Αρχική » Ο Αλεξέι Ναβάλνι και ο δημοκρατικός πατριωτισμός

Ο Αλεξέι Ναβάλνι και ο δημοκρατικός πατριωτισμός

από Άρδην - Ρήξη

της Μαρλέν Λαρυέλ* απόσπασμα κειμένου από το βιβλίο: Ρωσία, Αυτοκρατορία ή έθνος κράτος; Ο Πούτιν, ο Ντούγκιν και ο Ναβάλνι

Το κείμενο της Marlene Laruelle, καθηγήτριας Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζ Ουάσιγκτον της Ουάσιγκτον, παρότι δεν έχει συνταχθεί μετά τις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από τη δηλητηρίαση και τη φυλάκιση του Ναβάλνι, επεξηγεί μάλλον ικανοποιητικά τα κίνητρα αυτών των ενεργειών της ρωσικής ηγεσίας. Η σημασία του έγκειται στο γεγονός ότι παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα ένα πανόραμα του αναπτυσσόμενου ρεύματος των εθνοδημοκρατών, στο οποίο εντάσσεται και ο Ναβάλνι ως ο κυριότερος πολιτικός εκπρόσωπός του. Η Μαρλέν Λαρυέλ είναι μια από τις εγκυρότερες ακαδημαϊκούς που ασχολούνται με τη σύγχρονη Ρωσία –ίσως και η επιδραστικότερη– και γνωρίζει σε βάθος τα ιδεολογικά και πολιτικά της ρεύματα. Αυτός είναι και λόγος που επιλέξαμε τη δημοσίευση του εξαιρετικά κατατοπιστικού κειμένου και όχι προφανώς η όποια συνηγορία με τις αντιλήψεις της συγγραφέως, η οποία εντάσσεται μάλλον στην main stream ακαδημαϊκή κοινότητα της Δύσης. Το δημοσιευόμενο κείμενο αποτελεί απόσπασμα ενός βιβλίου της για τον ρωσικό εθνικισμό (Russian Nationalism, Imaginaries, Doctrines, and Political  Battlefields, εκδόσεις Routledge, 2019, σσ. 174-194). Το κείμενό της είχε δημοσιευθεί σε μια αρχική μορφή το 2014, στην επιθεώρηση Post- Soviet Affairs, υπό τον τίτλο «Ο Αλεξέι Ναβάλνι και η πρόκληση της συμφιλίωσης εθνικισμού και φιλελευθερισμού». [Marlene Laruelle, «Aleksei Navalny and Challenges in Reconciling ‘‘Nationalism’’ and ‘‘Liberalism”», Post- Soviet Affairs, τ. 30, τχ. 4 (2014), σσ. 276–297.]

Άρδην

Μέσα σε λίγα χρόνια, ο Αλεξέι Ναβάλνι (1976-2024), πολιτικός ακτιβιστής, δικηγόρος, και μπλόγκερ, αναδύθηκε ως η κύρια αντιπολιτευτική φιγούρα απέναντι στον Πρόεδρο Πούτιν. Όντας σχεδόν άγνωστος το 2011, μεταβλήθηκε σε σημείο αναφοράς των διαδηλώσεων του 2011-2012, οι οποίες διεξήχθησαν με κεντρικό σύνθημα την καταγγελία του κόμματος της Ενωμένης Ρωσίας ως «κόμματος απατεώνων και κλεφτών». Ο πιο δημοφιλής μπλόγκερ της Ρωσίας για το 2013, άγγιξε το 2015 το 1 εκατ. ακολούθους στο τουΐτερ, και έφτασε να είναι αναγνωρίσιμος από το 57% του συνολικού πληθυσμού της Ρωσίας, την παραμονή των προεδρικών εκλογών του 2018[1].    

Ο Ναβάλνι ποτέ δεν κατάφερε να συμμετάσχει επίσημα σε εκλογές, με την εξαίρεση των δημοτικών εκλογών της Μόσχας, το 2013, όπου, έπειτα από πολλά πισωγυρίσματα και μια μακρά δικαστική διαμάχη, κατάφερε να συγκεντρώσει το 27% των ψήφων, δεύτερος πίσω από τον εν ενεργεία δήμαρχο Σεργκέι Σομπιάνιν –κάτι που αποτελεί επιτυχία για τα δεδομένα της ρωσικής πολιτικής ζωής. Έκτοτε, ο Ναβάλνι έχει επικεντρωθεί στην καταγγελία της διαφθοράς των ελίτ, αντιμετωπίζοντας συχνές συλλήψεις, φυλακίσεις, κατ’ οίκον περιορισμούς – και προφανώς, την πανταχού παρούσα γραφειοκρατία.  

