της Βίλμα Λαδοπούλου, από το Άρδην τ. 53, Απρίλιος-Μάιος 2005
Παρίσι – Αναδρομική
ORLAN
Méthodes de l’ artiste, 1964-2004
31/03/04 – 28/06/04
Centre National de la Photographie
Επειδή ο κύριος Γιώργος Παλαιολόγος θίγει με γρήγορο τρόπο πολλά και πολύπλοκα θέματα, όσον με αφορά, θα μου χρειάζονταν τουλάχιστον διακόσιες σελίδες για να μπορέσω να απαντήσω όπως αρμόζει σε όλα.
Γι’ αυτό, με πρόσχημα την αναδρομική έκθεση ORLAN – Μέθοδοι του καλλιτέχνη, 1964-2004, που στεγάστηκε στο Παρίσι στο Εθνικό Κέντρο Φωτογραφίας (31/03-28/06/04), προσπαθώ να απαντήσω στα δύσκολα ερωτήματα που θέτει το σαράντα ετών έργο της Ορλάν, το οποίο για την ερμηνεία του απαιτείται χρόνος και σκέψη, αν βέβαια δεν επαναπαύεται κάποιος μόνο στις πληροφορίες που του δίνουν τα ΜΜΕ.
Με πρόσχημα το έργο της Ορλάν προσπαθώ να απαντήσω στα ερωτήματα που θέτει η “Αισθητική Χειρουργική”, προσπαθώ επίσης να απαντήσω στις επικρίσεις για την υποτιθέμενη “ναρκισσιστική” τέχνη με την οποία “παίζει” η Ορλάν. Με πρόσχημα λοιπόν την έκθεση αυτή, προτείνω ένα συγκεκριμένο έργο το οποίο δεν νομίζω πως διατηρεί κάποια σχέση με την αηδία την οποία μπορεί να προσφέρει στο βλέμμα μας ο “φετιχισμός των εκκρίσεων και των ακαθαρσιών” ο οποίος συναντάται ορισμένες φορές σήμερα.
“Το πλατύ κοινό περιορίζει συχνά τη δουλειά μου στις χειρουργικές επεμβάσεις – performance γνωστές από τα ΜΜΕ… Στην πραγματικότητα ερευνώ το θέμα της αυτοπροσωπογραφίας και εξετάζω τις κοινωνικές καταπιέσεις που το σώμα μας αναγκάζεται να υποστεί. (…) Η σάρκα και η ύλη μόνες τους δεν με ενδιαφέρουν αν δεν συνοδεύονται από ένα κοινωνικό project. Έχω κάνει τις επιλογές μου. Θέλω το concept να εγγράφεται στη σάρκα, στο υλικό του έργου”.
ΟΡΛΑΝ
Ονομάζοντας την τέχνη της σαρκική (Art Charnel), η Ορλάν “κτίζει” εδώ και σαράντα χρόνια ένα έργο θεαματικό και συγχρόνως αυστηρό. Αντίθετη με το Body Art –το οποίο ανεγείρει τον πόνο σε κάθαρση– η Ορλάν, δια μέσου απείρων μεταμορφώσεων ερευνά την πιθανότητα ύπαρξης μιας ταυτότητας ανεξάρτητης προδιαγραφών. Και είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιεί την χειρουργική αισθητική, το μακιγιάζ, τις μάσκες, τη φωτογραφία, το βίντεο, την ψηφιακή εικόνα αλλά και την ιστορία της τέχνης την οποία διασταυρώνει με το σύγχρονο κοινωνικό πλαίσιο.
Μια αναδρομική μας παραπέμπει –εκ των πραγμάτων– στο παρελθόν, και μας καλεί να ανακαλύψουμε παλαιότερα έργα του καλλιτέχνη. Η έκθεση που παρουσιάζει το Εθνικό Κέντρο Φωτογραφίας επιτρέπει επιπλέον, να εννοήσουμε το concept το οποίο από τη δεκαετία του ’60 κατευθύνει το διάβημα της Ορλάν και τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την υλοποίησή του.
