Παλιές σελίδες από φεστιβάλ που είχα κάνει το 1994, για να έχουμε τον νου μας στους ανθρώπους μας εκεί! Στο επίμαχο χωριό Σαρτανά πήγα τότε, απ’ όπου έφερα τους ανθρώπους εδώ και το υλικό που μέρος του βλέπετε εδώ.
Νίκος Βαλκάνος, ombalkan@otenet.gr
ΣΑΒΒΑΤΟ 3 ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ
9. ΜΑΥΡΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
α) ΑΖΟΦΙΚΗ:
«Το 3μελές οργανικό συγκρότηµα « ΦΩΣ» (“CBΕ”), από την Μαριούπολη, του Βλαδίμηρου Μάζιν Γκεοργκίεβιτς (κλαρίνο), µε τους: Μάχσµα Μιχαήλ Ανατόλιεβιτς (ακορντεόν) και Σαμλί Σεργκέι Φεντόροβιτς (νταούλι, τραγούδι στην τοπική διάλεκτο). Κοντινός ήχος µε τις ορχήστρες χάλκινων της Φλώρινας, της Εδεσσας και της Νότιας Σερβίας.
Από το χωριό Σαρτανά της Μαριούπολης (δώδεκα χιλιάδες κάτοικοι, οι εννέα Ἑλληνες), φωνητικό κουαρτέτο, µε επικεφαλής την ΜΑΡΙΑ ΓΚΕΟΡΓΚΙΕΒΝΑ ΓΚΑΙΤΑΝ, και τις: Φαΐνα Μιτραφάνεβνα Χασάτσιχ (72 χρονών), Λουντμίλα Μηχαήλοβνα Χαντέλντη και Γαλίνα Αντόνοβνα Ζουρνατζή. Είναι µέρος του φολκλορικού συγκροτήµατος “Σαρτάνσκαγια Σαμότσβιετε” («Τα μαργαριτάρια του Σαρτανά»), που είναι το πολιτιστικό τµήµα του Κολχόζ “Καρλ Μαρξ” στο χωριό. Η Μαρία Γκαϊτάν είναι η ψυχή της πολιτιστικής κίνησης για 30 χρόνια, μιλάει εκπληκτικά το τοπικό ιδίωµα της Μαριούπολης, είναι θησαυρός από λαϊκές αφηγήσεις, παραμύθια και θρύλους και αντιστάθηκε µε τους συγχωριανούς της στην προσπάθεια εξαφάνισης του γλωσσικού τους ιδιώµατος. Το 1971 συγκέντρωσε 1.200 γράµµατα µε τα οποία ζητούσαν να διδάσκεται η ελληνική διάλεκτός τους στα σχολεία, τα πήγε στη Μόσχα, αλλά γρήγορα ο τοπικός κοµισάριος του Ντανιέτσκ άσκησε µεγάλες πιέσεις για δήλωση µετανοίας, 30 µόνο δεν υποχώρησαν.
Θ’ ακουστούν τραγούδια όπως: «Ἐ µαρά γιαλάν ντουνιά», «Η θυσία του Αβραάμ», «Της νύφης», «Ο Μανώλης», «Τα δέντρα» κ.λπ. στην τοπική διάλεκτο. Τα βιβλία µε τραγούδια, ποιήµατα και λαϊκές αφηγήσεις που εκδίδονται εκεί είναι γραμμένα στην τοπική διάλεκτο αλλά µε Κυριλλικό αλφάβητο (δείγµα υπάρχει στις αντίστοιχες σελίδες του Προγράμματος).
ΑΖΟΦΙΚΗ
Η αζοφική θάλασσα, που στην αρχαιότητα λεγόταν Μαιώτις λίμνη, χωρίζει τη χερσόνησο τῆς Κριμαίας (σηµερινή Ουκρανία) από την ασιατική στέπα του Κουμπάν και την περιοχή του Καυκάσου (σηµερινή Ρωσία) και επικοινωνεί µε τη Μαύρη θάλασσα µε τα στενά του Κέρτς (Κιμμέριος Βόσπορος). Ο ποταμός Δόν εκβάλλει στο βορειοανατολικό της άκρο και η Σαπρά λίμνη στα δυτικά τη χωρίζει από τη Κριμαία. Παρά το αφιλόξενο της φύσης και το ψυχρό κλίμα του τόπου, αρχαίοι Ελληνες έποικοι ίδρυσαν στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα τη πόλη Τάναϊν στο δέλτα του Δόν και το Παντικάπαιον στα στενά του Κερτς. Η περιοχή τῆς Αζοφικής, µε την πλούσια αλιεία, τις αλυκές, τα σιτηρά, τα βοοειδή, το εμπόριο γουναρικών και σηµείο που κατέληγαν οι δρόμοι του κεχριμπαριού και του μεταξιού, από νωρίς προσέλκυσε το ενδιαφέρον των Ρωμαίων, των Βυζαντινών και αργότερα των Βενετών και των Οθωμανών.
