του Ιωάννη Σαΐνη
Τί σχέση έχουν οι δύο Άγιοι του 3ου αιώνα, μια εκκλησία στην Κωνσταντινούπολη και ένα ξωκλήσι στη Μάνη, με τις πολεμικές συρράξεις στα σύνορα Μ.Ασίας και Συρίας;
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄50, ο Μ. Καραγάτσης συλλαμβάνει την ιδέα να διηγηθεί μυθιστορηματικά την Ιστορία της Ρωμιοσύνης, μεσαιωνικής και νεότερης. Καρπός αυτής της σύλληψης είναι το ογκώδες βιβλίο του «Σέργιος και Βάκχος», το οποίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1959.
Το μυθιστορηματικό του τέχνασμα έγκειται στο γεγονός της επιλογής δύο, εν πολλοίς αγνώστων Αγίων των πρώτων Χριστιανικών αιώνων, ως πρωταγωνιστών της αφήγησης. Ενώ όμως η διήγησή του ρέει γραμμικά από το 250 μ.Χ. μέχρι το 1948, καλύπτοντας 17 αιώνες Ιστορίας με εξαιρετική ακρίβεια και σεβασμό στα γεγονότα, εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως στην περίπτωση των Αγίων δεν ακολουθεί το Συναξάρι τους, αλλά αναπλάθει κατά το δοκούν τη ζωή και το θάνατό τους. Έτσι, δύο στρατιωτικοί Άγιοι που μαρτύρησαν φρικτώς για την πίστη τους, στο μυθιστόρημα πεθαίνουν ως μοναχοί, ο μεν πρώτος μετά από κρίση τύψεων για κάποιο του παράπτωμα, ο μεν δεύτερος από τη λύπη του για το θάνατο του πρώτου!
Στη συνέχεια (και εδώ έγκειται η πρωτοτυπία του εγχειρήματος), τους τοποθετεί στο ναό τους που χτίσθηκε γι’ αυτούς από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό στην Κων/πολη. Εκεί, μέσα από το ναό και πάνω στον τρούλο του, παρακολουθούν όλα τα γεγονότα που διαδραματίζονται ανά τους αιώνες. Σχολιάζουν, διαφωνούν η συμφωνούν για διάφορα θέματα και σπανίως παρεμβαίνουν.
Η επιλογή δύο αγνώστων Αγίων στον Ελλαδικό χώρο, αλλά με περικαλλή ναό στην Κωνσταντινούπολη, αποδεικνύεται μια αρκετά σοφή σύλληψη για τις ανάγκες της μυθοπλασίας. Οι Άγιοι μένουν εγκλωβισμένοι αναγκαστικά στον μοναδικό ναό που είναι αφιερωμένος σε αυτούς στον Ελλαδικό χώρο και με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζει ο συγγραφέας μια γραμμική ροή στη διήγησή του. Φαντάζεστε να διάλεγε κάποιον πιο δημοφιλή Άγιο, με πολλούς ναούς αφιερωμένους στο όνομά του; Θα ήταν μυθοπλαστικά δυσκολότερο να παρακολουθήσει τις συνεχείς τεθλασμένες μετακινήσεις του από τόπο σε τόπο, κάθε φορά που θα τον καλούσαν οι πιστοί.
Το πρόβλημα όμως της παραμονής των Αγίων στο ναό τους γίνεται δυσεπίλυτο για τον συγγραφέα, όταν οι Τούρκοι καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη το Μάιο του 1453 και μετατρέπουν τον εν λόγω ναό σε τζαμί. Ο ναός υπάρχει ακόμη και σήμερα -είναι βέβαια τζαμί- και οι Τούρκοι τον αποκαλούν «Κιουτσούκ Αγιασοφιά» δηλαδή μικρή Αγιασοφιά λόγω του ότι μοιάζει πολύ με την Αγιασοφιά, αν και πολύ μικροτέρων διαστάσεων. Χτίσθηκε δε από τον Ιουστινιανό μεταξύ 527 και 536 μ.Χ., λίγο πριν την ανέγερση της Αγιασοφιάς.
Παραδόξως, ο συγγραφέας φαίνεται να μη γνωρίζει πως υπήρχε, από τον 12ο αιώνα ακόμη, ένας ναός αφιερωμένος στους Αγίους στη Μάνη, ο οποίος δεν μετατράπηκε ποτέ σε τζαμί επαναλαμβάνοντας συχνά στη διήγηση πως άλλος ναός δεν υπάρχει στον Ελλαδικό χώρο. Θέλοντας να προχωρήσει όμως στην αφήγηση σημαντικών γεγονότων και μετά το 1453, αναγκαστικά τοποθετεί τους Αγίους στα υπόγεια της Κιουτσούκ Αγιασοφιάς, σε βαθύ ύπνο μέχρι το 1948, πάντα με την ελπίδα μην τυχόν ο ναός τους ξαναγίνει Χριστιανικός.
