Τα τελευταία χρόνια, η ξενόδουλη πλουτοκρατική ολιγαρχία, με αμερικάνικη ετούτη τη φορά έμπνευση κι επιταγή, προσπαθεί να πείσει το λαό μας, πώς τάχα η Τουρκία των μεντερέδων ήταν ανέκαθεν και είναι –φυσικά πιο πολύ σήμερα– «φίλος» και «σύμμαχος» της Ελλάδας και του λαού της.
Κυβέρνηση, τύπος, ραδιόφωνο και κάθε λογής πληρωμένοι κοντυλοφόροι κανοναρχούν και εκθειάζουν τα «θερμά» και «φιλικά» αισθήματα, που τρέφουν –τάχα– για τη χώρα μας οι μπασιμπουζούκοι της Άγκυρας. Όμως ήταν αρκετή αυτές τις μέρες η απότομη όξυνση και προβολή του Κυπριακού ζητήματος –που είναι συνέπεια της αμείωτης πάλης του ελληνικού και κυπριακού λαού– για να αποδειχτούν πιο πεντακάθαρα ποια είναι στην πραγματικότητα τα «θερμά» και «φιλικά» αισθήματα που τρέφουν για την Ελλάδα οι τουρκομεντερέδες φίλοι και σύμμαχοι της προδοτικής συναγερμικής κλίκας που οδήγησε την πατρίδα μας στο χείλος του γκρεμού. [ ]
Η σημερινή «φιλία» της προδοτικής ολιγαρχίας με τους τούρκους δεν είναι όπως είδαμε κάτι το καινούργιο στην πολιτική ζωή και δράση του αστοτσιφλικάδικου συνασπισμού που κυβερνάει την Ελλάδα εδώ και 130 χρόνια. Και μπροστά από τον Μεγάλο Απελευθερωτικό Σηκωμό του ,21, στα σκοτεινά χρόνια της τούρκικης σκλαβιάς, η «τουρκολατρεία» και η «τουρκοφιλία» δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ανοιχτή συνεργασία των κοτζαμπάσηδων με τον καταχτητή σε βάρος του λαού. [ ] Ο Α. Μαυροκορδάτος –ο επίσημος αυτός πράχτορας των άγγλων– έγραφε στον Κάνιγκ: «Η Ελλάς θέλει αποβεί θάττον ή βράδιον η φυσική της Πύλης σύμμαχος… Εντεύθεν δε Αγγλία, Πύλη και Ελλάς θέλουσιν αποτελεί μίαν, ούτως ειπείν, δύναμιν κατέναντι της Ρωσίας». [ ]
Όταν οι άγγλοι, παρά τις προσπάθειές τους, δεν μπόρεσαν ν’ αποτρέψουν τον εθναπελευθερωτικό Σηκωμό του 1821, βάλθηκαν μ’ όλα τα μέσα να κουτσουρέψουν το νέο ελληνικό κράτος —«το κράτος – φάντασμα», όπως το αποκάλεσε ο Μαρξ— που δημιουργήθηκε ύστερα από την επανάσταση. «Σκοπός της κυβέρνησής μας είναι ο περιορισμός με κάθε τρόπο του ελληνικού κράτους στην Πελοπόννησο και τις Κυκλάδες…», έγραφε ο Άμπερντιν στον Κάνιγκ. [ ]
Κι αν γινόταν έστω και η μικρότερη προσπάθεια να ξεφύγει η Ελλάδα απ’ την ξενοκίνητη αυτή πολιτική, αμέσως επέμβαιναν οι άγγλοι με τον πιο ξετσίπωτο τρόπο, για να πνίξουν και να ματαιώσουν μια τέτοια προσπάθεια.
