Ο φιλόλογος και συγγραφέας Λαοκράτης Βάσσης, μιλά στην Κρυσταλία Πατούλη για την σημερινή πολιτικοοικονομική κατάσταση της χώρας από το tvxs.gr
Έχω την εντύπωση πως αυτό που λέμε πολιτική τάξη, ηγέτιδα τάξη, για πάρα πολλούς λόγους δεν έχει αντιληφθεί τα βαθύτερα αίτια της κρίσης που περνάει ο τόπος και, βεβαίως, αφού δεν έχει αντιληφθεί τα βαθύτερα αίτια, δεν έχει καταστρώσει και σωστή στρατηγική εξόδου από την κρίση.
Είμαστε σε διαρκή πτώση, χωρίς όμως να συνειδητοποιούμε εις βάθος την κατάστασή μας. Συνήθως τις μεγάλες κρίσεις τις συνοδεύει ένα σύμπτωμα: Είναι σαν να κουβαλάνε ναρκωτικό, εξαιτίας του οποίου οι άνθρωποι που υφίστανται τις κρίσεις δεν καταλαβαίνουν τα βαθύτερα αίτιά τους. Ή, αλλιώς, σαν να τις συνοδεύει αυτό που θα λέγαμε «σύνδρομον Τιτανικού». Δεν έχουμε φτάσει όμως ακόμα στον πάτο της κρίσης. Κατρακυλάμε. Διαρκώς κατρακυλάμε.
Κρ.Π.: Θα είχατε κάτι να προτείνετε;
Τι εγώ προτείνω… Να προσθέσω, κατ’ αρχάς, σε αυτή τη διαπίστωση που κάνατε. Η κυβέρνηση που προέκυψε είναι αυτό που λέμε –για να συνεννοούμαστε– μνημονιακής λογικής. Είναι μια κυβέρνηση μέσα στη λογική της κρίσης. Αλλά, όταν μια κυβέρνηση έχει τη λογική της κρίσης, δεν μπορεί να αναμετρηθεί με την κρίση. Η προσθήκη του Κουβέλη είναι προσθήκη φύλλου συκής. Είναι ένα άλλοθι, σε μια λογική μνημονιακής συνευθύνης –θα έλεγα– και μνημονιακής συνενοχής.
Εγώ, που είμαι έξω από τα πράγματα, δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο από το να μιλήσω θεωρητικά και να πω πως, για να πατήσουμε φρένο στον κατήφορο, πρέπει να καταλάβουμε το βάθος της κρίσης και να υπάρξει ένας εθνικός συναγερμός, με στόχο, σε κάποια χρόνια, να βγούμε σε αυτό που θα λέγαμε «μετατροϊκανό ξέφωτο». Μας κατάντησαν χώρα περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας! Χώρα η οποία, εννιά χρόνια πριν από τα διακόσια της απελευθέρωσής μας από τους Τούρκους, έχει απωλέσει μεγάλο μέρος της εθνικής της ανεξαρτησίας. Άρα, εδώ που φτάσαμε, πρέπει να σκεφτούμε πώς θα βγάλουμε τον τόπο από τη βαθιά κρίση, πώς θα βγάλουμε τον χαλκά της Τρόικας από τη μύτη μας, πώς θα βγάλουμε (αυτό που λέμε στην πατρίδα μου, την Ήπειρο) τη χανάκα από το λαιμό μας!
Η χανάκα ήταν ένα ξύλινο τρίγωνο, που έβαζαν παλιά στα οικόσιτα ζώα, κυρίως στα γουρούνια, για να μην μπαίνουν στους κήπους. Σαν λαός, λοιπόν, έχουμε τώρα τη χανάκα στο λαιμό! Υπάρχει κι ένας πολύ ωραίος στίχος του Βάρναλη: «Λευτεριά της χανάκας και του ξύλου, για τ’ αξύπνητο χαϊβάνι». Πρέπει να βγάλουμε τη χανάκα από το λαιμό. Αν δεν λειτουργήσουμε έτσι και δεν πληρώσουμε όλοι μας το κόστος που οφείλουμε, για να ξαναγίνουμε πραγματικά ελεύθεροι, δεν θα μπορέσουμε να μπούμε σε αυτήν την κρίσιμη ανηφοριά.
