονται ή να μη μπορούν να πείσουν τους άλλους;
Το πρόβλημα δεν είναι μόνον ιστορικό, αλλά και επίκαιρο. Η σημερινή, όχι μόνον τάση, αλλά και πρακτική, συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της εξουσίας στα χέρια όλο και λιγότερων ανθρώπων και η δημιουργία της Παγκοσμιοκρατίας, δημιουργεί υποχρεωτικά αφαίρεση κυριαρχικών δικαιωμάτων των Εθνών, των λαών, των πολιτών.
Συνεπώς, οι καιροί ου μενετοί. Χρειάζεται και η έρευνα στο ιστορικό παρελθόν και η απάντηση στην κραυγή της αγωνίας του παρόντος.
4-9-2001