Οι εκλογές της 17ης Ιουλίου ανέδειξαν την αναγκαιότητα για έναν νέο ριζοσπαστικό, δημοκρατικό και πατριωτικό πόλο
του Γιώργου Καραμπελιά από τη Ρήξη που κυκλοφορεί (φ. 86)
Οι δίδυμες εκλογές του Μαΐου-Ιουνίου 2012 επισφράγισαν το τέλος της μεταπολιτευτικής περιόδου και εγκαινίασαν την αρχή της ανασύνθεσης του συνολικού πολιτικού συστήματος. Διότι είναι βέβαιο πως η κρίση και η ανασύνθεση δεν θα περιοριστούν μόνο στην έκλειψη του ΠΑΣΟΚ και την ανάδυση των Ανεξάρτητων Ελλήνων ή της Χ.Α. στο πολιτικό προσκήνιο, ούτε απλώς στην εξαφάνιση του ΛΑΟΣ, τη συρρίκνωση του ΚΚΕ και την απόσχιση της ΔΗΜΑΡ από τον κάποτε ενιαίο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι βέβαιο πως και ο χώρος της Ν.Δ. θα αποδομηθεί και ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι υποχρεωμένος να επιλέξει, εάν θα επιχειρήσει να «χωρέσει» το 25% των ψηφοφόρων του στο 3% του σκληρού του πυρήνα, ή αν, αντιστρόφως, θα αποδεχθεί την πρόκληση που αντιπροσωπεύουν αυτοί οι νέοι ψηφοφόροι και θα προσαρμοστεί σε αυτό το νέο πλειοψηφικό ρεύμα. Δηλαδή, η αλλαγή του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης έχει μόλις αρχίσει και κανείς δεν θα μπορέσει να μείνει όπως ήταν. Εξάλλου, η Ν.Δ. έχει ήδη έναν νέο αρχηγό, που προέρχεται από το περιθώριο της Ν.Δ., και ο Τσίπρας είναι ένας νέος ηγέτης της αριστεράς που, τουλάχιστον επικοινωνιακά, δεν κουβαλάει τα βαρίδια του χώρου του.
Πιστεύουμε πως η διαδικασία είναι μόλις στην αρχή, διότι, όπως έχουμε διακηρύξει πάμπολλες φορές τα δύο τελευταία χρόνια, η γενικευμένη κρίση της παγκοσμιοποίησης, και της παρασιτικής ένταξης της Ελλάδας σ’ αυτήν, συνεπάγεται τεκτονικές αλλαγές στην κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα της χώρας και των πολιτικών της σχηματισμών. Έχουμε μάλιστα ορίσει την κατεύθυνση του ανύσματος αυτών των μετασχηματισμών: από τη μεταπρατική εξωστρέφεια προς τα μέσα, από τον παρασιτισμό στην παραγωγική ανασύνθεση, από τον εθνομηδενισμό στον πατριωτισμό. Αυτές οι κατευθύνσεις είναι αναγκαίες και αναπόφευκτες. Το ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό θα γίνουν με το μικρότερο κόστος για τον λαό και τη χώρα, χωρίς μεγάλες εθνικές καταστροφές, που είναι πολύ πιθανές εάν δεν συνειδητοποιήσουμε το ταχύτερο δυνατό τα διακυβεύματα της κρίσης.
Η ανασύνθεση της (κεντρο) αριστεράς
Εσχάτως γίνεται πολλή συζήτηση για τη λεγόμενη ανασύνθεση της αριστεράς μεταξύ δύο πόλων: του ΣΥΡΙΖΑ και της ΔΗ.ΜΑΡ. Και ήδη έχουν μπει τα «στοιχήματα» για το ποιος απ’ τους δύο πρώην εταίρους του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελέσει τον προνομιακό φορέα αυτής της ανασύνθεσης. Ή, ακόμα, αν θα συνεχίσει να λειτουργεί ως ένας Ιανός με δύο πρόσωπα.
