Αρχική » Η Φιλική Εταιρεία και οι Μεγάλες Δυνάμεις

Η Φιλική Εταιρεία και οι Μεγάλες Δυνάμεις

από Άρδην - Ρήξη

του Γιώργου Καραμπελιά, από το Άρδην τ. 97, Ιούνιος-Σεπτέμβριος 2014

Η Φιλική Εταιρεία θα κάνει το αποφασιστικό βήμα. Η Επανάσταση θα αποτελέσει το έργο των Ελλήνων αποκλειστικά, παρά την εχθρότητα όλων των μεγάλων δυνάμεων. Χαρακτηριστικά, ο πρώην υπασπιστής του Τσάρου, ο θεωρούμενος από πολλούς ως «όργανο των Ρώσων», ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, θα γράψει, στις 8 Οκτωβρίου του 1820, απευθυνόμενος, μάλιστα στους «Ἀρ­χι­ε­ρεῖς, Ἄρ­χον­τες καὶ Προ­ε­στῶ­τες, πρού­χον­τες τοῦ Γέ­νους, ἁ­παν­τα­χοῦ εἰς τὰς νή­σους τοῦ Ἀρ­χι­πε­λά­γους δι­α­τρί­βον­τες», οι οποίοι ταλαντεύονταν, ακριβώς γιατί δεν ήταν βέβαιοι για τη ρωσική βοήθεια.:

Ἐ­ξεύ­ρω, ὅ­τι εἰς ὅ­λων τὰς καρ­δί­ας εἶ­ναι ρι­ζω­μέ­νη ἡ μα­ταί­α ἐ­κεί­νη πρό­λη­ψις, ὅ­τι πο­τὲ μό­νοι μας δὲν ἐμ­πο­ροῦ­μεν νὰ ἐ­λευ­θε­ρω­θῶ­μεν, ἀλ­λὰ πρέ­πει νὰ προ­σμέ­νω­μεν ἀ­πὸ ξέ­νους τὴν σω­τη­ρί­αν μας. Ἕ­κα­στος νου­νε­χὴς ἐμ­πο­ρεῖ νὰ γνω­ρί­σῃ πό­σον ψευ­δὴς εἶ­ναι ἡ πρό­λη­ψις αὕ­τη, ἀρ­κεῖ μό­νον νὰ βα­θύ­νῃ εἰς τὰ πράγ­μα­τα τῆς πα­τρί­δος μας. Ρί­ψα­τε τὰ βλέμ­μα­τά σας εἰς τὰς θά­λασ­σας καὶ θέ­λε­τε τὰς ἰ­δεῖ κα­τα­σκε­πα­σμέ­νας ἀ­πὸ θα­λασ­σο­πό­ρους ὁ­μο­γε­νεῖς, ἑ­τοί­μους νὰ ἀ­κο­λου­θή­σω­σι τὸ πα­ρά­δειγ­μα τῶν ἡ­ρώ­ων τῆς Σα­λα­μῖ­νος. Κοι­τά­ξα­τε καὶ εἰς τὴν ξη­ρὰν καὶ ἁ­παν­τα­χοῦ βλέ­πε­τε Λε­ω­νί­δας ὁ­δη­γοῦν­τας φι­λο­πά­τρι­δας Σπαρ­τιά­τας. Κοι­τά­ξα­τε τὴν ὁ­μό­νοι­αν ἥ­τις συν­δέ­ει τῶν ἡ­ρώ­ων τού­των τὰς ψυ­χάς. Κοι­τά­ξα­τε τὴν προ­θυ­μί­αν καὶ τὸν ζῆ­λον αὐ­τῶν. Πα­ρα­βά­λε­τε τὰς ἐ­ξαι­σί­ους καὶ με­γά­λας ταύ­τας ἀ­ρε­τὰς μὲ τὴν χα­υνό­τη­τα, ἀ­δυ­να­μί­αν καὶ ἐ­σω­τε­ρι­κὴν τα­ρα­χὴν τοῦ ἐ­χθροῦ μας καὶ τό­τε ἂν ἐμ­πο­ρῆ­τε εἴ­πα­τε, ὅ­τι ἀ­πὸ ἄλ­λους πρέ­πει νὰ προ­σμέ­νω­μεν τὴν σω­τη­ρί­αν μας. Ναί, ἀ­δελ­φοὶ ὁ­μο­γε­νεῖς. Ἔ­χε­τε πάν­το­τε πρὸ ὀ­φθαλ­μῶν, ὅ­τι πο­τὲ ξέ­νος δὲν βο­η­θεῖ ξέ­νον χω­ρὶς με­γα­λώ­τα­τα κέρ­δη. Τὸ αἷ­μα, τὸ ὁ­ποῖ­ον θέ­λου­σι χύ­σει οἱ ξέ­νοι δι’ ἡ­μᾶς, θέ­λο­μεν τὸ πλη­ρώ­σει ἀ­κρι­βό­τα­τα καὶ οὐ­αὶ εἰς τὴν Ἑλ­λά­δα, ὅ­ταν συ­στη­μα­τι­κὴ δε­σπο­τεί­α ἐν­θρο­νι­σθῇ εἰς τὰ σπλά­χνα της. Ὅ­ταν ὅ­μως μό­νοι μας ἀ­πο­σεί­σω­μεν τὸν ζυ­γὸν τῆς τυ­ραν­νί­ας, τό­τε τῆς Εὐ­ρώ­πης ἡ πο­λι­τι­κὴ θέ­λει βιά­σει ὅλας τὰς ἰ­σχυ­ρὰς δυ­νά­μεις νὰ κλεί­σω­σι μὲ ἡ­μᾶς συμ­μα­χί­ας καὶ ἐ­πι­μα­χί­ας ἀ­δι­α­λύ­τους.

