«Εξημέρωση», του Δημοσθένη Παπαμάρκου
του Κώστα Σαμάντη από την Ρήξη φ. 157
«…Ξεκινήσαμε τις συνεντεύξεις προσφύγων. Ανθρώπων που κυρίως έμεναν στην κατάληψη του City Plaza, η οποία έχει δυστυχώς εκκενωθεί πια»
Ο θεατής, που έρχεται σε επαφή με το παραπάνω σημείωμα της σκηνοθέτιδας Γεωργίας Μαυραγάνη, παίρνει μια πρώτη εικόνα για την παράσταση που θα παρακολουθήσει στη Στέγη του Ωνάσειου Ιδρύματος. Κατ’ αρχάς η κατάληψη του City Plaza εγκαταλείφθηκε, δεν εκκενώθηκε. Κατά δεύτερον, η συγκεκριμένη κατάληψη είχε γίνει σε κτήριο ιδιώτη. Κατά τρίτον και τελευταίο, εκκρεμούσε δικαστική απόφαση όπου χαρακτήριζε την κατάληψη παράνομη και είχε δοθεί εντολή για την εκκένωσή της. Εν πάση περιπτώσει…
Ας πάμε στην ουσία της παράστασης. Ο Δημοσθένης Παπαμάρκου έκανε αίσθηση το 2014 όταν κυκλοφόρησε τη συλλογή διηγημάτων Γκιακ με την οποία μάλιστα απέσπασε το βραβείο Διηγήματος της Ακαδημίας Αθηνών καθώς και το βραβείο Διηγήματος του περιοδικού Ο Αναγνώστης. Η συγκεκριμένη συλλογή ανέβηκε στο θέατρο σε σκηνοθεσία Γεωργίας Μαυραγάνη. Στα κείμενά του ο Παπαμάρκος πραγματεύεται τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης με αγαπημένα θέματά του να είναι ο θάνατος, η απώλεια, η βία και η μνήμη. Στο συγκεκριμένο έργο, την Εξημέρωση, ασχολείται όχι με τη διαδικασία επέμβασης σε ζώα και φυτά, αλλά με το κατά πόσον ο ανθρώπινος λόγος μπορεί να παρέμβει στους βασικούς όρους πολιτισμού που αναφέραμε πιο πάνω, να τους τροποποιήσει και εντέλει να τους δώσει διαφορετική μορφή και περιεχόμενο. Με τη χειραγώγηση να είναι σημαντική παράμετρος της κυρίαρχης ιδεολογίας, καταλαβαίνουμε πολύ καλά ότι η τροποποίηση της μνήμης και της απώλειας μπορεί άριστα να δημιουργήσει μια νέα αφήγηση ιστορίας. Στην Εξημέρωση ο συγγραφέας βάζει στο κέντρο του την αρχαία Αθήνα και την πλαισιώνει από δύο βίαιες απώλειες: την απώλεια της Μιλήτου στα ανατολικά και την απώλεια της πόλεως Σύβαρις στα δυτικά. Έχει ενδιαφέρον το πώς προσλαμβάνει το κέντρο αυτού του συστήματος, η ανοιχτή πληγωμένη καρδιά, όπως αναφέρει, αυτές τις απώλειες. Να σημειώσουμε ότι ο Παπαμάρκος, εκτός από συγγραφέας είναι και ιστορικός, υποψήφιος διδάκτορας Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και βαθύς γνώστης των περιόδων στις οποίες αναφέρεται. Η Μίλητος καταστράφηκε από τους Πέρσες, το 494 π.Χ., ύστερα από πολυετή αγώνα αντίστασης και ενώ προηγουμένως οι Αθηναίοι την είχαν αφήσει στην τύχη της. Ήταν τόσο μεγάλο το σοκ αυτής της απώλειας, ώστε οι Αθηναίοι ανέθεσαν στον Φρύνιχο να γράψει το θεατρικό έργο Μιλήτου Άλωσις, το οποίο παρουσίασε στους θεατρικούς αγώνες της εποχής. Καθόλου τυχαία χορηγός της συγκεκριμένης παράστασης ήταν ο Θεμιστοκλής, σε μια προσπάθεια να αφυπνίσει τους Αθηναίους για τον εξ ανατολών κίνδυνο. Το έργο του Φρυνίχου σόκαρε σε τέτοιο βαθμό τους Αθηναίους, ώστε απαγόρευσαν την παράσταση και επέβαλαν στον συγγραφέα πρόστιμο χιλίων δραχμών γιατί τους θύμισε «οικεία κακά». Ο σκοπός όμως του Θεμιστοκλή είχε επιτευχθεί και οι Αθηναίοι πλέον έπαιρναν σοβαρά υπ’ όψιν τους τον κίνδυνο των Περσών. Στην αντίπερα όχθη, στα δυτικά, η Σύβαρις ήταν μια ευημερούσα πόλη, φημισμένη για τον τρυφηλό και ευδαιμονικό τρόπο ζωής των κατοίκων της. Βυθισμένη σε μια πλήρη ευδαιμονία, με αποκλειστικό ενδιαφέρον την υπερβολική και εκτός ορίων κατανάλωση. Ο εκμαυλισμός των συνειδήσεων πολιτών και πολιτικών αποδόμησε τη συνοχή της κοινωνίας και ήταν ήρθε η κρίσιμη στιγμή κατά την οποία θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους Κροτωνιάτες, η πόλη τους κατέρρευσε. Έκτοτε ο συβαριτισμός («συβαρίτες πολιτικοί», που έλεγε και ο Βύρων Πολύδωρας) κατέστη συνώνυμος της διαφθοράς και της κοινωνικής κατάρρευσης. Ο Παπαμάρκος προτείνει μια παραβολή. Απέναντι στους υπαρκτούς κινδύνους των καιρών επισείει τον κίνδυνο της άλωσης αφενός και της κατάρρευσης αφετέρου. Με τους κινδύνους αυτούς να είναι υπαρκτοί και δρώντες.