Σχετικά μ’ αυτό είναι χαρακτηριστικό πώς όταν ο Αλεξ. Κουμουνδούρος επεδίωξε να κλείσει συμμαχία με τους βαλκανικούς λαούς ενάντια στη σουλτανική Τουρκία, με σκοπό να συντονισθεί ο αγώνας του αλύτρωτου ελληνισμού με το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των αδελφικών βαλκανικών λαών, και ήρθε σε σχετικές διαπραγματεύσεις με το σέρβο πρωθυπουργό Πάσιτς, ανατράπηκε μέσα σε λίγες μέρες από τους άγγλους, και στη θέση του προώθησαν το Δεληγιώργη, που ακολουθούσε τυφλά την πολιτική αυτή.[ ]
Ιδιαίτερα εξωφρενικό χαρακτήρα πήρε η πολιτική αυτή στα χρόνια της βασιλείας του Γεωργίου του A΄ και πιο συγκεκριμένα ύστερα από την κρητική επανάσταση του 1866, που οι αστοτσιφλικάδες την πρόδοσαν αισχρά. Η περιβόητη «Μεγάλη Ιδέα» προσαρμόστηκε κι αυτή ανάλογα. Φόρεσε κόκκινο σκουφί και σαρίκι. Η αντιτουρκική της αιχμή έγινε αντισλαβική. Ο «Προαιώνιος εχθρός του Γένους» δεν ήταν πια οι τούρκοι, αλλά οι σλάβοι. [ ] Ο Σουλτάνος και ο Γεώργιος Γλύξμπουργκ, αλληλοπαρασημοφορούνται, φιλοδωρούν ο ένας τον άλλο, στέλνουν μηνύματα αιώνιας «φιλίας» και ευχές. Πληρωμένοι καλαμαράδες έγραφαν στις εφημερίδες άρθρα για την αιώνια (!) ελληνοτουρκική φιλία. Ένας γιατρός και «λόγιος», ο Κ. Σταματιάδης, γράφει μία «τραγωδία» με τον τίτλο «Οσμάν ο νικητής», που εξυμνεί τους τούρκους καταχτητές. Ο Μωάμεθ αποκαλείται «ο πρώτος φιλέλλην» και «μέγας προστάτης του ελληνισμού».[ ]
Στις εφημερίδες οι πληρωμένοι κοντυλοφόροι —πρόγονοι των σημερινών Ζαρίφηδων, Λαμπράκηδων κλπ.— έγραφαν άρθρα γεμάτα ευγνωμοσύνη «διότι εις την Τουρκίαν έλαχεν ο έντιμος (!) κλήρος να υπερμαχήσει των δικαίων της Ανατολής». Κι όταν οι υπόδουλοι έλληνες (κρητικοί, ηπειρώτες, θεσσαλοί), άρπαξαν τα όπλα για να αποτινάξουν τον αβάσταχτο ζυγό της τούρκικης σκλαβιάς, οι αστοτσιφλικάδες και τα κάθε λογής φερέφωνά τους, πάσχισαν με κάθε τρόπο να ευνουχίσουν και να εκφυλίσουν τις εξεγέρσεις. «Πρόκειται άρα —ερωτούν δακρυροούντες οι λογιώτατοι (γράφει ειρωνικά ο Α. Βυζάντιος) να παραστώμεν εις την έκρηξιν εμφυλίου πολέμου, να ίδωμεν αλληλοσφαζόμενα δύο αδελφά έθνη (Σημ: δηλ. την Τουρκία και την Ελλάδα) προς μέγαν θρίαμβον των Σλάβων;».[ ]
Η σημερινή πολιτική της φιλίας με τους τουρκομεντερέδες είναι αμερικανόπνευστη και αμερικανοκίνητη με αντισοβιετικό προσανατολισμό στο σύνολό της. [ ]
Αμερικάνοι, άγγλοι, τούρκοι και έλληνες αντιδραστικοί ιστορικοί, δημοσιολόγοι, αρχαιολόγοι κλπ. πάνε ν’ αποδείξουν, παρά και ενάντια στα ιστορικά δεδομένα και γεγονότα, πως δήθεν οι τούρκοι ληστοφεουδάρχες, στην εξαπλωτική τους πορεία, έφεραν στους λαούς και στις χώρες που κατάχτησαν την… πρόοδο και τον πολιτισμό! Και το σημείο αυτό προβάλλεται επίμονα τον τελευταίο καιρό γιατί οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές απ’ τη μία μεριά