του Σ. Π. Μαστραπά
Ενδεικτικό στοιχείο ότι η άποψη αυτή κερδίζει συνεχώς έδαφος είναι οι εκθέσεις του State Department στις οποίες σημειώνεται ότι στην «Τ.Δ.Κ.Β.» γίνονται τακτικά εκλογές, τονίζεται η ύπαρξη πολλών πολιτικών σχηματισμών, άρα πολιτικού και ιδεολογικού πλουραλισμού και το χειρότερο εξισώνονται οι εκλογές στο ψευδοκράτος με αυτές που γίνονται στην Ελεύθερη Κύπρο.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Το να γίνονται τακτικά εκλογές με την ύπαρξη πολλών κομμάτων δεν είναι βέβαια ο μοναδικός καθοριστικός παράγοντας για τη λειτουργία ενός αυτόνομου Δημοκρατικού Πολιτεύματος.
Η αντίληψη που δυστυχώς υφίσταται στην Ελλάδα και την Κύπρο αυτή τη στιγμή προσεγγίζει την Τουρκοκυπριακή Κοινότητα ως μια οντότητα με σχετική πολιτική αυτονομία όπως περίπου συνέβαινε πριν από το 1955. Στην ουσία, αυτή η άποψη είναι πλήρως ανεδαφική διότι αποτυγχάνει να λάβει υπ’ όψιν της και να κατανοήσει τις ριζικές μεταβολές που υπέστη η Τ/Κ κοινότητα από το 1955 μέχρι σήμερα, η οποία παρεμπιπτόντως, πρέπει να αναφέρουμε, ότι είναι ζήτημα 20-25 ετών για να πάψει να υπάρχει1.
Η άποψη αυτή παραγνωρίζει ότι τον Ιούλιο του 1974, ο τουρκικός στρατός εισέβαλε στην Κύπρο και από τότε έθεσε τα πάντα, συμπεριλαμβανομένης φυσικά και της «πολιτικής ζωής», κάτω από ένα καθεστώς πλήρους εξάρτησης.
Η όλη πολιτική διαδικασία, οι πολιτικοί θεσμοί, τα πολιτικά κόμματα, οι εκλογικοί ανταγωνισμοί, η άνοδος στην εξουσία του ενός ή του άλλου κόμματος, οι πολιτικές προσωπικότητες, όλα αυτά δεν αποτελούν παρά μέρος ενός πολιτικού σκηνικού που ελέγχεται και διευθύνεται από την Άγκυρα.
Κατά συνέπεια, ο πολιτικός πλουραλισμός στο ψευδοκράτος, στον βαθμό που υπάρχει -και, όπως θα δούμε στη συνέχεια, υπάρχει σε δευτερεύοντα ζητήματα και αν υπάρχει σε πρωτεύοντα, αυτά αποτελούν μόνο λεκτικά σχήματα- δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται και ως ένδειξη πολιτικής αυτονομίας της Τ/Κ κοινότητας, η οποία έχει περιθωριοποιηθεί πλήρως.
Πριν λοιπόν προχωρήσουμε στην παρουσίαση των πολιτικών σχηματισμών, θα εξετάσουμε μερικούς παράγοντες που επικαθορίζουν τις πολιτικές διεργασίες στο ψευδοκράτος και που θέτουν ασφυκτικά όρια στην υποτιθέμενη αυτόνομη πολιτική βούληση των όσων εναπομεινάντων αυτοχθόνων Τουρκοκυπρίων.
1. Ο ρόλος της τουρκικής πρεσβείας
«Η επέμβαση της Τουρκίας στην Κύπρο δεν έγινε για τα μπλε μάτια της Τ/Κ κοινότητας», αναφέρει σε κάποιο κείμενο του ο Τούρκος δημοσιογράφος Αλί Μπιράντ. Και συνεχίζει: «Η τουρκική εισβολή έγινε για να εξασφαλίσει τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας στο μαλακό της υπογάστριο. Θα ήταν αφελής όποιος πιστεύει ότι θ’ άφηναν στους Τουρκοκύπριους το δικαίωμα της ελεύθερης πολιτικής βούλησης.»
Είναι αυτονόητο ότι ο πρώτος καθοριστικός παράγοντας διαμόρφωσης των πολιτικών εξελίξεων στα κατεχόμενα είναι η τουρκική πρεσβεία. Η πρεσβεία είναι το βασικότερο κέντρο λήψης των αποφάσεων, ο πιο άμεσος και αξιόπιστος φορέας διοχέτευσης των επιλογών της Άγκυρας3. Ο Τούρκος πρέσβης είναι ο πραγματικός διοικητής της, υπό μετατροπή σε τουρκική επαρχία, περιοχής.
Οι ακόλουθες πληροφορίες που μας δίνει ο τουρκοκυπριακός Τύπος είναι χαρακτηριστικές του κλίματος και του ρόλου της πρεσβείας.
«Δεν υπάρχει σύσκεψη του υπουργικού συμβουλίου στην ‘ΤΔΚΒ’ που να μην μετέχει τουλάχιστον ένας τούρκος υπάλληλος της πρεσβείας.»
