Του Γιώργου Μερτίκα από τον νέο Λόγιο Ερμή τ. 20
Η εκατοστή επέτειος της Ρωσικής Επανάστασης είναι, καταπώς φαίνεται, ένας τόπος, με την αριστοτελική έννοια του όρου, για τον ορισμό των πολιτικών ταυτοτήτων, δηλαδή των φίλων και των εχθρών. Αυτό γίνεται με βάση τη θετική ή την αρνητική αποτίμηση του παρελθόντος στη σχέση του με το παρόν, αλλά όχι και στην προοπτική του μέλλοντος. Γιατί, σήμερα, ό,τι είναι ακρωτηριασμένο είναι ακριβώς εκείνο που ενέπνευσε, ίσαμε το σχετικά πρόσφατο παρελθόν, η Ρωσική Επανάσταση: ο ορίζοντας του μέλλοντος, το τι μέλλει γενέσθαι. Αυτό ήταν το πνεύμα όσων την εγκωμίασαν μα και όσων την επέκριναν, όπως συμβαίνει με τη σπουδαία μελέτη του Κώστα Παπαϊωάννου, με τον τίτλο Η γένεση του ολοκληρωτισμού. Αυτό το πνεύμα αναδεικνύει, μέχρις ενός σημείου, και ο επιμελητής της έκδοσης Γιώργος Καραμπελιάς. Το Επίμετρό του, το οποίο, χωρίς υπερβολή, είναι ένα δημιουργικό συμπλήρωμα του αρχικού έργου, εστιάζει σε μια στιγμή υπέρβασης του ολοκληρωτικού φαινομένου μέσα στις ίδιες τις επαναστάσεις που το γέννησαν, στην πολιτιστική επανάσταση της Κίνας. Έτσι, μετατοπίζει το αντίπαλον δέος του ολοκληρωτισμού, από το ιδεώδες της (αθηναϊκής) δημοκρατίας σε μια υπερβατική στιγμή, που την εντοπίζει στην ιστορική συνάφεια των σύγχρονών μας μαζικών κοινωνιών.
Επιτρέψτε μου όμως να επιμείνω στον τόπο του «ολοκληρωτισμού», καθόσον είναι και το κεντρικό ζήτημα του συγγράμματος, αρχίζοντας με την εξής παρατήρηση: όλες οι πολιτικές έννοιες είναι όπλα στον αγώνα κατά ενός αντιπάλου. Γι’ αυτό, είναι αδύνατον να τις κατανοήσουμε εάν δεν λάβουμε υπ’ όψη το ιστορικό περιβάλλον της γένεσής τους και τους συγκεκριμένους εχθρούς εναντίον των οποίων στρέφονται. Εάν ακολουθήσουμε μια άλλη διαδρομή, θα έχουμε να κάνουμε με κενά κελύφη, με κουφάρια πτωμάτων, που αποπνέουν δυσωδία. Γιατί το λέω αυτό; Έχω κατά νου τη χρήση και την κατάχρηση πολιτικών εννοιών όπως ο «ολοκληρωτισμός» από διάττοντες αστέρες του τύπου Ζαν Φρανσουά Ρεβέλ (οι «νέοι Φιλόσοφοι»), όταν πλέον το συγκεκριμένο φαινόμενο το οποίο περιέγραφε η έννοια βρισκόταν στη δύση του και οι ίδιοι αναζητούσαν καιροσκοπικά έναν ρόλο μέσα στην πραγματικότητα της μεταμοντέρνας κατάστασης.
Αναμφίβολα, ο Κώστας Παπαϊωάννου δεν ανήκει σε αυτήν την κατηγορία. Η γένεση του ολοκληρωτισμού είναι ένα ζωντανό σύγγραμμα, μια φαινομενολογία των κοινωνικών επαναστάσεων σε χώρες οικονομικά υπανάπτυκτες, όπως η Ρωσία και η Κίνα της εποχής. Αυτό δηλώνεται με ακρίβεια στον υπότιτλο του βιβλίου, που, απ’ ό,τι διαβάζω στο εισαγωγικό σημείωμα, ήταν αρχικά ο τίτλος του βιβλίου.
