Του Κώστα Ράπτη από την ιστοσελίδα capital.gr
Χωρίς καν να έχει αποκρυσταλλωθεί η κατάσταση στο Ιράκ, είναι βέβαιο ότι η ταχύτατη προέλαση των δυνάμεων του “Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και την Ανατολή” (ISIS) την προηγούμενη εβδομάδα έχει επιφέρει τέσσερις, δυνάμει ιστορικές, ανατροπές.
Η πρώτη είναι ότι για πρώτη φορά μια “θυγατρική” της Αλ Κάιντα (ό,τι και αν σημαίνει ο όρος) μετατρέπεται από “τρομοκρατική” σε συμβατική στρατιωτική δύναμη, που διεξάγει πόλεμο ελιγμών και όχι ασύμμετρη σύγκρουση. Εάν μάλιστα αληθεύουν οι πληφορορίες ότι τμήμα των κατοίκων της Μοσούλης που είχαν εγκαταλείψει έντρομοι την πόλη μετά την κατάληψή της από το ISIS άρχισαν να επιστρέφουν στην δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ιράκ, καθησυχασμένοι από την “τάξη και ασφάλεια” που επέβαλαν (αναμφίβολα με τον ξεχωριστό, αμείλικτο τρόπο τους) οι αντάρτες, ο τζιχαντισμός θα αποδειχθεί ικανός για τη διακυβέρνηση μιας εκτεταμένης επικράτειας.
Το ασαφές όνειρο του “παγκόσμιου αγώνα” για την “ανασύσταση του χαλιφάτου” δίνει τη θέση του στη συγκρότηση ενός συγκεκριμένου οιονεί κράτους – γεγονός όχι άσχετο, προφανώς, με το ότι στο προηγούμενο διάστημα πραγματοποιούνταν μια σύμφυση των τζιχαντιστών με σουνίτες φυλάρχους και πρώην στελέχη του μπααθικού καθεστώτος του Saddam Hussein, με αποτέλεσμα να δράσουν όλες αυτές οι ομάδες από κοινού στο πεδίο της μάχης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο σουνίτης πρώην αντιπρόεδρος του Ιράκ Hasemi (ο οποίος μετά την καταδίκη του σε θάνατο από δικαστήριο της Βαγδάτης διάγει μεταξύ Τουρκίας και Κατάρ) χαιρέτισε την πτώση της Μοσούλης ως “Ιρακινή Άνοιξη”.
Η δεύτερη ανατροπή αφορά τα σύνορα τα σύνορα που χαράσθηκαν στη Μέση Ανατολή με το μυστικό αγγλο-γαλλικό σύμφωνο Sykes-Pikot μεσούντος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το ενιαίο Ιράκ έχει στην πράξη τριχοτομηθεί – αν υπολογίσει κανείς ότι οι εντάσεις μεταξύ σουνιτών και σιιτών (που καλλιεργήθηκαν από τους Αμερικανούς εισβολής και αποτυπώθηκαν και στο Σύνταγμα του “νέου Ιράκ”) έχουν καταστεί, μετά και την μαζική εκτέλεση 1.700 σιιτών ιρακινών στρατιωτών από το ISIS, ασυμφιλίωτες, ενώ η επίλυση αβρόχοις ποσί της εκκρεμότητας του Κιρκούκ υπέρ των Κούρδων, δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας ενός κουρδικού κράτους όχι απλώς ανεξάρτητου, αλλά και προικισμένου με πετρελαϊκό πλούτο. Πολύ περισσότερο, η δράση του ISIS τόσο στο Ιράκ όσο και στη Συρία, ενοποιεί τις σουνιτικές περιοχές και των δύο χωρών, ενώ πολύ χαρακτηριστικά οι τζιχαντιστές με εκσκαφείς εξαφανίζουν τα σημάδια στην έρημο που οριοθετούσαν σύνορα ηλικίας σχεδόν εκατό ετών.
