Εργάτες απομακρύνουν τα συντρίμμια από μια τεχνική σχολή που χρησιμοποιούνταν ως προσωρινή στέγαση για Ρώσους στρατιώτες, η οποία καταστράφηκε από ουκρανική πυραυλική επίθεση, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, στη Μακίεβκα, στις 3 Ιανουαρίου. ALEXANDER ERMOCHENKO/REUTERS
της Laure Mandeville
Δημοσιεύθηκε στις 3 Ιανουαρίου, Le Figaro
Η ομίχλη του πολέμου, της παραπληροφόρησης και της λογοκρισίας καλύπτουν με ένα πυκνό πέπλο τα δραματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα τη νύχτα της 31ης Δεκεμβρίου – 1ης Ιανουαρίου στη Μακίεβκα, στα περίχωρα του Ντονέτσκ, όπου ο ουκρανικός στρατός έπληξε με τα τρομερά συστήματα Himars μια τεχνική σχολή όπου είχαν στρατωνιστεί νεοσύλλεκτοι Ρώσοι στρατιώτες. Επρόκειτο για ένα καταστροφικό πρωτοχρονιάτικο δώρο στον Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος, σχεδόν την ίδια στιγμή, ανακοίνωνε, περιστοιχισμένος από στρατιωτικούς, ότι το 2023 θα είναι το έτος της νίκης.
Σκοτώθηκαν, άραγε, όντως 400 άνδρες –ένας αστρονομικός αριθμός– και τραυματίστηκαν άλλοι 300, όπως θριαμβευτικά ανακοίνωσε η υπηρεσία Τύπου του ουκρανικού στρατού; Το γεγονός ότι ο ρωσικός στρατός, στη συνοπτική ανακοίνωση που αφιέρωσε στο επεισόδιο, αναγνωρίζει τον θάνατο 89 στρατιωτών υποστηρίζει έμμεσα τη θέση για πολύ μεγάλες απώλειες από τη ρωσική πλευρά; Και αληθεύει άραγε ότι η υποτιθέμενη μαζική χρήση κινητών τηλεφώνων από τους στρατιώτες, στους οποίους θεωρητικά απαγορεύονται όταν βρεθούν στην πρώτη γραμμή του μετώπου, επέτρεψε στην ουκρανική (και αμερικανική) δορυφορική υπηρεσία πληροφοριών να εντοπίσει αυτό το σημείο συγκέντρωσης, όπως ισχυρίζονται διάφορες ουκρανικές πηγές; Ή μήπως η είδηση προήλθε από τις πληροφορίες ανθρώπων στο Ντονέτσκ με τους οποίους είχε επαφή το Κίεβο;
Όλα αυτά τα ερωτήματα κατακλύζουν τα κοινωνικά δίκτυα, όπου στρατιωτικοί μπλόγκερς και διάφοροι αναλυτές προσπαθούν να ξεχωρίσουν την αλήθεια από το ψέμα. Αυτό που εντυπωσιάζει από τη ρωσική πλευρά, μέσα στη μεγάλη θολούρα που επικρατεί, είναι, πρώτα απ’ όλα, η έκφραση έντονης κριτικής κατά της ρωσικής διοίκησης, παρά τον φόβο της καταστολής και της λογοκρισίας. Έτσι, το κανάλι Rybar του Telegram, που είναι φιλο-ρωσικό και δημιουργήθηκε από ένα πρώην μέλος της υπηρεσίας Τύπου του υπουργείου Άμυνας, επισημαίνει την «εγκληματική» αφέλεια που οδήγησε τους στρατιωτικούς αξιωματούχους να αναπτύξουν τόσους πολλούς άνδρες σε έναν χώρο και να αποθηκεύσουν, επιπλέον, αποθέματα πυρομαχικών στο κτίριο, ένα σφάλμα ακατανόητο για τους ειδικούς.