«Πρόσφατα απειλήθηκε ‘διπλωματικό επεισόδιο’ όταν, σε κάποια στρατιωτική παρέλαση, ένας Τούρκος υπάλληλος της πρεσβείας απαίτησε να συμπεριληφθεί και η γυναίκα του ανάμεσα σ’ αυτούς που θα δέχονταν τον χαιρετισμό, στην εξέδρα των επισήμων. Οι θέσεις ήταν αυστηρά καθορισμένες, όμως το διπλωματικό επεισόδιο απεφεύχθη με την παρέμβαση του ίδιου του ‘Πρωθυπουργού’, ο οποίος εξαίρεσε κάποιον από τους ‘υπουργούς’ του και παραχώρησε τη θέση του στην κυρία!»
Τέλος ο Τ/Κ πολιτικός Μποζκούρτ αναφέρει ότι «οι Τ/Κ πρέπει να στραφούν εναντίον της τουρκικής πρεσβείας. Αυτή αφαίρεσε τα κυριαρχικά δικαιώματα του Τ/Κ λαού και του αρνήθηκε το δικαίωμα να δημιουργήσει την δικιά του κυβέρνηση.»
2. Ο πολιτικός ρόλος των στρατιωτικών στην ΤΔΚΒ
Ο πολιτικός ρόλος των στρατιωτικών στα πολιτικά πράγματα της Β. Κύπρου ενισχύθηκε βέβαια από τη στρατιωτική προσάρτησή της στην Τουρκία. Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες που λειτουργούν προς αυτή την πλευρά ενισχυτικά.
Αν αναλογιστούμε ότι σε κάθε δύο πολίτες στην κατεχόμενη Κύπρο αναλογεί ένας ένστολος και ότι αυτός ο πληθυσμός ζει και δραστηριοποιείται σε μια τόσο περιορισμένη γεωγραφική έκταση, καταλαβαίνουμε ότι αυτό και μόνο προσδίδει στην κοινωνική δομή των κατεχομένων ένα στρατοκρατικό χαρακτήρα. Τούτο είναι αναπόφευκτο να επηρεάσει τις πολιτικές διαδικασίες και την πολιτική συμπεριφορά των Τ/Κ τόσο ως ατόμων όσο και ως οργανωμένου συνόλου.
Θα ήταν λάθος αν δεν ληφθεί υπ’ όψιν, ότι όσον αφορά τους Τούρκους στρατιωτικούς, πρόκειται για πολιτικά συνειδητοποιημένα άτομα και έμπειρους στο να κυβερνήσουν μια χώρα. Οι Τούρκοι στρατιωτικοί έφεραν μαζί τους στην κατεχόμενη περιοχή μια παράδοση πολιτικών δραστηριοτήτων που καθόρισε και θα επηρεάζει πάντοτε την πολιτική συμπεριφορά και την πολιτική κουλτούρα του πληθυσμού.
Ένας άλλος εξ ίσου ισχυρός λόγος, είναι η συναισθηματική και ψυχολογική πρόσδεση των αυτοχθόνων τουρκοκυπρίων στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις.
Οι Τούρκοι αξιωματικοί ήταν ηγετικές φυσιογνωμίες στους τουρκοκυπριακούς θύλακες στην περίοδο από το 1963 ως το 1974.
Από την εποχή που πολιτικοποιήθηκε η Τ/Κ κοινότητα, τη δεκαετία του ’50, ο τουρκικός στρατός άφησε τα σημάδια του στη διαδικασία της πολιτικής της συγκρότησης. Οι παρατεταμένες διακοινοτικές συγκρούσεις, η δυναμική που ενυπάρχει στην αντιπαράθεση μιας πλειοψηφίας με μια μειοψηφία, σε συνδυασμό με τις ιδεολογίες του τουρκικού εθνικισμού και του Παντουρκισμού, ήταν φυσικό να σπρώξουν τις καθεαυτό τουρκοκυπριακές μάζες πιο κοντά στους στρατιωτικούς.
Μετά την εισβολή, οι Τ/Κ θεώρησαν (και θεωρούν) τον τουρκικό στρατό λυτρωτή τους κι έτσι αυτός συγκέντρωσε εξ ολοκλήρου τον σεβασμό τους. Ο τουρκικός στρατός είναι ένας από τους παράγοντες που δεν επιδέχεται από κανέναν αμφισβήτηση, αποτελεί ταυτόχρονα τον ενσαρκωτή των τουρκικών αξιών και ιδεωδών.
Άρα το ιδιότυπο πολιτικό σύστημα της Β. Κύπρου είναι, γι’ αυτούς τους λόγους που αναφέραμε, πολύ πιο επιδεκτικό ελέγχου από τον στρατό.
3. Ο πολιτικός ρόλος των εποίκων
Μια τρίτη παράμετρος που νοθεύει την αυτόνομη πολιτική βούληση των Τ/Κ είναι η εισροή Τούρκων εποίκων από την Ανατολία.
Οι έποικοι πολιτογραφούνται με συνοπτικές διαδικασίες και αποκτούν πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Το 1980, ο Τ/Κ τύπος έγραφε ότι 14.149 έποικοι ενεγράφησαν ως πολίτες πέντε ημέρες πριν τις εκλογές. Μέχρι το 1980, έξι χρόνια μετά την εισβολή, οι έποικοι που εισήλθαν στα κατεχόμενα ήταν 31.290. Σήμερα το ποσοστό τους σε σχέση με τους αυτόχθονες Τουρκοκύπριους, που ας σημειωθεί παρουσιάζουν μια φθίνουσα πορεία την τελευταία πενταετία λόγω της μαζικής μετανάστευσής τους προς την Μ. Βρετανία, φθάνει το 60% του συνόλου του πληθυσμού των κατεχομένων.
