Αρχική » Η ανάγνωση γεννά ανισότητες, ας καταργήσουμε την ανάγνωση!

Η ανάγνωση γεννά ανισότητες, ας καταργήσουμε την ανάγνωση!

από Αναδημοσιεύσεις

 Ὀταν το γαλλικό σχολείο περπατάει με το κεφάλι

Της Νατάσα Πολονύ [1]

περιοδικό Marianne, 15/03/2023

Τo γαλλικό σχολείο ενισχύει πλέον τις κοινωνικές ανισότητες, και αυτό ξεκινά από την εκμάθηση της ανάγνωσης. Ποια λύση προτείνει το Παρατηρητήριο των Ανισοτήτων; Την αναβολή της εκμάθησης της ανάγνωσης. Οδεύουμε προς τον τοίχο εδώ και 30 χρόνια; Ας αυξήσουμε κι άλλο ταχύτητα!

Για ένα περιοδικό που φέρει το όνομα της Δημοκρατίας, που υπερασπίζεται και απεικονίζει το τρίπτυχο Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα[2], υπάρχει ένα σκάνδαλο που δεν μπορούμε να δεχτούμε: το σκάνδαλο ενός σχολείου που διαιωνίζει, και μάλιστα ενισχύει, τις κοινωνικές ανισότητες. Πρέπει να το διακηρύξουμε, να το φωνάξουμε: το ρεπουμπλικανικό σχολείο καταδικάζει στο εξής τα παιδιά των φτωχών να γίνουν και αυτά με τη σειρά τους φτωχοί! Όχι όλοι, βέβαια. Αλλά η πλειοψηφία. Και αυτό είναι απαράδεκτο.

Έτσι, όταν ένας οργανισμός όπως το Παρατηρητήριο των ανισοτήτων, που χρηματοδοτείται από τις τοπικές αρχές και τα δημόσια ταμεία, προτίθεται να προτείνει, με αναφορά του διευθυντή του, έναν τρόπο για τη μείωση αυτού του χάσματος, δεν μπορούμε και δεν πρέπει να την αγνοήσουμε. Ειδικά όταν η αναφορά αυτή αναμεταδίδεται αμέσως από το Café pédagogique, έναν ιστότοπο που συμβουλεύονται πολλοί νέοι εκπαιδευτικοί. Τι λέει η εν λόγω αναφορά; Ότι η πρώιμη εκμάθηση της ανάγνωσης είναι έργο των εύπορων οικογενειών που επιδίδονται στον σχολικό ανταγωνισμό. Ότι η εκμάθηση της ανάγνωσης είναι πιο δύσκολη για τα παιδιά με φτωχότερο λεξιλόγιο, όπως γράφει εδώ και χρόνια, κυρίως στη Marianne, ο γλωσσολόγος Αλαίν Μπεντολιλά (Alain Bentolila), στον οποίο αναφέρεται το εν λόγω κείμενο. Συμπέρασμα; Ας καθυστερήσουμε την εκμάθηση της ανάγνωσης κατά ένα χρόνο, διότι «η ανάγνωση από την ηλικία των έξι ετών δεν έχει καμία χρησιμότητα από εκπαιδευτική άποψη, αλλά έχει ως αποτέλεσμα να θέτει πολύ γρήγορα σε υποδεέστερη θέση τα μικρά παιδιά των εργατικών τάξεων».

Κοινωνικές ανισότητες

Όπως πάντα, ο συγγραφέας του σημειώματος, Λουί Μωρέν (Louis Maurin), διευθυντής του Παρατηρητηρίου, εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι μια χώρα όπως η Γαλλία, αν παραμείνει «πεισματικά προσκολλημένη στις παραδόσεις της», θα αποδειχθεί ανίκανη για μια τέτοια καινοτομία. Οι ελιτιστές και οι συντηρητικοί θα πλειοψηφούν και θα εμποδίσουν κάθε πρόοδο. Η μειοψηφική ρητορική εξυπηρετεί δύο σκοπούς: Αφ’ ενός προσφέρει το λούστρο ενός πνεύματος αντίστασης και αφ’ ετέρου επιτρέπει να κατηγορηθούν οι άλλοι για τη συνεχιζόμενη καταστροφή. Ως συνήθως, ο συγγραφέας αναφέρεται στις «σκανδιναβικές χώρες» ως ένα είδος ιδανικού εκπαιδευτικού μοντέλου, ξεχνώντας παρεμπιπτόντως να αναφέρει ότι το σουηδικό εκπαιδευτικό σύστημα διάγει σοβαρή κρίση και ότι το περίφημο «φινλανδικό μοντέλο», το οποίο επαινείται εδώ και πολύ καιρό (αλλά φθίνει στις διεθνείς έρευνες), εφαρμόζεται σε έναν πολιτισμικά ομοιογενή πληθυσμό 5 εκατομμυρίων κατοίκων.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από το μηδέν. Ο ρόλος του ρεπουμπλικανικού σχολείου είναι να μεταδίδει στα παιδιά τις γνώσεις που θα τους επιτρέψουν να γίνουν ελεύθεροι άνθρωποι. Η ανάγνωση αποτελεί μέρος αυτού, είναι μάλιστα η πρώτη από αυτές τις γνώσεις. Ο ρόλος του σχολείου δεν είναι να εξαφανίσει ως δια μαγείας τις κοινωνικές ανισότητες. Αλλά η ισότητα είναι ένα παράπλευρο όφελος ενός σχολείου που αναλαμβάνει τον ρόλο του, αφού τα παιδιά που ανήκουν σε μειονεκτοκά περιβάλλοντα μπορούν να αναπτύξουν πλήρως σε αυτό τις δυνατότητές τους, και έτσι να ξεφύγουν από την κατάστασή τους με την αξία τους. Από τη στιγμή που το σχολείο έθεσε ως πρωταρχικό στόχο του την καταπολέμηση των κοινωνικών ανισοτήτων (και ο Παπ Ντιαγέ [Pap Ndiaye][3] δεν είναι παρά ο νιοστός υπουργός που καβαλάει αυτό το άλογο), το σχολείο γεννάει όλο και περισσότερες ανισότητες.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή ακολουθεί ακριβώς το σκεπτικό του Λουί Μωρέν, σύμφωνα με τον οποίο, αναβάλλοντας την εκμάθηση, θα δώσουμε περισσότερο χρόνο στα παιδιά που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. Έτσι καταστράφηκε η διδασκαλία των μαθηματικών μέσα στη γενική αδιαφορία. Στη δεκαετία του 1960, οι τέσσερις θεμελιώδεις πράξεις διδάσκονταν από την πρώτη δημοτικού, δεδομένου ότι ο πολλαπλασιασμός είναι άθροισμα προσθέσεων και ότι υπάρχει μια λογική στη συνδυαστική κατανόηση αυτών των μηχανισμών. Το 2008, τα νέα προγράμματα σπουδών του δημοτικού σχολείου επιχείρησαν να επαναφέρουν αυτή τη διδασκαλία από τον πρώτο χρόνο της στοιχειώδους εκπαίδευσης· τότε, τα λόμπι της κονστρουκτιβιστικής παιδαγωγικής (το παιδί «κατασκευάζει» μόνο του τις γνώσεις του) κατήγγειλαν το μέτρο αυτό ως «φασιστικό»…

