Πῶς ἡ οίκουμενικότητα τοῦ ἰδανιστικοῦ ἑλληνισμοῦ ἀντιμάχεται τήν ἐπιβίωση τοῦ υπαρκτοῦ ἑλληνισμοῦ
του Κωνσταντίνου Π. Ρωμανού, από το Άρδην τ. 89, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2012
Ἡ οίκουμενικότητα ὡς θεωρία καί πρακτική εἶναι ἑλληνικῆς ἐμπνεύσεως. Οἱ Στωϊκοί φιλόσοφοι ἔδωσαν στήν ἔννοια τῆς οἰκουμένης = κατοικημένης γῆς, συστηματική θέση στό ἠθικό τους σύστημα. Τό αὐτό ἰσχύει καί γιά τήν ἔννοια τοῦ ἑνός κόσμου πού κατοικεῖται ἀπό πολίτες, ἤτοι τῆς κοσμοπόλεως: «Μή κατά πόλεις μηδέ κατά δήμους οἰκῶμεν… ἀλλά πάντας ἀνθρώπους ἡγώμεθα δημότας καί πολίτας, εἷς δέ βίος ἧ καί κόσμος, ὥσπερ ἀγέλης συννόμου νόμῳ κοινῷ συντρεφομένης». (Ζήνων -ἀναφέρεται ἀπό τόν Πλούταρχο στό Περί τῆς Ἀλεξάνδρου τύχης ἤ ἀρετῆς Ι, 6,329β. Ἐπίσης στό ἴδιο ἔργο, ψ, ἀναφέρεται σχετικά: «Καί δή ἕνα μέν εἶναι τόν κόσμον, συμπολιτεύεσθαι δ’ ἐν αὐτῷ θεούς καί ἀνθρώπους, δικαιοσύνης μετέχοντας φύσει»). Ὡς γνωστόν ὁ Ἀλέξανδρος Φιλίππου, ἔνοπλος σκαπανεύς τῆς οίκουμενικότητας καί τοῦ κοσμοπολιτισμοῦ, μέ τήν πολιτική πρακτική του ὁδήγησε ὅλα τά ἔθνη πού τόν συνάντησαν –ἤ πολλές φορές καί μόνο τόν ἀφουγκράσθηκαν– στίς μεγάλες αὐτές ἀξίες τῆς ἑλληνικῆς παιδείας.
Παρά ταῦτα, τήν τελευταία δεκαετία στην Ἑλλάδα προβάλλεται μία δῆθεν ἀντίθεση «ἑλληνοκεντρισμοῦ» καί «κοσμοπολιτισμοῦ». Ὁ στόχος σχολικῆς διδασκαλίας, αντιστοίχως εἶναι ἡ δημιουργία «εὐρωπαίων πολιτῶν – πολιτῶν τοῦ κόσμου» οἱ ὁποῖοι βρίσκονται σέ ἀντίθεση μέ τόν δῆθεν ἐπαρχιώτικο, στενόκαρδο, τοπικιστικό ἑλληνοκεντρισμό. Ἀν ληφθεῖ δέ ὑπόψιν ὅτι οὔτε ἡ Εὐρώπη ὡς ἔννοια ὑφίσταται ἄν ἀφαιρεθεῖ ὁ Ἑλληνισμός, γίνεται πασιφανής ἡ βαρβαρότητα τοῦ ὅλου ἐγχειρήματος.
