Francoise Thom
Figaro 20 Μαΐου 2022
Μπροστά στην, επικίνδυνη γι’ αυτήν, κατάσταση που αντιπροσωπεύει η ομόφωνη καταδίκη του πολέμου στην Ουκρανία από τη Δύση, η Ρωσία έχει ξεκινήσει μια νέα «ειδική επιχείρηση», αυτή τη φορά στους κόλπους των δυτικών χωρών. Έχει κινητοποιήσει ταυτόχρονα τόσο τους μηντιακούς αναμεταδότες της όσο και το δίκτυο των επιδραστικών παραγόντων που διαθέτει στο εσωτερικό των ηγεσιών που παίρνουν τις αποφάσεις.
Πριν από λίγες ημέρες, οι δυτικές χώρες, επιτέλους ενωμένες, έδειχναν να συναγωνίζονται μεταξύ τους για να συνδράμουν την Ουκρανία, να προσφέρουν οπλισμό και απεριόριστη βοήθεια. Στην Ουκρανία, η ρωσική επίθεση βάλτωνε, και γινόταν καθαρό πως σύντομα η αριθμητική υπεροχή των Ρώσων θα αντισταθμιζόταν από τα καινούργια όπλα που θα προμήθευαν οι δυτικές χώρες στην Ουκρανία, και πως η Ουκρανία μπορούσε ακόμα και να ελπίζει ότι θα περάσει στην αντεπίθεση, και θα απελευθερώσει τις περιοχές που η Ρωσία ετοιμαζόταν να προσαρτήσει.
Ο σύμβουλος του Ζελένσκι, Ολεκσίι Αρεστόβιτς έλεγε γεμάτος αισιοδοξία: «Γίνονται τεκτονικές αλλαγές. […] Γινόμαστε μάρτυρες της αφύπνισης της Δύσης. […] Για να είμαι ειλικρινής, πριν από αυτόν τον πόλεμο, πενθούσα ήδη τη Δύση. Δεν πίστευα ότι θα μπορούσε να εκφράσει κάτι διαφορετικό από τη «ζωηρή ανησυχία» της και να μας στείλει κάποια ελεημοσύνη. Ωστόσο, αφυπνίστηκε: η Δύση δεν πέθανε και μπορώ να σταματήσω το πένθος μου. Την βλέπουμε να τινάζεται για να διώξει από πάνω της όλα αυτά τα βαρίδια που είχε συσσωρεύσει μετά από πολλές δεκαετίες ειρήνης».
Μπροστά στην, επικίνδυνη γι’ αυτήν, κατάσταση που αντιπροσωπεύει η ομόφωνη καταδίκη του πολέμου στην Ουκρανία από τη Δύση, η Ρωσία έχει ξεκινήσει μια νέα «ειδική επιχείρηση», αυτή τη φορά στους κόλπους των δυτικών χωρών. Έχει κινητοποιήσει ταυτόχρονα τόσο τους μηντιακούς αναμεταδότες της όσο και το δίκτυο των επιδραστικών παραγόντων που διαθέτει στο εσωτερικό των ηγεσιών που παίρνουν τις αποφάσεις. Διότι το Κρεμλίνο, νιώθοντας ότι ο χρόνος δουλεύει εναντίον του, δίνει τώρα προτεραιότητα στην προσπάθεια να αναγνωρίσουν οι Δυτικοί και οι Ουκρανοί τις κατακτήσεις του στην Ουκρανία. Όπως γράφει ο Αντρέι Κορτούνοφ, πρόεδρος του ρωσικού Συμβουλίου Διεθνών Υποθέσεων: «Τη στιγμή κατά την οποία τα δύο μέρη φτάνουν στο συμπέρασμα ότι μπορούν να πετύχουν περισσότερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από ό,τι στο πολεμικό πεδίο, η ενεργός συμμετοχή τρίτων στη διαμεσολάβηση μπορεί να παίξει έναν θετικό ρόλο».
Οι στόχοι αυτής της επιχείρησης είναι προφανείς: 1) να διασπαστεί το ενιαίο μέτωπο Ευρωπαίων και Αμερικανών· 2) να τορπιλιστεί ο εφοδιασμός της Ουκρανίας με οπλισμό.
