Από το Άρδην τ. 83, Δεκέμβριος 2010-Ιανουάριος 2011
Το ενδιαφέρον με το εν λόγω βιβλίο του καθηγητή Βασίλη Νόττα δεν έγκειται απλώς στο ότι αποτελεί ένα χρήσιμο διδακτικό εγχειρίδιο για τα πανεπιστημιακά τμήματα της δημοσιογραφίας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης στη χώρα μας, αλλά στο ότι συνιστά ένα εξαιρετικά αξιόλογο και αυτοτελές επιστημονικό αφήγημα γύρω από το φαινόμενο της ανθρώπινης επικοινωνίας από καταβολής κόσμου.
Στο γεγονός αυτό συνέβαλε καταλυτικά και το συγγραφικό ύφος του Βασίλη Νόττα, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν προσιδιάζει στο απλό και ενίοτε μονοδιάστατο και βαρετό ακαδημαϊκό στυλ γραφής, αλλά έχει τις σαφείς αποχρώσεις μίας ολοκληρωμένης στοχαστικής προσωπικότητας, η οποία προσεγγίζει το θέμα της με την ολιστική στόχευση ενός αληθινά σκεπτόμενου ανθρώπου, με άλλα λόγια ενός διανοούμενου.
Αυτό έχει άμεση επίπτωση και στην ερευνητική μεθοδολογία που επιλέγει ο Βασίλης Νόττας, την οποία θα χαρακτήριζα διεπιστημονική με όλη τη σημασία της λέξεως. Μελετώντας κανείς το βιβλίο του με τον προκλητικό αναντίλεκτα τίτλο: Κοινωνία, Επικοινωνία, Εξουσία. Από τον Βωμό και τον Άμβωνα στην Οθόνη. Η περίοδος της προφορικότητας και οι επικοινωνητές της, σταδιακά συνειδητοποιεί ότι πίσω από το κεντρικό του επιχείρημα, περί της προφορικότητας και των επικοινωνητών της, εδράζεται μία πραγματική πλειάδα επιστημονικών πεδίων: ανατομία, γλωσσολογία, ανθρωπολογία, εθνολογία, κοινωνιολογία, θεωρία της επικοινωνίας, ψυχολογία και θεωρία του πολιτισμού, τα οποία συνθέτουν αν μη τι άλλο ένα διευρυμένο επιστημολογικό και θεωρητικό περιβάλλον προσέγγισης του επικοινωνικού φαινομένου συλλήβδην.
Αυτό ακριβώς το διευρυμένο διεπιστημονικό περιβάλλον είναι τελικά η ίδια η έννοια της επικοινωνίας, η οποία τείνει να γίνει μία πραγματολογική και ερμηνευτική κατηγορία της ανθρώπινης δράσης και συμπεριφοράς εν γένει. Από αυτή την οπτική γωνία, βρισκόμαστε αναφανδόν ενώπιον μίας κοινωνιολογίας της επικοινωνίας με έντονα τα ανθρωπολογικά, εθνολογικά, θρησκειολογικά και, κυρίως, βέβαια, τα πολιτισμικά στοιχεία (κοινωνική ιστορία της επικοινωνίας, σύμφωνα με τον συγγραφέα), όπως ταιριάζουν σε κάθε ουσιαστική κοινωνιολογική ανάλυση.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει το έβδομο κεφάλαιο του βιβλίου, όπου παρουσιάζονται οι θέσεις περί ιερής επικοινωνίας των μεγάλων και κλασικών, πλέον, κοινωνικών επιστημόνων της μοντέρνας εποχής (Κοντ, Ντιρκέιμ, Βέμπερ, Μως, Τζέιμς, Φρόυντ, Γιουνγκ, Ότο, Λεβί-Στρως κ.ά).