Η έκθεση καλύπτει το σύνολο του έργου και ξεκινά με τα “ιστορικά” έργα μεταξύ των οποίων παρουσιάζονται και οι πρώτες δυνατές συμβολικές εικόνες: Orlan accouche d’ elle m’ aime (1964), όπου βλέπουμε την Ορλάν να βάζει στον κόσμο μια ψεύτικη κούκλα, θεμελιώνοντας έτσι την επιθυμία μιας ταυτότητας η οποία δεν υπακούει στους νόμους της βιολογίας και της γενετικής, της κοινωνίας και της κληρονομικότητας. Όπως και στο Tentative pour sortir du cadre avec masque no3 (1965), όπου καταγγέλλονται οι κοινωνικές καταπιέσεις, συμπεριλαμβανομένων και αυτών των ανδρών.
Πιο κάτω θα δούμε μια παρωδία του διάσημου έργου του Courbet, L’ origine du monde (1866): εδώ το γυναικείο γεννητικό όργανο που δείχνει ο πίνακας έχει αντικατασταθεί από την φωτογραφία ενός ανδρικού, σε στύση και ονομάζεται L’origine de la guerre (1989) (Η Καταγωγή του Πολέμου). Στη συνέχεια η Ορλάν, υποδύεται διάσημες γυναικείες φιγούρες της ιστορίας της τέχνης, όπως την Αφροδίτη του Botticelli ή τη Μεγάλη Οδαλίσκη του Ingres παρούσα στην έκθεση.
“Δεν έχω κάνει ποτέ ένα έργο (σχέδιο, φωτογραφία, γλυπτό, βίντεο, performance) χωρίς να το σκεφτώ σαν ένα σώμα που ψάχνει άλλα σώματα για να υπάρξει” λέει η Ορλάν. Έτσι στη σειρά Mesurages, βάζει σε αντιπαράθεση το σώμα της με τον χώρο της πόλης, ο οποίος της δίνει το μέτρο (ένα είδος “ιδανικής σχέσης” ανάμεσα στο ανθρώπινο σώμα και την αρχιτεκτονική).
Μια καινούργια “ταυτότητα” κάνει την εμφάνισή της, αυτή της “αγίας Ορλάν” (1974-1948). Πρόκειται για μια φιγούρα εμπνευσμένη από την Αγία Τερέζα του Bernin και εδώ η Ορλάν εξερευνά τη θρησκευτική εικονογραφία και αυτή του μπαρόκ. Το project αυτό το οποίο ονομάζεται Le Drapé–Le Baroque ανατρέπει τα ταμπού του θανάτου, της θρησκείας, αυτό της σεξουαλικότητας. Το πλούσιο αυτό σύνολο περιλαμβάνει γλυπτά, φωτογραφίες σε στούντιο, performance, τεράστιες εγκαταστάσεις,ένα γλυπτό από μάρμαρο κατασκευασμένο στην Καρράρα του οποίου η φωτογραφία εκτίθεται στην έκθεση (Buste d’Orlan, 1978).
Στην σειρά των Opérations, οι οποίες εμφανίζονται το 1990, η Ορλάν, “κτίζοντας” την εμφάνισή της θέλει να δείξει το δικαίωμα του καθενός να αποφασίζει για την δική του. Έχοντας φτιάξει στον υπολογιστή μια αυτοπροσωπογραφία τής οποίας τα χαρακτηριστικά αναμιγνύονται με αυτά που φέρουν κάποιες γυναικείες φιγούρες της ιστορίας της τέχνης, ξεκινά τη συνεργασία της με τους χειρούργους. Για κάθε επέμβαση, η αισθητική του χειρουργείου μετατρέπεται. Το 1991 π.χ. τα ρούχα του προσωπικού γίνονται από τον Paco Rabanne. Κατά τη διάρκεια της εγχείρησης η οποία γίνεται με τοπική αναισθησία, η Ορλάν διαβάζει φιλοσοφικά κείμενα (Michel Serres), λογοτεχνικά (Antonin Artaud), ή ακόμη συζητά με το κοινό μέσω δορυφορικής μετάδοσης σε βίντεο. Τα αντικείμενα και οι εικόνες που προέρχονται από τις εγχειρήσεις θα χρησιμεύσουν στη συνέχεια στην παραγωγή νέων έργων…
Τρομακτικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η σειρά των Self-Hybridations η οποία εμφανίζεται πρόσφατα (1998). Εδώ η Ορλάν προωθεί την τέχνη της προς ένα επιπλέον στάδιο αυτό-δημιουργίας και αυτό-αναπαραγωγής, χρησιμοποιώντας αφενός τα στάνταρ ομορφιάς άλλων πολιτισμών και αφετέρου τον υπολογιστή και γενικά την ψηφιακή τεχνολογία. Όπως οι μοντέρνοι καλλιτέχνες (Braque, Picasso, Breton, Apollinaire…) δεν εξετάζει τα δυτικά πρότυπα ομορφιάς αλλά αναφέρεται στους: προκολομβιανό, αφρικανικό και αιγυπτιακό πολιτισμό…
Έτσι ξεκινά στο Μεξικό –το οποίο η Ορλάν έχει επισκεφθεί πολλές φορές– η σειρά των Self-Hybridations η οποία δεν πρέπει να συγχέεται με τις χειρουργικές μεταμορφώσεις. Τα πορτραίτα αυτά είναι αποτέλεσμα της συγχώνευσης των χαρακτηριστικών της Ορλάν –κατόπιν των χειρουργικών επεμβάσεων– με αυτά που έχουν οι μάσκες και τα αγαλματίδια των παλαιών πολιτισμών, των οποίων τα χαρακτηριστικά έχουν υποστεί αλλοιώσεις – εφόσον και υπακούν σε συγκεκριμένους κοινωνικούς κώδικες: παραμόρφωση του κρανίου, του στόματος και των λοβών του αυτιού, σωματικά τατουάζ… Έχοντας μοιραστεί τη ζωή των αυτοχθόνων στην Αφρική, η Ορλάν συνεχίζει με τα Αφρικανικά Υβριδικά Πορτραίτα (2000) του εαυτού της, μεταξύ αρχαϊσμού και κουλτούρας της κυβερνητικής, πορτραίτα με σύνθετο τίτλο σαν αυτόν που φέρει ένα από τα πιο πρόσφατα: Τρικέφαλη μάσκα Ογκόνι της Νιγηρίας και μεταβλητά πρόσωπα Γαλλο-Ευρωπαίων γυναικών (2003).
Εμφανής είναι η σχέση ανάμεσα στα τελευταία αυτά πορτραίτα και στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες του 1965 της σειράς “Corps sculpture avec masque”. Πίσω από μια μάσκα κρύβεται μια άλλη, μοιάζει να λέει η Ορλάν, όταν ακόμη και αυτό το “Επίσημο πορτραίτο της Ορλάν” δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να επισημαίνει –μεγαλειωδώς– την απουσία του “πραγματικού” προσώπου της Ορλάν.
Το πέρασμα από τον εικοστό στον εικοστό πρώτο αιώνα, μοιάζει να ερευνά σήμερα το μεταμοντέρνο έργο της Ορλάν, όταν κάτι σαν Μετά-Ανθρώπινη “ταυτότητα”, μεταξύ μέλλοντος και παρελθόντος, μοιάζει να κάνει την εμφάνισή της, αναγκαστικά.
Τελειώνοντας, προτείνω δύο αποσπάσματα από το περιοδικό ψυχιατρικής VST, το οποίο εκδίδεται από το CEMEA (Centre d’ Entrainement aux Méthodes d’ Education, Active) τεύχος Σεπτ.-Δεκεμβρ. 1991, το οποίο αφιερώνει σαρανταεπτά σελίδες στην “περίπτωση Ορλάν”. Η γνώμη των γιατρών απαντά σε μερικά από τα ερωτήματα τα οποία μας προβληματίζουν:
“Το όνομά της η Ορλάν το έχει η ίδια παράξει, δεν το έχει ‘δεχτεί’. Η πράξη αυτή της αυτό-ονομασίας θεωρείται ιεροσυλία από θρησκευτικής πλευράς και ψυχωτική από ψυχιατρικής. Το όνομα έρχεται πάντα από τον Άλλο του οποίου είναι το ίχνος και το οποίο χρεώνει κάθε ταυτότητα. Στην περίπτωση της Ορλάν, η οποία παίζει με τις έννοιες της ματαιότητας και του ναρκισσισμού (σε μια της φωτογραφία εμφανίζεται κρατώντας έναν νάρκισσο), το παιχνίδι αναπληρώνει το χρέος, μεταμορφώνοντάς το σε πράξη δημιουργίας.
