Αρχική » Πλαστογραφημένες μνήμες

Πλαστογραφημένες μνήμες

από admin
Συγγραφέας:

Νεμπόισα Μάλιτς

Η ιστορία είναι η συλλογική μνήμη μιας κοινωνίας. Τα άτομα μπορούν να τα χειραγωγήσουν μαγειρεύοντας τις αναμνήσεις τους (όπως στο απόκοσμο Μεμέντο του Κρίστοφερ Νόλαν), αλλά κάτι ανάλογο είναι πολύ πιο εύκολο με τις κοινωνίες. Η προσωπική μνήμη, τουλάχιστον, ξεκινά από τις ανθρώπινες αισθήσεις, όσο κι αν δεν μπορείς να βασιστείς πλήρως σ’ αυτές. Η ιστορία βασίζεται στη γραπτή ερμηνεία γεγονότων στα οποία συνήθως δεν υπήρξαν μάρτυρες οι συγγραφείς – κι αυτό την κάνει κατά πολύ λιγότερο αξιόπιστη.

Εδώ πρέπει να γίνει μια σημαντική διάκριση. Η κοινωνία δεν μπορεί αφ’ εαυτής να χειραγωγήσει τις ίδιες της τις αναμνήσεις. Για να συμβεί αυτό, είναι αναγκαία μια εξωτερική δύναμη, κάτι υπεράνω της κοινωνίας, που να μπορεί να ξαναγράψει την ιστορία μέσω καταναγκασμού ή εξαπάτησης: το κράτος.

Βεβαίως, η επιθυμία για τον έλεγχο της κοινωνίας σε τέτοιο βαθμό, ώστε η χειραγώγηση των ίδιων της των αναμνήσεων να γίνεται απαραίτητη, ανήκει στο χώρο των παρανοϊκών οπαδών του ολοκληρωτισμού. Η ιστορία δεν άρχισε ακόμη να ξαναγράφεται καθημερινά, ως σε κάποιο είδος οργουελιανού εφιάλτη, αλλά ξαναγράφεται με ανησυχητική συχνότητα και σε μεγάλο βαθμό, έτσι ώστε να ακολουθεί πολιτικές σκοπιμότητες.

Τα Βαλκάνια αποτελούν παράδειγμα των συνεπειών της αυτοκρατορικής κατάκτησης, της αληθινής φύσης της δημοκρατίας και προοιωνίζονται τα μελλούμενα. Δεν πρέπει να απορούμε λοιπόν και για το ότι μπορούν να αποτελέσουν και μια παραδειγματική περίπτωση χειραγώγησης της συλλογικής μνήμης.

Χειραγωγώντας μυαλά

Αν λέγαμε ότι η κακοποίηση της ιστορίας στην Βαλκανική ξεκίνησε το 1989, με την πτώση του κομμουνισμού, θα κάναμε τόσο λάθος όσο κι αν υποστηρίζαμε ό,τι και το κομμουνιστικό δόγμα _ότι η ιστορία ξεκίνησε το 1945_ ή το γελοίο νεοσυντηρητικό κατασκεύασμα, ότι η ιστορία κάποτε «τελείωσε». Αντ’ αυτού, κάποιος μπορεί να υποστηρίξει, με ακρίβεια, ότι οι χειραγωγήσεις εμφανίστηκαν στη διαδικασία δημιουργίας των βαλκανικών κρατών, περί τα μέσα του 19ου αιώνα. Τα νεοδημιουργηθέντα κράτη είχαν ζωτικό συμφέρον να δημιουργήσουν μια εθνική ταυτότητα, και έτσι τόνιζαν την εδαφική, πολιτισμική, ακόμη και φυλετική, τους συνέχεια με τον Μεσαίωνα, ενισχύοντας τοιουτοτρόπως την ύπαρξή τους και τις εδαφικές τους διεκδικήσεις.