έχουν αναθέσει στην Τουρκία να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στον καινούργιο παγκόσμιο πόλεμο που προετοιμάζουν (στρατιωτικό σύμφωνο Τουρκίας – Ιράκ – Πακιστάν καί γενικότερη προσπάθεια σύμπηξης αντισοβιετικού μετώπου των χωρών της Εγγύς και Μέσης Ανατολής), και απ’ την άλλη, ξέρουν πόσο αβυσσαλέο μίσος χωρίζει το λαό μας από τους τουρκομεντερέδες και τους παπαγικούς εθνοπροδότες [ ]. Έτσι διατυπώνουν τη «θεωρία», πως τάχα οι τούρκοι καταχτητές έφεραν στη Βαλκανική Χερσόνησο την ησυχία, εξάλειψαν τη μακραίωνη αναρχία που σπάραζε τις χώρες της Χερσονήσου αυτής, και πως οι λαοί της δεν ήτανε ικανοί για μια αυτοτελή κρατική ύπαρξη! [ ]
Μ’ άλλα λόγια πρέπει να ευγνωμονούμε τους τούρκους καταχτητές που έσφαξαν, έκαψαν, λήστεψαν και ερήμωσαν τη Βαλκανική Χερσόνησο και επέβαλαν με τη φωτιά και το σίδερο το φονικό τους ζυγό πάνω στους λαούς της. Να τα ξεχάσουμε όλα. Και να φιλιωθούμε με τους τουρκομεντερέδες, γιατί αυτό συμφέρει στους ληστές μονοπωλητές της Γουόλ Στρητ. [ ]
Προσπαθούν να κλονίσουν στους λαούς την ιδέα της λευτεριάς και της εθνικής τους ανεξαρτησίας. «… Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το σύγχρονο πολιτισμό –γράφει ο άγγλος ιστορικός Άρνολτ Τόιμπυ, γνωστός κήρυκας και απολογητής του κοσμοπολιτισμού και τρόφιμος των αμερικάνικων μονοπωλίων– είναι η εμμονή των λαών στην ιδέα της εθνικής τους ανεξαρτησίας».
Κι ένας άλλος –φιλόσοφος αυτός– ένας από τους θεωρητικούς του νεομαλθουσιανισμού, ο Μπέρντραντ Ράσελ, στο έργο του «Ιστορία της φιλοσοφίας», γράφει ότι «ο κόσμος απειλείται σήμερα από τον “εθνικισμό” και ιδιαίτερα από τον κομμουνιστικό “εθνικισμό”» (!). [ ] Ενάντια σ’ αυτόν τον «κίνδυνο», ο Μ. Ράσελ έχει έτοιμο το σωτήριο φάρμακο. Μόνο για ένα ισχυρό κράτος ή για ένα σύνολο κρατών αρκετά ισχυρών –γράφει– μπορεί να υπάρξει πραγματική ανεξαρτησία». [ ]
O (Τούρκος) ιστορικός Ομέρ Λουφτί Μπαρκάν ισχυρίζεται, ούτε λίγο ούτε πολύ, πως: «Οι τούρκοι απελευθέρωσαν τους βαλκανικούς λαούς από το φεουδαρχισμό» (!). Όμως μια τέτοια χοντροκομμένη παραποίηση και διαστρέβλωση της ιστορίας δεν πρόκειται να ξεγελάσει κανένα. Γιατί είναι σ’ όλους γνωστό, ότι οι τούρκοι ληστοφεουδάρχες όχι μόνο δεν «απελευθέρωσαν» τους βαλκανικούς λαούς από το φεουδαρχισμό, μα αντίθετα επέβαλαν σ’ αυτούς τον βάρβαρο στρατοκρατικό ασιατικό φεουδαρχισμό τους, που στάθηκε πραγματικά ολέθριος για τους λαούς αυτούς. [ ]
Η γνωστή για τις αντιδραστικές φασιστικές «θεωρίες» της καθηγήτρια της Ιστορίας, Αφέτ Ινάν, [ ] γράφει ότι οι λαοί αυτοί είχαν πλέον γεράσει και κατά συνέπεια έπρεπε να υποκύψουν στους τούρκους, που, εκτός από τα άλλα πλεονεχτήματά τους, είχαν –τάχα– ανώτερη κοινωνικοπολιτική ζωή απ’ αυτούς τους λαούς.
Κι οι πλαστογραφίες συνεχίζονται στο ίδιο μοτίβο.