Η ενοποίηση κατά την εκλογική διαδικασία των ψήφων των εποίκων μ’ αυτές των Τ/Κ δημιούργησε ένα ανάμικτο εκλογικό σώμα που συνδέεται στενά με την Τουρκία. Οι έποικοι δημιούργησαν έναν άλλο οργανικό δεσμό μεταξύ της κατεχόμενης Κύπρου και της Τουρκίας, πέρα από εκείνον που δημιουργήθηκε από τους στρατιωτικούς.
Έτσι η πολιτική αυτονομία των Τ/Κ, η οποία διαβρώνεται σταθερά από τη δεκαετία του ’50, έχει μειωθεί ακόμα περισσότερο με τη νομική και πολιτική ενσωμάτωση των εποίκων στην «ΤΔΒΚ». Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι να περιθωριοποιηθούν και τα κατάλοιπα της συλλογικής βούλησης των Τ/Κ. Η ανάμικτη ψήφος εποίκων και Τ/Κ καθιστά αδύνατο να προσδιορίσει κανείς με ακρίβεια τις πολιτικές προτιμήσεις των Τ/Κ. Η πολιτική κοινοτική μείξη των δύο ομάδων καθιστά ως εκ τούτου το αίτημα της αυτοδιάθεσής τους ή της διεθνούς ισότιμης αναγνώρισής τους χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο όσον αφορά τουλάχιστον τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου.
4. «Σύνταγμα, εκλογικός νόμος, τρομοκρατικές οργανώσεις»
Πέρα από τους τρεις προαναφερόμενους παράγοντες υπάρχουν άλλοι τρεις που θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας. Οι δύο πρώτοι, το Σύνταγμα και ο εκλογικός νόμος είναι συνιστώσες που θέτουν τα πλαίσια μέσα στα οποία κινείται κάθε πολιτικό σύστημα. Ο τρίτος παράγων, η δράση των τρομοκρατικών οργανώσεων, αποτελεί μια ακόμα «ιδιαιτερότητα» του τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους.
Το πέμπτο τμήμα του «Συντάγματος» (άρθρα 124-128) αφορά την «έκτακτη κατάσταση». Υπάρχει ευρεία δυνατότητα για την κήρυξη σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης καθώς και την υπαγωγή των κατεχομένων σε στρατιωτικό νόμο. Οι ενδείξεις π.χ., για ένοπλη σύγκρουση σε μια γεωγραφική περιοχή όπου υπάρχουν χιλιάδες στρατιώτες και οπλικά συστήματα μπορούν κάθε φορά να είναι πολλές.
Τα στρατοδικεία έχουν τη δυνατότητα (άρθρο 156) να δικάζουν πολίτες που δεν υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις.
Οι ένοπλες δυνάμεις δεν υπάγονται, σύμφωνα με το άρθρο 117, στις «πολιτικές» αρχές του ψευδοκράτους.
Αυτοί ενδεικτικά είναι κάποιοι παράγοντες που όχι μόνο δείχνουν πόσο στρατικοποιημένη είναι η «πολιτική ζωή» αλλά και που επικυρώνουν συνταγματικά τον ρόλο του στρατού στα κατεχόμενα.
Για τον ισχύοντα εκλογικό νόμο οι πληροφορίες που έχουμε είναι ελάχιστες. Είναι ενδεικτικό όμως το τι δήλωσε ο Μουσταφά Ακιντζί το 1990 για να εξάγουμε κάποια συμπεράσματα γι’ αυτόν: «Η δημοκρατία έπαψε να υπάρχει στη Β. Κύπρο μετά τις εκλογές του 1990, διότι ευνοήθηκε το μονοκομματικό σύστημα». Συγκεκριμένα, το 1990, μόνο το 35% του συνολικού αριθμού των ψηφοφόρων ψήφισε το UBP (Ντενκτάς), αφού από τους 106.303 ψηφοφόρους, οι 50. 645 απείχαν αντιδρώντες προς τον εκλογικό νόμο ενώ 15.822 ψήφισαν λευκό. Από τότε κάποιες μικρής κλίμακας βελτιώσεις εισήχθησαν στον εκλογικό νόμο.
Στην τουρκοκυπριακή πολιτική σκηνή δρουν «συντρέχοντας» την ψευτοδιοίκηση Ντενκτάς διάφορες τρομοκρατικές ομάδες. «Η ομάδα ενόπλων δυνάμεων της ΤΔΒΚ», το «Τουρκοκυπριακό Λαϊκό Κόμμα» και η γνωστή από παλιά «ΤΜΤ» είναι οι πιο γνωστές.