Ο Ναβάλνι εκπροσωπεί ένα από τα πολιτικά ρεύματα της Ρωσίας που παραμένει ελάχιστα γνωστό στη Δύση: Τους Εθνοδημοκράτες (Νάτσντεμ), που συνδυάζουν φιλο-δυτικές φιλελεύθερες ιδέες, επιθετική ξενοφοβία και εθνοτικό εθνικισμό. Αυτό το ρεύμα εκφράζει μια μερίδα της ρωσικής κοινής γνώμης, ειδικά τις μεσαίες τάξεις των πόλεων που ευημερούσαν κατά τη δεκαετία του 2000, αλλά στη συνέχεια αντιμετώπισαν προβλήματα ως συνέπεια της ουκρανικής κρίσης. Η τάση των εθνοδημοκρατών δεν είναι παρά η κορυφή ενός παγόβουνου: Κάτω από αυτήν, και καθώς η αυτοκρατορική, ευρασιατική εκδοχή του εθνικισμού βρίσκεται σε υποχώρηση, ένα νέο ρεύμα εθνικισμού ανέρχεται στη Ρωσία, που αναπτύσσει μια πιο πραγματιστική και εθνοκεντρική ατζέντα[2]. Αυτή η νέα γενιά εθνικιστών δεν ταυτίζεται απαραίτητα με τους εθνοδημοκράτες –ιδίως σε ό,τι αφορά στην αντιπολίτευση που ασκούν εκείνοι στο καθεστώς– και έχει και πιο επίσημες εκφράσεις, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Μιχαήλ Ρεμίζοφ (γεννημένου το 1978), ο οποίος είναι Πρόεδρος του Ινστιτούτου Εθνικής Στρατηγικής.   

Η αιφνίδια ανάδυση εθνικιστικών αναφορών μεταξύ των φιλελεύθερων αντιπάλων του Πούτιν προκαλεί σύγχυση στους δυτικούς μελετητές της ρωσικής πολιτικής ζωής. Οι προσεγγίσεις τους ακολουθούν έναν τρόπο σκέψης ο οποίος υποκύπτει στο άσπρο-μαύρο της πολιτικής ορθότητας. Αναρωτιούνται, έτσι, για παράδειγμα, αν οι υπερεθνικιστές μπορούν να υπονομεύσουν τις φιλοδημοκρατικές κινητοποιήσεις[3], αν η στρατηγική τους ήταν μια οπορτουνιστική κίνηση, ώστε φιγούρες «ανυπόληπτες» για τα δεδομένα της ρωσικής πολιτικής ζωής να μεταμορφωθούν σε αξιοσέβαστους εθνικιστές, ή, πάλι, αν το θερμό καλωσόρισμα που επιφύλασσαν ορισμένοι φιλελεύθεροι στους εθνικιστές αποτελούσε μέρος κάποιου πολιτικού υπολογισμού των πρώτων. 

Τα σχήματα αυτά υπαινίσσονται αφελώς ότι η δημοκρατία δεν μπορεί να είναι εθνικιστική και ότι ο φιλελευθερισμός δεν μπορεί ξαφνικά να μεταβληθεί σε μια «πλάνη». Το κίνημα των Εθνοδημοκρατών αμφισβητεί αυτές τις συμβατικές και απλοποιητικές προσεγγίσεις: Ο εθνικισμός και η δημοκρατία αναπτύχθηκαν συγχρόνως στην ευρωπαϊκή ιστορία, ενώ ο πρώτος δεν φέρει μέσα του κάποιον προκαθορισμένο πολιτικό προσανατολισμό, και μπορεί να αναμειχθεί εύκολα με τις πολιτικές τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς. Οι πρόσφατες επιτυχίες ξενοφοβικών και λαϊκιστικών κομμάτων σε διάφορα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορούσαν άλλωστε να συμβάλουν στο να αμφισβητηθεί η ιδέα ότι η ιδεολογική σύνθεση που επιχειρούν οι εθνικοδημοκράτες είναι παράδοξη και αφύσικη.  