Θά ἐπανέλθουμε στό ζήτημα αὐτό, ἀφοῦ προηγουμένως ἀναφερθοῦμε σέ μία ἄλλη προϋπόθεση τῆς οίκουμενικότητας κατά τούς ἀρχαίους στωϊκούς, ἤτοι τήν ἰδέα μίας φιλοσοφικῆς ἀνθρωπολογίας, στό πλαίσιο τῆς ὁποίας συγκροτεῖται ἡ ἑνότητα ἑνός ἀνθρωπίνου γένους μέσω τῆς εἰδοποιοῦ διαφορᾶς πού ὁρίζεται ὡς ΛΟΓΟΣ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, Ἕλληνες ἤ βάρβαροι, πλούσιοι ἤ φτωχοί, λευκοί ἤ μαῦροι, ἐλεύθεροι ἤ δοῦλοι κ.λπ. διά τοῦ Λόγου μετέχουν σέ κοινές ἔννοιες, οἱ ὁποῖες ἀποτελοῦν τή βάση τῆς ἐσωτερικῆς συνεννόησης τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὁ Λόγος εἶναι τό δεσπόζον μέρος τῆς ψυχῆς, τό ἡγεμονικόν, πού εἶναι ἐπίσης ἡ πηγή τῆς ἠθικῆς ζωῆς. Ὅπως τό ἀντελήφθησαν καί οἱ μεγάλοι τῆς Σωκρατικῆς παράδοσης, Πλάτων καί Ἀριστοτέλης, ὁ Λόγος εἶναι τό σημεῖο καταγωγικῆς ταύτισης τοῦ Ἀνθρώπου μέ τό Θεῖον. Εἶναι ὁ τίτλος εὐγενείας τοῦ Ἀνθρώπου ἀπέναντι σέ ζῶα καί φυτά (μαζί μέ τά ὁποῖα ἡ ἀνθρώπινη φύσις εἶναι κοινωνός δύο γνωρισμάτων, τοῦ φυτικοῦ καί τοῦ ὀρεκτικοῦ), εἶναι ἡ συστηματική ἀνθρωπολογική θεμελίωση τοῦ Ἀνθρωπισμοῦ, ὅπως αὐτός περιεκτικά ἐκφράζεται στό «πάντων πραγμάτων μέτρον ἄνθρωπος» τοῦ σοφιστικοῦ κινήματος.
Ἡ ἀρχαία ἀνθρωπολογία μέ κορωνίδα τόν Ἀνθρωπισμό θέτει τήν παιδεία στό ἐπίκεντρο τῆς προσπάθειας νά άναδείξει ὁ Ἄνθρωπος τήν ἀλήθεια αὐτοῦ πού πραγματικά εἶναι διά τῆς ἀσκήσεως τῆς Ἀρετῆς. Στόν πληθυντικό ἀριθμό οἱ ἀρετές χωρίζονται κατά τόν Ἀριστοτέλη (Ἠθικά Νικομάχεια) σέ πρακτικές καί διανοητικές. Οἱ τελευταῖες προϋποθέτουν τίς πρῶτες καί ὁλοκληρώνουν τήν ὡρίμανση τοῦ Λόγου, ὁ ὁποῖος κατά τούς Στωϊκούς ἐνυπάρχει ὡς σπερματικός λόγος σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἡ Φιλοσοφία εἶναι τό τελειότερο ἐργαλεῖο γιά τήν ἀνάπτυξη τοῦ Λόγου, ὁ ὁποῖος συνεπάγεται γνῶσιν τοῦ Ἀγαθοῦ καί ὁδηγεῖ, κατά τόν Ἀριστοτέλη, στόν αὐτοσκοπό τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, τήν εὐδαιμονία (σήμερα λέγεται, ὄχι πολύ εὔστοχα, εὐτυχία).