Η τρίτη ανατροπή αφορά τους περιφερειακούς και διεθνείς “παίκτες” οι οποίοι δίνουν στο Ιράκ τη δική τους μάχη “δι΄ αντιπροσώπου”. Οι αραβικές μοναρχίες του Περσικού Κόλπου και η Τουρκία που αποτελεί κοινό μυστικό ότι χρηματοδότησαν και εξόπλισαν τους τζιχαντιστές, αποδεικνύεται ότι ξεδιπλώνουν έναν δικό τους σχεδιασμό για την περιοχή, που δεν συντονίζεται απαραίτητα με τον αμερικανικό. Οι ΗΠΑ πάλι, που μετά την ανάληψη της ιρακινής πρωθυπουργίας από τον σιίτη Nuri al-Maliki είχαν βρεθεί σε μιαν ιδιόμορφη συγκυριαρχία επί του Ιράκ με την Τεχεράνη, πολλαπλασιάζουν τα μηνύματα ότι εξετάζουν την αντιμετώπιση της παρούσας κρίσης από κοινού με το Ιράν, κλείνοντας έναν γεωπολιτικό ανταγωνισμό 35 ετών. Το Ισραήλ, πάλι, δεν μπορεί παρά να αντιμετωπίζει θετικά κάθε εξέλιξη η οποία αναδεικνύει την “τρομοκρατική απειλή” (σε μία συγκυρία κατά την οποία Φατάχ και Χαμάς συγκροτούν, χωρίς την αντίδραση ΗΠΑ και Ε.Ε., κυβέρνηση “παλαιστινιακής εθνικής ενότητας”) και προβάλλει προσκόμματα στον “άξονα” Τεχεράνης-Βαγδάτης-Δαμασκού-Χεζμπολλάχ. Σε κάθε περίπτωση, η παρουσία των ισραηλινών υπηρεσιών στο κουρδικό βόρειο Ιράκ είναι εντονότατη ήδη από την επαύριο της “Καταιγίδας της Ερήμου” το 1991, οπότε η περιοχή αυτονομήθηκε χάρη στη ζώνη απαγόρευσης πτήσεων που επέβαλλε η Δύση.
Το γεγονός ότι η Άγκυρα συγκαταλέγεται εντέλει στους μεγάλους χαμένους της υπόθεσης, λόγω της υπονόμευσης των συμφερόντων της στην περιοχή και της ενδυνάμωσης του κουρδικού στοιχείου, θα πρέπει να αποδοθεί είτε σε “προδοσία” από μέρους κάποιων εκ των “συνεταίρων” είτε στο γεγονός ότι οι πρωταγωνιστές “επί του εδάφους” είναι εν πολλοίς ανεξέλεγκτοι.
Η τέταρτη ανατροπή αφορά την ενεργειακή τροφοδοσία της διεθνούς αγοράς. Οι σουνιτικές περιοχές που έθεσε υπό τον έλεγχό του το ISIS στο Ιράκ δεν διαθέτουν πετρελαϊκά κοιτάσματα, αν και στη Συρία οι τζιχαντιστές πωλούν ήδη 18 εκατ. βαρέλια μηνιαίως από τις περιοχές που κατέχουν στην… κυβέρνηση της Δαμασκού. Διαθέτουν ωστόσο τη δυνατότητα να διακόψουν τη ροή ιρακινού πετρελαίου μέσω Μοσούλης προς την Τουρκία, σε μία συγκυρία κατά την οποία η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας προσβλέπει στο Ιράκ για να καλύψει το 45% της αύξησης των παγκόσμιων εξαγωγών μέχρι τέλους της δεκαετίας. Οι λοιπές πετρελαιοπαραγωγές χώρες, πάντως, έχουν κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένες από την αναταραχή, εφόσον δεν είναι δημοσιονομικά βιώσιμες, αν η τιμή πέσει κάτω από τα 100 δολάρια ανά βαρέλι.
Πηγή:www.capital.gr