Ανήκω στους πολύ ανήσυχους, γιατί δεν βλέπω και αυτό που θα λέγαμε πνευματική πρωτοπορία του τόπου να επαναστατεί, να σηκώνει κεφάλι, να δείχνει τον δρόμο, να συλλαμβάνει τα αιτήματα των καιρών και να βοηθάει. Ειλικρινά, πολλές φορές, δεν ξέρω αν αυτή η πνευματική πρωτοπορία εκφράζει τις προσδοκίες του, αν κοιτάζει στο παρελθόν ή κοιτάζει στο μέλλον. Δεν ξέρω αν και το τελευταίο αποτέλεσμα των εκλογών είναι νοσταλγία παρελθόντος (δηλαδή, προνομίων της αμαρτωλής Μεταπολίτευσης) ή νοσταλγία μέλλοντος, που σημαίνει μια άλλη λογική, μια άλλη φιλοσοφία για τον τόπο.
Στο διά ταύτα, η Ελλάδα πρέπει να ανασυγκροτηθεί εκ βάθρων. Χρειάζεται μία αναθεμελιωτική αντίληψη, μία πολιτική στρατηγική η οποία: θα βοηθήσει την κοινωνία να λειτουργήσει με θεσμικούς όρους· θα βοηθήσει την πολιτεία μας να γίνει ευνομούμενη πολιτεία· θα βοηθήσει τον καθένα μας να γίνει πραγματικός πολίτης και όχι πελάτης, όχι αυτό που ήμασταν στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, η οποία έκανε πάρα πολύ μεγάλη ζημιά – και τη μεγαλύτερη ζημιά την έκανε γιατί αυτή η κρίση άγγιξε το ίδιο το πολιτιστικό μας κύτταρο.
Θα έλεγα και μια βαριά κουβέντα: χαλάσαμε λίγο και σαν λαός. Όλο το αξιακό μας οπλοστάσιο ή, αν όχι όλο, ένα μεγάλο μέρος της αξιακής μας περιουσίας πήγε περίπατο.
Κρ.Π.: Ως ένας εκπαιδευτικός με πολύχρονη πείρα, που έχετε «αφήσει ιστορία» στις γενιές μας, τι λέτε σήμερα στα νέα παιδιά;
Ξεκινώ από μια αποφθεγματική άποψη: Αν δεν βλέπει η παιδεία, δεν βλέπει ο τόπος όλος! Η παιδεία μας αυτά τα χρόνια της Μεταπολίτευσης δεν έβλεπε, και δεν βλέπει ακόμα! Την πήραν στα χέρια τους οι λεγόμενοι προοδευτικοί και της τα αποβγάλανε τα μάτια!
Διότι αυτό το οποίο εκόμισαν δεν ήταν προοδευτικότητα. Δεν ήταν μια παιδεία που θα έπρεπε να πατάει στις αξίες του τόπου μας και στις οικουμενικές αξίες. Έτσι ώστε αυτόν τον τόπο να τον σηκώσει, να τον ανασυγκροτήσει, να τον βοηθήσει να πάει μπροστά.
Εδώ, θα σας κάνω μία παρέκβαση, σε ένα θέμα το οποίο καίει.
Όλοι βλέπουμε στο ελληνικό κοινοβούλιο τη Χρυσή Αυγή. Είχαμε, δηλαδή, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, την τραγική εκκόλαψη του αυγού του φιδιού. Ακούω διάφορες αναλύσεις, κανείς όμως δεν αναφέρεται στα τεράστια κενά της παιδείας, τα οποία ήρθε με πολύ λαθραίο, τραγικό, ελληναράδικο τρόπο να καλύψει η Χρυσή Αυγή.