Χαί­ρε­τε.
Ἰ­σμα­ὴλ τὴν 8ην Ὀ­κτω­βρί­ου 1820 Ἀ­λέ­ξαν­δρος Ὑ­ψη­λάν­της

Ο Υψηλάντης, αντί να αφήσει έστω υπονοούμενα για κάποια πιθανολογούμενη ρωσική παρέμβαση, την απεύχεται! Και μάλιστα, τονίζει πως «πο­τὲ ξέ­νος δὲν βο­η­θεῖ ξέ­νον χω­ρὶς με­γα­λώ­τα­τα κέρ­δη». Ε­πί πλέ­ον, παίρ­νει α­νοι­κτά θέ­ση ε­νάν­τια στον ρω­σι­κό δε­σπο­τι­σμό και την πιθανότητα να εγκαθιδρύσει μια νέα τυραννία στην Ελλάδα, «οὐ­αὶ εἰς τὴν Ἑλ­λά­δα, ὅ­ταν συ­στη­μα­τι­κὴ δε­σπο­τεί­α ἐν­θρο­νι­σθῇ εἰς τὰ σπλά­χνα της»! Όμως: «Ὅ­ταν ὅ­μως μό­νοι μας ἀ­πο­σεί­σω­μεν τὸν ζυ­γὸν τῆς τυ­ραν­νί­ας, τό­τε τῆς Εὐ­ρώ­πης ἡ πο­λι­τι­κὴ θέ­λει βιά­σει ὅλας τὰς ἰ­σχυ­ρὰς δυ­νά­μεις νὰ κλεί­σω­σι μὲ ἡ­μᾶς συμ­μα­χί­ας καὶ ἐ­πι­μα­χί­ας ἀ­δι­α­λύ­τους».