Ο νεότερος ελληνικός εποικισμός της Αζοφικής έχει ως σηµείο αφετηρίας το 1775 όταν η Μεγάλη Αικατερίνη τῆς Ρωσίας, µέσα στα πλαίσια εφαρµογής του «Ελληνικού σχεδίου» εκδίωξης των Τούρκων από την Ευρώπη, παραχώρησε το δικαίωµα εγκατάστασης εκεί σε Έλληνες μετανάστες. Για το σκοπό αυτόν διέθεσε µια μεγάλη έκταση γης στην περιοχή Ταγκανρόκ (Ταϊγάνιον). Οι Έλληνες έποικοι είχαν ίσα δικαιώµατα µε τους Ρώσους, αυτοδιοίκηση και απαλλαγή από κάθε φορολογία για ένα διάστηµα 30 χρόνων. Το εμπόριο σιτηρών και οσπρίων της Νότιας Ρωσίας ελέγχεται κατά µεγάλο µέρος και επί έναν περίπου αιώνα από τους Ελληνες εμπόρους του Ταγκανρόκ και του Ροστόβ. Την ίδια εποχή εποικίσθηκε µε πρόσφυγες από την Κριμαία (που είχε πέσει στα χέρια των Τατάρων) η περιοχή της Μαριούπολης. Τον ελληνικό πληθυσμό στη περιοχή ενίσχυσε και η εγκατάσταση χιλιάδων Ποντίων κατά τα έτη 1828 – 1856. Κατά τη περίοδο 1810-1873 η ευρύτερη περιοχή της Μαριούπολης αποτελούσε «ελληνική διοικητική περιοχή» ενώ ως το 1859 δεν επιτρεπόταν η εγκατάσταση εκεί ατόμων άλλης εθνικότητας.
Οι ελληνικές κοινότητες της Αζοφικής γνώρισαν την αγριότητα του εμφυλίου πολέμου που επακολούθησε την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917. Η περιοχή της Μαριούπολης είναι κέντρο του αναρχικού αγροτικού Κινήµατος του Μάχνο (που κατεστάλη από το Τρότσκι στο οποίο συμμετείχαν και Έλληνες. Μετά την επικράτηση των μπολσεβίκων επακολούθησε µια σύντομη περίοδος πνευματικής, ανάπτυξης των ελληνικών κοινοτήτων που οφείλεται κατά ένα µεγάλο µέρος στην εφαρµογή της λενινιστικής φιλελεύθερης πολιτικής για τα δικαιώµατα των εθνοτήτων. Με την άνοδο του Στάλιν στην εξουσία αρχίζει όµως µια εποχή διώξεων για τους Έλληνες της Αζοφικής, µε αποκορύφωμα τις εκκαθαρίσεις του 1937-38 που είχαν σαν πρώτο στόχο τον ελληνικο πληθυσμό της Μαριούπολης µε την αιτιολογία ότι αγωνιζόνταν για τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και τη δημιουργία Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ο σημερινός πληθυσμός των Ελλήνων της Αζοφικής είναι γύρω στα 100.000 άτοµα (απογραφή του 1989) µε κύρια κέντρα τη Μαριούπολη και το Ντανιέτσκ,
Η μουσική παράδοση της Αζοφικής
Οι Έλληνες της Παρα-αζοφικής έχουν µια πλούσια μουσική παράδοση που διασώζει τα αρχαϊκά στοιχεία της καταγωγής τους, όπως διαμορφώθηκαν από την επαφή τους µε το βυζάντιο (τον ακριτικό, κυρίως, κύκλο) αλλά και µε τον πιο πρόσφατο περίγυρό τους.
Οι ρίζες της καταγωγής τους και της εγκατάστασής τους στην περιοχή φτάνουν ως τον αποικισμό του 8ου π.Χ. αι., πράγμα που κρατάνε ζωντανό ως τα σήμερα στις μυθολογικές τους αναφορές. Αλλά η σχέση τους µε τη βυζαντινή παράδοση δεν έσπασε ποτέ, είναι γι’ αυτούς σαν μόλις χτες, και το ανακαλούν και στη θεματολογία της παράδοσής τους και ως στοιχείο αντίστασης στις πιέσεις του περίγυρού τους.
Με κέντρο τη Μαριούπολη, τα 23 τους χωριά, χρησιμοποιούν στα τραγούδια τους πέντε διαφορετικές διαλέκτους, µε μεγαλύτερη συγγένεια στα ιδιώµατα της Βόρειας Ελλάδας. Ειδικά, τα χωριά Γουρζούφ και Γιάλτα (που προέρχονται από τα ομώνυμα χωριά της Κριμαίας) ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα για το ιδιαίτερο ιδίωµα και τραγούδια τους.