Ἡ ἑλληνική σύλληψη τῆς κεντρικῆς σημασίας τῆς Παιδείας γιά τήν τελείωση τοῦ Ἀνθρώπου ἀποτελεῖ, κατά τήν ἄποψή μου, κλειδί γιά τήν ἑρμηνεία τῆς τεράστιας ἐξάπλωσης τῶν ἑλληνικῶν ἀξιῶν στήν οἰκουμένη: μίας ἐξάπλωσης ἡ ὁποία δέν ἐξηγεῖται μέ τήν κατάκτηση διά τῶν ὅπλων, ἀλλά μέ τήν ἐθελοντική προσέλευση καί τήν μέθεξη τῶν λαῶν στήν ἑλληνική παιδεία, ὡς λυτρωτικῆς προσφορᾶς στούς ἀνθρώπους ὡς ἀνθρώπους, ἀνεξαρτήτως κοινωνικῆς τάξεως, φυλῆς, θρησκείας καί λοιπῶν διακρίσεων, πού τούς κρατοῦσαν δέσμιους ἀπό τήν ἀπαρχή τοῦ χρόνου. Ἡ μέθεξη στήν ἑλληνική παιδεία ἔκανε τούς προσηλύτους νά ἀναφωνήσουν «εἴμαστε ὅλοι Ἕλληνες!» δηλαδή ὅτι μετέχουμε ἐπειδή τό θέλουμε, προαιρετικά, στίς ἀξίες τῆς ἐλευθερίας, τῆς αὐτονομίας καί τῆς ἀλήθειας πού συμβολικά ἐνσαρκώνουν οἱ Ἕλληνες, ὅτι ὑπερασπίζουμε, ἄν τό θέλετε, τίς ἑλληνικές ἀξίες ὡς μέγιστο ἀτομικό ἤ συλλογικό μας θησαυρό. Θησαυρό ποίων; Μά ἡμῶν τῶν ἀπανταχοῦ φιλελλήνων, Ρωμαίων, Ἰσραηλιτῶν, Περσῶν, Ἰνδῶν, Πάρθων, Ἀρμενίων, Ἀράβων, Εὐρωπαίων, κ.λπ. Ὁ ἑλληνισμός, ὄχι ὡς ἀλλοτρίωση ἀπό τή δική μας ἱστορική ταυτότητα, ἀλλά ὡς ὄχημα πληρέστερης ἔκφρασης αὐτῆς. Ὄχι ὡς μετάλλαξη εἰς ἄλλο εἶδος, ἀλλά ὡς ἀπάντηση στά ἀνοιχτά ἐρωτήματα τῆς οἰκείας παραδόσεως. Ὄχι ὡς ἀντίπαλος τοῦ δικοῦ μας πολιτισμοῦ, ἀλλά ὡς πανανθρώπινος προορισμός πού προϋποθέτει ὅλους τούς πολιτισμούς, ἀλλά καί προϋποτίθεται ἀπό αὐτούς ὡς μυητική τους τελεολογία ἐσαεί. Ὅπως οἱ μεγάλες θρησκεῖες, ἀλλά μέ βεληνεκές πού τίς ὑπερβαίνει, ἡ ἑλληνική παιδεία εἶναι οἰκουμενική ὡς διδασκαλία τῆς αὐτοδύναμης κατίσχυσης τοῦ ἀνθρώπου ἐπί τῶν δυνἀμεων, φυσικῶν καί ἐξωφυσικῶν, πού ἐσαεί ἀπεργάζονται τήν ἐκμηδένισή του. Ὁ μεγάλος ζῶν ἑλληνιστής τοῦ παρόντος Christian Meier μιλάει σχετικά γιά τήν ὕπαρξη μίας ἑλληνικῆς συνείδησης τοῦ δύναμαι, σύνθεση τέχνης καί ἐπιστήμης.
Ὅμως Ἕλληνες στήν κυριολεξία εἶναι οἱ γόνοι Ἑλλήνων. Ὅπως ὑπάρχουν οἱ Πέρσες, οἱ Ἑβραῖοι, κ.λπ. ὑπάρχουν καί οἱ Ἕλληνες ὡς ἱστορική ὀντότητα. Δηλαδή ὅλοι ἐμεῖς, οἱ παπποῦδες μας καί οἱ ἀπόγονοί μας. Ἡ σύγχυση πού ἔχει δημιουργηθεῖ ἀπό τήν ἐσφαλμένη ἑρμηνεία τοῦ διάσημου (ἀλλά γιά αὐτούς πού τό ἐπικαλοῦνται ἀγνώστου) ἰσοκράτειου ἀποσπάσματος, ἐπιτρέπει στούς ἐντόπιους υποστηρικτές τοῦ πολυεθνικοῦ ἐποικισμοῦ τῆς Ἑλλάδος νά δικαιολογοῦν τή μαζική ἀπόδοση ἑλληνικῆς ἰθαγένειας σέ ἀλλοδαπούς ἐπειδή αὐτοί δῆθεν μετέχουν «ἑλληνικῆς παιδείας». Ὅμως ἡ λέξη «ἰθαγένεια» παραπέμπει στό γένος, πού ὑφίσταται ἀνεξαρτήτως βουλήσεως τῆς ὅποιας κυβερνήσεως.