Οι Έλληνες, μετά την εμπειρία των ορλωφικών και τις απογοητεύσεις που τους προκάλεσε η στάση του Ναπολέοντα και της Γαλλίας, το μόνο που μπορούν να προσδοκούν είναι πως η δική τους επανάσταση θα υποχρεώσει τις μεγάλες δυνάμεις να πάρουν θέση, όπως και πράγματι θα συμβεί. Και γι’ αυτό εξ άλλου δεν εισάκουσαν και όλους εκείνους που, όπως ο Κοραής, ο Καποδίστριας, ο Ιγνάτιος, ο Μαυροκορδάτος, ο Κούμας κ.ά., προσπαθούσαν να τους αποτρέψουν από το επαναστατικό διάβημα, με το επιχείρημα πως οι διεθνείς γεωπολιτικές συγκυρίες δεν ήταν καθόλου ευνοϊκές (Ιερά Συμμαχία, Μέττερνιχ κ.λπ.). Ως αποφασιστικό κριτήριο θα θεωρήσουν μόνο την εσωτερική ωρίμανση των επαναστατικών συνθηκών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και προπαντός την επαναστατική βούληση και προετοιμασία των Ελλήνων.

Το ιδιότυπο κράμα μιας δημοκρατικής ιδεολογίας, εμπνευσμένης ή τουλάχιστον συμπορευόμενης με τη Γαλλική Επανάσταση, και της ταυτόχρονης στήριξης στη Ρωσία, στο «ξανθό γένος» και στην ορθόδοξη παράδοση, αντανακλά την ιδιαιτερότητα του ελληνικού διαφωτιστικού, δημοκρατικού και επαναστατικού κινήματος. Ακόμα και ο Ιωάννης Καποδίστριας θα απολαμβάνει, τουλάχιστον στην πρώτη περίο­δο της διακυβέρνησής του, την υποστήριξη τόσο του «ρωσικού» όσο και του «γαλλικού» κόμματος, του Κολοκοτρώ­νη και του Κωλέττη, ενώ θανάσιμοι αντίπαλοί του θα είναι οι Άγγλοι και το «αγγλικό» κόμμα. Η ίδια ιδεολογία εμπνέει και τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος υπηρετούσε μεν το ρωσικό κράτος, αλλά δεν επιθυμούσε τη «δεσποτεία» του τονίζει έτσι στο ίδιο κείμενο:
Εἰς τὰς πα­ρού­σας κρι­σί­μους πε­ρι­στά­σεις, ὅ­τε τὰ ἔ­θνη τῆς Εὐ­ρώ­πης ἅ­παν­τα ἀ­γω­νί­ζον­ται ν’ ἀ­πο­κτή­σω­σι τὰ ἐ­θνι­κὰ αὐ­τῶν δι­και­ώ­μα­τα καὶ νὰ πε­ρι­ο­ρί­σω­σι τὴν δύ­να­μιν τῶν τυ­ράν­νων, ἤρ­χι­σε νὰ ἀ­να­τέλ­λῃ καὶ τὸ λαμ­πρό­τα­τον ἄ­στρον τῆς εὐ­δαι­μο­νί­ας τῆς Ἑλ­λά­δος. Ἡ τα­χεῖ­α καὶ εὐ­τυ­χὴς δι­ά­δο­σις τῶν φώ­των εἰς ὅ­λας τὰς κλά­σεις τοῦ Γέ­νους μας δι­έ­λυ­σε τὸ σκο­τει­νὸν νέ­φος. […] Ὅ­λων αἱ καρ­δί­αι κα­τα­φλέ­γον­ται ἀ­πὸ τὸν πρὸς τὴν πα­τρί­δα ἱ­ε­ρὸν ἔ­ρω­τα.
Ο Τάσος Βουρνάς, διερευνώντας τα ιδεολογικά ρεύματα της Φιλικής Εταιρείας, θα επισημάνει εύστοχα πως το «αστικοδημοκρατικό ρεύμα», το οποίο είχε την αφετηρία του «στο κήρυγμα και την ιδεολογία του Ρήγα και συνεχιζόταν στην πολιτική δραστηριότητα του Σκουφά», και του οποίου επιφανείς εκπρόσωποι υπήρξαν «ο Αναγνωστόπουλος, ο Παπαφλέσσας, ο Κολοκοτρώνης, ο Νικηταράς, ο Αναγνωσταράς, ο Ανδρούτσος», «ιδεολογικά κατάγεται από τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά πολιτικά στηρίζεται στο ρούσικο κρατικό μηχανισμό, που τον χρησιμοποιεί επιδέξια».

