Από το Άρδην τ. 90, Ιούνιος-Αύγουστος 2013
Α ίφνης το συριακό ζήτημα ήρθε να αμφισβητήσει την «ειδυλλιακή» εικόνα της «αραβικής άνοιξης», προκαλώντας μια σειρά από σεισμικές αναταράξεις που κινδυνεύουν να ανατρέψουν τα γεωπολιτικά δεδομένα, όχι μόνο στο περιφερειακό επίπεδο αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα.
Πρώτον: Η συριακή εξέγερση οδήγησε σε μια βίαιη αντιπαράθεση μεταξύ του σιιτικού και του σουνιτικού iσλάμ, μια και στην ηγεσία των ένοπλων αντικαθεστωτικών βρίσκονται ακραίες σουνιτικές ισλαμικές οργανώσεις ενώ το καθεστώς Άσαντ ηγεμονεύεται από τους Αλαουίτες, δηλαδή μια εκδοχή του μουσουλμανικού σιιτισμού. Και επειδή με τους σουνίτες αντικαθεστωτικούς συμπαρατάσσονται οι σουνίτες της Τουρκίας, της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων, ενώ με τον Άσαντ, το Ιράν, η σιιτική πλειοψηφία του Ιράκ και η Χεσμπολά του Λιβάνου, διαγράφονται δύο αντίθετα τόξα που το ένα τέμνει το άλλο: ένα κάθετο σουνιτικό και ένα οριζόντιο σιιτικό, σε μια σκληρότατη αντιπαράθεση μεταξύ τους. Ένα κίνημα που ξεκίνησε ως διαμαρτυρία ενάντια στον αυταρχισμό του καθεστώτος Άσαντ και ως συνέχεια της Αραβικής Άνοιξης καταλήγει σε μια σκληρότατη και αιματηρή ενδομουσουλμανική σύγκρουση.
Δεύτερον: Στη Συρία όμως δεν αντιπαρατίθενται μόνο δυνάμεις του μουσουλμανικού κόσμου διότι ενάντια στον Άσαντ έχουν ταχθεί όλες οι δυτικές δυνάμεις και το Ισραήλ, που θεωρούν ότι η πτώση του καθεστώτος του θα αποδυναμώσει και θα απομονώσει το σιιτικό Ιράν. Αντίθετα, από την άλλη πλευρά, με το καθεστώς έχουν συνταχθεί οι Ρώσοι, οι Κινέζοι, καθώς και οι δυνάμεις που στο εσωτερικό του αραβικού κόσμου διεκδικούν μια κοσμική και όχι ισλαμιστική εξέλιξη, όπως οι Χριστιανοί της Συρίας, που αντιπροσωπεύουν το 10% του πληθυσμού, ή οι Αλεβίτες της Τουρκίας.
Τρίτον: Παράλληλα, η συριακή σύγκρουση ανέτρεψε τα νεοθωμανικά σχέδια της Τουρκίας για μια «σοφτ» μετάβαση στην ηγεμονία της περιοχής. Αντίθετα, την οδηγεί –ακριβώς επειδή στηρίζει, χρηματοδοτεί και εξοπλίζει τις δυνάμεις των αντικαθεστωτικών– σε αντιπαράθεση όχι μόνο με το συριακό καθεστώς αλλά με το Ιράκ, το Ιράν και εν τέλει με την Ρωσία την οδηγεί εκ νέου σε προσέγγιση με το Ισραήλ, αυξάνοντας τη δυσπιστία των Αράβων. Ακόμα χειρότερα, δημιουργεί ένα νέο μέτωπο στην πάλη του με το κουρδικό έθνος και κινδυνεύει να αναζωπυρώσει στο εσωτερικό την αντίθεση με τους σιίτες Αλεβίδες που αποτελούν το 30% του τουρκικού πληθυσμού. Ιδιαίτερα ως προς κουρδικό, είναι φανερό πως η δημιουργία ενός δεύτερου ημιανεξάρτητου κουρδικού κράτους, μετά από εκείνο του Ιράκ, μια και ο Άσαντ πραγματοποίησε μια τακτική συμμαχία μαζί τους παραχωρώντας τη βόρεια περιοχή της χώρας, απειλεί ολόκληρο το νεοθωμανικό οικοδόμημα.
Τέταρτον: Τα γεγονότα της Λιβύης και η αναζωπύρωση του σαλαφιστικού εξτρεμιστικού σουνιτικού Ισλάμ οδηγούν σε κρίση στρατηγικής τις ΗΠΑ και τις δυτικές δυνάμεις σε σχέση με τη στάση τους απέναντι στη Συρία. Πράγματι, οξύνονται οι αντιθέσεις στο εσωτερικό των δυτικών ελίτ, ανάμεσα σ’ αυτούς που συντάσσονται με την τυφλή αντιιρανική στρατηγική του Ισραήλ και μια ενισχυόμενη πτέρυγα που θεωρεί αυτοκτονία τη συνταύτιση μαζί του και την υποστήριξη ανατροπών όπως εκείνη του Καντάφι και τώρα του Άσαντ, που μπορούν να μεταβληθούν εν τέλει σε μπούμερανγκ για τα μακροπρόθεσμα δυτικά συμφέροντα. Κάτι ήξερε η εγγλέζικη Αυτοκρατορία, που, στην τακτική του διαίρει και βασίλευε, στηριζόταν πάντα σε μειονότητες και μειοψηφίες.
Και προφανώς υπάρχουν και άλλες παράμετροι και συνέπειες της κρίσης που κατέστησαν το συριακό ζήτημα, στη σημερινή συγκυρία, το σημαντικότερο περιφερειακό και διεθνές ζήτημα.
Αυτές αφορούν εξόχως και τη χώρα μας. Υποπτευόμαστε –και υπάρχουν σαφείς ενδείξεις γι’ αυτό– ότι ο κυριότερος λόγος που εσχάτως οι Ευρωπαίοι άσπονδοι φίλοι μας δείχνουν μια σχετική μεταστροφή στην αποικιακή συμπεριφορά τους έναντι της Ελλάδας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον φόβο μιας ευρύτερης αποσταθεροποίησης στην περιοχή, συνδεδεμένης με το συριακό ζήτημα και τη σχετική στρατηγική υποβάθμιση της Τουρκίας, η οποία αποδεικνύει ότι δεν μπορεί να ελέγξει ούτε τον άμεσο περίγυρό της ούτε κυρίως το κουρδικό κίνημα το οποίο αναζωπυρώνεται. Γι’ αυτούς τους λόγους θεωρήσαμε αναγκαίο να παρουσιάσουμε εκτενέστερα το ζήτημα, με μία συνέντευξη του Βαγγέλη Πισσία, μέλους μιας διεθνούς ειρηνευτικής αποστολής που πρόσφατα επισκέφτηκε τη Συρία, καθώς και ένα βαρυσήμαντο άρθρο του υπουργού εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ.
Άρδην