Στό σημεῖο αὐτό εἶναι ἀναγκαία μιά ἐπισήμανση: ἡ κυρίαρχη, ἀπό τούς ἑλληνιστικούς χρόνους, οἰκουμενική ταυτότητα τοῦ ἑλληνισμοῦ δέν μπορεῖ νά ἀναπληρώσει τήν ἔλλειψη μίας ἰδιαίτερης ἱστορικῆς ταυτοποίησης τοῦ ἑλληνισμοῦ. Ἄν ἑλληνισμός εἶναι ἀνθρωπισμός στή γενική του ἰδέα, ποιός ἀκριβῶς εἶναι ἆραγε αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Ἕλλην ἄνθρωπος πού ἐπινόησε τόν ἀνθρωπισμό; Πῶς προσδιορίζεται τό ἑλληνικό γένος ὡς ἰδιαιτερότητα ἀνάμεσα σέ ἄλλες ἰδιαιτερότητες (λαούς); Ποία εἰδική ταυτότητα, πού δέν ἐπικαλύπτεται ἀπό τήν κυρίαρχη οἰκουμενική, ἔχει στή διάθεσή του σήμερα ὁ Ἕλληνας ὡς μπούσουλα σέ ἀνήσυχα νερά; Ἡ ἔλλειψη μίας αὐστηρά προσδιορισμένης ἰδιαίτερης ταυτότητας διευκολύνει ὅπως εἴδαμε, ἀλλοίμονο (!), τήν προπαγανδιστική χρήση τῆς οἰκουμενικῆς ταυτότητας κατά τοῦ Ἕλληνα τό γένος, ὑπέρ τῶν ἀλλογενῶν ἐποίκων, οἱ ὁποῖοι ὡς «ἄνθρωποι» χωρίς περαιτέρω προσδιορισμό δικαιοῦνται δῆθεν μερίδιο ἀπό τήν Ἑλλάδα! Τό ἑλληνικό ἰδανικό τῆς οἰκουμενικότητας, ὡς καταστροφέα τοῦ ὑπαρκτοῦ Ἑλληνισμοῦ· εἶναι ἀληθινό ἱστορικό παράδοξο.
Τήν οἰκουμένη τῶν ἑλληνιστικῶν χρόνων κληρονόμησε ἀργότερα, ὡς γνωστόν, ἡ χριστιανική οἰκουμένη. Ἡ ταύτιση τῆς Ἑλληνικότητας μέ τήν τελευταία δέν ἔλυσε, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, τό ἐπισημανθέν πρόβλημα, ἐφόσον ἡ ἐπικάλυψη τοῦ εἰδικοῦ ἀπό τό γενικό συνεχίζεται καί στή χριστιανική ταυτότητα τοῦ Ἕλληνα.
Τό πρόβλημα αὐτό ἐξηγεῖ, ἴσως, τή δυσκολία γενεῶν Ἑλλήνων διανοουμένων νά προσδιορίσουν νοηματικά, μέ τρόπο πειστικό τήν ἑλληνική ταυτότητα.
Εἴδαμε ὅτι ἡ οἰκουμενικότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ εἶναι συνυφασμένη μέ τό φαινόμενο τοῦ φιλελληνισμοῦ. Ὅμως ἡ τραγική κατάσταση τῆς πατρίδος σήμερα, πού συνοδεύεται ἀπό μία ἄνευ προηγουμένου συκοφαντική δυσφήμιση τῶν Ἑλλήνων στά ΜΜΕ τῆς Εὐρώπης, καθιστᾶ ἐπιτακτική τήν ἀνάγνωση τοῦ φαινομένου τοῦ ἀνθελληνισμοῦ. Ἄν ὁ φιλελληνισμός εἶναι στάση φιλότητος ἀπέναντι στόν ἑλληνισμό, ὁ ἀνθελληνισμός παρουσιάζει τήν ἴδια ἔνταση πρός τήν ἀντίθετη κατεύθυνση, εἶναι δηλαδή στάση μίσους. Ἤδη ἀπό τή συμπεριφορά τῶν Ρωμαίων διδασκόμεθα, ὅτι ἐνῶ ἀγαποῦσαν καί ἐθαύμαζαν τήν πνευματική κληρονομιά τῆς κλασσικῆς ἀρχαιότητας, ταυτόχρονα ἐξεδήλωναν κατά τό δοκοῦν τήν ἀπέχθειά τους ἀπέναντι στούς Ἕλληνες τῆς ἐποχῆς τους, τούς ὁποίους δέν ἐδίσταζαν νά στολίσουν μέ μία σειρά ὄχι τόσο κολακευτικές ἰδιότητες. Γραικύλος = προπέτεια, διπροσωπία, ψευδολογία, λαγνεία, ματαιοδοξία, ὑποκριτική