Το μόνο βέβαιο είναι πως ο παλιός φορέας της «κεντροαριστεράς», δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, έχει εξαντληθεί και οδηγείται σε ιστορική εξαφάνιση, διότι, σταδιακώς, μέσα σε τριάντα χρόνια, πέρασε από την αριστερά στο νεοφιλελεύθερο «κέντρο». Σήμερα, σε συνθήκες κρίσης, αυτός ο χώρος θα πρέπει να αναδομηθεί, ξεκινώντας από τα αριστερά του πολιτικού φάσματος.
Εάν, στην αμέσως επόμενη περίοδο, η κρίση στην Ελλάδα προσλάβει καταστροφικές διαστάσεις, με έξοδο από την ευρωζώνη, επιστροφή στη δραχμή και γενικευμένη πτώχευση, είναι προφανές πως η εκδοχή της ΔΗ.ΜΑΡ., σε συνέργεια με το σημιτικό ΠΑΣΟΚ, δεν θα έχει καμία τύχη. Σε αυτή την περίπτωση, ο πόλος της ανασύνθεσης θα μετατεθεί προνομιακά και τελεσίδικα στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ, όπου έχει ήδη μετακομίσει ένα σημαντικό τμήμα του παλαιού ΠΑΣΟΚ, τόσο σε επίπεδο ψηφοφόρων όσο και σε επίπεδο στελεχών.
Αν, αντίθετα, κυριαρχήσει ένα σενάριο ηπιότερης κρίσης, με παραμονή στην ευρωζώνη και αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου, τότε και η εκδοχή ΔΗ.ΜΑΡ. + σημιτικό ΠΑΣΟΚ + υπολείμματα του σημερινού βενιζελικού ΠΑΣΟΚ, θα μπορέσει να παίξει έναν ουσιαστικότερο ρόλο και θα σπρώξει σε βαθύτερους μετασχηματισμούς τον ΣΥΡΙΖΑ για να μπορέσει να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία. Πάντως, με τον έναν ή άλλο τρόπο, στη μία ή στην άλλη εκδοχή, αποφασιστικό ρόλο γι’ αυτή την ανασύνθεση θα παίξει ο παλαιός χώρος της ανανεωτικής αριστεράς, που σ’ όλη τη μεταπολίτευση λειτουργούσε ως το think tank του πασοκικού χώρου και σήμερα τείνει να αποτελέσει το οιονεί «πλυντήριο» του.
Ωστόσο, αυτή η ανασύνθεση θα συμβεί υποχρεωτικά σ’ ένα χαμηλότερο επίπεδο συσπείρωσης από το παλαιό ΠΑΣΟΚ. Η λεγόμενη κεντροαριστερά, στη μία ή την άλλη εκδοχή, θα συρρικνωθεί υποχρεωτικά, ως συνέπεια της συρρίκνωσης της ίδιας της κοινωνικής της βάσης, δηλαδή των μεσοστρωμάτων. Αντίθετα, θα ενισχυθούν οι δυνάμεις που κινούνται στα άκρα του πολιτικού και κοινωνικού φάσματος, με αποτέλεσμα μία αναπόφευκτη εσωτερική κρίση –ή «διευκρίνιση»– στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό διότι τα λαϊκά στρώματα που συρρέουν σ’ αυτόν δεν είναι δυνατόν να παραμείνουν εγκλωβισμένα για πολύ σε μια μεσοστρωματική, εθνομηδενιστική και ευρωπαϊστική ιδεολογία. Στο εσωτερικό της παλιάς κεντροαριστεράς θα δημιουργηθεί ένα κοινωνικό και πολιτικό ρήγμα, διότι τα λαϊκότερα κοινωνικά στρώματα θα επιθυμούν να συγκροτηθούν σε κάποιον αυτόνομο πατριωτικό πολιτικό πόλο.