Η Φιλική εμπνέεται, όπως και ο Ρήγας, από το επαναστατικό-δημοκρατικό πνεύμα της Επανάστασης του 1789, αλλά αναζητεί τις συμμαχίες της με βάση τις γεωπολιτικές σταθερές του ελληνικού χώρου και την ταχύτατη μετακίνηση του επικέντρου του προς τα ανατολικά. Η εμμονή να ανακηρυχθεί ο Καποδίστριας ηγέτης της και η τελική επιλογή του πρίγκιπα Υψηλάντη εντάσσονταν στην αγωνιώδη προσπάθεια να μεταστραφεί η ρωσική πολιτική προς την ενεργό υποστήριξη του επαναστατικού εγχειρήματος.

Οι Φαναριώτες και οι κοτζαμπάσηδες, εξάλλου, θα συμμετάσχουν στην επανάσταση προσδοκώντας μια πιθανολογούμενη ρωσική υποστήριξη και γι’ αυτό επιθυμούσαν να μην ξεσπάσει η επανάσταση πρώτα στην Πελοπόννησο.

Η ίδια προσδοκία βρίσκεται πίσω από την έναρξη της επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Πράγματι, ενώ μέχρι την επαναστατική σύσκεψη στο Ισμαήλ, στις αρχές του Οκτωβρίου του 1820, η Εταιρεία είχε αποφασίσει η κήρυξη της επανάστασης να πραγματοποιηθεί στην Πελοπόννησο από τον ίδιο τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο οποίος θα έφθανε εκεί μέσω Τεργέστης, αυτός, μερικές ημέρες μετά, θα μεταστραφεί, και αναγγέλλει πως θα αρχίσει το κίνημα στη Μολδοβλαχία και, διασχίζοντας τη Σερβία, θα κατέβει στην ελλαδική χερσόνησο. Μέσω της επανάστασης στη Μολδοβλαχία θα προσπαθήσει να παρασύρει τους Σέρβους, αλλά και τους Βουλγάρους –ενώ οι Βλάχοι ήδη συμμετείχαν στις επαναστατικές προετοιμασίες με τον Βλαδιμηρέσκου–, να συμμετάσχουν ενεργά σε αυτήν μέσω μιας γενικευμένης εξέγερσης που θα προκαλούσε την εμπλοκή της Ρωσίας, εγγυήτριας δύναμης του καθεστώτος αυτονομίας των ηγεμονιών.

Και είχαν βάσιμους λόγους να ελπίζουν σε κάτι τέτοιο, μια και η Ρωσία υπήρξε διαχρονικά ο μεγαλύτερος αντίπαλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. […] Εξάλλου οι πρόξενοι της Ρωσίας, Έλληνες στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ήταν μυημένοι σχεδόν όλοι στη Φιλική Εταιρεία… Ο γραμματέας του ρωσικού προξενείου στο Ιάσιο και το Βουκουρέστι, Γεώργιος Λεβέντης, ήταν ήδη από το 1816 μέλος της Φιλικής, και ίσως ο πρώτος που θα συλλάβει την αντίληψη μιας παμβαλκανικής Εταιρείας προς αυτό τον σκοπό, είχε μυήσει, ήδη από το 1817, τον Σέρβο ηγέτη Καραγεώργη ακόμα και ο Κεφαλλονίτης αρχηγός της μυστικής αστυνομίας της Πετρούπολης, Γοργόλης, θα παρέμβει το 1816 για να προστατέψει τον Χριστόφορο Περραιβό. Ο Ρώσος πρόξενος, ταγματάρχης του ρωσικού στρατού, Ιωάννης Βλασσόπουλος, έγινε Πρόεδρος της Γενικής Εφορείας της Εταιρείας. Στην πρεσβεία της Κων/πολης θα κατηχηθεί, από το 1818, ο αρχιγραμματέας της, Γαβριήλ Κατακάζης. Τέλος, ο Ιωάννης Παπαρρηγόπουλος (1780 – 1874), γραμματέας του ρωσικού προξενείου στην Πάτρα, ήταν δραστήριος Φιλικός.
Και όμως, αντίθετα από κάθε προσδοκία των Ελλήνων, ο Ομπρένοβιτς θα εγκαταλείψει τους Φιλικούς, οι Βούλγαροι δεν θα κινηθούν, η εξέγερση στην Κωνσταντινούπολη θα ματαιωθεί και η Ρωσία θα επιτρέψει στα τουρκικά στρατεύματα να εισβάλουν στις ηγεμονίες και να καταπνίξουν την επανάσταση.