Η Γεωργία Μαυραγάνη, στην προηγούμενη συνεργασία της με τον Παπαμάρκου (Γκιακ) είχε αποδώσει αρκετά πιστά το πνεύμα που διέτρεχε τα διηγήματα. Παίρνοντας όμως στα χέρια της την Εξημέρωση, λοξοδρομεί. Επιλέγει να αγνοήσει την παραβολή του συγγραφέα και να ασχοληθεί με μια άλλη απώλεια, την απώλεια της ζωής των μεταναστών που μαζικά πλέον καταφθάνουν στη χώρα μας. Μπορούμε να το βρούμε και λογικό. Η ανθρωπιστική πλευρά του μεταναστευτικού προβλήματος είναι όντως υπαρκτή, όμως όχι η μοναδική. Η μαζική παράνομη μετανάστευση έχει και αρκετές άλλες παραμέτρους όπως την κοινωνική, την οικονομική, τη γεωστρατηγική, την πολιτιστική για να αναφέρουμε κάποιες από αυτές. Αυτές τις τελευταίες όμως, συνειδητά, η ελίτ της κοινωνίας μας, ελίτ που κατοικοεδρεύει συνήθως στα βόρεια προάστια, πέρα και έξω από την καρδιά της κοινωνίας, τις αγνοεί. Είναι εύκολο να επιδεικνύεις «ανθρωπισμό» από την Εκάλη όπου είναι υπαρκτές οι ανάγκες σε υπηρετικό προσωπικό, ανασφάλιστο τις περισσότερες φορές, και είναι άλλο πράγμα να έρχεσαι αντιμέτωπος με το πρόβλημα στον Άγιο Παντελεήμονα ή στη Μόρια.
Η σκηνοθετική πρόταση είναι οξυδερκής. Χρησιμοποιεί ευρήματα και σκηνοθετικές τεχνικές οι οποίες εντυπωσιάζουν τον θεατή. Πατώντας πάνω στο ανθρωπιστικό ζήτημα στήνει μια έντονα φορτισμένη συγκινησιακά παράσταση. Και εδώ έρχεται το δεύτερο πρόβλημα. Ο θεατής, απορροφημένος από τα άρτια σκηνοθετικά ευρήματα, χάνει την επαφή του με το κείμενο, έχοντας απορροφηθεί από εντυπωσιακά οπτικά ερεθίσματα. Με δεδομένο το ότι το κείμενο του Παπαμάρκου δεν εντάσσεται στο κύριο ρεύμα των θεατρικών κειμένων, το πρόβλημα επιτείνεται. Μετά το τέλος της παράστασης, οι θεατές φεύγουν εντυπωσιασμένοι από τα όσα παρακολούθησαν, ελάχιστοι όμως έχουν κρατήσει έστω και σημεία του κειμένου. Ο υπερβολικός φορμαλισμός της Μαυραγάνη δεν διεκδικεί ουσιαστικές και εσωτερικές ερμηνείες από τους ηθοποιούς της. Περισσότερο τους χειρίζεται ως μέσα για να αναδειχθούν τα σκηνοθετικά της ευρήματα.
Συνοψίζοντας, η Εξημέρωση είναι πολύ περισσότερο ένα σκηνοθετικό δρώμενο παρά μία καθεαυτή θεατρική παράσταση και σίγουρα υπηρετεί το αφήγημα του πολυπολιτισμού, το οποίο εδώ και καιρό αποτελεί τον βασικό ιδεολογικό άξονα του Ιδρύματος Ωνάση.