Το κίνημα των εθνοδημοκρατών έχει μελετηθεί κυρίως για τη σημασία που έχει ως αντι-πουτινικό κίνημα[4]. Αντίθετα, εδώ, ασχολούμαστε ευρύτερα με τις επιτυχίες και τις αποτυχίες των εθνοδημοκρατών –και ειδικότερα του Ναβάλνι– στη σύνθεση μεταξύ «εθνισμού» και «φιλελευθερισμού» την οποία επιχειρούν. Ο Ναβάλνι θα δυσαρεστήσει όσους περιμένουν μια συνεκτική θεωρητική κατασκευή από αυτόν: είναι άνθρωπος της πράξης, όχι στοχαστής. Η στόχευσή του είναι αμιγώς πολιτική: όσο ευρύτερη απήχηση αποσπά, τόσο το καλύτερο γι’ αυτόν. Όπως έχει δείξει η Νατάλια Μόεν-Λάρσεν (Natalia Moen- Larsen), μεταξύ του 2006 και του 2012, στην ιστοσελίδα του, ο Ναβάλνι έχει αφιερώσει μόνο το 15% των αναρτήσεων σε ζητήματα που αφορούν στα εθνικά ζητήματα, κάτι που επιβεβαιώνει ότι τα ζητήματα αυτά δεν έχουν παρά περιορισμένο ρόλο στη δραστηριότητά του – ιδίως, για παράδειγμα, εάν συγκριθούν με την καταγγελία της διαφθοράς του καθεστώτος[5]. Ωστόσο, είναι ακριβώς η ικανότητά του να καθιστά τον εθνικισμό μέρος μιας ευρύτερης πολιτικής ατζέντας και να τον παρουσιάζει με μια απλή ρητορική –σε αντίθεση με τις πολύπλοκες θεωρίες που παρουσιάζουν συνήθως οι λόγιοι του εθνικισμού– που αναδεικνύει στη σημερινή Ρωσία τον Ναβάλνι ως τον αυθεντικό εκπρόσωπο ενός «καθημερινού εθνικισμού». 

 [………………………………………..]

H πολιτική διαδρομή του Ναβάλνι

Αντίθετα με τους υπόλοιπους εκπροσώπους του εθνοδημοκρατικού ρεύματος, με την εξαίρεση του Μίλοφ βέβαια, ο Ναβάλνι πρώτα αναμείχθηκε στην πολιτική ως φιλελεύθερος και αργότερα χαρακτηρίστηκε «εθνικιστής». Εντάχθηκε στο κόμμα «Γιαμπλόκο» το 2000, σε ηλικία 24 χρόνων, και ανελίχθηκε γρήγορα στα ανώτερα κλιμάκια της ιεραρχίας, αρχικά ως αρμόδιος της προεκλογικής εκστρατείας του κόμματος στη Μόσχα, το 2003, και ως μέλος του συνομοσπονδιακού συμβουλίου του κόμματος αργότερα[6]. Ωστόσο, οι επαναλαμβανόμενες αποτυχίες του Γιαμπλόκο, στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2003 και του 2007, τον οδήγησαν σε αναζήτηση νέων πολιτικών κατευθύνσεων. Έτσι ο Νάβαλνι άρχισε να αυτοπροσδιορίζεται ως «εθνοδημοκράτης», κατά την περίοδο 2006-2007[7], προφανώς επηρεασμένος και κινητοποιημένος από τις εθνοτικές συγκρούσεις της Κοντοπόγκα[8]. Την επόμενη χρονιά, ίδρυσε το «Ρωσικό Κίνημα Εθνικής Απελευθέρωσης» (Natsional’noe Russkoe osvoboditel’noe dvizhenie), το ακρωνύμιο του οποίου –Narod– σημαίνει στα ρωσικά «λαός». Η πρωτοβουλία του υποστηρίχθηκε από τον Στανισλάβ Μπελόσκι, έναν εξπέρ της πολιτικής επικοινωνίας, που επιθυμούσε να αμφισβητήσει το μονοπώλιο που ασκούσε ο Έντουαρτ Λιμονόφ και η «Άλλη Ρωσία» του στο αντι-πουτινικό, εθνικιστικό κίνημα[9]. Την ίδια περίπου περίοδο, ο Ναβάλνι ξεκίνησε να εμφανίζεται στην «Πορεία για τη Ρωσία» της 4ης Νοεμβρίου, που τότε ήταν η μόνη μαζική εκδήλωση των εθνικιστών, και εντάχθηκε και στην οργανωτική της επιτροπή. Εν μέρει και ως αποτέλεσμα της εμπλοκής του στην «Πορεία», ο Ναβάλνι διαγράφηκε από το Γιαμπλόκο στα τέλη του 2007 με το αιτιολογικό ότι «εξέθεσε το κόμμα, μεταξύ άλλων, και για τις εθνικιστικές του δραστηριότητες»[10]. Στα βίντεο όπου δημοσιοποιούσε τη δημιουργία του Ναρόντ, ο Ναβάλνι αυτοσυστηνόταν ειρωνικά ως ο «Αλεξέι Ναβάλνι, αναγνωρισμένος διπλωματούχος εθνικιστής» (diplomirovannyi natsionalist).   