δουλικότητα. Οἱ Ρωμαῑοι ἦσαν ἑπομένως φιλέλληνες ὡς πρός τούς νεκρούς, ἀνθέλληνες ὡς πρός τούς ζωντανούς Ἕλληνες. Τήν στάση αὐτή οἱ Ρωμαῑοι κληροδότησαν στούς Δυτικούς, ὅπου ἀνιχνεύεται ἀπό τήν πρώτη σταυροφορία καί ἐνωρίτερα ἕως τίς ἡμέρες μας. Δέν εἶναι ὅμως μόνο οἱ Δυτικοί, καί γιά τούς άνατολικούς λαούς ἰσχύουν τά αὐτά. Ὅποιος ἔχει ἐρευνήσει τόν θαυμασμό τῶν Ἀράβων τοῦ μεσαίωνα γιά τήν ἑλληνική κλασσική ἐπιστήμη ἀφ’ ἑνός, τή συγκατάβασή τους γιά τούς συγχρόνους τους Ἕλληνες τοῦ Βυζαντίου ἀφ’ ἑτέρου, θά πεισθεῖ ὅτι καί ἐδῶ ἰσχύουν τά αὐτά. Ὅμως πῶς ἐξηγεῖται ἡ σχιζοφρενής, ἀμφιθυμική αὐτή στάση τῶν λαῶν ἀπέναντι στόν Ἑλληνισμό διαχρονικῶς;
Ἀπό τήν πλευρά μίας πολιτικῆς ψυχολογίας, φιλελληνισμός εἶναι ὁ ἔρωτας πρός τόν ἰδανιστικό Ἑλληνισμό, ἐνῶ ἀνθελληνισμός εἶναι ἡ ἄλλη ὄψη τοῦ ἰδίου νομίσματος, δηλαδή ἡ ἀπογοήτευση τοῦ ἐραστῆ ἀπό τήν ἐπαφή μέ τήν πραγματικότητα τῶν ζωντανῶν Ἑλλήνων, πού δέν εἶναι τελικά οἱ θεοί πού λάτρεψε, ἀλλά ἄνθρωποι ὅπως ἐσύ κι ἐγώ, μέ ὅλες τίς ἀδυναμίες μας. Τό παράλογο μίσος τοῦ ἀνθέλληνα ἔχει τήν ἴδια ἔνταση μέ τόν ἔρωτα τοῦ φιλέλληνα. Στρέφεται κατά τοῦ ὑπαρκτοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἀνεξαρτήτως καλῶν προθέσεων ἤ πράξεων, φέρεται ὡς ὑπεύθυνος, στό φαντασιακό τοῦ ἀπογοητευμένου ἐραστῆ, γιά τήν ἀκύρωση τοῦ ἰδανικοῦ του.
Γιά νά γίνει πληρέστερη ἡ είκόνα τῆς κατάστασης, νά προσθέσουμε ὅτι μίσος φθάνουν νά αἰσθάνονται γιά τό πρωταρχικό ἀντικείμενο τοῦ πόθου τους οἱ μικρότερες ψυχές πού προσπάθησαν, ἀλλά ἀπέτυχαν νά ταυτισθοῦν μέ αὐτό. Ὅπως οἱ ἡμιμαθεῖς στήν ἀνάλυση τοῦ Adorno τελικά μισοῦν τή μόρφωση πού δέν μπόρεσαν νά κατακτήσουν, ἔτσι οἱ ἀνθέλληνες ἐμίσησαν τόν ἑλληνισμό ὡς καθρέφτη τῆς ιδίας βαρβαρότητος, τήν ὁποία ἀδυνατοῦν νά ὑπερβοῦν. Τό μίσος τους γιά τόν ἑλληνισμό δέν εἶναι τελικά παρά προβολή πρός τά ἔξω τοῦ ἀσυνειδήτου μίσους γιά τόν ἑαυτό τους. Οὔτως ἤ ἄλλως ἀκολουθεῖ ἡ ἐκδίκηση, ἡ ὁποία δέν θά ἰκανοποιηθεῖ μέ τίποτα λιγότερο ἀπό τήν ἐξαφάνιση τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Ἀναρίθμητες ἐπιδρομές βαρβάρων σημάδεψαν τήν ἱστορία τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τήν ἀρχαιότητα ὥς τίς μέρες μας. Πῶς δέν ἀπέτρεψε αὐτές ὁ οίκουμενικός φιλελληνισμός; θα ἀναρωτηθεῖ ἴσως κανείς. Μά δέν καταλάβαμε ἀκόμα, οἱ ζῶντες Ἕλληνες, πώς ὁ φιλελληνισμός ἐκτρέφει τόν ἀνθελληνισμό; Ἔχουμε ἀκόμα ἐμπιστοσύνη στήν εὐγνωμοσύνη τῶν εὐεργετηθέντων