Το σφάλμα του συνταγματάρχη
Το Rybar λέει ότι «σύμφωνα με τους επιστρατευμένους (με τους οποίους το κανάλι φαίνεται να έχει έρθει σε επαφή, σ.σ.), την ευθύνη φέρει ο συνταγματάρχης Ρομάν Ενικέεφ, ο οποίος διοικούσε το νεοσύλλεκτο σύνταγμα». Αλλά, όπως λέει το Rybar, «εμείς δεν συμφωνούμε απόλυτα». «Το σφάλμα του συνταγματάρχη είναι ότι εκτέλεσε τυφλά τις εντολές των ανωτέρων του και δεν πέτυχε την ανάπτυξη της μονάδας που του είχε ανατεθεί σύμφωνα με τις ανάγκες της στιγμής», συνεχίζει το κανάλι Telegram, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα έπρεπε να τους είχαν στεγάσει σε διαφορετικούς χώρους. Και προσθέτει ότι «την ευθύνη για την τραγωδία φέρει η διοίκηση του στρατού της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ, η οποία (…) αγνόησε την κοινή λογική και τις πληροφορίες των μυστικών υπηρεσιών στο όνομα μιας υποτιθέμενης στρατιωτικής επιστήμης».
Το κανάλι Rybar σημειώνει ότι αυτή η περιφρόνηση για τους στρατιωτικούς κανόνες προφύλαξης είχε ήδη εκδηλωθεί στο Ντονέτσκ τον Αύγουστο, όταν ένα κέντρο διοίκησης είχε εγκατασταθεί σε ένα ορυχείο. Αρκετοί άλλοι μπλόγκερς, συμπεριλαμβανομένου του αναπληρωτή υπουργού Πληροφοριών της Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ, Ντανιίλ Μπεζόνοφ, εκπλήσσονται επίσης με την επιλογή του τεχνικού λυκείου ως του μοναδικού τόπου συγκέντρωσης. «Ποιος είχε την ιδέα να εγκαταστήσει έναν τόσο μεγάλο αριθμό ανδρών σε αυτό το κτίριο, τη στιγμή που ακόμα κι ένας ηλίθιος ξέρει ότι, αν δέχονταν πυρά πυροβολικού, θα υπήρχαν πολλοί τραυματίες ή νεκροί; Οι διοικητές νίπτουν τας χείρας τους», σημειώνει ο Αρχάγγελος Spetsnaz Z, ένας παρατηρητής με πάνω από 700.000 ακόλουθους στο Telegram. «Η ανεπάρκεια και η ανικανότητα να αντληθούν διδάγματα από την εμπειρία του πολέμου εξακολουθούν να αποτελούν σοβαρό πρόβλημα», γράφει ο στρατιωτικός ανταποκριτής Μπόρις Ροζίν, με το ψευδώνυμο συνταγματάρχης Κασάντ.
Οι πληροφορίες και τα σχόλια του Ιγκόρ Στρέλκοφ, πρώην συνταγματάρχη της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών, ο οποίος συντόνιζε τις στρατιωτικές ενέργειες των αυτονομιστών του Ντονμπάς με τη στρατιωτική ιεραρχία της Μόσχας, το 2014, πριν απομακρυνθεί κινούνται προς την ίδια επικριτική κατεύθυνση. Ο Στρέλκοφ, ο οποίος από την αρχή του πολέμου έχει υιοθετήσει μια ακραία γραμμή, πολύ αυστηρή κατά της ρωσικής στρατιωτικής ιεραρχίας, την οποία θεωρεί πολύ μαλθακή, και ο οποίος προφανώς έχει τις δικές του αντένες στην περιοχή, διαβεβαιώνει ότι το κτίριο της τεχνικής σχολής καταστράφηκε ολοσχερώς από την έκρηξη, όπως και ο στρατιωτικός εξοπλισμός που ήταν αποθηκευμένος μέσα και έξω, «στο φως της ημέρας». Ο ίδιος δεν διακινδυνεύει να αναφερθεί σε αριθμό θυμάτων, τονίζοντας ότι ο απολογισμός είναι προς το παρόν «αδύνατος», καθώς πολλοί στρατιώτες αγνοούνται στα ερείπια…