Η μηντιακή επίθεση
Ας δούμε πρώτα τα δύο μεγάλα θέματα αυτής της μηντιακής επίθεσης. Στην Ευρώπη, το ζήτημα είναι πάνω απ’ όλα να πείσουν ότι πρόκειται για έναν «αμερικανικό πόλεμο», έναν πόλεμο «που δεν είναι δικός μας». Ενώ για τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ουκρανία αποτελεί ένα πεδίο σύγκρουσης όπως όλα τα άλλα· για τη Ρωσία, ο έλεγχος της Ουκρανίας είναι ζωτικής σημασίας. Η ακραία στάση των Ηνωμένων Πολιτειών κινδυνεύει να παρασύρει εμάς τους Ευρωπαίους σε έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. «Όσο για τα κοινωνικά δίκτυα, κυκλοφορεί η ιδέα ότι πίσω από την υποστήριξη στους Ουκρανούς κρύβονται τα κυνικά σχέδια των ΗΠΑ που είναι έτοιμες να κάνουν τα πάντα προκειμένου να δουλεύει η αμυντική τους βιομηχανία. Με άλλα λόγια, εμείς οι Ευρωπαίοι θα αποδειχτούμε και πάλι τα κορόιδα των Αμερικανών», γράφει η Λορ Μαντεβίλ (Laure Mandeville) αναλύοντας εύστοχα τα πλοκάμια αυτής της πλύσης εγκεφάλου που διεξάγεται στη Γαλλία. Αυτή η προπαγάνδα ποντάρει ουσιαστικά στον επαρχιωτισμό των Ευρωπαίων προτρέποντάς τους να ξεχάσουν ότι το διακύβευμα του ρωσο-ουκρανικού πολέμου είναι πολύ πιο βαρύ για τους ίδιους παρά για τις Ηνωμένες Πολιτείες, στον βαθμό που το Κρεμλίνο δεν κρύβει καθόλου πως η Ουκρανία δεν αποτελεί γι’ αυτό παρά ένα εφαλτήριο για την υπόλοιπη Ευρώπη.
Δεύτερο θέμα που απευθύνεται ταυτόχρονα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη: Πρέπει να λάβουμε υπόψη τον κίνδυνο κλιμάκωσης, και μάλιστα πυρηνικής, να θέσουμε ένα τέλος στη σύγκρουση αφήνοντας στον Πούτιν μια «οδό διαφυγής», με άλλα λόγια να πιέσουμε την Ουκρανία να αποδεχτεί τις ρωσικές προσαρτήσεις από την επικράτειά της. Μπορεί κανείς να φανταστεί ότι θα έπρεπε να υποστηρίζαμε, τον Μάρτιο του 1945, την παραχώρηση της Αλσατίας-Λορραίνης στον Χίτλερ, για να μην τον «ταπεινώσουμε»;
Η πολιτική επίθεση
Μετά την προετοιμασία του πεδίου από το μηντιακό πυροβολικό, περνάμε στην πολιτική επίθεση. Η Ρωσία εργάζεται πάνω στους αδύναμους κρίκους της δυτικής συμμαχίας, προσπαθεί να αναστήσει την μοιραία «Ομάδα επαφής της Νορμανδίας» που είχε καταλήξει στις συμφωνίες Μινσκ 1 και 2. Η ιδέα για το Μινσκ 3 είναι η ίδια με την προηγούμενη: να κινητοποιηθούν οι Γάλλοι και οι Γερμανοί ώστε να υποχρεώσουν την Ουκρανία να αποδεχτεί το ρωσικό τελεσίγραφο, δηλαδή, να αναγνωρίσει τον ακρωτηριασμό της επικράτειάς της και να υποθηκεύσει την κυριαρχία της. Για άλλη μια φορά, στη Γαλλία ανατίθεται ο ρόλος του παραγγελιοδόχου της ρωσικής επιρροής στην Ευρώπη.