Για να μπορέσει κάποιος να πει κάτι σχετικά με την πράξη της μεταμόρφωσης και της συγχρόνως γέννησης της εικόνας και του ονόματος, θα έπρεπε να έρθει σε ρήγμα με το μεταφυσικό ή θρησκευτικό τρόπο ερμηνείας, καθώς επίσης με τον δυαδισμό υποκείμενο-αντικείμενο, εγώ-άλλος, ανθρώπινο-θεϊκό, άντρας-γυναίκα, έρως-θάνατος κ.λπ., που είναι η συνθήκη παραγωγής των ψυχιατρικών και ψυχαναλυτικών concepts.
Ψύχωση και ιεροσυλία εξαφανίζονται εδώ, εφ’ όσον έχουν μετατραπεί σε παιχνίδι, σε αισθητική, σε τέχνη”. [Patrice Desmons, “Noms de Dieu!” VST (Revue scientifique et culturelle de santé mentale), no. 23/24, Sept.-Dec. 1991].
“Εδώ και αρκετά χρόνια έχω συχνά θεραπεύσει την Ορλάν από μια πολύπλοκη και οδυνηρή συμπτωματολογία: πονοκέφαλοι συνοδευόμενοι από εμετούς, πόνοι στο υπογάστριο μέχρι παροξυσμού, γαστραλγίες εξαιτίας ενός έλκους, ασθενικά ανεξήγητα επεισόδια. Εδώ και δύο χρόνια όμως, τη βλέπω μόνο για παρακολούθηση και ποτέ για οδυνηρή συμπτωματολογία.
Πιστεύω ότι δια μέσου των εγχειρήσεων, το γεγονός δηλαδή ότι η Ορλάν εργάστηκε πάνω στην πραγματική εικόνα του σώματος, μετέβαλε συγχρόνως και την ασυνείδητη εικόνα, επιτρέποντας έτσι σ’ αυτό το ‘καινούργιο’ σώμα –προσωπικό της γλυπτό– να μην μιλάει πλέον δια μέσου του πόνου και της οδύνης που έχει υποστεί.” [Franηoise Clouzet, “Noms de Dieu!” VST (Revue scientifique et culturelle de santé mentale), no. 23/24, Sept.-Dec. 1991, σελ. 46]
Έτσι είναι. Ο Φιλοστράτης, ο Παυσανίας, ο Οβίδιος, ο Πλίνιος μας δίνουν πλήθος πληροφοριών για τον ναρκισσισμό στην τέχνη. Αργότερα, το 1435, ο Leon Battista Alberti, στο διάσημο βιβλίο του Della Pittura, μας δίνει, στο γνωστό απόσπασμα που αναφέρεται στον Νάρκισσο και ερευνά την “ουσία” της ζωγραφικής, τον κάτωθι ορισμό: “Θα ’ταν η ζωγραφική άλλο πράγμα από την τέχνη τού να φιλάει κάποιος έτσι την επιφάνεια μιας πηγής; Να φιλάει κάποιος με το βλέμμα εννοείται.”
Η τέχνη από την αρχή της είναι ναρκισσιστική. Το βλέμμα όμως στην τέχνη –και όχι μόνο (αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση)– διαμορφώνεται ανάλογα με τις εποχές και “κατασκευάζεται” από τους δημιουργούς ανάλογα με αυτές και ανάλογα με τα κοινωνικο-πολιτισμικά πλαίσια (contexte), όχι που το παράγουν αλλά που του επιτρέπουν να διατηρεί τη σχέση του με το πραγματικό (le reel).
*Η Βίλμα Λαδοπούλου είναι ιστορικός και θεωρητικός της Τέχνης
Φωτογραφίες: Centre National De La Photographie
ORLAN: Méthodes de l’ artiste, 1964 – 2004
31/03/04 – 28/06/04