Αφού αποβλήθηκε από το Γιαμπλόκο, ο Νάβαλνι αφιέρωσε όλη του την ενεργητικότητα στη διεξαγωγή μιας καμπάνιας εναντίον της διαφθοράς (που αφορούσε κυρίως σε μειοψηφικές, συμβολικές ακτιβιστικές δράσεις και δικαστικούς αγώνες) μέσω της οποίας κέρδισε δημοσιότητα, και επίσης δημιούργησε το «πρόγραμμα ΡώσΠιλ», ένα παρατηρητήριο διαφθοράς που αφορά στις κρατικές προμήθειες[11]. Δημιουργημένο το 2006, επίσης, το ιστολόγιό του γρήγορα έγινε σημείο αναφοράς και αναδείχθηκε στο πιο δημοφιλές ιστολόγιο του ρωσόφωνου διαδικτύου. Έκτοτε, η συμμετοχή του Ναβάλνι στο εθνοδημοκρατικό ρεύμα έχει αμφισβητηθεί από ορισμένους, που θεωρούν ότι ο εθνικισμός δεν καταλαμβάνει παρά ελάχιστο χώρο στην ιδεολογική του ατζέντα, και ότι ο νομικός ακτιβισμός του διαχωρίζει την περίπτωσή του από το υπόλοιπο κίνημα. Ωστόσο, οι εθνικιστικές του θέσεις, έχουν προκαλέσει έντονους διαδικτυακούς διαξιφισμούς, τόσο στη Δύση, όπου δεν θέλουν κάποιος να παρεκκλίνει από τον μύθο του τέλειου φιλοδυτικού φιλελεύθερου, όσο και μεταξύ των Ρώσων φιλελευθέρων του δημοσιογραφικού ομίλου Ekspert, οι οποίοι συγκρίνουν την επιτυχία του με εκείνην που έφερε στην εξουσία τον Χίτλερ, υποστηριζόμενο από ξενοφοβικά μεσοστρώματα τα οποία είχαν κουραστεί με το προηγούμενο καθεστώς[12]. Η εθνικιστική στάση του Ναβάλνι υπερπροβλήθηκε από το ίδιο το Κρεμλίνο, που θεώρησε ότι με αυτόν τον τρόπο θα τον δυσφήμιζε και θα τον έβλαπτε: Λίγο πριν τις προεδρικές εκλογές του 2018, ένα ανώνυμο βίντεο κυκλοφόρησε στο YouTube που παραλλήλιζε τον Ναβάλνι με τον Χίτλερ[13], και παρουσιάζονταν αρκετές δηλώσεις του τελευταίου, μερικές πραγματικές –έξω όμως από τα συμφραζόμενά τους– και αρκετές μη επιβεβαιωμένες, οι οποίες καταδείκνυαν έναν υποτιθέμενο αντισημιτισμό και τον εμφάνιζαν να απευθύνει εκκλήσεις για εθνοκαθάρσεις[14].

Μια επιμελέστερη ματιά στις πολιτικές στρατηγικές που επιστρατεύει ο Ναβάλνι αποκαλύπτει ορισμένες από τις εθνικιστικές του αμφισημίες: Ενώ διατηρεί στενές σχέσεις με πολλά τμήματα της κοινωνίας των πολιτών, δεν έχει υποστηρίξει ποτέ κάποιες ομάδες ή ΜΚΟ που ασχολούνται με την καταπολέμηση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού, ούτε βέβαια κινήματα όπως οι «αντίφα» και άλλες αντιφασιστικές νεολαίες που χαρακτηρίζονται από μια αριστερίστικη στάση[15], και γενικώς αποφεύγει να συνδεθεί με κάθε προσωπικότητα που υπερασπίζεται τους μετανάστες.