Στο κάλεσμα, ο Γάλλος πρόεδρος δηλώνει παρών. Στις 9 Μαΐου, στο Στρασβούργο, στη διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου στο Ευρωκοινοβούλιο, δηλώνει ότι, για να μπει ένα τέλος στον πόλεμο που διεξάγει ο ρωσικός στρατός στην Ουκρανία, η ειρήνη θα πρέπει να οικοδομηθεί χωρίς να «ταπεινωθεί» η Ρωσία: «Αύριο θα πρέπει να οικοδομήσουμε μια ειρήνη, μην το ξεχνάμε. Θα πρέπει να το κάνουμε με παρούσες στο τραπέζι την Ουκρανία και τη Ρωσία. […] Αλλά αυτό δεν θα γίνει ούτε με την άρνηση ούτε με τον αποκλεισμό του ενός ή του άλλου, ούτε ακόμα με την ταπείνωση». Ο Γάλλος πρόεδρος έχει συνομιλήσει εκτενώς με τον Πούτιν ώστε θα πρέπει να γνωρίζει πως η μόνη συμφωνία στην οποία μπορούμε να φτάσουμε μαζί του είναι η συνθηκολόγηση. Στη σκέψη του, η φροντίδα του να μην ταπεινωθεί η Ουκρανία επικυρώνοντας τις ρωσικές προσαρτήσεις, φαντάζει πολύ μικρότερη από την αγωνία του να κατευνάσει τον επιτιθέμενο.
Αλλά υπάρχουν και χειρότερα. Λίγο νωρίτερα, στη διάρκεια μιας ομιλίας, ο Εμμανουέλ Μακρόν δήλωνε: «Όταν θα επιστρέψει η ειρήνη στο ευρωπαϊκό έδαφος, θα χρειαστεί να οικοδομήσουμε τις νέες ισορροπίες ασφάλειας» χωρίς «ποτέ να υποκύψουμε στον πειρασμό ούτε της ταπείνωσης ούτε του πνεύματος αντεκδίκησης». Με άλλα λόγια, θα πρέπει να ξεχάσουμε την εμπειρία που αποκτήθηκε αυτούς τους τελευταίους μήνες με τόσο μεγάλο τίμημα, να ξαναμηδενίσουμε το κοντέρ και όχι μόνο να αρχίσουμε και πάλι με τη Ρωσία τις business as usual αλλά να της παραχωρήσουμε και δικαίωμα εποπτείας στο ζήτημα της ευρωπαϊκής ασφάλειας, γιατί έτσι αντιλαμβανόμαστε «τις νέες ισορροπίες ασφάλειας». Στοιχηματίζουμε ότι σύντομα ο πρόεδρος Μακρόν θα κάνει και πάλι έκκληση, όπως το 2018, για να εγκαθιδρυθεί μια «σχέση εμπιστοσύνης» με τη Ρωσία στη βάση των «κοινών αξιών»! Στην Ουκρανία κατάλαβαν τον κίνδυνο. Ο Ζελένσκι εκφράστηκε διπλωματικά: «Δεν πρέπει να αναζητούμε μια οδό διαφυγής για τη Ρωσία, και ο Μακρόν ματαιοπονεί. Πιστεύω πως έχει μια εξαιρετική εμπειρία: μέχρι να έρθει η στιγμή που η Ρωσική Ομοσπονδία θα επιθυμήσει η ίδια και θα καταλάβει ότι την έχει ανάγκη, δεν πρόκειται να αναζητήσει καμία διέξοδο». Ο Ουκρανός πρόεδρος υπογράμμισε ότι δεν είναι σωστό να προσφέρονται παραχωρήσεις σε βάρος της ουκρανικής κυριαρχίας για να μην ταπεινωθεί ο Πούτιν.
Δυστυχώς, ο κατάλογος των προσφορών του Γάλλου προέδρου στη Μόσχα δεν κλείνει εδώ. Έπρεπε να αναγγείλει επίσης πως η ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα παραπεμφθεί στις καλένδες! Και αυτό, μάλιστα, τη στιγμή ακριβώς που η Μόσχα ανακοίνωνε την αλλαγή της στάσης της σε αυτό ζήτημα: ενώ τον Μάρτιο η Ρωσία φαινόταν να δέχεται ως αντάλλαγμα παρηγοριάς την ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, μόλις πρόσφατα γνωστοποίησε ότι, στο εξής, αντιτίθεται σε αυτό, επειδή η ΕΕ βρίσκεται πολύ κοντά στο ΝΑΤΟ. Μπορούμε να φανταστούμε την επίδραση αυτών των λόγων στο Κίεβο. Ο Ουκρανός μπλόγκερ Βαντίμ Ζάιντμαν την εκφράζει πολύ καθαρά: «Αυτή η στάση επιείκειας του Μακρόν […], η άρνηση να απαντήσουμε στον εισβολέα για τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που έχει διαπράξει, για τη γενοκτονία του ουκρανικού λαού, και μάλιστα η επιθυμία να οικοδομηθεί η ευρωπαϊκή ασφάλεια μετά τον πόλεμο μαζί με τη Ρωσία – όλα αυτά μας αφήνουν άφωνους. Επιπλέον, τέτοιες πρωτοβουλίες, αυτή τη στιγμή, εν μέσω του πολέμου, αποτελούν χτυπήματα κάτω από τη ζώνη για τη μαχόμενη, αιματοβαμμένη Ουκρανία, χτυπήματα ακόμα πιο ποταπά στον βαθμό που η Ουκρανία μάχεται μόνη για όλους, για τις δικές της και τις δικές σας ελευθερίες, συμπεριλαμβανομένων και των ελευθεριών της Γαλλίας».