Ακολουθώντας το πνεύμα του συγγράμματος, λοιπόν, θα προχωρήσω σε μια κρίσιμη μετατόπιση της εννοιολογίας, που υπερβαίνει, ας πούμε, το οικονομίστικο – εξελικτικό υπόδειγμα της ανάπτυξης και της υπανάπτυξης, και που, με βάση αυτήν, μπορώ να συνοψίσω τη συγκεκριμένη μελέτη: Το σύγγραμμα του Παπαϊωάννου κατασκευάζει τον ιδεότυπο της μετάβασης προμοντέρνων ή προνεωτερικών κοινωνιών, δηλαδή αγροτικών-πατριαρχικών, στη νεωτερικότητα ή στον μοντέρνο κόσμο – με άλλα λόγια, στην ισότητα των ατόμων και στον καπιταλισμό. Και αυτό, τη στιγμή που η νεωτερικότητα είχε ήδη καταστεί πραγματικότητα των δυτικών κοινωνιών κι εξαπλωνόταν μέσω του ιμπεριαλισμού στο σύνολο του πλανήτη.
Γιατί είναι κρίσιμη αυτή η εννοιολογική μετατόπιση, θα απαντήσω με όσα ακολουθούν.
***
Σύμφωνα πάντοτε με το εισαγωγικό σημείωμα, το σύγγραμμα περατώθηκε το 1958-59. (Η Χάννα Άρεντ, για να αναφέρω την πιο χαρακτηριστική περίπτωση, είχε ήδη παρουσιάσει το δικό της σύγγραμμα για τον ολοκληρωτισμό το 1951, κι επομένως, η συζήτηση γύρω από τη φαινομενολογία και τη μεταφυσική του ολοκληρωτισμού είχε ήδη ανάψει).
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα τι ακριβώς είναι ο ολοκληρωτισμός των νεόκοπων επαναστατικών καθεστώτων, όπως εδώ περιγράφεται από τον Παπαϊωάννου. Ή, για να το θέσω διαφορετικά: σε τι διαφέρει ο ολοκληρωτισμός από άλλα πολιτικά φαινόμενα όπως η τυραννία και η δικτατορία. Παρ’ ότι δεν υπάρχουν τα χρονικά περιθώρια να προχωρήσω σε μια διεξοδική ανάλυση, θα έλεγα ότι ο ολοκληρωτισμός συνδυάζει –ή, ακριβέστερα, συμφύρει– την τυραννία με τη δικτατορία. Και αυτό συμβαίνει σε μια βάση εντελώς καινοτόμα, που πόρρω απέχει από την προνεωτερική φάση αυτών των πολιτικών μορφών.
Τόσο ο τύραννος όσο και ο δικτάτορας, στις προνεωτερικές κοινωνίες, δεν προκαλούν κάποια κοινωνική ανατροπή ή μετασχηματισμό. Αντιθέτως, ο αρχετυπικός (Ρωμαίος) δικτάτορας εκλέγεται για να αποκαταστήσει μια διαταραχή του πολιτεύματος (από εξωτερικό εχθρό ή από εσωτερική στάση) και στη συνέχεια λήγει η θητεία του· ο τύραννος ρυθμίζει-κανονίζει το πολιτειακό καθεστώς με βάση την ήδη υπαρκτή κοινωνική διαίρεση (η πλατωνική πολιτεία σε αρμονία με τα συστατικά στοιχεία της πλατωνικής ψυχής, που με τη σειρά της συμφωνεί με τις τρεις θεσπισμένες τάξεις). Ας μην ξεχνάμε ότι, στον προνεωτερικό κόσμο, η ίδια η έννοια της επανάστασης, της revolution, εμπεριέχει ακριβώς αυτή τη διάσταση: αναφέρεται στη revolt, στην περιστροφική κίνηση των αστέρων, του στερεώματος, και βρίσκει την αντιστοιχία της στα ανθρώπινα πράγματα με την περιστροφική κίνηση των πολιτευμάτων, όπως αυτά περιγράφονται στον Αριστοτέλη.