Μια καλή εικόνα μπορούμε ακόμα να συναγάγουμε από τις κατά καιρούς τοποθετήσεις του Ναβάλνι για τους υπόλοιπους ηγέτες του εθνικιστικού χώρου. Κριτικάρει ανοιχτά μόνον εκείνους που στηρίζονται σε μια ιμπεριαλιστική ρητορική και στη νοσταλγία για τη Σοβιετική Ένωση, ιδιαίτερα τους Ευρασιανιστές, για τους οποίους λέει ότι δεν είναι τίποτε παραπάνω από «πατριώτες του σοβιετισμού». Την ίδια στιγμή, όμως, αποφεύγει να καταγγείλει τους σκίνχεντ, ακόμα και όταν εκείνοι διαπράττουν ρατσιστικά εγκλήματα. Υπερασπίστηκε τόσο τον Αλεξάντερ Μπέλοφ όσο και τον Ντιμίτρι Ντεμούσκιν, όταν κατηγορήθηκαν για υποκίνηση ρατσιστικού μίσους, ενώ διαχωρίστηκε από τις θέσεις τους[16] μόνο σε ό,τι αφορά στην Τσετσενία και τον ρόλο της ως πρότυπο για τη Ρωσία, που αυτοί οι δύο διατύπωσαν έπειτα από μια συνάντηση που είχαν με τον Ραμζάν Καντίροφ[17]. Υποστήριξε επίσης ότι η «Πορεία για τη Ρωσία» συνιστά μια θετική εξέλιξη για τον εθνικισμό και ότι είναι «απολύτως θεμιτή και διόλου επικίνδυνη»[18]. Τέλος, δεν έκρυψε τη συμπάθειά του για το Κόμμα Ενάντια στην Παράνομη Μετανάστευση του Ντιμίτρι Μπέλοφ, λέγοντας ότι το Λαϊκό Κόμμα της Ελβετίας και το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας, παρ’ όλο που έχουν ριζοσπαστικότερες θέσεις από το συγκεκριμένο κόμμα, αναγνωρίζονται πλήρως ως ισότιμοι πολιτικοί παράγοντες της κεντρικής πολιτικής ζωής της Δυτικής Ευρώπης…[19]

Οι ιδεολογικές ασυνέπειες του Ναβάλνι σε σχέση με το εθνικό ζήτημα

Κήρυκας του αγώνα ενάντια στη διαφθορά, ο Ναβάλνι, παραδόξως, αντανακλά σε πολλά πράγματα τον ίδιο τον Πούτιν και εμφανίζεται ως ένα προϊόν του στυλ πολιτικής που εκείνος καθιέρωσε. Αποτελεί και ο ίδιος μια εκδήλωση της λαϊκιστικής και προσωποπαγούς πολιτικής κουλτούρας και επιδεικνύει κάποιον βαθμό πολιτικού οπορτουνισμού[20]. Σε διάφορες περιστάσεις, ο Ναβάλνι έχει κληθεί να εξηγήσει τις θέσεις του πάνω στον εθνικισμό, και τον τρόπο που τις συνδυάζει με τη δημοκρατική του στάση. Αυτό το ερώτημα δεν απασχόλησε μόνο διάφορους δημοσιογράφους (στα κανάλια Ekho  Moskvy, Lenta,  Dozhd’  TV) αλλά και διάσημους συγγραφείς όπως ο Μπόρις Ακούνιν[21] (1956) ο οποίος, κρίνοντας ως αντιφατική αυτήν την τοποθέτηση, ενεπλάκη σε μια δημόσια ανταλλαγή απόψεων με τον Ναβάλνι. Ο τελευταίος του απάντησε: «δεν βρίσκω κάποια αντίφαση στο να είναι κανείς φιλελεύθερος και την ίδια στιγμή να μιλάει για την παράνομη μετανάστευση και το εθνοτικό έγκλημα. Δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα για μένα εδώ, ούτε κάποια έκπτωση των θέσεών μου»[22]. Όντως, μπορεί να μην υπάρχει κάποια εγγενής θεωρητική αντινομία μεταξύ αυτών των δύο. Ωστόσο, ο Ναβάλνι προέβη συχνά σε αντιφατικές δηλώσεις γι’ αυτή τη διασύνδεση εθνικισμού και φιλελευθερισμού. Πολλές φορές αρνείται να απαντήσει στις σχετικές ερωτήσεις των δημοσιογράφων, ή εκνευρίζεται πολύ γρήγορα εάν εκείνοι επιμείνουν ζητώντας μια ξεκάθαρη τοποθέτηση. Δεν δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις θεωρητικές κατασκευές και αρνείται να εμπλακεί σε έναν διάλογο για το αν η στάση του είναι αντιφατική ή όχι. Παρ’ όλα αυτά, μπορεί κανείς να διακρίνει τρία κύρια επιχειρήματα στις εθνικιστικές του τοποθετήσεις.