Οι οργανώσεις παρεμβαίνουν με διάφορους «δόκιμους» για τις τρομοκρατικές οργανώσεις τρόπους, και χρησιμοποιούν κάθε φορά τις «ενδεδειγμένες» μεθόδους για να επηρεάσουν άτομα, πολιτικές και κοινωνικές ομάδες, συντεχνίες, δημοσιογράφους και ομάδες διανοουμένων προς την «σωστή κατεύθυνση». Οι καταγγελίες για τη δράση τέτοιων οργανώσεων είναι πολλές στον τουρκοκυπριακό Τύπο και αυτές πολλαπλασιάζονται κατά τις προεκλογικές περιόδους.
5. Τα πολιτικά κόμματα στην «ΤΔΒΚ»
Η ίδρυση του «τουρκικού ομόσπονδου κράτους της Κύπρου» το 1975 και η μονομερής ανακήρυξη της «ΤΔΒΚ» το 1983 ήταν δύο εξελίξεις που ευνόησαν την ανάπτυξη των πολιτικών κομμάτων στην Β. Κύπρο.
Μέχρι το 1985 υπήρχαν δώδεκα πολιτικά κόμματα, το 1995 υπήρχαν δέκα· στις εκλογές της 6ης Δεκεμβρίου, την ψήφο του εκλογικού σώματος διεκδίκησαν οκτώ κόμματα. Από αυτά, τέσσερα είναι τα ισχυρότερα και τα μακροβιότερα.
– Το Κόμμα Εθνικής Ενότητας – Ulusal Birlik Partisi (UBP)
To UBP ιδρύθηκε από τον ίδιο τον Ρ. Ντενκτάς το 1975, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρός του μέχρι το 1983 οπότε και παραιτήθηκε για να μεταπηδήσει στην προεδρία της «ΤΔΒΚ».
Μετά την παραίτηση του Ντενκτάς, νέος ηγέτης του κόμματος εξελέγη ο Ντερβίς Έρογλου, ο οποίος εξελέγη «πρωθυπουργός» μέχρι το 1993. Από το 1975 έως το 1992, το UBP ήταν το κυβερνών κόμμα.
Το 1993 προέκυψε διαφωνία μεταξύ «προέδρου» και «πρωθυπουργού» με αφορμή τις «παραχωρήσεις» του Ντενκτάς στις διακοινοτικές συνομιλίες. Ο Έρογλου θεώρησε τον Ντενκτάς υπερβολικά διαλλακτικό. Το αποτέλεσμα της διαφωνίας αυτής ήταν η διάσπαση του UBP και η δημιουργία από τον Ντενκτάς ενός νέου κόμματος, του «Δημοκρατικού».
Παρά τις διαφορές που υπάρχουν, κυρίως σε προσωπικό επίπεδο, μεταξύ του Ντενκτάς και του Έρογλου, ο δεύτερος υποστηρίζει την αδιάλλακτη πολιτική του πρώτου στο Κυπριακό.
Από τον Αύγουστο του 1996, ανέλαβε την «προεδρία» της κυβερνήσεως, σε συνεργασία με το «Δημοκρατικό Κόμμα» τού υιού Ντενκτάς, Σερνάρ Ντενκτάς. Ο Έρογλου αποτελεί ίσως τον επικρατέστερο υποψήφιο για να διαδεχθεί τον Ντενκτάς στην «προεδρία».
Στις «προεδρικές εκλογές» του Απριλίου του 1995, ο αρχηγός του UBP έλαβε 37,5% των ψήφων έναντι 62,5% που έλαβε ο Ντενκτάς. Στις δημοτικές εκλογές του Ιουνίου του 1998, ψηφίστηκε από το 38,37% του εκλογικού σώματος. Στην τελευταία βουλή είχε 17 έδρες. Στις εκλογές της 6ης Δεκεμβρίου εξασφάλισε ποσοστό 40,33% και 24 έδρες.
Εκφραστικό όργανο του UBP είναι η εφημερίδα «Birlik».
– Το Δημοκρατικό Κόμμα «Demokrat Parti» (DP)
Ιδρύθηκε, όπως προαναφέρθηκε, το 1992 μετά από υπόδειξη του Ρ. Ντενκτάς ο οποίος, για να αποδυναμώσει τον Έρογλου που αποκτούσε ισχύ, υπέδειξε σε στελέχη του UBP να αποχωρήσουν. Πρώτος πρόεδρός του ήταν ο τότε αρχηγός του «Κοινοβουλίου» Χακί Ατούν, σημερινός ο Σερνάρ Ντενκτάς. Με το DP συγχωνεύτηκαν διάφορα μικρά κόμματα μεταξύ των οποίων και το Κόμμα της Αναγέννησης, των εποίκων.
Στις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης (Ιούνιος ’98) μείωσε τα ποσοστά του στο 20,04% από 22,49% το 1994. Στην προηγούμενη Βουλή διέθετε 13 έδρες. Στις πρόσφατες εκλογές της 6ης Δεκεμβρίου πήρε ποσοστό 22,61% και 13 έδρες.
Εκφραστικό του όργανο είναι η ημερήσια εφημερίδα «Yeni Demokrat». To DP συμμετείχε σ’ όλες τις «κυβερνήσεις» συνασπισμού την τελευταία πενταετία.