Εδώ, στην περίπτωση της Ρωσικής Επανάστασης –μα και των νεωτερικών επαναστάσεων εν γένει, θα πρόσθετα– έχουμε έναν ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό. Κοντολογίς, η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στην οποία απαντά η δικτατορία δεν αφορά στην προάσπιση της καθεστηκυίας τάξης αλλά την ανατροπή της. Δεν πρόκειται για μία ακόμη πολιτειακή περιστροφή (revolt), αλλά για έναν μετασχηματισμό του συνόλου της κοινωνίας. Σε αντίθεση με τον προνεωτερικό ετεροκαθορισμό από το ουράνιο στερέωμα ή από το θεϊκό δίκαιο –το «η εξέγερση είναι δίκαιη» είναι η προμετωπίδα του φεουδαλικού δικαιώματος αντίστασης, που ερείδεται στο θεϊκό δίκαιο–, έχουμε την ανθρώπινη βούληση, τον ανθρωποκεντρισμό, την πίστη ότι ο άνθρωπος μπορεί να κυριαρχήσει τόσο πάνω στην εξωτερική φύση όσο και στην ανθρώπινη. Αυτή η νεωτερική μετατόπιση σχετίζεται ασφαλώς με τα τεράστια επιτεύγματα στη σφαίρα της επιστήμης κατά τον 17ο και 18ο αιώνα, και πρωτίστως με το μείζον γεγονός της Βιομηχανικής Επανάστασης, που έμελλε να καθορίσει τις τύχες όλου του πλανήτη.
Ωστόσο, στη σφαίρα των ανθρώπινων πραγμάτων, η νεωτερικότητα εκδηλώνεται με την πίστη ότι ο άνθρωπος μπορεί να κατασκευάσει τον ιδεώδη άνθρωπο με βάση την κατασκευή του ανθρώπινου πολιτεύματος. Αυτό το ιδεώδες της «εκπαιδευτικής δικτατορίας» (των Γιακωβίνων) είναι το συστατικό στοιχείο της νεωτερικής εκδήλωσης της τυραννίας. Στον Ιέρωνα ή Τυραννικό του Ξενοφώντος, ο φιλόσοφος ο οποίος γνωρίζει την αλήθεια, μια κι έχει τον χρόνο να αναλύσει την πραγματικότητα, παύει νάναι τέτοιος και γίνεται σοφός, σύμβουλος του μεταρρυθμιστή τυράννου, του πολιτικού. Στη συνάφεια όμως της νεωτερικότητας έχουμε μία ακόμη μετατόπιση: ο σοφός δεν είναι πλέον σύμβουλος του τυράννου, αλλά γίνεται ο ίδιος ένας πολιτικός. Εγκαταλείπει τη σφαίρα της καθαρής θεωρίας, της ενατένισης, και αναλαμβάνει τον μετασχηματισμό του κόσμου, είναι πλέον η πρωτοπορία. Αυτή η πρωτοπορία, χάρη στη διαλεκτική, γνωρίζει το τέλος, τον σκοπό της ιστορίας, το τελικό αίτιο του Αριστοτέλη. Να τι οδηγεί τον Μαρξ να γράψει στη Γερμανική ιδεολογία την πασίγνωστη θέση για τον Φώυερμπαχ: «Οι φιλόσοφοι μέχρι τώρα ερμήνευαν τον κόσμο, το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε». Όμως, η «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης», το ξεπέρασμα της καθαρής θεωρίας, είναι το Κεφάλαιο. Στο γόνιμο έδαφος του ρωσικού υπαρξισμού –μια παράμετρος που συνήθως δεν λαμβάνεται υπ’ όψη– μεταφυτεύτηκε από τους μπολσεβίκους ο σπόρος της μαρξικής σοφίας ή αυτοσυνείδησης.
Οι συγγραφείς του έργου –ο Παπαϊωάννου κι ο Καραμπελιάς– αφιερώνουν αρκετές και ουσιαστικές σελίδες του συγγράμματος τόσο στην ανάλυση όσο και στην κριτική των μαρξιστικών θέσεων. Αναλύουν επίσης την ανάδυση του κόμματος της πρωτοπορίας, εκείνου δηλαδή του τμήματος της ανθρωπότητας που έχει πλέον αυτοσυνείδηση, με την εγελιανή έννοια του όρου. Ο «σιδηρούς νόμος της ολιγαρχίας» του Μίχελς και η εκλογίκευσή του από τον Γκέοργκ Λούκατς στο Ιστορία και ταξική συνείδηση είναι δύο σημεία αναφοράς για την ανάλυσή τους.