Η Ρωσία ως «ρωσικό» εθνικό κράτος

Πολλοί έχουν ρωτήσει τον Ναβάλνι πώς συνδυάζει τον εθνικισμό με τη δημοκρατία, καθώς θεωρούν ότι πρόκειται για δυο πολιτικές θέσεις που δεν συμβαδίζουν μεταξύ τους. Για τον ίδιο, ωστόσο, δεν υπάρχει κάποια αντίφαση στην μεταξύ τους σχέση, καθώς αμφότερες οι ιδεολογίες αποτελούσαν κομμάτι του ίδιου ρεύματος: Τα ευρωπαϊκά εθνικά κράτη αναδύθηκαν τον 19ο αιώνα από τη σύμπτωση της εισόδου των μαζών στην πολιτική, και την ανάπτυξη ενός εθνικού ρεπερτορίου (γλώσσα, κοινή ιστορική μνήμη, ένα πάνθεον των ηρώων), το οποίο έθεσε και την επίσημη διαχωριστική γραμμή για το ποιος θα ανήκει στο εκάστοτε έθνος και ποιος όχι.

Σύμφωνα με τον Ναβάλνι, η Ρωσία βρίσκεται και η ίδια σε μια ανάλογη κατάσταση: το αυτοκρατορικό και σοβιετικό καθεστώς ήταν αυταρχικό και ολοκληρωτικό, ενώ η υπέρβασή του προϋποθέτει την επανασύνδεση του έθνους με τη δημοκρατία. Αυτός ο συνδυασμός του εθνικισμού και της δημοκρατίας υπομνηματίζει την ευρωπαϊκότητα της ρωσικής ταυτότητας: «Ο εθνικιστής είναι ένα άτομο που προσανατολίζεται προς την Ευρώπη. Ο ρωσικός εθνικισμός αποτελεί μια ιδεολογία που βρίσκεται πολύ κοντά στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, πολύ εγγύτερα απ’ ό,τι θα νόμιζε κανείς»[23].

Βασιζόμενος σε αυτήν την παραδοχή, ο Ναβάλνι ισχυρίζεται ότι η Ρωσία έχει απόλυτη ανάγκη να αναπτύξει έναν «κανονικό εθνικισμό», εννοώντας με αυτόν τον όρο έναν εθνικισμό που δεν διολισθαίνει στον εξαιρετισμό αλλά, αντίθετα, επανεντάσσει τη Ρωσία στη χορεία των ευρωπαϊκών εθνικών κρατών. Αυτό το νέο ρωσικό κράτος θα πρέπει να έχει εθνικά χαρακτηριστικά (russkoe natsional’noe gosudarstvo). Η χρήση του επιθετικού προσδιορισμού «εθνικός» παραπέμπει στην κατάργηση της ομοσπονδιακής δομής της Ρωσίας. Ο Ναβάλνι θεωρεί ότι αποτελεί κληρονομιά του αυτοκρατορικού παρελθόντος, και επιβίωση του σοβιετικού συστήματος διοίκησης, που ήταν σχεδιασμένο έτσι ώστε η εξουσία να διατηρείται στα χέρια τοπικών ολιγαρχών. Η αναφορά του στον ρωσικό χαρακτήρα του έθνους είναι πιο δύσκολη να αποκρυπτογραφηθεί. Ο Ναβάλνι προτιμάει τον όρο «russkii» στη ρωσική γλώσσα, από τον όρο «rossiiskii», που πιστεύει ότι αποτελεί μια «χίμαιρα»[24] ταυτισμένη με την εποχή του Γιέλτσιν· η ύπαρξη των δύο αυτών όρων, πιστεύει ο ίδιος, και η σύγχυση που υπάρχει ανάμεσά τους επιταχύνει την αποεθνικοποίηση της χώρας, και γι’ αυτό θα πρέπει να επικρατήσει ένας όρος, όπως ισχύει και σε πολλές χώρες της Ευρώπης. 