Η πρώτη Γιουγκοσλαβία (1918-1941) ήταν προϊόν μιας εκτεταμένης ιστορικής κατασκευής, με την οποία έγινε απόπειρα να ενοποιηθούν τρεις διαφορετικές κοινότητες σε ένα έθνος. Το να πούμε ότι τα πράγματα πήγαν στραβά θα ήταν πολύ λίγο. Η δεύτερη Γιουγκοσλαβία (1943-1991) ιδρύθηκε επίσης μέσα από μια ακόμα πιο φιλόδοξη ιστορική κατασκευή. Το τελικό αποτέλεσμα υπήρξε και πάλι αιματηρό και τραγικό.

Κι όμως, ενώ κι η δεύτερη Γιουγκοσλαβία διαλυόταν, οι διάδοχοί της εμπιστεύονταν και πάλι τις ιστορικές ανακατασκευές για να θεμελιώσουν τη νομιμότητά τους. Κι έτσι συνεχίστηκε ο φαύλος κύκλος.

Οι σκουπιδότοποι της οιονεί αλήθειας

Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα είναι ο τρόπος τον οποίο επέλεξαν οι διάφορες συνιστώσες για να ερμηνεύσουν τους πολέμους που απέκοψαν το δυτικό ήμισυ της Γιουγκοσλαβίας από το 1991 ως το 1995. Στη Σερβία, θεωρούνται πόλεμοι κατά της παράνομης απόσχισης της Σλοβενίας, της Κροατίας και της Βοσνίας από τη Γιουγκοσλαβία. Οι κροατικές αρχές κάνουν λόγο για Πατριωτικό Πόλεμο και επιμένουν ότι επρόκειτο για αγώνα κατά της σερβικής κατοχής κροατικών εδαφών.

Η Κροατία υποστηρίζει επίσης ότι η σερβική κατοχή ήταν αποτέλεσμα ανταρσίας, που υποδαυλίστηκε και υποβοηθήθηκε από το Βελιγράδι, όπως ένας ανώνυμος μάρτυς υποστήριξε ενώπιον των Ιεροεξεταστών της Χάγης. Έτσι, το Ζάγκρεμπ υποστηρίζει ένα λινκόλνειο δικαίωμα κατάπνιξης μιας ανταρσίας – η οποία έχει αποδειχθεί νόθος και αποκύημα φαντασίας.

Πολλοί Σέρβοι, επίσης λανθασμένα, υποστηρίζουν τη «γραμμή Λίνκολν» για την απόσχιση της Σλοβενίας, της Κροατίας, της Βοσνίας και, ακόμη περισσότερο, του Κοσσυφοπεδίου.Ωστόσο, οι ΗΠΑ αποτέλεσαν μια εθελοντική ένωση ανεξαρτήτων κρατών (μέχρι να επανορίσει την κατάσταση ο Λίνκολν, με τη δική του κατασκευή της ιστορίας), ενώ η γιουγκοσλαβική «ομοσπονδία» ήταν ένα κομμουνιστικό κατασκεύασμα που εξυπηρετούσε συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες.

Οι ηγέτες των Βόσνιων Μουσουλμάνων επιμένουν να παρουσιάζουν τον πόλεμο ως έναν πόλεμο σερβοκροατικής επιθετικότητας και γενοκτονίας – με τον κροατικό παράγοντα άλλοτε να τονίζεται κι άλλοτε να υποβαθμίζεται, αναλόγως της συγκυρίας– στον οποίο οι μόνες δύο σταθερές είναι η απόλυτη κακία των Σέρβων και η απόλυτη αθωότης των Μουσουλμάνων. Η θεωρία αυτή ξεφτίζει με το πέρασμα των ετών και την ανάδυση της αλήθειας, αλλά έχει γίνει, έτσι κι αλλιώς, θεμέλιο της εθνικής πολιτικής των Μουσουλμάνων.