Ο επαναστατικός αναβρασμός στην Ευρώπη και η Ιερά Συμμαχία

Ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ –μεταρρυθμιστής στα νιάτα του– όχι μόνο δεν θα υποστηρίξει την ελληνική Επανάσταση, σε προφανή αντίθεση με τα μακροπρόθεσμα γεωπολιτικά συμφέροντα της Ρωσίας, αλλά θα αποπέμψει ουσιαστικά και τον Καποδίστρια, συντασσόμενος με την ανθελληνική πολιτική του Μέττερνιχ.

Αυτή η πολιτική εξηγείται από τον αυξανόμενο φόβο του τσαρισμού απέναντι σε κάθε επαναστατικό κίνημα. Οι αντιτσαρικές προκηρύξεις που κυκλοφόρησαν στο σύνταγμα Σεμενόφσκι, της αυτοκρατορικής φρουράς, τον Οκτώβριο του 1820, η ανταρσία που ακολούθησε και οι αυξανόμενες υποψίες για τις επαναστατικές κινήσεις των «δεκεμβριστών», οδήγησαν σε καθολική σκλήρυνση την πολιτική του τσάρου. […]

Τη χαριστική βολή σε οποιαδήποτε σκέψη να διαχωριστεί η ελληνική επανάσταση από τις παράλληλες επαναστατικές και ανατρεπτικές κινήσεις στην Ευρώπη, ενώ γιγαντώνεται το κίνημα των καρμπονάρων, θα την επιφέρουν οι επαναστάσεις στην Ισπανία, τη Νάπολη, το Πεδεμόντιο και τη Λατινική Αμερική τα συνέδρια των μεγάλων δυνάμεων στο Τρόπαου, το Λάιμπαχ και τη Βερόνα επισφράγισαν την αντεπαναστατική Ιερά Συμμαχία. Μεσούντος του συνεδρίου του Λάιμπαχ, το 1821 έφθασε η είδηση για την έκρηξη της ελληνικής επανάστασης στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Το συνέδριο αποφάσισε να επιληφθεί του ζητήματος στην επόμενη σύνοδό στη Βερόνα, όπου στις 2 Δεκεμβρίου 1822 εξεδόθη ανακοινωθέν που καταδίκαζε ανοικτά την ελληνική επανάσταση:

Μέγα πολιτικόν γεγονός εξερράγη περί τα τέλη της τελευταίας συνελεύσεως. Ό,τι το ανατρεπτικόν των κοινωνιών πνεύμα ήρχισεν εν τη δυτική χερσονήσω, ό,τι εδοκίμασε να πράξη εν τη Ιταλία, το κατώρθωσεν εις τας ανατολικάς εσχατιάς της Ευρώπης. Καθ’ ον καιρόν κατευνάσθησαν αι εν τοις βασιλείοις της Νεαπόλεως και της Σαρδηνίας στρατιωτικαί επαναστάσεις διά της δυνάμεως, ερρίφθη ο επαναστατικός δαυλός εν μέσω της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι άνακτες, έχοντες σταθεράν απόφασιν ν’ απωθήσωσι την αρχήν της επαναστάσεως καθ’ οποίον μέρος και εν οποία μορφή και αν εφαίνετο, έσπευσαν να την καταδικάσωσιν εκ συμφώνου […].  Αλλ’ ακούοντες και την φωνήν της συνειδήσεως και του ιερού χρέους συνηγόρησαν υπέρ των θυμάτων ασυνέτου και εγκληματικού επιχειρήματος.