Σε αντίθεση με τους εθνοτικούς εθνικιστές του 1990, η χρήση του όρου «russkii» από τον Ναβάλνι δεν είναι ξεκάθαρη: υποτίθεται ότι έχει πολιτική, και όχι αποκλειστικά εθνοτική, νοηματοδότηση. Επειδή είναι δημοκρατική, η νέα ρωσική ταυτότητα θα μπορεί να συμβαδίζει με την εθνοτική ποικιλομορφία της χώρας, παρέχοντας τη δυνατότητα ενσωμάτωσης σε εκείνους που την επιθυμούν, καθώς και τον σεβασμό στις πολιτισμικές διαφορές, όχι στο όνομα της ομοσπονδίας, βέβαια, αλλά σε εκείνες των δημοκρατικών αρχών. Ωστόσο, ο Ναβάλνι δεν έχει καταφέρει ακόμα να εξηγήσει πώς αυτή η ρωσική πολιτική ταυτότητα θα αναδυθεί. Το μανιφέστο του Ναρόντ, για παράδειγμα, επαναλαμβάνει κλασικές θέσεις, κοινές για όλο το ρωσικό εθνικιστικό κίνημα, και δεν προωθεί μια νέα προσέγγιση στη ρωσικότητα που να παραπέμπει σε ένα πολιτικό έθνος το οποίο αγωνίζεται ενάντια στο καθεστώς του Πούτιν, στο όνομα των δημοκρατικών δικαιωμάτων.

Ο πρωταρχικός σκοπός του ρωσικού (rossiiskii) κράτους είναι να σταματήσει την παρακμή του ρωσικού (russkii) πολιτισμού, και να δημιουργήσει τις συνθήκες για την προστασία και την ανάπτυξη του ρωσικού (russkii) λαού, της κουλτούρας, της γλώσσας, και της ιστορικής του επικράτειας[25].

Επιπλέον, ο Ναβάλνι εκφράζει ένα όραμα ενότητας των Σλάβων της Ανατολής που αντιβαίνει στην κατά τα άλλα πολιτική προσέγγισή του: Αν η «ρωσικότητα» είναι ένας πολιτικός όρος που αναφέρεται σε όλους τους πολίτες του ρωσικού κράτους, τότε δεν μπορεί να εκφράζεται εθνική αλληλεγγύη με άλλα, γειτονικά κράτη. Όπως και πολλοί άλλοι εθνοτικοί εθνικιστές, ο Ναβάλνι αντιτίθεται σθεναρά σε οποιοδήποτε σενάριο αυτοκρατορικής επέκτασης –εντός του οποίου βλέπει τη στρατηγική «μιας ελίτ που κατακλέβει τον πληθυσμό στο όνομα της κατάκτησης του μισού πλανήτη»[26]– αλλά την ίδια στιγμή παραμένει εξαιρετικά φειδωλός στις δηλώσεις του που έχουν να κάνουν με την Ουκρανία και τη Λευκορωσία, χώρες που θεωρούνται ότι ανήκουν στην αδελφότητα των Σλάβων της Ανατολής. 

Για παράδειγμα, το 2012, ο Ναβάλνι δήλωσε στην ουκρανική τηλεόραση πως θεωρεί τους Ρώσους, τους Λευκορώσους και τους Ουκρανούς ως έναν λαό: «Είμαι βαθιά πεπεισμένος ότι η Ουκρανία και η Λευκορωσία αποτελούν τους σημαντικότερους γεωπολιτικούς συμμάχους της Ρωσίας».


[1] www.levada.ru/2017/07/17/protesty-i-navalnyj/.

[2] Γι’ αυτή τη συζήτηση, βλέπε Igor Torbakov, «Defining the ‘‘True’’ Nationalism: Russian Ethnic Nationalists versus Eurasianists», στο Mark Bassin και Gonzalo Pozo, επιμ., The Politics of Eurasianism. Identity, Popular Culture and Russia’s Foreign Policy, Lanham, MD: Rowman and Littlefield, 2017, σ. 19–38.

[3] Andreas Umland, «Could Russia’s Ultranationalists Subvert Pro-Democracy Protests?», World Affairs, 19 Ιανουαρίου 2012, www.worldaffairsjournal.org.

[4] Nicu Popescu, «The Strange Alliance of Democrats and Nationalists», Journal of Democracy, τόμ. 23, τχ. 3, 2012, σσ. 46-54. Alexander Verkhovsky, «The Nationalists and the Protest Movement», Open Democracy, 21 Αυγούστου 2012, www.opendemocracy.net.

[5] Natalia Moen-Larsen, «“Normal Nationalism’’: Aleksei Navalny, LiveJournal and ‘‘the Other”», East European Politics, τόμ. 30, τχ. 4, 2014, σσ. 548-567.

[6] Grigorii Golosov, «Navalny Steps into the Ring», Open Democracy, 19 Ιουλίου 2013, www.opendemocracy.net.

[7] Aleksey Navalny, «Ia – national-demokrat», APN, 2 Νοεμβρίου 2007, www.apn.ru.

