Αρχική » Osw. Spengler: Η παρακμή της Δύσης

Osw. Spengler: Η παρακμή της Δύσης

από Άρδην - Ρήξη

του Α. Παναγόπουλου, από το Άρδην τ. 48-49, Αύγουστος 2004

Oswald Spengler, Η παρακμή της Δύσης, Περιγράμματα μιας μορφολογίας της παγκόσμιας Ιστορίας. Τόμος α’: Μορφή και πραγματικότητα, Τόμος β’: Κοσμοϊστορικές προοπτικές. Μετάφραση: Λευτέρης Αναγνώστου, Εκδόσεις Τυπωθήχω – Γιώργος Δαρδανός, Αθήνα 2003, σελ. α’ τόμου; 597, β’ τόμου: 666.

Το μεγάλο αυτό έργο του Γερμανού “απαισιόδοξου της Ιστορίας”, που βγήκε στα ελληνικά με καθυστέρηση 85 χρόνια ο πρώτος τόμος (1918) και 81 ο δεύτερος (1922), επηρέασε στην εποχή του τον κόσμο περισσότερο από κάθε άλλο έργο πολιτισμού (τέχνες, επιστήμες, γράμματα). Η βασική ιδέα, την οποία προβάλλει, φαίνεται καλύτερα στον τίτλο του πρωτοτύπου, που σημαίνει στην κυριολεξία “Η δύση της Δύσης” (και έτσι νομίζω ότι θα έπρεπε να μεταφερθεί στα ελληνικά).

Διαπιστώνει με ηρωικό πεσσιμισμό ότι ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η προοπτική του 20ού αιώνα προδικάζει αυτό που η ανθρωπότητα βιώνει τώρα στις αρχές του 21ου αιώνα, δηλ. την τέλεια παρακμή του δυτικού κόσμου και του εποικοδομήματος του, δηλ. του πολιτισμού. Έτσι περίπου ένιωθαν οι “Spengler” της εποχής κατά τα ύστερα χρόνια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας “περιμένοντας τους βαρβάρους” Και αυτοί ήρθαν – και τότε και τώρα, μόνο που τώρα οι βάρβαροι είμαστε εμείς οι ίδιοι ή οι “δικοί” μας οι “απελευθερωτές”, οι “εκσυγχρονιστές”, οι “δημοκράτες”, οι “χριστιανοί”, οι “παγκόσμιοι”, οι” νεοταξίτες”.

Τον καθοδήγησαν δύο μεγάλα εργάτου γερμανικού παρελθόντος, ο Φάουστ του Γκαίτε και το Τάδε έφη Ζαρατούστρα του Νίτσε-περιέργως αντιπαρήλθε τον Σοπενχάουερ, αν και δεν τον αγνόησε -και δηλώνει χωρίς περιστροφές ότι “ο Γκαίτε προκατέλαβε ψυχολογικά ολόκληρο το μέλλον της δυτικής Ευρώπης” (τόμος α’, σελ. 476) και φιλοσοφικά ο Νίτσε (αυτό δεν το λέει ρητά πουθενά, αλλά είναι διάχυτο παντού), Αν είχε βέβαια μεγαλύτερη συναναστροφή με τους αρχαίους Έλληνες (εκτός από τους Ίωνες φιλοσόφους – το διδακτορικό του ήταν στον Ηράκλειτο), θα είχε επισημάνει ότι, πίσω από τους δύο μεγάλους Γερμανούς δασκάλους του, “χαμογελούσαν” μέσα από την Πολιτεία του Πλάτωνος ο Θρασύμαχος, τον οποίο αγνοεί εντελώς, και ο Καλλικλής, τον οποίο επικαλείται μια φορά, εκτός συμφραζομένων, και τον τοποθετεί εσφαλμένα “στην αρχή των ελληνιστικών χρόνων” (α’ τόμος, σελ, 472). Και όμως είναι η πηγή όλων των αμφισβητήσεων, των αναιρέσεων και των απαισιόδοξων ιστορικών προοπτικών, τουλάχιστον ως προς τη θέληση για δύναμη και κυριαρχία.

Ο πρώτος τόμος ασχολείται με αυτό που ο ίδιος ονομάζει “Μορφή και πραγματικότητα” σε έξι κεφάλαια, με αποκορύφωμα α) την φυσιογνωμική και συστηματική θεώρηση της παγκόσμιας Ιστορίας και β) την ιδέα του πεπρωμένου και την αρχή της αιτιότητας. 0 δεύτερος τόμος αντιμετωπίζει τις” Κοσμοϊστορικές προοπτικές” και αποτελείται από πέντε κεφάλαια, με αποκορύφωμα πι σχέση ανάμεσα στους πολιτισμούς [εδώ αναμετριέται με τον αμέριμνο Ηρόδοτο, τον αισιόδοξο H.G. Wells (The Outline of history, σε δύο τόμους) και πρωθύστερα με τον θουκυδιδικά νηφάλιο και απαισιόδοξο Arnold Toynbee (The Study of History, σε 20 τόμους).