Ιεροεξεταστές και απολογητές της Ιστορίας

Η ιστορική χειραγώγηση στα Βαλκάνια δεν περιορίστηκε ποτέ στους τοπικούς παίκτες. Η Αυστρο-Ουγγαρία ήταν ιδιαίτερα δραστήρια στην παραγωγή διαφόρων ψευδοϊστορικών μύθων, την περίοδο μεταξύ της Συνόδου του Βερολίνου του 1878 και του τέλους του Πρώτου παγκοσμίου Πολέμου. Η ναζιστική Γερμανία χρησιμοποιούσε την ιστορική μηχανική όταν διαμέλισε τη Γιουγκοσλαβία το 1941, όπως έκαναν κι ο Τσόρτσιλ με τον Στάλιν, όταν συμφώνησαν το μοίρασμα των ζωνών επιρροής, στη Γιάλτα, το 1945.

Η προσπάθεια ερμηνείας των κατακλυσμικών γεγονότων των Βαλκανίων της δεκαετίας του ’90 υπήρξε μια από τις πλέον επικερδείς επιχειρήσεις για ψευδο-ιστορικούς και ημι-ειδικούς της Δύσεως, μέχρι που τα όσα επακολούθησαν, μετά τη Μαύρη Πέμπτη, δημιούργησαν μια τεράστια ζήτηση για βιβλία με θέμα την ισλαμική τρομοκρατία.

Η παχυλή άγνοια γι αυτή τη γωνιά της Ευρώπης προσέφερε αμέτρητες ευκαιρίες για εύκολο κέρδος και άμεση αναγνώριση μέσω της συγγραφής ακριβούτσικων φυλλαδίων και προκηρύξεων χοντροκομμένης προπαγάνδας.

Το κύριο θέμα αυτών των έργων μπορεί να συναχθεί εύκολα από πέντε αντιπροσωπευτικά έργα. Ανάμεσά τους, το πιο αξιοσημείωτο είναι το Γιουγκοσλαβία: ο θάνατος ενός έθνους (Laura Silber and Alan Little’s Yugoslavia: Death of a Nation, Penguin, 1996), μια συλλογή από συνεντεύξεις, ανάμεικτες με σχολιασμό, βασισμένη στην υπόθεση ότι ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς υπήρξε ο κύριος υπαίτιος για τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Αν και η συσχέτιση δεν αποτελεί απόδειξη αιτιακής σχέσης, αξίζει να σημειωθεί πως και η Ιερά Εξέταση της Χάγης, όπως και το μεγαλύτερο μέρος του αυτοκρατορικού κατεστημένου, συμμερίζονται αυτή την άποψη.

Οι πιο ριζοσπάστες Αυτοκρατορικοί τείνουν να κατηγορούν το σύνολο του σερβικού λαού. Το βιβλίο του Τίμ Τζούντα, Οι Σέρβοι: Ιστορία, Μύθος και η καταστροφή της Γιουγκοσλαβίας (Tim Judah’s, The Serbs History, Myth and the Destruction of Yugoslavia, Yale University Press, 1997), καθώς και το Κόσοβο, πόλεμος και  εκδίκηση (Kosovo, War and Revenge, 2000) είναι γραμμένα με αυτό το σκεπτικό.

Εκείνα που εμφανίζονται ως πλέον σοβαρά και ακαδημαϊκά, και κατά συνέπεια και πιο ύπουλα, είναι τα βιβλία του Νόελ Μάλκολμ (Noel Malcolm), Βοσνία: Μια μικρή Ιστορία (Bosnia: A Short History, New York University Press, 1994) και Κόσοβο: Μια μικρή Ιστορία (Kosovo: A Short History, Harper Collins, 1999). Χρησιμοποιώντας έναν αριθμό από αυστριακές, γερμανικές, τουρκικές, αλβανικές και κροατικές πηγές, ο Μάλκολμ κατασκευάζει κυριολεκτικά μια ιδιαίτερη ιστορία τόσο για τη Βοσνία όσο και για το Κόσοβο η οποία στηρίζει άμεσα τις διεκδικήσεις της ηγεσίας τους για το δικαίωμα της ανεξαρτησίας τους. Ο Μάλκολμ αγνοεί κάθε γεγονός το οποίο δεν στηρίζει τη θέση του, πράγμα που κάνει τις «ιστορίες» του ιδιαίτερα παραπλανητικές. Όπως είναι φυσικό, προκάλεσαν οργισμένες αντιδράσεις, αλλά εξακολουθούν να πωλούνται – αν όχι για τίποτε άλλο, επειδή μοιάζουν τα μόνα διαθέσιμα ιστορικά βιβλία επί του θέματος.