Ωστόσο, εδώ και πάλι θα ήθελα να τονίσω μια σημαντική επισήμανση του Παπαϊωάννου: Στη νεωτερικότητα, λέει, και στον Μαρξ ειδικότερα, πέραν της αντιστροφής των σχέσεων μεταξύ της vita contemplativa και της vita activa, της θεωρίας και της πράξης, και κατ’ επέκταση της αντιστροφής της ιεραρχίας των τριών στοιχείων της πλατωνικής ψυχής, έχουμε μια αντιστροφή της παραδοσιακής αξιακής κλίμακας σε ένα μείζον θέμα: την ανατίμηση του υλικού κόσμου εν γένει, πράγμα που οδηγεί στην ανατίμηση της εργασίας, των παραγωγικών δυνάμεων. Βρισκόμαστε λοιπόν σε κάτι πέραν της εκπαιδευτικής δικτατορίας του Διαφωτισμού, στη «δικτατορία των ορθολογιστών» ή, αν θέλετε, των «εκσυγχρονιστών». Είναι η πίστη πως η ανάπτυξη των υλικών δυνάμεων της ανθρωπότητας θα καλύψει εκείνες τις ριζικές ανάγκες που θα απελευθερώσουν τον άνθρωπο από τις φυσικές νομοτέλειες. Το κράμα μιας προλεταριακής κουλτούρας κι ενός κρατικού καπιταλισμού, ή, ακριβέστερα, η βαρύτητα που δίνεται πότε στο ένα και πότε στο άλλο, επικαθορίζει τις φάσεις τόσο της Ρωσικής, μα και της Κινεζικής Επανάστασης.
Εδώ δεν μπορώ να υπεισέλθω στη διαμάχη για τη γραφειοκρατία και τον κρατικό καπιταλισμό. Και τα δύο φαινόμενα απασχολούν τους συγγραφείς του τόμου σε μεγάλη έκταση. (Το φαινόμενο, βέβαια, της γραφειοκρατίας έχει αναλυθεί κατά κόρον, αλλά μεταξύ των ποικίλων μελετών θεωρώ κορυφαία εκείνη του Λέο Κόφλερ, Σταλινισμός και γραφειοκρατία). Από την άλλη πλευρά, ο κρατικός καπιταλισμός έχει αναλυθεί εις βάθος κατά μείζονα λόγο από τον Σαρλ Μπετελέμ, που, πρόσφατα μόλις, κυκλοφόρησε ο τρίτος τόμος του συγγράμματός του για τη Ρωσική Επανάσταση. Είναι σκόπιμο όμως να πούμε ότι το πολιτικό ζήτημα το οποίο τέθηκε γύρω από τον κρατικό καπιταλισμό και τη γραφειοκρατία είναι κάτι που και σήμερα μας απασχολεί. Το ζήτημα αυτό πρωτοδηλώθηκε ξεκάθαρα στη διαμάχη μεταξύ του Φρήντριχ Πόλοκ και του Φραντς Νόυμαν, δύο στοχαστών που συνήθως εντάσσονται στον κύκλο της Σχολής της Φραγκφούρτης, και είναι το εξής: κατά πόσον σε αυτά τα επαναστατικά (ή και αντεπαναστατικά, εάν συμπεριλάβουμε τον εθνικοσοσιαλισμό) καθεστώτα το κράτος καταλαμβάνει την κοινωνία, ή κατά πόσον μια μερίδα (τάξη) ιδιωτικών συμφερόντων καταλαμβάνει το κράτος.