– Το Κόμμα Κοινοτικής Απελευθέρωσης – Toplumsal Kurtulus Partisi (TKP)
Ιδρύθηκε το 1976 και θεωρείται, μαζί με το Ρεπουμπλικανικό, αντιπολιτευτικό. Αρχηγός του, ο πρώην δήμαρχος του τουρκοκυπριακού τομέα της Λευκωσίας, Μουσταφά Ακιντζί.
Στις εκλογές του 1985 πήρε το 16% των ψήφων, στις «Βουλευτικές» του 1993 έλαβε 13,24% και εξέλεξε πέντε βουλευτές. Στις προεδρικές του 1995, ο Ακιντζί έλαβε 14%. Στις Δημοτικές του Ιουνίου πήρε το 14,07%. Στην προηγούμενη Βουλή διέθετε 5 έδρες. Στις τελευταίες εκλογές εξασφάλισε ποσοστό 15,36% και 7 έδρες στο Κοινοβούλιο. Εκφραστικό του όργανο είναι η εφημερίδα «Ortam».
– Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα – Cumhuriyetci Turk Partisi (CTP)
Είναι το παλαιότερο κόμμα της Τ/Κ αντιπολίτευσης. Ιδρύθηκε το 1970 από τον Αχμέντ Μπερντέρογλου τον οποίο διαδέχθηκε το 1976 ο Οζκέρ Οζγκιούρ. Σημερινός αρχηγός του είναι ο Μεχμέτ Αλί Ταλάτ.
Στις «προεδρικές» του 1985, ο Οζγκιούρ πήρε 10%. Στις βουλευτικές του 1993, έλαβε ποσοστό 24,05% και εξέλεξε 13 βουλευτές. Το 1993 στα ψηφοδέλτια του δεν περιέλαβε εποίκους. Στις δημοτικές εκλογές της 28ης Ιούνη πέτυχε ποσοστό 29,71%. Στην προηγούμενη Βουλή διέθετε 12 έδρες. Το 1993 και για περίοδο 33 μηνών συμμετείχε μαζί με το DP σε κυβέρνηση συνασπισμού. Εκφραστικό του όργανο είναι η εφημερίδα «Yeni Duzen». Στις εκλογές της 6ης Δεκεμβρίου το ποσοστό του ήταν 13,35% και 6 έδρες.
– Τα μικρότερα κόμματα
Άλλα μικρότερα κόμματα είναι το «Κίνημα Πατριωτικής Ένωσης» που ιδρύθηκε το 1998, το οποίο στις τελευταίες εκλογές εξασφάλισε 2,51%, καθώς και το «Εθνικιστικό Κόμμα Δικαιοσύνης» με αρχηγό τον Ζορλού Τορέ και το «Κόμμα Εθνικής Αναγέννησης» του Εμβέρ Εζίν, τα οποία περιορίστηκαν στο 4,57% προσεγγίζοντας το εκλγογικό μέτρο που ήταν 5%. Τέλος το «Δικό μας Κόμμα» με αρχηγό τον Οκγκιάρ Σαντίκογλου, περιορίστηκε στο 1,24%.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι στις πρόσφατες εκλογές δεν υπήρχαν ξεχωριστά κόμματα των εποίκων. Το μεγαλύτερο, αυτό της Αναγέννησης, συγχωνεύτηκε όπως είδαμε με το DP. Η εξέλιξη αυτή αποτελεί το τελευταίο στάδιο της πλήρους πολιτικής συγχώνευσης των δύο κοινωνικών ομάδων. Στις 6 Δεκεμβρίου, με τη σημαία του DP εξελέγησαν 3 έποικοι βουλευτές.
– Το ιδεολογικό στίγμα των κομμάτων
Ενώ παλαιότερα η εικόνα που επικρατούσε στο πολιτικό τοπίο των κατεχομένων ήταν διαφορετική διότι τα κόμματα αποτελούσαν καθαρά προσωπικούς μηχανισμούς, τα τελευταία χρόνια το σκηνικό αυτό άλλαξε.
Μια απλή ματιά δείχνει ότι τα κόμματα καλύπτουν ολόκληρο το ιδεολογικοπολιτικό φάσμα, πρώτον, και δεύτερον, παρατηρούμε δεσμούς με τα αντίστοιχα κόμματα που υπάρχουν στην Τουρκία.
Έτσι τα δεξιά UBP και DP έχουν οργανικούς δεσμούς με το κόμμα της «Μητέρας Πατρίδας». Το ΤΚΡ θεωρείται σοσιαλδημοκρατικό. Το ΡΤΚ, κόμμα της παραδοσιακής αριστεράς. Το «Εθνικιστικό» στεγάζει τους Γκρίζους Λύκους και το «Δικό μας Κόμμα» είναι ισλαμιστικό. Πρόσφατα, ο Ραούφ Ντενκτάς αναφερόμενος σ’ αυτό είπε ότι «πρόκειται για εχθρούς του Ατατούρκ, για ανθρώπους προσκολλημένους στη θρησκεία».
6. Οι θέσεις των κομμάτων για το Κυπριακό
Οι διαφορές μεταξύ των κομμάτων, ακομα και των αντιπολιτευόμενων του Ντενκτάς, δεν αφορούν στην ουσία του πλαισίου της προτεινόμενης λύσεως του κυπριακού προβλήματος.