Τότε τους ξυπνά ο Αρχάγγελος Μιχαήλ και τους ανακοινώνει πως ελπίδα για κάτι τέτοιο δεν υπάρχει και ως εκ τούτου μπορούν να μετακομίσουν είτε στη Μάνη, είτε οριστικά στον Παράδεισο. Η έκπληξη των Αγίων (αλλά και η δική μας) είναι μεγάλη, όταν για πρώτη φορά μαθαίνουν πως υπάρχει ναός γι’ αυτούς στη Μάνη.
Οι πληροφορίες που παίρνουν για τη χρονολογία ανέγερσης του ναού είναι λανθασμένες, σωστές όμως για τον τόπο και τα χαρακτηριστικά του. Και επειδή ο Αρχάγγελος Μιχαήλ δεν μπορεί να λαθεύει, το λάθος είναι του συγγραφέα, ο οποίος έχει την εντύπωση πως ο ναός κτίσθηκε στη Μάνη περί το 1798. Κατά τα άλλα η περιγραφή του τόπου είναι ακριβής.
Λέει ο Αρχάγγελος Μιχαήλ (δηλαδή ο Καραγάτσης) στους δυό Αγίους, «Μικρό ξωκλήσι είναι στην ερημιά των γυμνών βουνών, μακριά από κατοικημένο τόπο. Λειτουργείται στη φέξη. Κάτι γραϊδια πηγαίνουν μια φορά τη βδομάδα κι ανάβουν τα καντήλια». Τελικά οι Άγιοι αποδεικνύονται φίλοι της μεγαλούπολης και ως εκ τούτου αποφασίζουν να αναχωρήσουν για τον Παράδεισο και όχι για τη Μάνη. Έτσι χάνουμε την ευκαιρία να μάθουμε περισσότερα για το ναό αυτό. Είμαι σίγουρος πως εάν ο Καραγάτσης ήξερε την ιστορία του, δε θα άφηνε την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη.
Ο μικρός αυτός ναός είναι ένα πραγματικό κόσμημα που στολίζει τα άγρια βουνά της Μέσα Μάνης. Βρίσκεται απέναντι από την Κίττα (ή Κοίττα), στους πρόποδες του γυμνού βουνού της Αγίας Πελαγίας, στα όρια του ελαιώνα που καλύπτει τη μικρή κοιλάδα. Κτίσθηκε τον 12ο αιώνα, είναι σταυροειδής με τρούλο ο οποίος στηρίζεται σε τέσσερις οκταγωνικούς κίονες. Εσωτερικά οι αγιογραφίες, του 12ου αιώνα επίσης, σώζονται σε αρκετά καλή κατάσταση. Εντύπωση προκαλεί και ο εξωτερικός διάκοσμος με τα λιθανάγλυφα.
Πώς και γιατί βρέθηκε αυτός ο ναός, ο αφιερωμένος σε δύο κατά τα άλλα αγνώστους Αγίους στον Ελλαδικό χώρο, ριζωμένος στη γη της Μάνης;
Μια σκαλιστή σε μαρμάρινο αγκωνάρι επιγραφή στο εξωτερικό, αποκαλύπτει ότι ο ναός ανεγέρθη από κάποιους «Μαρασ(λ)ιώτες». Αλλά Μαρασ(λ)ιώτης δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά «άνθρωπος από το Mαράς». Και το Μαράς (το σημερινό Καχραμανμάρας της ΝΔ Τουρκίας), ήταν περιοχή της Ανατολικής Κιλικίας, εις την οποίαν εμαρτύρησαν και οι δύο Άγιοι. Δηλαδή στην περιοχή της Κίττας της Μάνης, τον 12ον αιώνα κατοικούσαν Μαρασ(λ)ιώτες Σύροι Ρωμιοί πρόσφυγες από την Κιλικία.
Πώς βρέθηκαν αυτοί οι άνθρωποι από τις πηγές του Ευφράτη στην άνυδρη Μέσα Μάνη; Γνωρίζουμε πως όταν οι Άραβες κατέλαβαν την Συρία, επαρχία τότε της Ρωμανίας, ο πληθυσμός που έμεινε πιστός στον Αυτοκράτορα της Πόλης και στην Ορθόδοξη πίστη, μετακόμισε βορειότερα για να βρεθεί εντός των νέων ορίων του Ρωμαίικου Κράτους.
Από εκεί όμως, οι πληθυσμοί αυτοί εξαπέλυαν επιδρομές στα εδάφη που ελέγχονταν από τους Άραβες, ο χαλίφης διαμαρτυρήθηκε και ο Αυτοκράτορας υπέγραψε συνθήκη με την οποία ανέλαβε την υποχρέωση να τους μεταφέρει σε άλλο τόπο! Προφανώς κάποιοι έφτασαν μέχρι τη Μάνη και ρίζωσαν εκεί κουβαλώντας μαζί τους και τη μνήμη των Αγίων τους!!!
Ταῖς τῶν σῶν Ἁγίων θείαις πρεσβείαις, Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς.
*Η μνήμη των Αγίων Σέργιου & Βάκχου γιορτάζεται στις 7 Οκτωβρίου.