Εν πάση περιπτώσει, στο κεντρικό ζήτημα αυτής της διαμάχης, τη σχέση μεταξύ Κράτους και Κοινωνίας, πολιτικής κοινωνίας και κοινωνίας των πολιτών, βρίσκεται το κλειδί για την ειδοποιό διαφορά του ολοκληρωτισμού από τα υπόλοιπα πολιτικά καθεστώτα. Διευκρινίζω: Ο ολοκληρωτισμός δεν είναι ένα «κλειστό σύστημα» σε αντίθεση με την «ανοικτότητα» των υπόλοιπων πολιτικών συστημάτων. Ένα σύστημα ή είναι τέτοιο ή δεν είναι καθόλου. Καταλήγω λοιπόν στον εξής ορισμό: Ο ολοκληρωτισμός είναι εκείνο το πολιτικό σύστημα που πολιτικοποιεί το σύνολο των σφαιρών της ανθρώπινης δραστηριότητας, απαλείφοντας τα όρια μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού εχθρού, στο όνομα της κρατικής κυριαρχίας. Είναι ο τάφος του χεγκελιανού μα και του μαρξιστικού κράτους, της κομμουνιστικής ουτοπίας. Με άλλα λόγια, είναι το αντίπαλον δέος, ο εχθρός της φιλελεύθερης ουτοπίας. Στη συνάφεια του ολοκληρωτισμού, η σφαίρα της οικονομίας πολιτικοποιείται, γίνεται αντικείμενο της κρατικής κυριαρχίας στον ίδιο βαθμό με την καθημερινή ζωή των πολιτών – η ορθολογική δικτατορία ταυτίζεται με την εκπαιδευτική τυραννία.
***
Οι άνθρωποι των επαναστάσεων, οι επαναστάτες, αντί της απελευθέρωσης από τη σχέση της κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο, πρόταξαν την κυριαρχία πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις. Ό,τι δημιούργησαν, το προϊόν της ετερογονίας των σκοπών, αποκάλυψε τις έσχατες συνέπειες από την κατασκευή ενός τεχνητού θεού, ενός Λεβιάθαν. Ο Τόμας Χομπς, ένας κατ’ εξοχήν μοντέρνος φιλόσοφος, κατασκεύασε το κράτος-λεβιάθαν ως απάντηση στον εμφύλιο πόλεμο όλων εναντίον όλων. Υπόβαθρο αυτού του κράτους είναι ο φόβος, ο φόβος του θανάτου. Οι άνθρωποι συμφωνούν να απεκδυθούν τη φυσική ελευθερία τους, την παραδίδουν στον κυρίαρχο, ο οποίος τους παρέχει γαλήνη κι ασφάλεια. Στο ολοκληρωτικό κράτος, η γαλήνη και η ασφάλεια απουσιάζουν. Είναι ένα καθεστώς διαρκούς κινητοποίησης υπό την απειλή του τρόμου. Η τρομοκρατία της επανάστασης μπορεί να υπέταξε τις πλατιές μάζες αλλά δεν έδωσε μια ριζική απάντηση στα βαθύτερα στρώματα της ανθρώπινης φύσης που ν’ αντέχει στον χρόνο.
Βρισκόμαστε τώρα στα βαθιά νερά· στην οντολογία και σε ό,τι οφείλει ν’ απαντήσει ο γνήσιος φιλοσοφικός στοχασμός: στο ζήτημα της ανθρώπινης φύσης. Εδώ, εκείνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι η αιφνίδια κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος εν μέσω εθνικών συγκρούσεων, η παράδοση της Κίνας στις δυνάμεις της αγοράς, δεν σημαίνουν ντε και καλά την απαλλαγή από τον ολοκληρωτισμό. Τον τόπο του τον καλύπτει ένα σύστημα που στην καρδιά του βρίσκεται ο πόλεμος όλων εναντίον όλων, ο γενικευμένος εμφύλιος πόλεμος. Κι εάν στην επιφάνειά του βρίσκεται η ματαιοδοξία της επιθυμίας για αναγνώριση, στη βάση του υπάρχει πάντα το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.
Η Γένεση του Ολοκληρωτισμού
* Οικονομική υπανάπτυξη και κοινωνική επανάσταση
Επίμετρο:
Γιώργος Καραμπελιάς, Η Οκτωβριανή Επανάσταση και η Ελλάδα
δ΄ έκδοση συμπληρωμένη
Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2017
Ακολουθήστε το Άρδην στο Facebook
Εγγραφείτε στο κανάλι του Άρδην στο Youtube