Όλα τα κόμματα είναι εμποτισμένα με τις ίδιες σοβινιστικές αρχές, επιρρίπτουν τις ευθύνες στην άλλη πλευρά και κανένα φυσικά δεν καταδίκασε την εισβολή του Αττίλα. Υπάρχει μια βασική συνισταμένη για το τι θεωρούν «εθνικό συμφέρον του τουρκοκυπριακού λαού» και επ’ αυτού δεν αφήνουν περιθώρια για καμία συζήτηση.
Αν υπάρχουν κάποιες αναφορές στο καταστατικό τους περί επαναπροσέγγισης ή κάποιες «μετριοπαθείς δηλώσεις» πολιτικών αρχηγών, αυτό γίνεται για εσωτερική κατανάλωση. Είναι άλλωστε αποκαλυπτική η συνέντευξη του Ταλάτ σε αθηναϊκή εφημερίδα. Η συνέντευξη του επικριτικού όσον αφορά τον Ντενκτάς, του «μετριοπαθούς» αριστερού ηγέτη, πρέπει πριν απ’ όλους να προβληματίσει τους ανυποψίαστους επιστήμονες που θέλουν, στα πλαίσια των «ίσων αποστάσεων», να αναλύουν τις διάφορες συνιστώστες του κυπριακού, καθώς και τους «αφελείς» και άνευ όρων επαναπροσεγγιστές.
Πρέπει να κατανοήσουμε ότι επικριτικό ή αντιπολιτευόμενο κόμμα στην Β. Κύπρο σημαίνει αντιπολιτευόμενο όσον αφορά την εσωτερική πολιτική τής υπό κηδεμονία «Δημοκρατίας». Υπάρχουν κόμματα που εκπροσωπούν συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα, άλλα που θέλουν να αποσπάσουν τις ψήφους των εποίκων γι’ αυτό σκληραίνουν τις θέσεις τους, άλλα που απευθύνονται προς τους ηλικιακά μεγαλύτερους και πρέπει να χρησιμοποιήσουν το «τρυκ της επαναπροσέγγισης» διότι πριν το ’74 υπήρχε μεγαλύτερη οικονομική ευημερία.
Οι επικρίσεις μπορούν να κατανοηθούν λοιπόν μόνο στο πλαίσιο της πελατειακής διάστασης των κομμάτων, στο πως θα υφαρπάσουν μεγαλύτερο μέρος των ψήφων για να μετέχουν στο «κρατικό μόρφωμα» έχοντας όσο γίνεται μεγαλύτερα ποσοστά στην εξουσία.
Ακόμα επικριτικά παρουσιάζονται ως προς το μοντέλο της πολιτικής-κοινωνικής εξουσίας, προβάλλοντας ιδεολογικές θέσεις, ανεξάρτητα αν μπορούν να εφαρμοστούν στην πράξη… αλλά μέχρι εκεί.
– Οι θέσεις του UBP
«Το κόμμα θέτει πάνω απ’ όλα, τα κοινοτικά και εθνικά συμφέροντα του Τ/Κ λαού και του τουρκικού έθνους, του οποίου αναπαλλοτρίωτο μέρος αποτελεί ο “τουρκοκυπριακός λαός”. Αυτό είναι ένα απόσπασμα από το ιδρυτικό καταστατικό του Κόμματος Εθνικής Ενότητας, το ίδιο απόσπασμα συναντάμε και στο «σύνταγμα» της «ΤΔΒΚ» καθώς και στο καταστατικό του Δημοκρατικού Κόμματος.
Το UBP υποστηρίζει την αδιάλλακτη πολιτική του Ντενκτάς, υπήρξε ο αρχιτέκτονας της ανακήρυξης της «ανεξαρτησίας», υποστηρίζει ότι «η μη λύση είναι λύση», υποστηρίζει την κάθε είδους συνεργασία με την Τουρκία και προωθεί την ενοποίηση μ’ αυτήν.
Αντιτίθεται στην επαναπροσέγγιση, αντιτίθεται στους περιορισμούς για την άφιξη νέων εποίκων, αφού το κόμμα είναι ο πρωτεργάτης του εποικισμού.
Δύο βασικά θέματα στα οποία παρουσιάζεται ανυποχώρητο είναι:
(α) Το θέμα των εγγυήσεων. Δεν δέχεται καμμία λύση που δεν θα δίνει στην Τουρκία το δικαίωμα της μονομερούς επέμβασης
(β) Προωθεί την εξασφάλιση της παραμονής των εποίκων που θα επιλέξουν να παραμείνουν στην Κύπρο μετά την υποτιθέμενη λύση.
-Οι θέσεις του DP
Οι αδιάλλακτες θέσεις του Ρ. Ντενκτάς αποτελούν ευαγγέλιο για το κόμμα του γιου του. Υποστηρίζει την παρουσία των εποίκων και έχει την ίδια θέση με το UBP στο θέμα της ενοποίησης με την Τουρκία.
Όσον αφορά την προοπτική ένταξης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υποστηρίζει ότι απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ένταξη και της Τουρκίας.
-Οι θέσεις του ΤΚΡ
τική ομοσπονδία (χαλαρή ομοσπονδία). Είναι αμετακίνητο στις αποτελεσματικές εγγυήσεις της Τουρκίας.