Ο τσάρος ταλαντευόταν διαρκώς ανάμεσα στην προσωπική του συμπάθεια προς τους Έλληνες και τον παθολογικό σχεδόν φόβο του απέναντι σε κάθε επαναστατικό κίνημα. Έτσι, όταν εκρήγνυται η επανάσταση, τη χαρακτηρίζει καθοδηγούμενη από «την Παρισινή Κεντρική Επιτροπή» και ως μια ακόμα εστία «εναντίον των χριστιανικών αρχών που διακήρυξε η Ιερά Συμμαχία». Ωστόσο οι προσπάθειες του Καποδίστρια, καθώς και οι γεωπολιτικές σταθερές της ρωσικής πολιτικής, μοιάζουν να φέρνουν καρπούς γύρω στο καλοκαίρι του 1821, παρά τις λυσσαλέες προσπάθειες του Μέττερνιχ και της Αγγλίας. Τότε πραγματοποιήθηκαν ακόμα και διαπραγματεύσεις στο Λονδίνο για τη χορήγηση μεγάλου ρωσικού δανείου στους επαναστατημένους Έλληνες, ενώ ο Αυστριακός πρεσβευτής Λεβτσέρτεν πληροφορεί την κυβέρνησή του πως:

Τα πράγματα εδεινώθησαν και ο Καποδίστριας επικρατεί ο δε τσάρος απαιτεί ικανοποίησιν […] η πρότασις του εκ της Ευρώπης διωγμού των Τούρκων, προέρχεται εξ αυτού του ιδίου.

Τελικώς όμως, μια ασήμαντη επαναστατική κίνηση στην Πολωνία, την οποία θα διογκώσει έντεχνα η αυστριακή προπαγάνδα, ενταφίασαν τα σχέδια του Καποδίστρια. Ηττημένος, θα υποβάλει ήδη τον Δεκέμβριο του 1821 την πρώτη του παραίτηση. Τον Μάρτιο του 1822, παρά την αντίθετη γνώμη του, διορίζεται πρέσβης της Ρωσίας στην Αυστρία ο ανθέλληνας Τατίτσεφ και στην Αγγλία ο αναλόγου προσανατολισμού Λίβεν. Η ευμενής διάθεση του Αλεξάνδρου προς τον Καποδίστρια και τους Έλληνες θα αποδειχθεί ανίσχυρη απέναντι στην «ταξική του θέση», που επέτασσε την συμπόρευσή του με τις λοιπές δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας.

Μόνο ο νέος «αντιδραστικός» τσάρος Νικόλαος θα αποκαταστήσει τις γεωπολιτικές σταθερές της ρωσικής πολιτικής, θα ταχθεί υπέρ της παραχώρησης ανεξαρτησίας στην Ελλάδα, υποχρεώνοντας και την Αγγλία να την ακολουθήσει: Συνθήκη του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827), Ναυμαχία του Ναυαρίνου (20 Οκτωβρίου 1827), και εν τέλει ρωσοτουρκικός πόλεμος(1828-1829), που με τη Συνθήκη της Αδριανούπολης (14 Σεπτεμβρίου 1829) θα αναγκάσει και την Οθωμανική Αυτοκρατορία να αναγνωρίσει την αυτονομία της Ελλάδας. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης δεν φανταζόταν ίσως πόσο δίκαιο είχε, όταν το 1820 καλούσε τους Έλληνες να αγωνιστούν χωρίς να αναμένουν βοήθεια από πουθενά, και μόνον «Ὅ­ταν μό­νοι μας ἀ­πο­σεί­σω­μεν τὸν ζυ­γὸν τῆς τυ­ραν­νί­ας, τό­τε τῆς Εὐ­ρώ­πης ἡ πο­λι­τι­κὴ θέ­λει βιά­σει ὅλας τὰς ἰ­σχυ­ρὰς δυ­νά­μεις νὰ κλεί­σω­σι μὲ ἡ­μᾶς συμ­μα­χί­ας καὶ ἐ­πι­μα­χί­ας ἀ­δι­α­λύ­τους».

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