του Μ. Ευρυβιάδη, από το Άρδην τ. 31, Σεπτέμβριος 2001
Κυκλοφόρησαν πρόσφατα τρεις συλλογικές μελέτες για την Τουρκία και ανακοινώθηκε η επικείμενη έκδοση μιας τέταρτης. Οι μελέτες σε κυκλοφορία είναι: Morton Abramovitz, editor, Turkey’s Transformation (New York: The Century Foundation, 2000), Alan Makovsky και Sabri Sayari, editors, Turkey’s New World (Washington: Institute for Near East Policy, 2000) Zalmay Khalizad, Ian O. Lesser, F. Stephen Larrabee, The Future of Turkish-Western Relations: Towards a Strategic Plan (Santa Monica, CA: 2.000). Το υπό έκδοση βιβλίο είναι των Barry Rubin και Kemal Kirisci, Turkey in World Politics: An Emerging Multi-Regional Power (London: Frank Cass, 2001). Τα τέσσερα αυτά βιβλία είναι ενδεικτικά της έκρηξης που παρουσιάζουν οι εκδόσεις και μελέτες για την Τουρκία την τελευταία εικοσαετία. Μπορώ να παραπέμψω σε περίπου δέκα άλλα βιβλία και συλλογικές μελέτες που κυκλοφόρησαν, μόνο στην αγγλική γλώσσα, για την Τουρκία την τελευταία διετία. Δεν κάνω καν αναφορά σε επιμέρους μελέτες σε επιστημονικά περιοδικά και σε εκδόσεις τέτοιων περιοδικών αφιερωμένων αποκλειστικά στην Τουρκία, που είναι υπεράριθμες και αποτελούν βασικές πηγές για παλιούς και νέους επιστήμονες, αλλά και για τους διαμορφωτές της εξωτερικής πολιτικής σε διάφορες χώρες. Οι λόγοι για τον περί Τουρκίας εκδοτικό οργασμό είναι πάρα πολλοί. Θα αναφερθώ μονάχα σε δύο. Πρωτίστως, η Τουρκία είναι και παραμένει μια μεγάλη και σημαντική χώρα, κληρονόμος ολόκληρης αυτοκρατορίας και είναι, εκ των πραγμάτων, αντικείμενο πολύμορφων και πολυδιάστατων μελετών. Με την Κεμαλική της μορφή, μεταπολεμικά, αλλά και ως η μόνη μουσουλμανική χώρα εντεταγμένη στους δυτικούς θεσμούς ασφαλείας, η Τουρκία εστίασε το ενδιαφέρον κυρίως (αλλά όχι μόνον) των διαμορφωτών της αμερικανικής πολιτικής ασφάλειας. Η άλλη πλευρά της στρατιωτικής σχέσης ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Άγκυρα ήταν η χρηματοδότηση εκατοντάδων κυριολεκτικά προγραμμάτων για μελέτες περί Τουρκίας σε χρηματοδοτούμενα πανεπιστημιακά προγράμματα (university regional studies) όλων των κλάδων του αμερικανικού στρατού (Army Navy, Air Force) των διαφόρων “ευαγών ιδρυμάτων” και των διαφόρων think tanks, όπως είναι το RAND Corporation που άρχισε ως ερευνητικό κέντρο της αμερικανικής πολεμικής αεροπορίας.
Από τα χρηματοδοτούμενα αυτά προγράμματα προέκυψαν μια σειρά από μελέτες, αλλά και κυρίως μελετητές με επίκεντρο ενδιαφέροντος την Τουρκία. Πολλοί από τους μελετητές κατέληξαν σε αμερικανικά πανεπιστήμια όπου, με τη σειρά τους, και με χρηματοδοτούμενα από την αμερικανική κυβέρνηση προγράμματα –και πρόσφατα από την ίδια την Τουρκία– ανέδειξαν μια καινούργια γενιά μελετητών με τα ίδια ενδιαφέροντα που συνεχώς αυξάνεται και πολλαπλασιάζεται.