ἀπό ἐμᾶς; Ἄν δέν ἔχουμε ἀκόμα ἐξαφανισθεῖ ἀπό τό πρόσωπο τῆς Γῆς, αὐτό ὀφείλεται στήν τεράστια γεωγραφική ἐξάπλωση, τεχνολογική καί οίκονομική ἰσχύ καί πολεμική ἀρετή τοῦ ὑπαρκτοῦ Ἑλληνισμοῦ τήν ἐποχή τῆς ἀκμῆς του, πρίν δυό χιλιάδες χρόνια. Δέν ὀφείλεται, τό ἀντίθετο μάλιστα, στήν οίκουμενική ἀκτινοβολία τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Οἱ ἐπιδρομές ἐναντίον μας δημιούργησαν ἰσάριθμες τρύπες στόν ζωντανό ἱστό τοῦ ὑπαρκτοῦ Ἑλληνισμοῦ, π.χ. ἡ Μικρασία, κατά τόν μεγάλο ἱστορικό Σπύρο Βρυώνη, εἶχε δώδεκα ἑκατομμύρια Ἕλληνες πρίν ὀκτακόσια χρόνια. Πόσοι ἔχουν ἀπομείνει σήμερα; Ἕνα πολύ μικρό κομμάτι Ἑλληνισμοῦ ἐπιβιώνει ἀκόμα στήν Ἑλλάδα, χάρις στήν τεράστια δύναμη τοῦ πάλαι ποτέ Ἑλληνισμοῦ. Ὅμως σήμερα οἱ ἐφεδρεῖες μας ἐξαντλήθηκαν…
Νά παρατηρήσουμε ἐδῶ, ὅτι μέ κάθε καταστροφή τοῦ ὑπαρκτοῦ Ἑλληνισμοῦ ἡ ἰσχύς τοῦ ἰδανιστικοῦ Ἑλληνισμοῦ μεγάλωνε. Μέ τήν κατάκτηση τῆς Ἑλλάδος ἀπό τή Ρώμη ὁ ἑλληνικός πολιτισμός πῆγε στή Δύση. Μέ τήν κατάκτηση τῆς Συρίας καί τῆς Αἰγύπτου ἀπό τούς Ἄραβες πῆγε στούς Ἄραβες. Μέ τήν κατάκτηση τῶν Ὀθωμανῶν ὁ ἑλληνικός Λόγος μεταφέρθηκε στήν Εὐρώπη. Ὅμως οἱ ἐστίες χάθηκαν καί ἀναρίθμητοι Ἕλληνες ἐξοντώθηκαν, ἐκτοπίσθηκαν, ἤ ἀποστάτησαν.
Σήμερα ὁ ἰδανιστικός Ἑλληνισμός ὑπερβαίνει τόν ὑπαρκτό Ἑλληνισμό πρός ὅλες τίς κατευθύνσεις, τά φροῦτα τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἔχουν γίνει κτῆμα ὅλων τῶν ἐθνῶν. Ό ὑπαρκτός Ἑλληνισμός, ἀπειλεῖται κυριολεκτικά μέ ἐξαφάνιση, ὄχι τυχαῖα, ἀπό τόν σφικτό ἐναγκαλισμό μίας Εὐρώπης σέ καθεστώς διετοῦς ἀνθελληνικῆς ἐξάρσεως. Ὁ διασυρμός τοῦ ὑπαρκτοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν Εὐρώπη μόνο μέ ἐκεῖνον τῶν Ἑβραίων ἀπό τούς Ναζί θά μποροῦσε νά συγκριθεῖ, σύμφωνα με το Ἰνστιτοῦτο Κοινωνικῶν Ἐρευνῶν τῆς Φρανκφούρτης. Ἄς μήν ξεχνᾶμε ὡστόσο, ὅτι ἐπί μία δεκαετία προηγήθηκε μέσα στήν Ἑλλάδα ἕνας ἐσωτερικός διασυρμός τοῦ Ἑλληνισμοῦ, σέ ὀφθαλμοφανῆ ἀντιστοιχία μέ αὐτόν τοῦ ἐξωτερικοῦ. Ὁ ἐν λόγῳ διασυρμός ἔγινε ἀπό Ἕλληνες τό γένος, μέ κυρίαρχη παρουσία στήν ἀκαδημαϊκή ζωή, στήν πολιτική ζωή, στά ΜΜΕ, στά κόμματα, σέ μή κυβερνητικές ὀργανώσεις, στή σχολική ἐκπαίδευση. Ἡ δράση ὅλων αὐτῶν προετοίμασε τό ἔδαφος γιά τήν κατίσχυση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ ἀνθελληνισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἔμελλε νά αἰφνιδιάσει καί τούς πιό ψύχραιμους, δύο χρόνια τώρα, μέ τήν πρωτοφανή ἔκταση καί ἔντασή του.