Η υπονόμευση του εξοπλισμού της Ουκρανίας
Η δεύτερη πτυχή της ρωσικής επίθεσης, η υπονόμευση του εφοδιασμού της Ουκρανίας σε όπλα, έχει καταγράψει και αυτή κάποιες επιτυχίες. Η Γερμανία καθυστερεί τη μεταφορά στην Ουκρανία των αντιαεροπορικών αρμάτων Gepard. Ο ρεπουμπλικανός γερουσιαστής Ραντ Πωλ μπλόκαρε την ταχεία ψήφιση από την αμερικανική Γερουσία ενός νομοσχεδίου που προέβλεπε την προσφορά στην Ουκρανία ενός συνόλου συμπληρωματικής βοήθειας ύψους 40 δις δολαρίων. Ο Ραντ Πωλ είχε ήδη διακριθεί για τις τοποθετήσεις του που επαναλάμβαναν την επιχειρηματολογία του Πούτιν και δικαιολογούσαν τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία: γι’ αυτόν, αιτία της ρωσικής επέμβασης ήταν η αμερικανική υποστήριξη της Ουκρανίας. Αυτές οι καθυστερήσεις είναι πολύτιμες για τη Μόσχα τη στιγμή που ο ρωσικός στρατός προσπαθεί να προχωρήσει όσο γίνεται περισσότερο μέσα στην Ουκρανία, παρά την ηρωική αντίσταση των ουκρανικών δυνάμεων.
Η τέλεια ενορχήστρωση αυτής της «ειδικής επιχείρησης» εναντίον της Δύσης και η αλλαγή τακτικής του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία μας οδηγούν στα ακόλουθα συμπεράσματα. Παρά την προφανή εξασθένιση του Πούτιν και την πρόοδο της ασθένειάς του, ένα σταθερό χέρι κρατά τα ηνία της εξουσίας στη Μόσχα. Δεν πρόκειται μόνο για την Ουκρανία. Η Νότια Οσετία μόλις εξήγγειλε τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος για την ένωσή της με τη Ρωσία. Ο γκαγκεμπίτικος πυρήνας του πουτινικού καθεστώτος δείχνει απολύτως ικανός να πάρει τη σκυτάλη σε περίπτωση που αποσυρθεί ο Πούτιν για λόγους υγείας, πολλώ δε μάλλον αν οι Δυτικοί του προσφέρουν μια νίκη με τη δικαιολογία να «επιτρέψουν στον Πούτιν να σώσει τα προσχήματα», επιτρέποντάς του να προσαρτήσει πάνω από 40% του ουκρανικού εδάφους και επιβραβεύοντας έτσι τον επιτιθέμενο. Μια τέτοια επιτυχία θα ενίσχυε το καθεστώς και θα το ενθάρρυνε να συνεχίσει το αυτοκρατορικό του σχέδιο, ζημιώνοντας την Ευρώπη.
Μόνο η ήττα μπορεί να αλλάξει τη ρωσική πολιτική πραγματικότητα
Αντίθετα, θα πρέπει να παίρνουμε υπόψη τα μαθήματα της ιστορίας. Όσο καταστροφικές για τη Ρωσία υπήρξαν οι στρατιωτικές νίκες τόσο σωτήριες υπήρξαν οι ήττες. Όλες οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις της ρωσικής Αυτοκρατορίας πυροδοτήθηκαν από στρατιωτικές ήττες. Οι Ρώσοι οφείλουν να αντιληφθούν τις πλήρεις διαστάσεις του ολέθρου που αντιπροσωπεύει για τη χώρα τους ο πουτινισμός. Γι’ αυτό η Δύση πρέπει να σταθεί σταθερή και ενωμένη, να διατηρήσει τις κυρώσεις και να ρίξει το βάρος στη νίκη της Ουκρανίας. Είναι αλήθεια ότι θα πρέπει να ανακουφισθεί το αίσθημα ταπείνωσης των Ρώσων αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να έχουμε αυταπάτες ως προς τις αιτίες της.