Αλλά ένα δεύτερο εντυπωσιακό μάθημα, που διαπιστώνουμε από τις ρωσικές αντιδράσεις, είναι πως αυτό το εμφανώς τρομερό πλήγμα για το στρατόπεδο του Πούτιν δεν οδηγεί καθόλου σε αύξηση της αγανάκτησης κατά του ίδιου του πολέμου, αλλά μόνο κατά των λαθών των στρατιωτικών υπευθύνων. Έτσι, ένα άρθρο της ρωσικής εφημερίδας Kommersant παραθέτει τις δηλώσεις του κυβερνήτη της περιοχής της Σαμάρα, Ντμίτρι Αζάροφ, ο οποίος αναγνωρίζει ότι ορισμένοι από τους στρατιώτες που χτυπήθηκαν προέρχονταν από την περιφέρειά του. Υπόσχεται να βοηθήσει τις οικογένειες με κάθε δυνατό τρόπο, ακόμα και να περιθάλψει τους τραυματίες τους. Πολλές σύζυγοι στρατιωτών λένε στο ίδιο άρθρο ότι οι επιζώντες έχουν σταλεί στην περιοχή Ροστώφ του Ντον, και ότι «δεν έχουν καθόλου εφόδια, ούτε φάρμακα, ούτε χρήματα, ούτε φαγητό». Εν ολίγοις, η έμφαση δίνεται στην αποδιοργάνωση των μετόπισθεν και του μετώπου και όχι στην απόρριψη της ρωσικής εκστρατείας στην Ουκρανία.
Από την πλευρά του, το επίσημο πρακτορείο RIA Novosti παρουσιάζει εικόνες από μια συγκέντρωση στη Σαμάρα, όπου οι κάτοικοι καταθέτουν με πανηγυρικό τρόπο στεφάνια στη μνήμη των νεκρών στρατιωτών της Μακίεβκα. Δεν εκδηλώνεται ανοιχτά οργή κατά του Πούτιν. Καμία διαμαρτυρία, όπως βλέπουμε ενίοτε στις μη ρωσικές Δημοκρατίες του Νταγκεστάν ή της Μπουριατία. Η πρόεδρος του «Συμβουλίου Γυναικών» της Εθνικής Φρουράς, Εκατερίνα Κολοτόβκινα, δίνει τον τόνο λέγοντας ότι «η Σαμάρα είναι τρεις νύχτες άγρυπνη», αλλά «δεν θα συγχωρήσουμε», «θα νικήσουμε». Από αυτή την άποψη, το δραματικό επεισόδιο στη Μακίεβκα συνοψίζει τα στοιχεία της οδυνηρής ρωσικής εξίσωσης: στο στρατιωτικό επίπεδο, αποδιοργάνωση και χάος. Περιφρόνηση της ανθρώπινης ζωής. Ο έλεγχος της ενημέρωσης, εμποδίζει κάθε πραγματική και σε βάθος αμφισβήτηση των πολιτικών ή στρατιωτικών επιλογών του Πούτιν.
Το συμπέρασμα που βγάζει ο αντιπολιτευόμενος Αντρέι Ιλαριόνοφ είναι σαφές: δεν διαφαίνεται καμία ρωσική εξέγερση, παρά την πολιτική καταστολή και τις διαταγές επιστράτευσης ενός ολοένα και μεγαλύτερου ποσοστού του πληθυσμού. Ο λαός συνεχίζει να υποτάσσεται στον ζυγό της εξουσίας και της λογοκρισίας. «Πρέπει να αποδεχτούμε το προφανές: η αποφασιστική αλλαγή δεν θα έρθει από το εσωτερικό αλλά από τον ουκρανικό στρατό», υποστηρίζει ο Ιλαριόνοφ.
Μετάφραση Χριστίνα Σταματοπούλου