Ἄς σκεφθεῖ κανείς τί σημαίνει νά γράφονται καθημερινά στίς ἐφημερίδες τῆς Εὐρώπης ἄρθρα γιά τήν Ἑλλάδα (ἐκεῖ πού προηγουμένως ἡ Ἑλλάς ἦταν πιό ἄγνωστη στόν τύπο κι΄ἀπό τήν κεντρική Ἀφρική), ἕως καί τέσσερα ἄρθρα τήν ἡμέρα στήν ἴδια μεγἀλη ἐφημερίδα, ὅλα ὑβριστικά, σαρκαστικά, ἀπαξιωτικά. Καί ὄχι μόνο, ὅπως θά περίμενε κανείς, στίς δεξιές λαϊκές φυλλάδες τοῦ κίτρινου τύπου, ἀλλά καί πολλαπλῶς σέ σοβαρές ἐφημερἰδες καί περιοδικά.
Ἀπό ὅλα αὐτά προκύπτει ὅτι ὁ ὑπαρκτός Ἑλληνισμός πρωταρχικό καθῆκον σήμερα ἔχει τήν ἐπιβίωσή του. Μέ κανένα τρόπο δέν πρέπει νά ἐξακολουθεῖ νά ἐνδίδει στήν παρόρμηση τοῦ φωτοδότη τῆς ἀνθρωπότητας, ὡς ἐάν ἡ ὕπαρξή του νομιμοποιεῖται μόνο ἐφ’ ὅσον καί καθ’ ὅσον αὐτός παρέχει εὐεργεσίες εἰς τό διηνεκές. Ὄχι, ἡ ἀρχή τῆς αὐτοσυντήρησης εἶναι ἐπαρκής νομιμοποίηση τῆς ὕπαρξης, ἀτομικῆς ἤ συλλογικῆς. Οἱ ζῶντες Ἕλληνες θά πρέπει νά παύσουν ἐπιτέλους νά εἶναι θύματα τοῦ φιλελληνικοῦ πάθους, προσφέροντας οἰκειοθελῶς τόν ἑαυτό τους ὡς ἐνσάρκωση ξένων ἰδανικῶν καί ὡς ἀποδοχέα τοῦ μίσους πού ἀναπόφευκτα θά ἐνσκύψει.
Ἐξ ἄλλου καί μόνη ἡ αὐτοσυντήρηση τοῦ Ἕλληνος ἀνθρώπου εἶναι πλέον δύσκολος στόχος. Στό δημογραφικό ἐπίπεδο τό ἑλληνικό ἔθνος ἀπειλεῖται ἀπό μία ὑπογεννητικότητα ρεκόρ (γεννητικότητα 0,9 %0!). Στό ἰδεολογικό ἐπίπεδο ἡ άναπαραγωγή τοῦ Ἕλληνος ἀνθρώπου προσκρούει στήν «πολυπολιτισμική» μετάλλαξη τῆς ἐθνικῆς παιδείας ἡ ὁποία μεθοδικά ἀποδομεῖ τίς ἑλληνικές ἀξίες, ὡς δῆθεν «στερεότυπα» ἐθνικῆς, ἱστορικῆς, παραδοσιακῆς ὑφῆς. Στό οἰκονομικό ἐπίπεδο ἡ μεθοδευμένη χρεωκοπία τοῦ παρόντος ἀποσυνθέτει παραιτέρω τόν κοινωνικό ἱστό στό ἐσωτερικό τοῦ ἔθνους. Στό ἐθνικό τελευταῖα ἐπίπεδο, ὁ ἐνδοτισμός τῶν δοτῶν κυβερνήσεων θά δώσει τούς καρπούς του σ’ ἕνα ἐπί τοῦ παρόντος ἀπροσδιόριστο μέλλον.