Για την Ευρώπη υποστηρίζει ότι η ένταξη ή μη της Κύπρου σ’ αυτήν θα πρέπει να γίνει μετά τη λύση του κυπριακού και με χωριστά δημοψηφίσματα από τις δύο κοινότητες.
Υποστηρίζει τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης με τους Έλληνες της Κύπρου, παρουσιάζεται θετικό όσον αφορά την επαναπροσέγγιση και είναι διατεθειμένο, στα πλαίσια μιας ενδεχόμενης λύσης, να δεχθεί την αποχώρηση όσων εποίκων δεν έχουν δημιουργήσει οικογένεια στα κατεχόμενα.
-Οι θέσεις του ΡΤΚ
Το αντιπολιτευόμενο Ρεπουμπλικανικό Τουρκικό Κόμμα, ενώ παρουσιαζόταν επικριτικό προς τον Ντενκτάς επί σειρά ετών, το 1993 συνεργάσθηκε με το DP στην κυβέρνηση επί 33 μήνες. Ο πρώην αρχηγός του, Οζγκιούρ, ανέλαβε τη θέση του αντιπροέδρου και το κόμμα τα 5 από τα 11 «υπουργεία» του ψευδοκράτους, χωρίς ωστόσο να υπάρξει καμμία αλλαγή πολιτικής.
Ως αριστερό κόμμα, επικρίνει την οικονομική πολιτική της ελεύθερης αγοράς που εφαρμόζει η διοίκηση του κατοχικού ηγέτη.
Ενώ υποστηρίζει ότι η ενοποίηση με την Τουρκία θα είναι η αρχή πολλών δεινών για τους Τ/Κ και δείχνει να ανησυχεί για τη διάβρωση της τουρκοκυπριακής πολιτικής αυτονομίας, το 1990 συμμάχησε με το «Κόμμα της Αναγέννησης», το κόμμα των εποίκων, εναντίον της κυβέρνησης του UBP. Ο τότε υποψήφιός του, Οζγκιούρ, εμφανίσθηκε ως ο σωτήρας των φτωχών και των καταφρονεμένων. Επέκρινε τον Ντενκτάς για τις συνθήκες διαβίωσης των εποίκων και προέβαλε τη θέση ότι οι Τούρκοι έποικοι δεν αποτελούν εμπόδιο για την λύση του κυπριακού προβλήματος.
Ως προς τις απόψεις του κόμματος στο θέμα των εποίκων, υπάρχει μια ρευστότητα που την υποβάλλει κάθε φορά το εκλογικό του ζητούμενο. Σε κάποιες π.χ. εκλογικές αναμετρήσεις δεν περιέλαβε εποίκους στα ψηφοδέλτια του διότι συμβάλλουν, όπως υποστήριξε τότε, στην αλλαγή της δημογραφικής δομής των κατεχομένων και επιτείνουν την τάση για μετανάστευση των Τ/Κ. «Μετά την λύση σαφώς θα χρειαστεί κάποιοι έποικοι να παραμείνουν στην Κύπρο».
Υποστηρίζει τη διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία και τη συνέχιση των εγγυήσεων από την Τουρκία μετά την λύση.
Είναι ενδιαφέρον να δούμε στο σημείο αυτό, εκτός από τα προαναφερθέντα, τα όσα δήλωσε σε μια συνέντευξή του στην «Εξουσία» πριν ένα χρόνο, ο τωρινός αρχηγός του, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, ο οποίος βρέθηκε στην Αθήνα για να συμμετάσχει σε μια διημερίδα που οργάνωσε ο «Συνασπισμός» για το Κυπριακό2. «Τη στάση ή τις πράξεις του Ντενκτάς τις επικρίνω πάρα πολύ αυστηρά στην Κύπρο. Αλλά σε συζητήσεις που γίνονται εδώ στην Ελλάδα, πρέπει να είμαι επικεντρωμένος στην ουσία του ζητήματος». Με λίγα λόγια ό,τι λέγεται στα κατεχόμενα γίνεται για αντιπολιτευτικούς λόγους εσωτερικής κατανάλωσης. Η «ουσία του ζητήματος», όπως προκύπτει, δεν διαφέρει καθόλου από τις εμποτισμένες με σοβινισμό θέσεις που έχουν όλα τα Τ/Κ κόμματα.
Αν δούμε τα βασικά της σημεία, το συμπέρασμα που προκύπτει αβίαστα δίνει μια επαρκή εξήγηση σε όσους από την δικιά μας πλευρά δυσκολεύονταν να αναλύσουν τους λόγους για τους οποίους, όταν το ΡΤΚ συμμετείχε επί 33 μήνες στην «κυβέρνηση» συνασπισμού με το DP, τούτο δεν επηρέασε καθόλου κάποιες διαμεσολαβητικές προσπάθειες που έγιναν τότε, αλλά η στάση των «εκπροσώπων» των Τ/Κ σκλήρυνε κιόλας.
«Σήμερα για παράδειγμα», συνεχίζει ο Ταλάτ, «κατά τη γνώμη της ελληνοκυπριακής πλευράς, το ζήτημα της Κύπρου είναι ζήτημα κατοχής! Οι Τ/Κ θεωρούν ότι, αν τα τουρκικά στρατεύματα αποσυρθούν από το νησί, αυτό σημαίνει ότι θα έρθουν κακές μέρες γι’ αυτούς.» Πιο κάτω χρεώνει και στις δύο πλευρές το αδιέξοδο στο οποίο περιήλθαν οι συνομιλίες «διότι και οι δύο πλευρές έκαναν σημαντικά λάθη».