Η διαμόρφωση ενός πατριωτικού και δημοκρατικού πολιτικού πόλου
Μέχρι σήμερα, οι κυρίαρχες ελίτ κατόρθωναν να αποτρέπουν τη συγκρότηση ενός τέτοιου πόλου, και να εξορίζουν ένα σημαντικό μέρος των λαϊκών στρωμάτων, εν μέρει προς το ΚΚΕ και, τον τελευταίο καιρό, όλο και περισσότερο προς την ακροδεξιά και την Χ.Α. Αυτό όμως δεν θα μπορούν να το κάνουν στις συνθήκες της κοινωνικής και πολιτικής αποσύνθεσης των κομμάτων εξουσίας και των ιδεολογικών μηχανισμών της αναπαραγωγής της παγκοσμιοποιητικής εθνομηδενιστικής ιδεολογίας. Την αμέσως επόμενη περίοδο, ένα βαθύ ρήγμα θα διαπεράσει την παλιά κεντροαριστερά, με επίδικο αντικείμενο όχι μόνο την αντιμετώπιση της κρίσης, αλλά ίσως, ακόμα περισσότερο, το μεταναστευτικό και τα εθνικά θέματα. Η συγκατοίκηση εθνομηδενιστικών και πατριωτικών αντιλήψεων στον κεντροαριστερό χώρο, που στο παρελθόν –ιδιαίτερα από την εποχή του Σημίτη– είχε εκφραστεί με την κυριαρχία των παρασιτικών εθνομηδενιστικών μεσοστρωμάτων και τον παραγκωνισμό του «πατριωτικού» ΠΑΣΟΚ, και της πατριωτικής αριστεράς, στο εξής δεν θα είναι εφικτή.
Μέσα από την περιθωριοποίηση μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων θα τείνει να ανασυγκροτηθεί ένας νέος μαζικός πατριωτικός και λαϊκός χώρος, ο οποίος προφανώς δεν θα μείνει εγκλωβισμένος στη Χρυσή Αυγή, όπως θα επιθυμούσαν οι εθνομηδενιστές, ώστε να τον περιθωριοποιούν, αλλά θα ανατρέψει και τις επίπλαστες ισορροπίες στο εσωτερικό του αντιμνημονιακού χώρου. Γιατί αυτός ο νέος πατριωτικός χώρος δεν θα αποτελείται πια από τα υπολείμματα των παλιών πατριωτικών δυνάμεων, που βρίσκονταν σε αποδρομή, σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης (είναι χαρακτηριστική η περιθωριοποίηση των παλαιών εκπροσώπων του, τύπου Τσοβόλα και Παπαθεμελή), αλλά θα τροφοδοτηθεί από τα μαζικά κύματα των ανέργων και των νεόπτωχων, συχνά προερχόμενων από στρώματα με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, και νεαρότερες ηλικίες. Το ότι αυτές οι δυνάμεις εμφανίστηκαν στη διάρκεια της παρούσας κρίσης να ταυτίζονται ή να εκφράζονται με σχήματα προερχόμενα από το παλιό σύστημα, Ανεξάρτητοι Έλληνες ή ΣΥΡΙΖΑ, δεν αναιρεί το γεγονός πως, αργά ή γρήγορα, θα διεκδικήσουν και αυτόνομες μορφές έκφρασης. Είτε μέσα απ’ τον μετασχηματισμό και τη ρήξη στο εσωτερικό και των δύο αυτών πολιτικών σχημάτων, είτε μέσα από την ανάδυση νέων, αυτόνομων πολιτικών υποκειμένων, είτε, το πιθανότερο, μέσα από μια συνάντηση δυνάμεων μέσα και έξω απ’ τα υπαρκτά πολιτικά σχήματα, ένας νέος λαϊκός πληβειακός πατριωτικός και δημοκρατικός πόλος θα διαμορφωθεί.