Ο καθηγητής Μπελέτσκι, στον πρόλογό του στη συλλογή «Τα παραμύθια του Σαρτανά», σημειώνει: «Στην παράδοση των Ελλήνων της Παρα-αζοφικής διατηρούνται µέχρι σήµερα υπολείµµατα του αρχαίου πολιτισμού που κάποτε ανθούσε στη μακρινή τους πατρίδα. Οι χοροί και τα τραγούδια τους θυμίζουν την περιγραφή του χορού στη Σ΄ Ραψωδία της Ιλιάδας. Στα παραμύθια τους υπάρχει αυτή η χαρακτηριστική χροιά του Βυζαντίου που µας συναρπάζει στα ελληνικά παραμύθια».
Όπως σημειώνει στο εξώφυλλο του δίσκου «Τραγούδια των Ελλήνων της Αζοφικής» (έκδοση “Melodiya”,1988) ο επιμελητής του Αλέξανδρος Ασλάς, «η Ιδιαίτερα πλούσια και πρωτότυπη σε περιεχόµενο και στιλιστική ιδιαιτερότητα παράδοσή τους φέρει το στίγμα της παράξενης και δύσκολης μοίρας τους: μετανάστευση από την αρχαία πατρίδα και διαρκείς επαφές µε διαφορετικούς λαούς, Τάταρους, Τούρκους, Ρώσους ή Ουκρανούς».
Τα παραδοσιακά όργανα της Αζοφικής είναι: «γκιμίτσα» (βιολί, «λαβούτα» (φλογέρα), κλαρίνο, «νταϊρές» (ντέφι), και «νταούλ». Τα τελευταία χρόνια έχουν µπει και το ακορντεόν και το «μπαγιάν» (το ρωσικό ακορντεόν). Το «τλουμ-ζουρνά» (ασκός) έχει σήµερα μοναδικό του εκτελεστή τον Βλαδίµηρο Γκαϊτάν από το χωριό Σαρτανά.
Μια ιδιαίτερη κατηγορία είναι η χάλκινη μπάντα, πολύ κοντινή στις μπάντες της Βόρειας Ελλάδας (κλαρίνο, τρομπέτα, ακορντεόν, νταούλι), που συνήθως την αποτελούν οι τουρκόφωνοι Έλληνες της περιοχής. Δυστυχώς, τρομπέτα πια παίζει µόνο κάποιος ηλικιωμένος, κι έτσι το συγκρότημα του Βλαδίμηρου Μάζιν θα έχει µόνο τα υπόλοιπα τρία, ενώ ο ίδιος θα παίξει και κάποιο κομμάτι µε σαξόφωνο.
Τα τραγούδια τους έχουν όλες τις κατηγορίες του δημοτικού τραγουδιού:
–Από τον ημερολογιακό κύκλο, τραγούδια των Χριστουγέννων που τραγουδιούνται τη νύχτα 13 προς 14 Ιανουαρίου, από ομάδα (8-10 άτοµα) ανδρών, που πηγαίνουν σε διάφορες αυλές και εύχονται στους νοικοκύρηδες.
–Γαμήλια, διαφορετικά για κάθε φάση της τελετής, «νυφιάτικο», «γαμπριάτικο» (για την προετοιμασία), το «Γιαρίμ αβά» (για μετά τη στέψη), το «Τήρνα γαμπρός» (για τα δώρο), του τραπεζιού κ.λπ.,
–Ιστορικά, όπως το «Ῥουμαίοι ντα κζεβάν αχ του Κριμαία» (για τη μετανάστευση από την Κριμαία), ή το «Κρίμας τουν γιος» (για την επιστροφή του γιου που έγινε γενίτσαρος και τον σκότωσαν τ’ αδέρφια του από άγνοιά τους).
–Επικά, όπως το «Σώπα µανίτσα μ’ να µην κλαις» (ντόπια παραλλαγή του «Νεκρού αδελφού»).
–Θρησκευτικά, όπως η «Θυσία του Αβραάμ».
-Επώνυμων συνθετών, όπως το «Εμαρέ γιαλάν ντουνιά» του Χαναγκμπίμ (1853-1918) ή τα «ντίντρα ντα εν’ χλιούρα» της ποιήτριας Φ. Ζουρνατζή, που γεννήθηκε το 1889.
Στους χορούς τους, ιδιαίτερα σημαντικοί είναι ο «Βαρύς», απαιτεί πολύ δύσκολη χορογραφική τεχνική, και ο «Κυκλικός», σε διπλό κύκλο µε τα χέρια δεμένα πίσω, οι ζυγοί στους ώμους και οι µονοί στη μέση.