Ὁ Ὑπαρκτός Ἑλληνισμός, ἀνεξαρτήτως ἀδυναμιῶν του, δέν εἶναι ἀσήμαντος γιά τήν παγκόσμια ἑλληνική κληρονομιά, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἀνάχωμα κατά μίας ἐπερχομένης βαρβαρότητας. Ἡ δύναμη τῶν ὀλίγων Ἑλλήνων τό γένος πού ὑπάρχουν σήμερα, ἔγκειται στό ὅτι εἶναι φύσει μάρτυρες τοῦ διαχρονικοῦ Ἑλληνισμοῦ, ὅτι τούς ἀναγνωρίζεται δικαιωματικά τό προνόμιο νά συνηγορήσουν ὑπέρ τῆς ἐλευθερίας, τοῦ Λόγου καί τῆς Ἀνθρωπιᾶς ὡς δικῆς τους προγονικῆς κληρονομιᾶς, ὡς δικῆς τους παραδόσεως. Σέ ἀντιδιαστολή, ἡ σχέση τῶν ἄλλων λαῶν μέ τήν ἑλληνική κληρονομιά εἶναι ἔμμεση, εἶναι σχέση φιλελλήνων, ὄχι Ἑλλήνων. Ἔτσι εὔκολα ἀμφισβητεῖται ὁ ἑλληνισμός τῶν φιλελλήνων ὡς ἀποικιοκρατική ἰδεολογία τῆς Δύσης, ρατσισμός τῆς λευκῆς φυλῆς (οἱ Ἕλληνες ἦσαν βλέπεις λευκοί), πολιτισμικός ἰμπεριαλισμός τοῦ δῆθεν ἑνός καί δῆθεν οἰκουμενικοῦ Λόγου, δικαίωση τῆς ἀρχαίας δουλοκτητικῆς κοινωνίας, κυριαρχία τοῦ ἄνδρα ἐπί τῆς γυναίκας καί ἄλλα παρόμοια.
Σέ ἀντιδιαστολή, ἡ κυρίαρχη πολιτική ὀρθότητα ἡ ὁποία ἐπιτρέπει νά προσαφθοῦν τά προηγούμενα σ’ ὅλους (τούς φιλέλληνες) ἀλλά όχι στόν Ἕλληνα, εφόσον ἄν κάποιος τά προσῆπτε σέ Ἕλληνα, θά ἐθεωρεῖτο ἔνοχος ρατσιστικῆς ἐπιθέσεως, πρᾶγμα πού ἡ πολιτική ὀρθότητα ἀπαγορεύει σέ κάθε περίπτωση. Ἐδῶ ἐντοπίζεται ὁ ρόλος κλειδί τοῦ ὑπαρκτοῦ Ἑλληνισμοῦ γιά τήν οἰκουμενική ἑλληνική κληρονομιά. Εἶναι ὁ ρόλος τοῦ ἀναγνωρισμένου, δικαιωματικά, μάρτυρα ὑπέρ τοῦ ἰδανιστικοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Ἄν ἐξέλιπε ὑποθετικά ὁ τελευταῖος Ἕλληνας μάρτυρας, θά ἔσβηνε ἅραγε λόγῳ αὐτοῦ ἡ οἰκουμενική ἑλληνική κληρονομιά; Ὄχι, ἐάν ὁ τελευταῖος Ἕλληνας ἔφευγε ὑπερασπιζόμενος τήν πίστη του στόν ἑλληνισμό. Τό φάντασμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ θά στοίχειωνε τότε τήν ἀνθρωπότητα. Μόνο ἕνας τρόπος ὑπάρχει πραγματικά γιά νά ἀφανισθεῖ ὁλοκληρωτικά ἕνας μάρτυρας καί μαζί ἡ μαρτυρία του: νά άπαρνηθεῖ ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του, τήν ἀλήθειά του. Σ’ αὐτό ἀκριβῶς ἀποσκοπεῖ ἡ προπαγάνδα τῆς ψευδοῦς οἰκουμενικότητας, ἡ ὁποία ἐνθαρρύνει τήν ἀλλοτρίωση ἀπό τόν Οἰκεῖο διά τῆς στροφῆς πρός τόν Ἄλλο.
Ἡ Ἑλλάς πλήττεται πρώτη στήν παροῦσα οίκονομική κρίση, ίσως διότι ἡ τυχόν πτώση της θά προαγγείλει, στό συμβολικό ἐπίπεδο, τήν πτώση ὁλοκλήρου τοῦ οίκουμενικοῦ ἑλληνογενοῦς πολιτισμοῦ. Αὐτό τό διαισθάνονται οἱ ἄνθρωποι μέ ἀγαθές προθέσεις ἀνά τήν οἰκουμένη, παρά τόν ὀρυμαγδό τῆς ἀνθελληνικῆς προπαγάνδας. Πρῶτοι ἀπ’ ὅλους τό διαισθάνονται οἱ Ἕλληνες. Γι’ αὐτό θά ποῦμε καί ἐμεῖς ἐδῶ: «Ἡ Ἑλλάδα πέπρωται νά ζήσει καί θά ζήσει»!
Δεκέμβριος 2011