Η εμφάνιση πολιτικών μορφωμάτων όπως η Σπίθα, το ΕΠΑΜ, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, καθώς και η εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελούν προμηνύματα και προάγγελους για την ανάδειξη νέων ανεξάρτητων πολιτικών σχημάτων, που επιχειρούν να εκφράσουν αυτή την καινούργια ριζοσπαστικοποίηση. Και αν αυτό δεν κατέστη δυνατό σε μια πρώτη περίοδο κατά την οποία οι άνθρωποι έμπαιναν στην πολιτική κονίστρα κουβαλώντας την ιδεολογία του παρελθόντος, σήμερα, δύο χρόνια μετά, το ζήτημα θα τεθεί και πάλι επιτακτικά, σε μια πιο ολοκληρωμένη και συνθετική κατεύθυνση. Το ότι, σ’ αυτή την πρώτη περίοδο, η ρήξη με τον ευρωλιγουρισμό και την υποτέλεια εκφράστηκε συχνά με ιδεολογικά ακατέργαστες μορφές, που σ’ ένα μεγάλο βαθμό επέτρεψαν και την ανάδειξη της Χ.Α., δεν αναιρεί τη σημασία του φαινομένου. Στην αμέσως επόμενη περίοδο, και ανάλογα με τη συγκυρία και τις γενικότερες εξελίξεις, θα υπάρξουν νέες απόπειρες για συνθέσεις. Απόπειρες που θα έχουν κρατήσει τον ριζοσπαστισμό του αντιμνημονιακού κινήματος και θα τον έχουν ολοκληρώσει σε μία κατεύθυνση επαναστατικής προοπτικής.
Για μια συνθετική πρόταση
Έτσι, οι κριτικές που σε όλη την προηγούμενη περίοδο υποβάλαμε τον ΣΥΡΙΖΑ, τους Ανεξάρτητους Έλληνες, ή παλιότερα το ΕΠΑΜ ή τη Σπίθα, δεν σημαίνουν ότι δεν κατανοούμε το βάθος και το εύρος της πολιτικοποίησης που πραγματοποιείται σε μια κοινωνία που, μέχρι χθες, ανέθετε την πολιτική εκπροσώπηση κατ’ εξοχήν στους επαγγελματίες της πολιτικής και των ΜΜΕ. Η κριτική μας σε όλα αυτά τα σχήματα δεν αποτελεί παρά κριτική στις ηγετικές τους ομάδες, ενώ, ταυτόχρονα, συνεχίζουμε να συμπορευόμαστε μαζί τους, στο εσωτερικό του κινήματος, έτσι ώστε, κάποια στιγμή, να μπορέσουν να πυκνώσουν οι δυνάμεις που θα έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός συνεκτικού πολιτικού πόλου με πατριωτικά και ταυτόχρονα δημοκρατικά και οικολογικά χαρακτηριστικά.
Η εμφάνιση και η ενδυνάμωση της Χ.Α. μπορεί προς στιγμή να λειτουργήσει ανασταλτικά, ωστόσο θα υποχρεώσει σε ένα αναγκαίο πολιτικό ξεκαθάρισμα, τόσο στο εσωτερικό αυτού του νέου πολιτικού υποκειμένου, που ανεδείχθη απ’ τις πλατείες, όσο και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, που αρνείται να κατανοήσει τη σημασία και τη δυναμική του μεταναστευτικού ζητήματος. Το γεγονός ότι ο πολιτικός λόγος των πλατειών ήταν μάλλον ακατέργαστος και πρωτόλειος κατέστησε εν μέρει δυνατή και την προσέλκυση ενός μέρους των αγανακτισμένων Ελλήνων, ιδιαίτερα των νεώτερων, από μια ναζιστική ομάδα. Στην ίδια κατεύθυνση, ενός ακατέργαστου πολιτικού λόγου, ήταν δυνατόν να πιστεύουν οι «Αγανακτισμένοι», σε ένα μεγάλο ποσοστό τους, πως η απάντηση στην κρίση βρισκόταν στην άμεση έξοδο από το ευρώ.
