Αρχική » Το αληθινό πρόσωπο του Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ

Το αληθινό πρόσωπο του Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ

από admin

*Άρθρο που δημοσιεύθηκε στο
La Décroissance Νο 56 – Φεβρουάριος 2009

Συγγραφέας: Σοφί Ντιβρί
Μετάφραση Στράτος Ιωαννίδης
Κάτω από τo προσωπείο του εξεγερμένου αγοριού με το ατίθασο τσουλούφι, οι πολιτικές επιλογές του Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, όπως εκτίθενται σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1998, βρίσκονται ακριβώς πάνω στη γραμμή του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού. Ο πρώην ηγέτης του Μάη του ’68 μάχεται στο Ευρωκοινοβούλιο για την είσοδο των επιχειρήσεων στα σχολεία, για την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα και την κατάργηση της κυριακάτικης αργίας.
Ενόσω ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ προβάλλει, μαζί με τον Ζοζέ Μποβέ, τη λίστα «Ευρώπη Οικολογία» και ο επικεφαλής της λίστας των Πρασίνων στο Ιλ-ντε-Φρανς επιμένει να χρησιμοποιεί κάθε τόσο τον όρο αποανάπτυξη, καλό είναι να ξανασκύψουμε στα γραπτά του πρώην ηγέτη του Μάη του ’68 και ειδικότερα σε ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1998: Πάθος για Πολιτική (Une envie de politique, εκδ. La Découverte). Το βιβλίο αυτό των ομιλιών και συνεντεύξεων θα χρησιμεύσει ως «ομολογία πίστης» για τον υποψήφιο κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του στις ευρωεκλογές του 1999. Εκείνη την εποχή, ήταν ήδη εκλεγμένος στο Ευρωκοινοβούλιο μέσω των Γερμανών Πρασίνων.
Το Une envie de politique (1998) είναι η κραυγή προσχώρησης του παιδιού του Μάη στη νεοφιλελεύθερη οικονομία της ανάπτυξης. Είμαι υπέρ του καπιταλισμού και της οικονομίας της αγοράς, εξομολογείται ο Κον-Μπεντίτ. Η κοινωνία είναι, στα μάτια του, αναπόφευκτα της αγοράς.
Ιδιωτικοποίηση των Ταχυδρομείων
Αυτό το οικονομικό «πιστεύω» δηλώνεται σε όλα τα πεδία. Ο Κον-Μπεντίτ υπερασπίζεται τον αγώνα δρόμου στην κοινωνική μειοδοσία: Αν η Ρενό μπορεί να παράγει φθηνότερα στην Ισπανία, δεν είναι σκανδαλώδες που η Ρενό επιλέγει να δημιουργήσει θέσεις εργασίας στην Ισπανία, όπου, ας μην το ξεχνάμε, η ανεργία ξεπερνά το 20%. Για τον πολιτισμό, ο Κον-Μπεντίτ υπερασπίζεται την άποψη ότι ο καλλιτέχνης οφείλει να βρει από μόνος του την αγορά του χωρίς επιχορηγήσεις. Για τη Γιουροντίσνεϊ ομολογεί, σκασίλα μου. Είναι αρμοδιότητα της πολιτικής της ψυχαγωγίας. Πήγα στη Γιουροντίσνεϊ με τον γιο μου και δεν έπαθα τίποτα. Η Γιουροντίσνεϊ είναι ένα ψεύτικο πρόβλημα.
Ο τέως φοιτητής της Ναντέρ δεν διαφωνεί στο να πληρώνονται οι νέοι κάτω από το κατώτατο όριο αν, σε αντάλλαγμα ενός μειωμένου μισθού επί τρία ή τέσσερα χρόνια, τους δίνουμε την εγγύηση της απόκτησης, στη συνέχεια, μιας κανονικής απασχόλησης. Τάσσεται επίσης υπέρ της αυτονομίας των σχολικών ιδρυμάτων, για να κάνουν, χωρίς το κράτος, τις επιλογές τους σε διδακτικό προσωπικό. Δεν είναι εναντίον της προσφυγής σε ιδιωτικά κεφάλαια, ώστε να δημιουργηθούν πραγματικές συνδέσεις και συμπράξεις με τις επιχειρήσεις, και προσθέτει πως φυσικά, η επιχείρηση θα συμμετέχει επίσης στον καθορισμό του περιεχομένου της διδασκαλίας, αντίθετα με τα όσα λέγαμε το 1968. «Υπέροχα!», συνοψίζει ο Νουβέλ Ομπσερβατέρ (26-11-1998). «Με τον Κον-Μπεντίτ στο μαμούθ δεν θα έμενε παρά το τομάρι πάνω στα κόκαλα!»