Θυσιασμένες γενιές

Θα πρέπει επίσης να θυμίσουμε ότι η παγκόσμια ή ιδεο-οπτική μέθοδος εκμάθησης της ανάγνωσης επινοήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη δεκαετία του 1930, από ανθρώπους που ανησυχούσαν ότι τα παιδιά της μεσαίας τάξης μάθαιναν να διαβάζουν, ενώ τα παιδιά της εργατικής τάξης απλώς συλλάβιζαν χωρίς να κατανοούν. Συμπέρασμα: ας καταργήσουμε τον συλλαβισμό και ας προχωρήσουμε στο νόημα. Αποτέλεσμα: γενιές αναλφάβητων παιδιών, που καταπονούνταν με απλά κείμενα, και καυγάδες στους οποίους οι λεγόμενοι «παιδαγωγοί» κατηγορούσαν όσους έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου ότι υπερασπίζονταν ένα αστικό προνόμιο, ενώ οι ίδιοι μιλούσαν στο όνομα της «επιστήμης της εκπαίδευσης». Μέχρις ότου οι νευρολόγοι πρώτοι και στη συνέχεια οι κοινωνιολόγοι να αποδείξουν ότι η μέθοδος του συλλαβισμού είναι πιο αποτελεσματική, ιδιαίτερα για τα παιδιά που προέρχονται από μειονεκτούντα περιβάλλοντα.

Κανείς δεν θα αποτρέψει τον νοσηρό ανταγωνισμό των αστικών οικογενειών που διακατέχονται από εμμονή για την επιτυχία. Και η Γαλλία τροφοδοτεί αυτή τη νεύρωση ακόμη περισσότερο επειδή το σχολείο της έχει αποτύχει. Από την άλλη πλευρά, η καθυστέρηση στην εκμάθηση της ανάγνωσης ισοδυναμεί με ενίσχυση των διαφορών. Σημαίνει επίσης ότι αρνούμαστε να δεχτούμε ότι τα παιδιά από όλα τα περιβάλλοντα, εφόσον έχουν πρόσβαση σε βιβλία, θέλουν να μάθουν να διαβάζουν από την ηλικία των 5 ετών. Ωστόσο, ας μη σταματήσουμε εδώ: ας καταργήσουμε την ανάγνωση και ας επικοινωνούμε με εικόνες! Το σημείωμα του Λουί Μωρέν, από την άλλη πλευρά, αναδεικνύει ένα πραγματικό πρόβλημα: την άρνηση να λαμβάνονται υπ’ όψιν οι διαφορές στην ωρίμανση και την ανάπτυξη κάθε παιδιού. Αλλά αυτό είναι ακριβώς συνέπεια της κατάργησης της επανάληψης της τάξης από τους καλοπροαίρετους «παιδαγωγούς» μας… Όσο η κοινωνιολογία και οι επιστήμες της εκπαίδευσης χρησιμεύουν ως η μεταμφίεση μιας ιδεολογίας που αρνείται την ανάγκη να δίνονται κίνητρα σε κάθε παιδί και πιστεύει ότι θα εξαλείψει τις ανισότητες καταστρέφοντας το θερμόμετρο, θα θυσιάζουμε ολόκληρες γενιές. Και είναι οι φτωχοί αυτοί που θα συνεχίσουν να πληρώνουν το τίμημα.

Μετάφραση Χρ. Σταματοπούλου


[1] Η Νατάσα Πολονύ είναι συγγραφέας του βιβλίου ΤΑ ΧΑΜΕΝΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ, ΜΙΚΡΗ ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΣΜΑ ΤΩΝ ΓΕΝΕΩΝ, εκδ. Πόλις 2009.

[2] Αναφορά στον τίτλο του περιοδικού, Marianne: Η Μαριάννα είναι η γυναίκα με τον φρυγικό σκούφο που συμβολίζει τη γαλλική Δημοκρατία (σ.τ.μ.).

[3] Υπουργός Παιδείας της γαλλικής κυβέρνησης (σ.τ.μ.).

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