Ειρωνικά, μια μη-ιστορική εργασία έχει πραγματική ιστορική αξία. Το βιβλίο του Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, Σταματώντας ένα πόλεμο (To End A War, Random House, 1998), περιγράφει τις προσπάθειες των διπλωματών της Αυτοκρατορίας για την κατάκτηση των Βαλκανίων. Δεν είναι σε καμία περίπτωση ισάξιο του «Περί των Γαλατικών Πολέμων» του Καίσαρα –μολονότι το εγώ του συγγραφέα είναι ισοδύναμο του διάσημου Ρωμαίου–, αλλά αποτελεί μια περιγραφή από πρώτο χέρι των χειρισμών της Αυτοκρατορίας κατά τα τελευταία στάδια των πολέμων της Διαδοχής.

Αν και πομπώδες, αδαές, αμβλύνοο και συχνά επώδυνα μπανάλ, το Σταματώντας ένα πόλεμο βρίσκεται στις καλύτερες στιγμές του όταν ο Χόλμπρουκ ανακαλεί τις πράξεις των κύριων παικτών κατά τις ειρηνευτικές συνομιλίες του Ντέυτον, τον Νοέμβρη του 1995. Το βιβλίο παραδέχεται επίσης ανοικτά πως η παρέμβαση των ΗΠΑ στα Βαλκάνια αποτελούσε τμήμα μιας στρατηγικής με σκοπό την επανεπιβεβαίωση της αμερικανικής ηγεμονίας στα ευρωπαϊκά πράγματα. Είναι παράδοξο: μια προσπάθεια συγκάλυψης της ιστορίας οδηγεί στην αποκάλυψη της αλήθειας.

Πανταχού παρούσες πλαστογραφίες

Δυστυχώς, οι ψευδο-ιστορίες διέθεταν πολύ περισσότερες διόδους επιρροής, εκτός από εύκολα διαψεύσιμα βιβλία, αρχίζοντας από τη λαϊκή κουλτούρα μέχρι την καθημερινή ειδησεογραφία. Η «δίκη» του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς από την Ιερά Εξέταση της Χάγης δεν αποτελεί παρά μια τεράστια επιχείρηση κατασκευής ιστορίας. Στην πραγματικότητα, απόπειρες να ξαναγραφτεί η ιστορία συμβαίνουν στα Βαλκάνια καθημερινά.

Όταν ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ παραληρεί για την ανάγκη να «ξεπεραστεί η κληρονομιά του παρελθόντος» στο Κοσσυφοπέδιο, αυτό δεν αποτελεί παρά ξαναγράψιμο της ιστορίας. Το ίδιο αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, το κατηγορητήριο Αλβανών μαχητών για δολοφονίες άλλων Αλβανών – «υποτιθέμενα θύματα» ενός «απελευθερωτικού πολέμου».

Όταν ο Σέρβος πρωθυπουργός Τσίντζιτς παραπονιέται ότι κυβερνητικά στελέχη χρησιμοποιούν την Ιερά Εξέταση της Χάγης για πολιτικούς σκοπούς, δεν είναι απλά υποκριτής: προσπαθεί επίσης να καλύψει τα δικά του πολιτικά παιχνίδια, δηλαδή ξαναγράφει την (πρόσφατη) ιστορία.

Σύντομα, κανείς δεν θα γνωρίζει αν οι ίδιες οι αναμνήσεις του είναι πραγματικές, αν ό,τι θυμάται πράγματι συνέβη. Καλωσορίσατε στο 1984.