Τι εννοώ: Δεν είναι οι ανοιχτές κερκόπορτες των νεοϊστορικών και των αποδομητών μία από τις μεγάλες αιτίες που δημιούργησαν κενά στις συνειδήσεις των νέων ανθρώπων κι έτσι ήρθε, για ένα κομμάτι από αυτούς, να καλύψει αυτά τα κενά, με τραγικό –όπως είπα– τρόπο, η Χρυσή Αυγή;
Λείπει από την παιδεία μας η ποιοτική πατριωτική βάση – και μιλώ για ποιοτική πατριωτική βάση (άλλοι θα μπορούσαν να την ονομάσουν πατριωτικά διεθνιστική ή διεθνιστικά πατριωτική, πάντως πατριωτική) η οποία, κατά Γκράμσι, είναι ένας από τους βασικούς όρους για να πάμε μπροστά. Γιατί, όπως έλεγε ο Γκράμσι: «η αφετηρία είναι εθνική και η προοπτική διεθνιστική».
Είχαμε εμείς τέτοια παιδεία, ώστε τα παιδιά μας να δικαιούνται να καμαρώνουν με σωστό τρόπο για την ιστορία τους; Ή η αποδομητική λαίλαπα δεν επέτρεπε στα παιδιά να καμαρώνουν ούτε για τον Μάρκο Μπότσαρη ούτε για τον Κολοκοτρώνη ούτε για κανέναν; Οι λεγόμενοι προοδευτικοί, οι οποίοι σε μια προσπάθεια, τάχατες, να καθάρουν την ιστορία, διέλυσαν την αξιακή της βάση.
Τι λέω, λοιπόν, εγώ στα παιδιά; Λέω στα παιδιά πως αξίζει να καμαρώνουν για έναν τόπο –ας μην μιλήσουμε και για τους αρχαίους Έλληνες– που έχει στη νεοελληνική αφετηρία του έναν Ρήγα Φεραίο, έναν Διονύσιο Σολωμό, έναν Ανδρέα Κάλβο, και που καταλήγει στη σύγχρονη δική μας περίοδο, σε μια τριαδική ποιητική θεότητα: Ρίτσο, Σεφέρη, Ελύτη.
Εκεί, μέσα σε αυτήν την πνευματική κληρονομιά, υπάρχει μια τεράστια αξιακή περιουσία. Η οποία είναι περιουσία εθνική, αλλά με οικουμενική βάση και προοπτική. Πάνω εκεί πατώντας, με ένα καλώς εννοούμενο αίσθημα υπερηφάνειας, θα πρέπει να ξαναχτίσουμε τη συλλογικότητά μας, και να κάνουμε την προσπάθεια να βγάλουμε τον τόπο μας από αυτήν την τραγική κρίση.
Τα παιδιά μας έχουν μια τάση φυγής. Γι’ αυτό, θα πρέπει να τους καλλιεργήσουμε μια μαχητική στάση ζωής. Θα έλεγα πως χρειαζόμαστε μια νέα Αντίσταση! Αντίσταση στον κατήφορο, αντίσταση στην παρακμή. Αλλά με ανοιχτά όλα τα παράθυρα και τις πόρτες προς τους άλλους λαούς και τις αξίες όλου του κόσμου.
Έτσι ώστε να μην αφήσουμε κανένα περιθώριο σε αυτό που αποκαλείται αμυντικός πατριωτισμός, νοσηρός πατριωτισμός, νοσηρή πατριδολατρεία… Θα πρέπει, δηλαδή, πάντα να σεβόμαστε το αξιακό βάθος του τόπου μας, το οποίο –το ξαναλέω– είναι, μες στη βαθύτερη ουσία του, οικουμενικό!
Θα αναφερθώ και πάλι στους πνευματικούς ανθρώπους. Αυτοί πρέπει να σηκώσουν τα λάβαρα αυτής της νέας Αντίστασης στην παρακμή, στον κατήφορο, και να υπάρξει μέσα από τον κόσμο τον πνευματικό, τον εκπαιδευτικό, η «ύφανση» της Ελλάδας του αύριο.