Αρκετοί από αυτούς ασχολούνται με την Τουρκία σε αυστηρά επιστημονικό επίπεδο – μακριά από πολιτικές σκοπιμότητας– και παράγουν αξιόλογο έργο. Οι περισσότεροι όμως έχουν καταντήσει να είναι εργαλειακοί επιστήμονες (instrumental scholars)* που παράγουν έργο κατά παραγγελία και επί πληρωμή, με οφθαλμοφανείς προκαταλήψεις και για να δικαιολογήσουν a priori πολιτικές επιλογές και συμπεράσματα που πολλές φορές βρίσκονται σε αντίθεση με την πραγματικότητα της σημερινής Τουρκίας, είτε αυτά αφορούν σε εσωτερικά ζητήματα είτε στην εξωτερική πολιτική. Οι προαναφερθέντες τέσσερις συλλογικοί τόμοι εμπίπτουν σ’ αυτήν την κατηγορία. Οι τρεις πρώτοι έχουν ένα κοινό καθοριστικό στοιχείο που είναι και μια σημαντική ένδειξη, αν όχι απόδειξη, του εργαλειακού τους χαρακτήρα: χρηματοδοτούνται σχεδόν ολοκληρωτικά από το πρόγραμμα International Security and Foreign Policy του The Smith Richardson Foundation, ενός υπερσυντηρητικού ιδρύματος που ιδρύθηκε το 1935 με σημερινή έδρα την πόλη Westport της αμερικανικής πολιτείας Κονέκτικατ. Για τη μελέτη της RAND και του The Washington Institute for Near East Policy μόνο, το Smith Richardson Foundation εκταμίευσε το συνολικό ποσό των 288,025 χιλιάδων δολαρίων. Η εντολή προς την RAND ήταν να εκπονήσει μελέτη που να θέσει τις βάσεις “ενός στρατηγικού σχεδίου για την Τουρκία και τους Δυτικούς συμμάχους μετά τον Ψυχρό Πόλεμο”. Το δε φιλο-Ισραηλινό Washington Institute εντέλλετο να “οργανώσει μια ομάδα (task force) για να μελετήσει την εσωτερική κατάσταση στην Τουρκία, τον ρόλο της στην γεωπολιτική της Ευρώπης, την Κεντρική Ασία και στη Μέση Ανατολή. [Επίσης να] παράγει ένα συλλογικό τόμο, μια μονογραφία για την Τουρκία και μελέτες για δημοσίευση σε περιοδικά (policy journals)”.
Όσο δε για τη συλλογική μελέτη των Burry Rubin και Kemal Kirisci, αυτή προέρχεται από το Κέντρο Begin-Σαντάτ (BESA) του Ισραηλινού Πανεπιστημίου Bar-Ilan, που εδώ και χρόνια έχει ένα υπερδραστήριο πρόγραμμα για την Τουρκία που χρηματοδοτείται σχεδόν αποκλειστικά από τη Άγκυρα και που εκπροσωπεί ουσιαστικά την άλλη διάσταση του Τουρκο-Ισραηλινού άξονα. Κατά την δική μου εκτίμηση, ο άλλος αυτός άξονας μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ, που δραστηριοποιείται ποικιλοτρόπως σε διεθνείς πανεπιστημιακούς χώρους, think tanks, κλπ, είναι πολύ πιο σημαντικός και βλαπτικός για τα συμφέροντα του Ελληνισμού παρά ο στρατιωτικός.
Όσοι ενδιαφέρονται για το πώς μεθοδεύεται, διαμορφώνεται και υλοποιείται η αμερικανική εξωτερική πολιτική γενικά αλλά και συγκεκριμένα στο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής (Βαλκάνια, Κεντρική Ασία, Περσικός Κόλπος) μπορούν να συναγάγουν σημαντικά συμπεράσματα μελετώντας τα παραπάνω βιβλία και κάνοντας μια ανάλυση περιεχομένου των επιμέρους μελετών και των αντιστοίχων συγγραφέων. Σε τελική ανάλυση, η πολιτική δεν είναι απρόσωπη. Πολλές φορές τα άτομα είναι η πολιτική.
- Για το ζήτημα των εργαλειακών επιστημόνων, κυρίως στις ΗΠΑ, βλέπε: Eyal Press, Jennifer Wasburn, “Kept University”, Atlantic