«Το τούρκικο έθνος –γράφει ο Ταγίμπ Γκοκμπιλκίν– παντού και πάντα… ήταν φορέας ενός πρωτοπόρου πολιτισμού». Όλος ο κόσμος ξέρει, και ιδιαίτερα οι βαλκανικοί λαοί, τι σόι «πρωτοπόρος» ήταν ο τουρκικός πολιτισμός, του χαρατσιού και του παιδομαζώματος, των μαζικών σφαγών και των άλλων φρικιαστικών εγκλημάτων. [ ] Κι ένας άλλος τούρκος ιστορικός, ο Σινασί Αλτουντάγκ, [ ], αναφωνεί γεμάτος μεγαλοτούρκικη κομπορημοσύνη: «Τρία ήταν τα μεγάλα έθνη: οι τούρκοι, οι ρωμαίοι και οι άγγλοι». Μόνο που ο καλός μας ο Σινασί ξέχασε τους αμερικάνους!
Είναι ολοφάνερο πως όλες αυτές οι ανοησίες επιδιώκουν να καλλιεργήσουν τον εθνοδιαλυτικό αμερικάνικο κοσμοπολιτισμό που καταργεί τις εθνικές πατρίδες και τις αντικατασταίνει με μία παγκόσμια «αμερικάνικη πατρίδα» και τους λαούς τούς κάνει σκλάβους των αμερικάνικων σκυλόψαρων της Γουόλ Στρητ.
Τα σκοτεινά όμως αυτά και ύπουλα σχέδια των γιάνκηδων τ’ αντιπαλαίβουν οι λαοί όλου του κόσμου κι ανάμεσα τους κι ο δικός μας ο λαός, που αντιμάχεται τον εθνικό μηδενισμό, που δε θέλει να σβήσει και να ξεχάσει το παρελθόν του, τη δοξασμένη και ηρωική του ιστορία, που την έγραψε με το αίμα της καρδιάς του. [ ]
Πάνω στη γενική αμερικάνικη «στρατηγική» προσαρμόστηκε αμέσως όλος ο ξενόδουλος πολιτικός και πνευματικός κόσμος της Ελλάδας, οι απολογητές της «τουρκοφιλίας» και του αντισλαβισμού. [ ] Ο Στεφανόπουλος, σε δηλώσεις που έκανε στην τούρκικη εφημερίδα «Βατάν», επιμένει στην ανάγκη να συνεργαστούν οι καθηγητές της ιστορίας των δύο χωρών για να συντάξουν –λέει– μια τέτοια ιστορία, «ώστε αι μέλλουσαι γενεαί των τούρκων και των ελλήνων, ν’ αποκτήσουν αντίληψιν της ιστορίας, εντός των πλαισίων της αμοιβαίας ασφαλείας των δύο χωρών». Το υπουργείο Παιδείας μάλιστα προκήρυξε διαγωνισμό για τη συγγραφή μιας ακριβώς τέτοιας σχολικής ιστορίας και μάλιστα –όπως σημειώνει η σχετική προκήρυξη– «ιδιαίτερα των από της απελευθερώσεως του 1821 και εντεύθεν ετών». («Εφημερίς της Κυβερνήσεως», 23 Ιούνη 1953).
Κι ο Π. Παλαιολόγος προσπαθεί να κάνει «λιανά» και να δικαιολογήσει ετούτες τις «βαθυστόχαστες» κουβέντες του γραικύλου Στεφανόπουλου και την επαίσχυντη απόφαση του υπουργείου Παιδείας. «Αν ήταν ιστορία αυτό που μας δίδαξαν στο σχολειό για ιστορία… —γράφει— Αν ήταν ιστορία…».
Σύμφωνα μ’ αυτά μπορεί να βγάλει κανείς το συμπέρασμα ότι ο αγώνας, το αίμα και τα ολοκαυτώματα του ελληνικού λαού για να αποτινάξει το θανατερό τούρκικο ζυγό δεν είχαν κανένα νόημα! Απ’ την άλλη μεριά, δεν πρέπει ν’ αναχαράζουμε ούτε λέξη για τις θηριωδίες και τα κακουργήματα των σουλτανικών ορδών που διέπραξαν στα χρόνια του εθναπελευθερωτικού σηκωμού. Ούτε λέξη για τις δηώσεις, την ερήμωση και τις φοβερές μαζικές σφαγές που στοίχισαν στον ελληνικό λαό ένα εκατομμύριο νεκρούς!