Ο Κoν-Μπεντίτ αντιλαμβάνεται την οικονομία μόνο ως οικονομία των πολυεθνικών, της διαφήμισης, της παγκοσμιοποίησης και των γρήγορων τρένων. Το δηλώνει μάλιστα ευθέως: Είμαι πεισμένος ότι, αν πούμε όχι στη σοσιαλιστική προγραμματισμένη οικονομία, λέμε ναι στην οικονομία της αγοράς. Δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο ανάμεσά τους (Λιμπερασιόν, 6-1-1999).  Και πιάνει αυτός το τροπάρι των ακραίων φιλελεύθερων κατά των δημοσίων δαπανών: Είμαι κατηγορηματικός ως προς το δημόσιο έλλειμμα. Από λόγους αρχής, κάθε συνεπής οικολόγος θα πρέπει να είναι υπέρ ενός περιορισμού των δημόσιων δαπανών. Οι δημόσιες αγορές θα πρέπει να είναι ανοιχτές στον ανταγωνισμό. Οι υπηρεσίες όπως το τηλέφωνο, το ταχυδρομείο, ο ηλεκτρισμός, δεν έχουν κανέναν λόγο να μείνουν στα χέρια του κράτους. Και επιμένει: Δεν υφίσταται λόγος ύπαρξης μιας δημόσιας υπηρεσίας τηλεόρασης.
Αργία της Κυριακής
Αν και ο ίδιος ο Σαρκοζύ υποχρεώθηκε να υποχωρήσει σε αυτό το ζήτημα στα τέλη του 2008, δέκα χρόνια νωρίτερα ο Κον-Μπεντίτ δηλώνει υπέρ της εργασίας την Κυριακή: Οφείλουμε να δεχτούμε το ότι οι μηχανές δουλεύουν εφτά ημέρες την εβδομάδα, άρα να δεχτούμε και την εργασία το Σαββατοκύριακο. Η νομιμοποίηση της κυριακάτικης δουλειάς είναι πάνω απ’ όλα κερδοφόρος για τις πολυεθνικές, εις βάρος των οικογενειακών επιχειρήσεων. Όμως, ο ευρωβουλευτής βάζει στο ίδιο επίπεδο αυτές τις δύο διαφορετικές οικονομίες, με ένα επιχείρημα γνωστό και αισχρό, για να μας κάνει να καταπιούμε την καταστροφή του δικαιώματος στην ανάπαυση: Υπήρξα πάντα εχθρικός στα υποχρεωτικά ωράρια λειτουργίας των καταστημάτων (…) Όλος ο κόσμος αγανακτεί με τη δουλειά την Κυριακή, αλλά ένας Γάλλος θα αγανακτούσε εξίσου αν δεν μπορούσε να ψωνίσει στη λαϊκή ή να αγοράσει το ψωμί του την Κυριακή.
Το μοντέρνο κατά του «αρχαϊκού»
Ο Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ ξαναπιάνει τη γνωστή ρητορική του μοντερνισμού κατά του αρχαϊσμού: Η κοινωνική προστασία πρέπει να εξελιχθεί, η Αριστερά υπερασπίζεται μια στάσιμη εικόνα της κοινωνίας, η άκρα Αριστερά είναι μια μορφή συντηρητικής  αντίδρασης… Αναφορικά με την Ευρώπη, ως γνωστόν, ο Κον-Μπεντίτ υπήρξε ένας μεγάλος υποστηρικτής του ευρώ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που εμποδίζει κάθε έλεγχο των κρατών-μελών πάνω στη νομισματική τους πολιτική. Το 1998, μαζί με τον Ολιβιέ Ντιαμέλ, καθηγητή πολιτικών επιστημών στο Παρίσι, εκδίδει ένα Μικρό Λεξικό του Ευρώ (εκδόσεις Le Seuil). Διαβάζουμε εκεί: Καθένας παραμένει ελεύθερος να ονειρεύεται έναν κόσμο χωρίς διεθνείς χρηματαγορές, χωρίς φιλελευθεροποίηση των συναλλαγών, χωρίς παγκοσμιοποίηση της οικονομίας. Όμως, τι θα κέρδιζε η Ευρώπη, και ο καθένας από τους λαούς της, με μια  προσκόλληση σ’ αυτή τη νοσταλγία;
Οι αντίπαλοι λοιπόν της Ε.Ε. είναι παρελθοντολόγοι! Σε μια ομιλία του δημοσιευμένη στη Λε Μοντ της 26 Νοεμβρίου 1998, με θέμα «Για μια δημοκρατική επανάσταση», ο Κον-Μπεντίτ  τα βάζει με τους «αντιευρωπαϊστές»: Κατ’ αυτούς, η Ευρώπη θα οργάνωνε την εξολόθρευση του κράτους πρόνοιας και θα αποτελούσε το σκαλοπάτι για την άγρια παγκοσμιοποίηση, χαρακτηριζόμενη από την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και των κεφαλαίων και από την απόλυτη εξουσία των χρηματαγορών. Απέναντι σε μια Ευρώπη που δεν θα ήταν παρά ένας παράγοντας κοινωνικής ύφεσης, το εθνικό πλαίσιο θα παρέμενε το πιο κατάλληλο για να υπερασπίσει τα απειλούμενα από τον καπιταλισμό δικαιώματα των μισθωτών.