Δεν λέω ότι μέσα σε οκτώ χρόνια θα τα καταφέρουμε, αλλά να έχουμε ανοίξει έναν τέτοιο δρόμο, ώστε, μετά από 8-9 χρόνια, που θα γιορτάσουμε τα 200 χρόνια από την Απελευθέρωσή μας, να έχουμε, κατά το κοινώς λεγόμενο, μούτρα, πρόσωπο, να γιορτάσουμε την Εθνική Παλιγγενεσία!
Κρ.Π.: Οι αγωνιστές της Αντίστασης ανέσυραν από τη μνήμη τους,τούς αγωνιστές του 1821. Αυτό παρατηρείται ιστορικά να συμβαίνει σε περιόδους αγώνων, δηλ. να ανασύρονται παλαιότερες γενιές αγωνιστών, για να «πατήσουν» οι νέοι, πάνω στις αξίες τους, “να φορέσουν», όπως λέγεται, τις στολές τους”* Σήμερα, που χρειάζεται, όπως είπατε, μία νέα Αντίσταση, δεν θα πρέπει, να ανασύρουμε, αγωνιστές, της αμέσως προηγούμενης ιστορικά πιο μεγάλης Αντίστασης της ιστορίας μας; Όμως, ποιος μας δίδαξε την ιστορία της Αντίστασης, όταν, αντίθετα, ουσιαστικά αποσιωπήθηκαν, όπως αναφέρεται, τα συγκεκριμένα χρόνια της ιστορίας μας, λόγω του μετέπειτα Εμφυλίου; Δηλαδή, δεν συνέβη μία «λοβοτομή» στη συλλογική ιστορική μας μνήμη, με κορυφαίο σημείο, το κάψιμο των αρχείων της αστυνομίας;
Συμφωνώ. Πρώτα πρώτα, το έπος του ’40, αν το διδάξει κανείς σωστά, εμπεριέχει όλα αυτά τα στοιχεία που μπορούν να διαμορφώσουν αυτό που θα λέγαμε «πιτιά» στον εσωτερικό κόσμο κάθε νέου. Είναι τεράστιο το μήνυμα του έπους του ’40. Και μέσα απ’ αυτό ξεπήδησε και η Αντίσταση. Η οποία είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.
Τώρα, το γιατί έγινε η «λοβοτομή» το ξέρουμε. Όταν, όμως, αυτός ο μαύρος κύκλος έκλεισε το 1974, σιγά σιγά στα πράγματα, ιδίως από πλευράς ιδεολογικής, πνευματικής, ηθικής, ήρθαν πολιτικές δυνάμεις που θα έπρεπε να δικαιώσουν την ουσία όλων όσων είχαν χαθεί.
Τότε, όμως, είχαμε πάλι ένα άλλο λάθος. Στη θέση του πόλου που έκανε τη «λοβοτομή», ήρθε ένας άλλος πόλος, ούλτρα εκσυχρονιστικός, δήθεν προοδευτικός, βαθύτατα όμως αποδομητικός παντός του εθνικού και ελληνικού. Αυτός, λοιπόν, ο πόλος άλωσε εν πολλοίς πανεπιστήμια και μέσα ενημέρωσης, με απίθανους δημοσιολογούντες, μπροστά στους οποίους δεν μπορούσε κανείς να σταθεί και να μιλήσει για την αξιοπρέπεια αυτού του τόπου, χωρίς να κατηγορηθεί για κρυπτοεθνικισμό ή εθνικισμό.
Έτσι περίπου, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, η Ελλάδα συνεθλίβη ανάμεσα στους επίγονους του εθνικιστικού πόλου, με όλα τα νέα του στοιχεία, και στους προοδευτικοφανείς, ενίοτε και αριστεροφανείς, του αποεθνοποιητικού και εθνομηδενιστικού πόλου.
Γι’ αυτό, τώρα, πρέπει να περιμαζέψουμε τα υπόλοιπα της ψυχής μας. Γιατί, για να πάμε μπροστά, όπως γίνεται πάντα σε κρίσιμες ώρες, πρέπει να κρατηθούμε απ’ την ψυχή μας!