Και παρακάτω λέει πως τότε θ’ αποχτήσουμε πραγματική ιστορία (που να μη θίγει την εθνική ευαισθησία των τουρκομεντερέδων) «όταν αποτοξινώσουμε τις σελίδες των περασμένων μας από την ύλη, που έχει σωρεύσει σ’ αυτήν το πάθος…». Έτσι θα «αποτοξινώσουμε», δηλαδή θα σβήσουμε τα Δερβενάκια και τα Μανιάκια, την Αλαμάνα και την Αράχωβα, τα Μεσολόγγια και τα Αρκαδία μας, για να μη θίξουμε την ευαισθησία των «φίλων» μας των μεντερέδων. Αληθινά τέτοια ηθική πώρωση και τέτοιο ελεεινό κατάντημα «πνευματικών ανθρώπων», που πετάνε αδίσταχτα «τοις κυσί» τα άγια και τα ιερά του έθνους, σπάνια συναντάει κανείς. «…Αλλά να πούμε και μεις στα δικά μας παιδιά —συνεχίζει παρακάτω— ότι στον τούρκο οφείλουμε την εθνική μας υπόσταση. Δίχως αυτούς, ένας από τους δύο, ή η Παπική Δύση, ή ο Τσαρικός Βοράς, θα μας είχαν αφομοιώσει. Ο τούρκος τούς πρόλαβε. Ο τούρκος όμως δεν είχε διάθεση αφομοιωτική… Μια φορά μας σεβάστηκε… Και υπάρχουμε σαν έθνος».
Και το αμερικανόδουλο «Βήμα» της 11/1/55 γράφει πως «ήταν ευεργεσία γιατί ο σουλτάνος έγινε ασπίδα και μας προστάτευσε από τους σλάβους…». [ ]
Μα η πλαστογραφία και η διαστρέβλωση παρουσιάζεται και στην περιοχή της λογοτεχνίας. Έχουμε υπόψη το «έργο» της Σοφίας Κυρτσόγλου «Χάνι της Γραβιάς»… «δράμα, εις πράξεις τρεις δυνάμενον ν’ αναπαρασταθεί κατά τας σχολικός εορτάς από σχολειά και θεατρικούς ομίλους, διότι είναι γραμμένο και με το πνεύμα της φιλίας, που ενώνει τον ελληνικόν με τον τουρκικόν λαόν…» – όπως λέει η σχετική αγγελία.
Εκεί, λοιπόν, στο «Χάνι της Γραβιάς», κάθονταν ο Ομέρ πασά – Βρυώνης παρέα με τον τραχύ ρουμελιώτη πολέμαρχο, πίνανε ήσυχα τον καφέ τους και κουβέντιαζαν φιλικά. Και τ’ ασκέρια τους γλεντοκοπούσαν και χόρεβαν… Όλα ειδυλλιακά!! Ούτε καριοφύλια βρόντηξαν, ούτε χαντζάρες άστραψαν, ούτε γιουρούσια γίνανε, ούτε σκοτωμοί, ούτε αίμα. Τίποτα απ’ αυτά που γράφει η ιστορία. Γι’ αυτό χρειάζεται να την… «αποτοξινώσουμε»! [ ]
Οι αμερικανοπροσκυνημένοι απολογητές της «τουρκοφιλίας» νιώθουν πόσο μεγάλη, πόσο γιγάντια κινητοποιός δύναμη είναι για το λαό μας η ιστορία του, που τη δημιούργησε ο ίδιος με τους αγώνες και τα ολοκαυτώματά του. Γι’ αυτό βάλθηκαν να τη διαστρεβλώσουν και να την πλαστογραφήσουν. Η ιστορία είναι ο θεματοφύλακας της εθνικής ψυχής του λαού μας, που τον εμπνέει, τον παραδειγματίζει και τον κινητοποιεί στον αγώνα του για τη λευτεριά και το ψωμί του ενάντια στους αμερικάνους και στους αμερικανοπροσκυνημένους γραικύλους, που θέλουν «ο κάθε κάτοικος στη χώρα αυτή, άντρας ή γυναίκα, νέος ή νέα ή και παιδί ακόμα, να στέκει μ’ ένα φίμωτρο στο στόμα, μ’ ένα αμερικάνικο αυτόματο στο χέρι, να ’ναι ραγιάς και να πληρώνει χαράτσι» (Απόφαση της 4ης Πλατιάς Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ). [ ]
Όσον αφορά τη στάση των τούρκων αντιδραστικών απέναντι στην πολιτική αυτού του «τουρκόφιλου» λακεδισμού, που ακολουθούσαν και ακολουθούν οι έλληνες αστοτσιφλικάδες, άπειρα είναι τα ιστορικά γεγονότα, που απόδειξαν πραγματικά ότι οι τούρκοι αντιδραστικοί ήταν και παραμένουν φαρμακωμένοι εχθροί της Ελλάδας. Δίνουμε λίγα παραδείγματα.