Ο πρώην στασιαστής επιλέγει το στρατόπεδό του: Eίναι οι ευρωπαϊστές (…) για τους οποίους η Ευρώπη καθιστά δυνατή την κοινωνική πρόοδο στο πλαίσιο ενός χώρου υπερεθνικής αφομοίωσης. Για μας, δρα σαν μια ασπίδα απέναντι στο ελεύθερο εμπόριο, παίρνει προοδευτικά τη θέση των παραδοσιακών κρατών-εθνών στο κοινωνικό πεδίο, και τις αδυναμίες τους τις υποκαθιστά μια νέα ικανότητα χρηματοοικονομικής δράσης. Κι εδώ, η ελευθεριακή πλευρά –η επίθεση στο έθνος-κράτος– χρησιμεύει πάνω απ’ όλα  στο να γίνει δυνατή η αποστέρηση των λαών από την πολιτική τους αυτεξουσιότητα.
Ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί τα κατάλαβε όλα
[ ] Ο αρθρογράφος Μπερνάρ Γκετά δεν σφάλλει όταν βλέπει σ’ αυτόν την εικόνα μιας γενιάς ριζοσπαστικής στον τόνο, αλλά συναινετικής και μετρημένης στις λύσεις της (Λε Νουβέλ Ομπσερβατέρ, 26-11-1988). Ο Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, πάλι, συνοψίζει το φαινόμενο Κον-Μπεντίτ με τρόπο σαφέστατο: Χρησιμοποιεί λίγο-πολύ τον λόγο των ευγενικών κεντρώων, αλλά με τρόπο πολύ πιο σαγηνευτικό και πειστικό. Λέει αυτά που οι κεντρώοι λένε εδώ και χρόνια. Ξεστομίζει για το ευρώ πράγματα που εκείνοι κάποιες φορές διστάζουν να προφέρουν. Και, ω! θαύμα της πολιτικής μουσικής: Οι ίδιες λέξεις που, στο στόμα τους, θα ηχούσαν οικονομίστικες, αγοραίες…, εμφανίζονται στο δικό του παιχνιδιάρικες, συμπαθητικές, γενναιόδωρες (Λε Πουάν, 21-11-1998). [ ]
Πλουτίστε!
«Κεντρώος» περιζήτητος, ο Κον-Μπεντίτ υπογράφει μαζί με τον Φρανσουά Μπαϊρού (UDF), στη Μοντ της 14ης Ιουνίου 2000, ένα κείμενο με τίτλο Έτσι ώστε να γίνει η Ευρώπη μια δημοκρατία. Ο μήνας του μέλιτος μεταξύ του κεντρώου Οξιτανού και του πράσινου Γερμανού συνεχίζεται το 2005, καθώς οι δύο άνδρες θα κάνουν κοινές συγκεντρώσεις για να υπερασπίσουν την ευρωπαϊκή συνταγματική συνθήκη. Ο Κον-Μπεντίτ δεν θα μας εκπλήξει σ’ αυτό το σημείο: Ήταν ήδη υπέρ της συνθήκης του Μάαστριχτ δεκατρία χρόνια νωρίτερα.
Όμως, η στέψη του Ντάνι-του-Κίτρινου θα γίνει, με εξέδρες, δημοσιογράφους και μπουφέ, κατά τη δεύτερη σεμιναριακή συνάντηση της Medef, του επίσημου οργάνου της γαλλικής εργοδοσίας, που διευθυνόταν τότε από τον Ερνέστ-Αντουάν Σεγιέρ. Στις 1 και 2 Σεπτεμβρίου του 2000, τα αφεντικά συγκεντρώνονται γύρω από το θέμα Νέα οικονομία, νέα κοινωνία και προσκαλούν τον ευρωβουλευτή να το συζητήσει. Ο πρώην στασιαστής σπεύδει. Και ιδού κάποια αποσπάσματα από την ανταπόκριση της Φιγκαρό: Ήταν όλοι τους κατευχαριστημένοι, οι τρεις χιλιάδες εργοδότες, χωρίς κοστούμι και γραβάτα, συγκεντρωμένοι χθες στο κάμπους HEC του Ζουί-αν-Ζοσάς, έχοντας εξασφαλίσει για το θερινό τους πανεπιστήμιο τον ασύλληπτο Ντάνι, που, λίγες μέρες νωρίτερα, σνομπάριζε τους φίλους του τους Πράσινους (…) Η ερώτησή σας, αρχίζει ο Ντάνι, για το αν ο καπιταλισμός είναι ηθικός, δεν μ’ ενδιαφέρει. Σταματήστε! Αυτό αφήστε το στους παπάδες! Η έγνοια των καπιταλιστών είναι να κερδίζουν, και έχουν δίκιο σ’ αυτό.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