[8] Τη βραδιά της 29ης προς 30ής Αυγούστου 2006, δύο Ρώσοι σκοτώθηκαν ενώ αρκετοί ακόμα τραυματίστηκαν, μετά από την επίθεση Τσετσένων σε ένα ρεστοράν της πόλης Κοντοπόγκα, που βρίσκεται στη Δημοκρατία της Καρελίας (μέλος της Ρωσικής Ομοσπονδίας). Μετά την κηδεία των θυμάτων ξέσπασαν συγκρούσεις από ένα οργισμένο πλήθος που γύρευε εκδίκηση. Ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων αυτών, πολλοί Τσετσένοι εγκατέλειψαν την πόλη (σ.τ.μ.).

[9] Irina Mokrousova και Irina Reznik, «Chem zarabatyvaet na zhizn’ Aleksey Naval’nyi», Vedomosti, 13 Φεβρουαρίου 2013, www.vedomosti.ru.

[10] Vladimir Pribylovskii, «Naval’nyi Aleksey Anatol’evich», Antikompromat, 16 Μαΐου 2012, www.anticompromat.org.

[11] Fond Bor’ba s Korruptsiei, www.rospil.info/.

[12] Aleksandr Mekhanik, «Nuzhen li Russii vozhd», Ekspert, 16 Σεπτεμβρίου 2013, www.expert.ru.

[13] Βίντεο «“Gitler 1945/Naval’nyi 2018.” Udalionnyi original vosstanovlen. MOZHEM POVTORIT’!», 4:41, αναρτήθηκε από τον «Vasilii Kriukov», 23 Απριλίου 2017, www.youtube.com.

[14] Vera Krichevskaya, «Jerusalem Post Falsely Claims Russian Democracy Activist Made Anti-Semitic Remarks», +952, 29 Αυγούστου 2013, https://972mag.com.

[15] Sergei Belikov, Antifa: Molodezhnyi ekstremizm v Rossii, Μόσχα: Algoritm, 2012.

[16] «Russian Nationalists Hail Chechen Order, Want Same for Moscow», RIA Novosti, 7 Ιουλίου 2011, www.wn.rian.ru. Dmitriy Kolezev και Maksim Borodin, «Aleksey Naval’nyi – o Kavkaze, svoem spore s Ramzan Kadyrovym i reshenii ‘‘chechenskogo voprosa”», Ura.ru, 9 Φεβρουαρίου 2012, www.ura.ru.

[17] O Ραμζάν Καντίροφ είναι επικεφαλής της Δημοκρατίας της Τσετσενίας, με πολύ στενές σχέσεις με τον πρόεδρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Βλαντιμίρ Πούτιν (σ.τ.μ.).

[18] «Pochemu my ne mozhem vyigrat’? Glava shtaba Naval’nogo o sudakh v Kirove i dogovorennostiakh s Sobianinym», Lenta, 23 Ιουλίου 2013, www.lenta.ru.

[19] «Ushchemlennyi russkii: Pochemu Aleksei Naval’nyi ne khochet kormit’ Kavkaz», Lenta, 4 Νοεμβρίου 2011, www.lenta.ru.

[20] Για μια πιο διεξοδική ανάλυση βλέπε Jussi Lassila, «Aleksei Naval’nyi and Populist ReOrdering of Putin’s Stability», Europe- Asia Studies, τόμ. 68, τχ. 1, 2016, σ. 118-137.

[21] Ο Μπόρις Ακούνιν είναι Ρώσος με καταγωγή από τη Γεωργία, ιαπωνολόγος, ενώ είναι γνωστός στη Ρωσία ως λογοτέχνης, μεταφραστής, και κυρίως ως συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων (σ.τ.μ.).

[22] Αναφέρεται στο: Konstantin Voronkov, Aleksei Naval’nyi: Groza zhulikov i vorov, Μόσχα: Eksmo, 2012, σ. 66.

[23] Αναφέρεται στο Voronkov, Aleksei Navalnyi, σ. 70.

[24] «Manifest natsional’nogo russkogo osvoboditel’nogo dvizheniia Narod», Aleksei Navalny (blog), 25 Ιουνίου, www.navalny.livejournal.com/139478.html.

[25] Aleksei Navalny (blog), «Manifest natsional’nogo».

[26] «Razgovor s politikom», Boris Akunin (blog), 3 Ιανουαρίου 2012, www.borisakunin.livejournal.com/49763.html.

μετάφραση: Γιώργος Ρακκάς  –  επιμέλεια: Γιώργος Καραμπελιάς

*Καθηγήτρια Διεθνών Σχέσεων

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