Πρέπει, λοιπόν, να περιμαζέψουμε την ψυχή μας, να ανακτήσουμε όλα τα αξιακά μας στοιχεία, να κρατηθούμε απ’ την ψυχή μας και να κάνουμε τη μεγάλη έφοδο, συγκρουόμενοι και με τον πόλο του εθνικιστικού σκοταδισμού –που τώρα έχει αιχμή του τη Χρυσή Αυγή–, αλλά και με όλους αυτούς τους δήθεν προοδευτικούς της αποεθνοποιητικής αποδόμησης, που έκαναν «σουρωτήρι» την πολιτιστική και την εθνική συνείδησή μας.
Γιατί είμαστε σε μια φοβερή ιστορική καμπή, που πρέπει να βάλουμε όλοι πλάτη, για να υπάρξει μια νέα επανεκκίνηση για τον τόπο μας.
Κρ.Π.: Ποιες είναι αυτές οι αξίες, οι οποίες, πιθανά απαξιώθηκαν, δεν τιμήθηκαν, ή διαστρεβλώθηκαν,που χρειάζεται να ανασύρουμε από την ψυχή μας, δηλαδή την ιστορία και τον πολιτισμό μας;
Είμαστε ένας τυχερός λαός, που, όπως έλεγε ο Ελύτης, «έχουμε τους αιώνες της ιστορίας στο πλάι μας». Πολύ τυχερός λαός! Να πιάσουμε την αρχαιότητα; Ξεκινώντας από τον Όμηρο και περνώντας στους τραγικούς; Είναι λίγο μακριά, αλλά και πολύ κοντά. Να πιάσουμε τη νεότερη εποχή, από τον Ρήγα και δώθε; Αν πάρει κανείς μονάχα την ποιητική δημιουργία, βγάζει τόση ποιότητα, έτσι που, αν τη στύψει, μπορεί με αυτό το μαγικό απόσταγμα να ράνει όλη την Ελλάδα. Άρα, εκεί πρέπει να πατήσουμε.
Ποιες είναι οι αξίες; Θα σταθώ, εντελώς ενδεικτικά, σε δύο, που συνιστούν τη βαθύτερη ουσία του αξιακού μας κώδικα και ορίζουν τη στάση ζωής μας. Πρόκειται για το φιλότιμο και τη λεβεντιά. Το φιλότιμο, που είναι η πεμπτουσία της ευγένειας της ψυχής μας, του ήθους μας και της αξιοπρέπειάς μας, του ελληνικού ήθους και της ελληνικής αξιοπρέπειας. Τη λεβεντιά, που είναι η πεμπτουσία της αντρειοσύνης και του ανυπότακτου της φύσης μας, που σχετίζεται με το «εύψυχον» των αρχαίων Ελλήνων και με ό,τι ο Σβορώνος εννοούσε όταν έλεγε πως «έχουμε την αντίσταση στο κύτταρό μας». Ας μην θεωρηθεί υπερβολή αν πω πως αυτές οι θεμελιώδεις αρετές μας συνιστούν τη γονιδιακή (μεταφορικά μιλώ) σχέση μας με την ελευθερία.
Να ξαναβρούμε, λοιπόν, αυτά τα θεμέλια της ψυχικής ιδιοσυστασίας μας, το φιλότιμό μας και τη λεβεντιά μας. Να ξαναβρούμε τις αγωνιστικές μας αρετές, για να αρχίσει η δυναμική επανεκκίνησή μας, που θα μας βγάλει απ’ το ζοφερό αδιέξοδο. Η εθνική αξιοπρέπεια έχει κόστος. Και πρέπει να το πληρώσουμε για να την ανακτήσουμε.
—
*Στο βιβλίο του Λαοκράτη Βάσση «Η χρεοκοπία της Μεταπολίτευσης – Πολιτιστικές αναγνώσεις» (Εκδόσεις Ταξιδευτής) κατατίθενται οι συνολικές απόψεις του για τα βαθύτερα αίτια και την έξοδο απ’ την κρίση.