To μόνο θετικό από την καθυστέρηση στην μεταφορά του βιβλίου του Spengler στα ελληνικά είναι ότι, τώρα, βιώνοντας την επικαιρότητα ως σύγχρονη Ιστορία, μπορούμε εκ του ασφαλούς να εκτιμήσουμε την απόλυτη δικαίωση της κασσανδρικής πρόβλεψης του. Γιατί εμείς τώρα γνωρίζουμε όχι μόνο και τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και όλους τους ολοκληρωτισμούς του 20ού αιώνα και των αρχών του 21 ου, συμπεριλαμβανομένου, κατά Noam Chomsky στην Aula της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, και του κορπορατισμού (δηλ. του φασιστικού κράτους – επιχειρηματία).

Η διαφορά απαισιοδοξίας μεταξύ Θουκυδίδη και Toynbee από την μια μεριά και Spengler από την άλλη, έγκειται κυρίως στην ιστορική αιτιοκρατία, που κατά τους πρώτους οφείλεται στην φύση του ανθρώπου (φόβος, γόητρο, συμφέρον, δέος, τιμή, ωφελίη), ενώ κατά τον δεύτερο οφείλεται στη σταθερά αρνητική πορεία του κόσμου, Και οι μεν και ο δε φαίνεται να αποστασιοποιούνται από αυτό που ο G. Hegel είχε επικαλεστεί ως: “Der List der Geschichte” (“To πανούργο πνεύμα της Ιστορίας”, το “τζίνι”, το “el nipo” της Ιστορίας), αλλά και μεταξύ τους διαφωνούν ριζικά.

Ως προς τη σύνθεση των ιστο-ρουμένων και τη μέθοδο, σχηματικά, ο μεν Θουκυδίδης προχωρεί κυκλικά (Ring composition), ενώ οι μεγάλοι ιστορικοί του 20ού αιώνα ακολουθούν την “κάθετη” ιστόρηση της διακριτής αλληλουχίας των γεγονότων και ο Γάλλος Fernand Braudel και οι μαθητές και συνάδελφοι του ακολουθούν την οριζόντια διάκριση, αυτό που ο Κωστής Μοσκώφ απέδωσε έξοχα με τον όρο “αργόσυρτη διάρκεια της Ιστορίας”.

Φυσικά, όταν πρωτοβγήκε το βιβλίο, το γερμανικό και διεθνές πανεπιστημιακό και διανοούμενο κατεστημένο του επετέθη ενορχηστρωμένα, ακόμα και μερικοί από αυτούς που αργότερα θα αποτελέσουν τη Σχολή της Φρανκφούρτης. 0 ίδιος τους πολέμησε σθεναρά με μια πραγματεία του, του 1932, με τίτλο Αποφασιστικά χρόνια. Αλλά, όπως γράφει ο εκδότης (ο σκιώδης εαυτός του Λευτέρη Αναγνώστου) στο blurb, “ο Spengler δεν βρήκε σχεδόν κανένα αντίπαλο, που θα μπορούσε να τα βγάλει πέρα μαζί του”. Τον χτύπησαν οι τιποτένιοι και φυσικά τον θαύμασαν οι άξιοι, ο Τόμας Μαν, ο Ολλανδός Γιόχαν Χουϊντσίνγκα (Ο άνθρωπος και το παιγνίδι), ο Χέρμαν Έσε, ο ίδιος ο καθηγητής του, ο μεγάλος φαινομενολόγος Χούσερλ, και πάνω από όλους ο ποιητής Ρ. Μ. Ρίλκε, που έγραψε σχετικά ότι ο Spengler ήταν “εδώ και πολύν καιρό ο πρώτος που μ’ έκανε πάλι να βάλω τα δυνατά μου”.

Έργο-θησαυρός, ζωντανή η μετάφραση, χρήσιμες οι σημειώσεις. Αλλά ατελής η τυπογραφική επιμέλεια και οι διορθώσεις, με λάθη και παραλείψεις τα ευρετήρια.

* Ο Ανδρέας Παναγόπουλος είναι συγγραφέας και Καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών.

ΑΓΟΡΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