Για την ένταξη της κυπριακής δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, λέει ότι αυτό πρέπει να γίνει μετά την λύση, διότι αν μπει στην Ε.Ε. μόνο η «Ελληνική Κύπρος» (χωρίς εισαγωγικά στη συνέντευξή του), αυτό θα συμβάλει στον οριστικό διαμελισμό του νησιού. Αν όμως, συνεχίζει, οι διαπραγματεύσεις αρχίσουν, «τότε θα πρέπει να βρεθεί μια φόρμουλα συμμετοχής των Τ/Κ με βάση τις γενικές ιδέες της πολιτικής ισότητας». Η θέση αυτή του ΡΤΚ περί πολιτικής ισότητας, πολιτικής εξίσωσης δηλαδή της πλειοψηφίας με τη μειοψηφία του 17%, δεν είναι καινούρια. Από το 1986 την προέβαλε και ο τότε αρχηγός του κόμματος, Οζγκιούρ.
Τέλος, αντιστρέφει το ερώτημα που του απευθύνεται ότι οι Τ/Κ δεν διαθέτουν καμία πολιτική αυτονομία και ότι οι αποφάσεις που τους αφορούν λαμβάνονται από την Τουρκία, και λέει ότι: «Η Τουρκία είναι το μόνο παράθυρο που έχει προς τα έξω η Τ/Κ πλευρά, και αυτό συμβαίνει επειδή η Τ/Κ πλευρά δεν έχει αναγνωρισθεί διεθνώς».
-Οι θέσεις των μικρών κομμάτων
Η Πατριωτική Ένωση υποστηρίζει τη διζωνική-δικοινοτική Ομοσπονδία, αντιτίθεται ως ένα βαθμό στην εισροή νέων εποίκων και είναι υπέρ της επαναπροσέγγισης.
Οι Γκρίζοι Λύκοι (Εθνικιστικό Κόμμα Δικαιοσύνης) υποστηρίζει τις θέσεις Ντενκτάς, το ίδιο και το Κόμμα της Εθνικής Αναγέννησης.
Τέλος, το ισλαμικό «Δικό μας Κόμμα» υποστηρίζει τη συμβίωση των δύο κοινοτήτων κάτω από συνθήκες φιλίας και αλληλοσεβασμού. Βασική προϋπόθεση για τη λύση του προβλήματος, θέτει την αναγνώριση των δύο κρατών. Δεν φαίνεται να ενοχλείται από την παρουσία των εποίκων.
Αντί επιλόγου
Το πόσο αυτόνομη είναι η «πολιτική ζωή» στο ψευδοκράτος το είδαμε…
Ο πραγματικός συνομιλητής μας παραμένει η κατοχική Τουρκία, η οποία, στο πλαίσιο του σχεδίου αποενοχοποίησής της, προβάλλει τους Τουρκοκυπρίους (αλήθεια ποιους;) ως «ισότιμους» συνομιλητές.
Παραθυράκια νομιμοποίησης: οι διακοινοτικές συνομιλίες και το σχέδιο εμπλοκής των Τ/Κ στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Κύπρου με την «Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ευρωπαϊκή Ένωση και Αμερικάνοι βάζουν σε τελική ευθεία ένα παλιό τουρκικό σχέδιο (συμμαχική αλληλεγγύη, και όχι μόνο), να αναβαπτιίσουν πολιτικά και νομικά την Τουρκική Διοίκηση της Κύπρου.
Οι τελευταίες «βουλευτικές εκλογές» συμβάλλουν θετικά ώστε να βελτιωθεί η εικόνα του «κράτους» αυτού προς τα έξω.
Σημειώσεις
1. Σύμφωνα με τον υποψήφιο βουλευτή Izet Ziat του κινήματος «Πατριωτική Ένωση»: «Μόνο 50-60 χιλιάδες είναι οι Τ/Κ που ζουν σήμερα στα κατεχόμενα». Φιλελεύθερος Λευκωσίας, 29-11-1998.
2. Εφημερίδα «Εξουσία», 11/12/1997, σ. 6. Συνέντευξη του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ στην Άννυ Ποδηματά.
3. Η Τ/Κ εφημερίδα “ΑVRUPA” στο φύλλο της στις 7/12/98 αναφέρει: “Δεν υποστηρίζουμε κανένα κόμμα. Γιατί; Επειδή πιστεύουμε ότι στην Β. Κύπρο δεν δοικούν οι Τ/Κ αλλά η Άγκυρα… Όλες οι ζωτικής σημασίας αποφάσεις λαμβάνονται στην Άγκυρα. Σε όλες τις εκλογές που έγιναν από το 1976, υπάρχει η σφραγίδα της Άγκυρας. σε μια χώρα που υπάρχει η κυριαρχάι 40.000 στρατιωτών, δεν μπορεί να γίνονται εκλογές και να υπάρχει Κοινοβούλιο.” (Ανασκόπηση Τ/Κ Τύπου, Φιλελεύθερος, 8/12/98)