Αυτό το συναίσθημα ταπείνωσης δεν οφείλεται στις δήθεν προσβολές των Δυτικών απέναντι στη Ρωσία αλλά στις εμπειρίες που βιώνουν οι Ρώσοι στο σχολείο, στον στρατό και στην καθημερινή ζωή τους. Οι Ρώσοι νιώθουν ότι οι αρχές που τους εξουσιάζουν τους αντιμετωπίζουν σαν σκλάβους και, για να εκδικηθούν, προσπαθούν με τη σειρά τους να ταπεινώσουν αυτούς που θεωρούν πιο αδύναμους. Ο καλύτερος τρόπος για να μπει ένα τέλος σε αυτόν τον φαύλο κύκλο είναι να βοηθηθούν οι Ρώσοι να κατεδαφίσουν αυτό το αυταρχικό καθεστώς που τους κρατάει στη σκλαβιά και την αποκτήνωση και να οικοδομήσουν ένα κράτος δικαίου – και όχι να κολακεύουν την αλαζονεία του Κρεμλίνου. Θα πρέπει να ενθαρρύνουμε τη Ρωσία να απαλλαγεί από τον πουτινισμό αντί να προσπαθούμε με κάθε τρόπο να διατηρούμε αυτό το καθεστώς σε βάρος των γειτόνων του και όλης της Ευρώπης. Εδώ και πολλά χρόνια, ο Πούτιν προσπαθεί να προσδέσει τους διαδόχους του στη δική του πολιτική αντιπαράθεσης με τη Δύση. Η προσάρτηση της Κριμαίας εξυπηρετούσε ήδη αυτόν τον στόχο: να δημιουργήσει μια μη αναστρέψιμη κατάσταση κλείνοντας τον δρόμο προς μια ομαλοποίηση των σχέσεων με τις δημοκρατίες. Ένας μεγαλύτερος ακρωτηριασμός της Ουκρανίας θα διαιωνίσει τον ψυχρό πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Δύσης· χωρίς αμφιβολία, αυτός είναι ο πρωταρχικός στόχος του δικτάτορα που γερνάει. Εμείς όμως αυτό επιθυμούμε;
Μέχρι στιγμής, η ρωσική επίθεση στη Δύση φαίνεται πως δεν έχει παρά περιορισμένη επιτυχία. Στις 14 Μαΐου, το G7 δήλωνε ότι «δεν θα αναγνωρίσει ποτέ» τα σύνορα που η Ρωσία θέλει να επιβάλει διά της βίας στην Ουκρανία. Η αμερικανική και ευρωπαϊκή βοήθεια εξακολουθεί να καταφθάνει στην Ουκρανία. Ωστόσο, οι ρωγμές στους κόλπους της «ενιαίας Δύσης» βγαίνουν και πάλι στην επιφάνεια. Η Γαλλία επαναλαμβάνει το ολέθριο σύνθημα της δεκαετίας 1990, «να μην ταπεινώσουμε τη Ρωσία», που εκφράστηκε με μια πολιτική κατευνασμού απέναντι στο Κρεμλίνο για πάνω από είκοσι χρόνια, με τα αποτελέσματα που βλέπουμε σήμερα. Η Γερμανία διστάζει, καθώς ταλαντεύεται μπροστά στο φιλορωσικό λόμπι. Στη νέα Ευρώπη που διαμορφώνεται μπροστά στα μάτια μας, η Γαλλία και η Γερμανία θα βρεθούν απομονωμένες και θα θεωρηθούν ύποπτες εξαιτίας της φιλικής τάσης τους προς το Κρεμλίνο, όπως φάνηκε ήδη στη Eurovision. Η Γαλλία κυρίως, τυφλωμένη από την αντιαμερικανική εμμονή της, κινδυνεύει να μην αντιληφθεί τις ανατροπές που πραγματοποιούνται, ακριβώς όπως στην εποχή του Γκορμπατσώφ όταν επιθυμούσε τη διατήρηση της ΕΣΣΔ[1]: «Ο αμερικανικός ηγεμονισμός: άλλος ένας λόγος, το 1985, για να ξαναβρούμε, στα ανατολικά της Ευρώπης, ένα αντίβαρο, έναν συνεργάσιμο, ισχυρό και ισορροπιστή εταίρο», έγραφε ο Υμπέρ Βεντρίν[2].