Όπως έχουμε τονίσει αναρίθμητες φορές, η εγκατάλειψη των λαϊκών στρωμάτων από τις διανοούμενες ελίτ είχε ως συνέπεια την έλλειψη οργανικών διανοούμενων στο πλευρό του λαού και την εύκολη παράδοσή του σε μανιχαϊστικές μυθοπλασίες: Για όλα φταίνε οι Εβραίοι τραπεζίτες, η παγκόσμια υπερκυβέρνηση, η λέσχη Μπίντελμπεργκ, και θα αρκούσε να βρεθεί μία άλλη ηγεσία στην Ελλάδα, για να αλλάξουμε ρότα. Έτσι, θα μας σώσουν, άλλοτε ο Θεοδωράκης, άλλοτε ο Καζάκης (χωρίς να γίνεται κάποια σύγκριση ανάμεσά τους) και εν τέλει ο Τσίπρας, που προσπαθεί να ενδυθεί τα χαρακτηριστικά του Ανδρέα.
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, οι «πολιτικοποιημένοι» βρίσκονταν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, πιο κοντά στα εθνομηδενιστικά σχήματα, ενώ τα νέα, ριζοσπαστικοποιούμενα λαϊκά στρώματα, θα πρέπει να ανακαλύψουν το σύνολο της πολιτικής κουλτούρας μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, σχεδόν από μόνα τους. Θα πρέπει να γίνουν «οικονομολόγοι», «ιστορικοί», «συνταγματολόγοι», δεδομένου ότι οι διανοούμενοι των αντίστοιχων χώρων απουσιάζουν στους γυάλινους πύργους τους, ή τα ευρωπαϊκά τους προγράμματα.
Ο δικός μας ρόλος έγκειται ακριβώς στο να αποτελέσουμε το προζύμι, μαζί με άλλους, αυτών των αναγκαίων μετασχηματισμών, τόσο για όσους συμμετέχουν σε πολιτικά σχήματα, (εξωκοινοβουλευτική αριστερά, ΣΥΡΙΖΑ, Ανεξάρτητοι Έλληνες), όσο και για όλους εκείνους, και είναι πάρα πολλοί, που βρίσκονται έξω από αυτούς τους σχηματισμούς, αλλά έχουν μια έντονη διάθεση για συμμετοχή και δραστηριοποίηση.
Την επόμενη περίοδο θα πυκνώσουν οι παρεμβάσεις και οι πρωτοβουλίες, που θα επιδιώκουν να φέρουν σε επαφή πατριωτικές και δημοκρατικές δυνάμεις, άσχετα και πέρα από πολιτικούς και κομματικούς πατριωτισμούς, πέρα από πολιτική προέλευση και προϊστορία. Στο καμίνι της κρίσης και της νέας εποχής που ανατέλλει, πρέπει να διαμορφωθεί αυτό το νέο πολιτικό υποκείμενο, το οποίο οραματιζόμαστε και για το οποίο παλεύουμε εδώ και δεκαετίες. Σήμερα, είναι δυνατό να γίνει κάτι τέτοιο, και θα συμβάλουμε ενεργά. Ευχόμαστε, και θα θέλαμε, υπαρκτές πολιτικές δυνάμεις και σχήματα να κατανοήσουν τις νέες ανάγκες και να μεταβληθούν στα πολιτικά υποκείμενα που έχει ανάγκη ο τόπος, διότι διαφορετικά η πορεία θα είναι πιο επώδυνη και οδυνηρή, και θα κληθούμε να παίξουμε έναν πολύ πιο σημαντικό πολιτικό ρόλο, ανάλογο με τον ιδεολογικό ρόλο που παίζαμε έως σήμερα. Πάντως, με τον έναν ή άλλο τρόπο, δεν θα τρομάξουμε μπροστά στα κολοσσιαία καθήκοντα που μπαίνουν στους Έλληνες δημοκράτες και πατριώτες αυτήν τη νέα περίοδο.
Θα πρέπει, χωρίς χρονοτριβή, να περάσουμε από την αγανάκτηση στην επ- Ανάσταση, με οδηγό μας το τετράπτυχο του κινήματος των πλατειών: κοινωνική δικαιοσύνη, οικολογική ισορροπία, άμεση δημοκρατία, πατριωτισμός.