Δεν περνάει σχεδόν μέρα που οι τουρκομεντερέδες να μην προσβάλλουν το εθνικό αίσθημα του λαού μας. Πυροβολούν και σκοτώνουν ή τραυματίζουν φτωχούς ψαράδες στα νησιά μας, που γειτονεύουν με τα τούρκικα παράλια. Κουρσέβουν και ληστεύουν τα ψαροκάικά μας, σκοτώνουν φτωχούς αγρότες και τσομπάνηδες στον Έβρο και τους αρπάζουν τα λιγοστά γιδοπρόβατά τους. Στη Θεσσαλονίκη, ο τούρκος πρεσβευτής απαίτησε να κατεβάσουν τις εικόνες των Ηρώων του ,21, που στόλιζαν το ελληνικό περίπτερο της Διεθνούς Έκθεσης. Οι μεντερέδες βρίζουν και απειλούν την Ελλάδα πότε στο Τουλου-μπουνάρ και πότε στη Σμύρνη. [ ]
Η τούρκικη εφημερίδα «Τζουμχουριέτ», βρίζοντας κατάμουτρα τον περήφανο λαό μας, μέμφεται ταυτόχρονα για ανικανότητα τους παπαγικούς της «φίλους» και «σύμμαχους», που δε μπόρεσαν να τον συγκρατήσουν και να τον αποτρέψουν από του να εκδηλώσει –όπως εκδήλωσε– την αγανάχτησή του για την προδοσία του κυπριακού. «Αν στην Ελλάδα –έγραφε η «Τζουμχουριέτ»– δεν αναλάβει την αρχή μια διοίκηση που να φέρει σε θεογνωσία τον υπερευέξαπτο ελληνικό λαό, η χώρα αυτή θ’ αποβεί εστία ταραχών και στη Μεσόγειο, όπως υπήρξε και στη Βαλκανική». Και η «Γενί-Σαμπάχ» απειλεί ανοιχτά πως «όσοι δε θέλουν να ησυχάσουν, θα αναγκαστούν να ησυχάσουν με το ζόρι…». [ ]
Ανάβουν και συνδαυλίζουν το σωβινιστικό μίσος και τα άγρια εθνικιστικά πάθη που στοίχισαν και στον τούρκικο και στον ελληνικό λαό αφάνταστες συμφορές. «Καλό θα ’ναι —γράφει τις τελευταίες μέρες σχεδόν όλος ο τούρκικος τύπος— οι έλληνες να θυμούνται το 1922…». Ζητάνε να αναγνωριστεί στην Τουρκία σαν «αιγιαλίτιδα ζώνη» (χωρικά ύδατα) μια απόσταση από 60 μίλια, πράγμα που σημαίνει άμεση απειλή της εθνικής ανεξαρτησίας και ακεραιότητας της πατρίδας μας, αφού ολόκληρα τα Δωδεκάνησα και το ανατολικό σύμπλεγμα των νήσων του Αιγαίου (Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος κτλ.) βρίσκεται μέσα σ’ αυτή τη ζώνη που τη διεκδικούν οι τουρκομεντερέδες ληστοπειρατές. Αποκαλύφθηκε άλλωστε από παπαγική εφημερίδα πως οι τουρκομεντερέδες διατύπωσαν και ανοιχτά τις αξιώσεις τους πάνω στα νησιά του Αιγαίου. Ο βουλευτής Σμύρνης Τζιχάρ Μπαμπάμ, του κόμματος του Μεντερές, διατύπωσε τελευταία ανοιχτά τις αξιώσεις αυτές στην εφημερίδα «Σερτσουμάν»: «Καθ’ ημάς, έγραφε, το πλέον σύμφωνον προς τας αρχάς του διεθνούς δικαίου καθεστώς θα είναι το καθεστώς που εξασφαλίζει την τουρκικήν κυριαρχίαν εις τας νήσους του Αιγαίου, εις τας νήσους του Αρχιπελάγους και εις την αδέσποτον σήμερον δωδεκάνησον».
Να ποιους καρπούς θερίζουν οι ξενόδουλοι κυβερνήτες της Ελλάδας.[ ]