Η τύφλωση της Γαλλίας
Μετά τη συνάντησή του με τον Γάλλο πρόεδρο, στις 25 Νοεμβρίου 1988, ο Γκορμπατσώφ παρουσίασε στο Πολιτμπυρό μια διεισδυτική ανάλυση: «Ο Μιτεράν δεν επιδιώκει να μας απομακρύνει από την ΟΔΓ ή την Ιταλία. Όλα αυτά μας δίνουν ένα μεγαλύτερο περιθώριο κινήσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Βλέπει πως οι Αμερικανοί προσπαθούν να μας δημιουργήσουν προβλήματα στην Ανατολική Ευρώπη. Στην ουσία, μας λέει: ας ενώσουμε όλοι μαζί την Ευρώπη. Νιώθει κανείς πως υπάρχει μια εχθρική διάθεση απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι Γάλλοι συνεργάζονται στενά με τον Κολ αλλά ο γαλλικός σωβινισμός υπάρχει πάντα[3]». Στις 10 Σεπτεμβρίου 1989, ο Μιτεράν αρχίζει να πανικοβάλλεται μπροστά στα σημάδια αποσύνθεσης του κομμουνιστικού στρατοπέδου: «Πόσο θα ανέχεται ακόμα ο Γκορμπατσώφ όλα αυτά; Βλέπουμε αναταραχή στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε αυτά που μου δηλώνει ο Γκορμπατσώφ και σε αυτά που κάνει. Φαίνεται πως η εξουσία του είναι πολύ πιο αδύναμη από αυτά που λέει[4]». Να θυμίσουμε πως, στις 21 Δεκεμβρίου 1989, η Γαλλία υπογράφει μια … πενταετή συμφωνία οικονομικής συνεργασίας με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας! Ιδού σε ποιον βαθμό τύφλωσης οδηγούν οι βαθιά ριζωμένες προκαταλήψεις της γαλλικής διπλωματίας.
Αν αναφέρουμε αυτά τα παραδείγματα είναι γιατί οι πρόσφατες πρωτοβουλίες του προέδρου Μακρόν δείχνουν να αποκαλύπτουν την ίδια τύφλωση, και για τους ίδιους λόγους. Ο ρωσοκεντρισμός του τον εμποδίζει να δει ότι η κεντρική και ανατολική Ευρώπη βρίσκεται σε διαδικασία ανασύνθεσης και μεταβάλλεται σε ένα δυναμικό σύνολο, υπολογίσιμο μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ουκρανία θα έχει επίσης τη θέση της σε αυτό. Η ένταξή της στην ΕΕ θα λύσει το πρόβλημα της ευρωπαϊκής ασφάλειας με πολύ πιο σίγουρο τρόπο από όλες τις συμφωνίες του κόσμου με τη Ρωσία. Πράγματι, η Ουκρανία θα προικίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση με έναν στρατό αξιόμαχο και άξιο σεβασμού. Εάν οι ευρωπαϊκές χώρες συμφωνήσουν ταυτόχρονα σε μια συνεπή προσπάθεια εξοπλισμού, η ΕΕ, με τη στήριξη του ατλαντικού πυλώνα (Ηνωμένες Πολιτείες και ΝΑΤΟ), θα μεταβληθεί επιτέλους σε μια ισχυρή Ευρώπη, ικανή να αντισταθεί στους δικτάτορες. Οι Ρώσοι το έχουν καταλάβει: εξ ου και το βέτο τους στην ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ. Το κέντρο βάρους στην Ευρώπη μετατοπίζεται. Μια ανεξάρτητη και ισχυρή Ουκρανία θα ενδυναμώσει την κεντρική και ανατολική Ευρώπη και, ποιος ξέρει, ίσως πείσει μια μέρα τους Ρώσους πως η δική τους ελευθερία είναι προτιμότερη από την κυριαρχία πάνω στους άλλους.
Μετάφραση Χριστίνα Σταματοπούλου
[1] Françoise Thom, La Marche à rebours, Sorbonne Université Presses, 2021, p. 523-539.
[2] Hubert Védrine, Les Mondes de François Mitterrand, Fayard, 1996, p. 374.
[3] Αρχεία του ιδρύματος Γκορμπατσώφ.
[4] Jacques Attali, Verbatim III, 1re partie : 1988-1989, Fayard, 1995, p. 382.