Γεγονότα και Μυθοπλασία

Τα γεγονότα τείνουν να εμποδίσουν τη συγγραφή καλής μυθοπλασίας, απ’ ό,τι φαίνεται. Είναι τελείως φανερό, από τις λέξεις και τις πράξεις του επίσημου Βελιγραδίου, ότι ποτέ δεν εναντιώθηκε στην απόσχιση, είτε θεωρητικά είτε πρακτικά (εκτός από την περίπτωση του Κοσόβου, το οποίο αποτελεί εξαίρεση), αλλά πως απλά επέμενε στο δικαίωμα των Σέρβων να αποσχιστούν επίσης. Η Κροατία δεν ήταν «υπόδουλη» στους Σέρβους που ζούσαν εκεί, στα αμφισβητούμενα εδάφη – μέχρι που διώχθηκαν μαζικά το 1995. Με το ίδιο σκεπτικό, οι άνω του ενός εκατομμυρίου Σέρβοι, οι οποίοι απαρτίζουν ένα ξεχωριστό έθνος στην Βοσνία, δεν μπορούν να θεωρηθούν «επιτιθέμενοι».

Οι Αλβανοί, οι οποίοι ισχυρίζονται ότι το Κοσσυφοπέδιο τους ανήκει και απεχθάνονται τη «σερβική κατοχή», δεν στηρίζονται σε κανένα ιστορικό στοιχείο, όπως δεν στηρίζεται ούτε το ΝΑΤΟ, το οποίο επεμβαίνοντας την Άνοιξη του 1999, προέβη σε μια ξεκάθαρη επιθετική πράξη, αντιδρώντας υποτίθεται σε μια κατασκευασμένη «γενοκτονία».

Θα μπορούσαμε, με κάθε ειλικρίνεια, να αποκαλέσουμε τις συγκρούσεις του 1991-95 ως τους γιουγκοσλαβικούς πολέμους της Διαδοχής, αφού επικεντρώνονταν σε εδάφη αμφισβητούμενα έπειτα από την αποδοχή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας. Από την άλλη, τα γεγονότα στο Κοσσυφοπέδιο, τη «Μακεδονία» και την κοιλάδα του Πρέσοβο (νοτιοδυτική Σερβία), από το 1998 και μετά, δεν καταδεικνύουν παρά μια ελάχιστα καλυμμένη προσπάθεια αλβανικής επέκτασης, με απώτερο στόχο την επίτευξη του μεγάλου αλβανικού κράτους στα νότια Βαλκάνια.

Οι ιδιότητες της Αλήθειας

Για να αναλάβουν από τις πρόσφατες περιπέτειές τους, και ακόμα περισσότερο αν θέλουν να ευημερήσουν, οι λαοί των Βαλκανίων –όπως παντού, άλλωστε– θα πρέπει να γνωρίζουν ποιοι είναι και τι τους συνέβη. Η συλλογική σχιζοφρένεια που προκαλούν οι χαλκεύσεις της ιστορίας καθιστά σχεδόν αδύνατη την εύρεση απαντήσεων σε αυτά τα ερωτήματα. Τα σύγχρονα Βαλκάνια είναι ένα κατασκεύασμα κτισμένο με την ισχύ και το ψέμα. Τόσο οι τοπικοί επικυρίαρχοι όσο και η Αυτοκρατορία στηρίζονται και στα δυο για να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους και την ολοένα αυξανόμενη δύναμή τους.

Για να ελευθερωθεί κανείς, θα πρέπει να είναι κύριος του εαυτού του. Και τι είναι ο εαυτός μας χωρίς αναμνήσεις; Αντιστοίχως, για να είναι ελεύθερη μια κοινωνία, πρέπει να κατέχει την ιστορία της. Όσο η ιστορία αποτελεί χάλκευση, αυτό είναι αδύνατο. Έπειτα από δυο αιώνες κρατικών ψευδών, είμαστε στην καλύτερη στιγμή για να αντιμετωπίσουμε επιτέλους τα γεγονότα.

Η αλήθεια απελευθερώνει.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