Η αντίστιξη πολιτισμών της προφορικότητας και πολιτισμών της γραφής διατρέχει το βιβλίο ως ένα διακριτό, πλην όμως εύπλαστο όριο, ανάμεσα σε δύο διαφορετικές οπωσδήποτε επικοινωνιακές αντιλήψεις, συμπεριφορές και φιλοσοφίες του ανθρώπινου πολιτισμού, οι οποίες ωστόσο, από ένα σημείο και μετά (αρχαία νεωτερικότητα), συνυπήρξαν και προσδιόρισαν τις ποικίλες όψεις της παγκόσμιας και ιδίως της ευρωπαϊκής κουλτούρας, μέσα από το γίγνεσθαι των επικοινωνιακών επαναστάσεων (χειρογραφική, τυπογραφική, ηλεκτρονική).
Το βιβλίο ωστόσο έχει και μία ιδιαίτερη σημασία από την πλευρά της πολιτικής ανθρωπολογίας και ιδίως της πολιτικής επιστήμης, στον βαθμό που το δίπολο επικοινωνητές/επικοινωνούμενοι συνοψίζει, σε ένα ανώτερο ανθρωπολογικό και πολιτικό επίπεδο, τη γένεση της εξουσίας στις ανθρώπινες κοινωνίες.
Η εξουσιαστική δομή και διάσταση της επικοινωνίας διατρέχει οριζόντια και κάθετα την κοινωνία των ανθρώπων, διαπερνώντας τα επιμέρους επίπεδα και τις επιμέρους ατομικές και συλλογικές δράσεις. Η εξουσία της επικοινωνίας και η επικοινωνία της εξουσίας από ένα σημείο και μετά σημαίνουν το ίδιο και το αυτό. Υπό αυτή την έννοια, το εν λόγω βιβλίο θα μπορούσε να διαβαστεί και ως μία πολιτική κοινωνιολογία της εξουσίας με έμφαση στο επικοινωνιακό στοιχείο της.
Οι ελίτ της επικοινωνιακής εξουσίας (μάγοι, ιερείς, φιλόσοφοι, δημοσιογράφοι) είναι οι θεμελιωτές των πολιτικών ιδεολογιών lato sensu. Με όρους του Αντόνιο Γκράμσι, οι οργανικοί διανοούμενοι της κοινωνίας. Αυτοί που δεν περιβάλλουν απλώς την εξουσία με τον πέπλο της νομιμοποίησης, αλλά αυτοί που νοηματοδοτούν συνολικά το κοινωνικό συμβόλαιο, την ανθρώπινη συμβίωση σε κάθε της έκφραση.
Το επιχείρημα της επικοινωνίας ως ένας νέος τρόπος αφήγησης της ανθρώπινης ιστορίας καθιστά το βιβλίο του Βασίλη Νόττα πολύ πρωτότυπο και εξαιρετικά χρήσιμο για την ερμηνευτική προσέγγιση της σημερινής κατάστασης, ιδίως με την ανάπτυξη της τεχνολογίας των μέσων επικοινωνίας.
Στην κατάληξη του βιβλίου του, ο συγγραφέας αφήνει προς διερεύνηση την προβληματική της τηλεκρατίας και της λεγόμενης τηλεοπτικής δημοκρατίας. Μπορεί κανείς να μιλήσει για μία νέα μορφή επικοινωνιακής εξουσίας, με στοιχεία μυθολογικά, ιερά και τελετουργικά, που τείνει να καλύψει το πεδίο της εξουσίας συνολικά; Αυτό είναι για μένα κάτι πολύ ερεθιστικό που χρήζει διεξοδικής και μεθοδικής μελέτης. Το βιβλίο του Βασίλη Νόττα είναι ένα χρήσιμο επιστημονικό βήμα προς αυτή τη μακρά πορεία του Ανθρώπου και των Κοινωνιών του.
Σπύρος Μακρής
Επισκέπτης Λέκτορας
Πολιτικής Επιστήμης
Σχολή Ικάρων