Αναρωτιέμαι, παρά ταύτα, πως είναι δυνατόν οι ιθύνοντες μηχανισμοί χειραγώγησης να με πείθουν ότι στην επίθεση εναντίον των υπολοίπων πολιτισμών την οποία, ήδη, ο «δικός μου» πολιτισμός εξαπέλυσε- εμπεριέχεται, τάχα, μια αγνή σκοπιμότητα εξαλείψεως του υφήλιου τρόμου.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο για μένα και τους συμπολίτες μου- είναι να καταλάβουμε πως ως «πόλεμος εναντίον της τρομοκρατίας» θα μπορούσε να αυτοπεριγραφεί, εκατέρωθεν, κάθε πόλεμος της Ιστορίας: καθώς κανείς πόλεμος δεν ήταν απαλλαγμένος απο τρομοκρατία – κι είναι μάλλον ανορθολογικό ν’ αποδίδουμε στον εκάστοτε τρόμο μια, κατά αυθαίρετον βούλησιν, μονοσήμαντη εκπόρευση.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι τις εβδομάδες που μεσολάβησαν μετά την 11η Σεπτεμβρίου, το μόνο που συνέβη ήταν να υφιστάμεθα μια καθημερινή πλύση εγκεφάλου περί του ότι -όλως τυχαίως- ο υπ’ αριθμόν ένα, πλέον, εχθρός της λοιπής ανθρωπότητας είναι εκείνο το έθνος του οποίου ο τρόπος ζωής εμφανίζει την μέγιστη απόκλιση απο τον δικό μας.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι εφ’ όσον συμφωνήσουμε να αξιολογούμε τις απανταχού της οικουμένης κοινωνίες, με κριτήριο το πόση βία εκλύουν στο εσωτερικό τους (όπως όλες οι τηλεοράσεις μας προπαρασκεύασαν εν όψει αυτού του πολέμου) τότε οι δυτικές κοινωνίες θα εντοπισθούν σε μια ασυναγώνιστη πρωτοκαθεδρία της φρίκης – με τους ιδίους, π.χ., δείκτες εγκληματικότητας να… τρελαίνουν τα «κοντέρ» της Ιστορίας.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι η δυτική συνείδηση ποτέ δεν επιζήτησε να ξεπεράσει τη μια ρατσιστική νοοτροπία υπεροχής του λευκού έναντι κάθε σκουρότερου δέρματος – με τραγικότερο σύγχρονο θύμα τον αραβικό (και συγχρόνως ισλαμικό) κόσμο σε βάρος του οποίου, κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, εφαρμόστηκε μια αδυσώπητη στρατηγική καταστολής και εκμετάλλευσης.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι η αποκλειστική τακτική της Δύσης κατά του Ισλάμ (δηλαδή κατά της Ετερότητας) είναι η σταδιακή ποδηγέτηση των πληθυσμών του προς τις «διαφωτιστικές» πολιτισμικές αξίες, μέσω της επιβολής «ανδρεικέλων» ως κατά τόπους εξουσίες – και αυτός, απερίφραστα, είναι ο κύριος σκοπός της αντιαφγανικής επελάσεως.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε πως η συγκριτική παρατήρηση των όσων εκπέμπει η -εμβληματική- μορφή του Μπιν Λάντεν σε αντιπαραβολή προς όσα εκπέμπουν οι -εξ ίσου εμβληματικές- φυσιογνωμίες των δυτικών εκπροσώπων, μας παραπέμπει σε συμπεράσματα που ανατρέπουν καταυγαστικά σύνολη την καθ’ ημάς ολοκληρωτική ρητορεία περί των σημαινόντων του φωτός και των σημαινόντων του σκότους πού, εν προκειμένω, λέει, αντιπαρατίθενται.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι η λογική της «συλλογικής ευθύνης», την οποία επικαλούνται οι τρομοκράτες της 11ης Σεπτεμβρίου, είχε (και έχει) υιοθετηθεί στο ακέραιο απο την πλευρά των Αμερικανών τόσο κατά τον Β‘ Παγκόσμιο Πόλεμο (με την ισοπέδωση, π.χ., της Δρέσδης) όσο και κατά την Νέα Τάξη Πραγμάτων (με την διαστροφική, μάλιστα, μετονομασία των αμάχων νεκρών σε «παράπλευρες απώλειες»).
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι εν οσω οι (μέρα παρά μέρα) νατοϊκοί βομβαρδισμοί στο έδαφος του Ιράκ εμπεδώνονται απο την δυτική κοινή γνώμη ως γεγονότα ρουτίνας, τότε συνιστά μόνο σαδιστικό παραλήρημα να εξυμνούμε τον κόσμο που βομβαρδίζει ατύπτως ως «κοινωνία ανοικτή» – και να ελεεινολογούμε τον κόσμο που υπομένει αγογγύστως ως «κοινωνία κλειστή».
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι ενόσω όλοι, ανεξαίρετα, οι δυτικοί κοινωνικοί θεσμοί μεριμνούν, μεν, να τηρήσουν κατ’ επανάληψιν συμβολική σιγή για τους νεκρούς αμερικανούς αθώους, αλλά ούτε μια φορά, σε καμιά «ανοιχτή κοινωνία», δεν εκδηλώνεται το αντίστοιχο σέβας για τα ομόλογα, απο μεριάς Αφγανών, «παράπλευρα» θύματα, οι άρχοντες του κόσμου τούτου μας εξηγούν, εν τοιαύτη περιπτώσει, καταπρόσωπο ότι θεωρούν ανθρώπους μόνο όσους ανήκουν στην πλευρά των κυριάρχων της γης ενώ, αντίθετα, δεν αναγνωρίζουν παρόμοια ιδιότητα σε κανέναν απ’ την πλευρά των κυριαρχουμένων – εφ’ ω και στις εκείθεν του ορίου θυσιασμένες ζωές δεν αξίζει το δάκρυ μας, ούτε πρέπουν τιμές.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι το συντριπτικώτερο τρομοκρατικό χτύπημα της Ιστορίας υπήρξαν οι ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι – εγκαθιστώντας, απ’ αρχής της νεωτάτης περιόδου, μια ανυπέρβλητα παρανοϊκή παρακαταθήκη αίματος στα εσώτατα βάθρα του «ελεύθερου κόσμου» μας.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι αγόμαστε και φερόμαστε από έναν πολιτισμό ο οποίος μόνο με τον πόλεμο συστήνεται ικανός να κατανοεί την «υπεροχή» του – και μόνο υπό την μπότα του να οριοθετεί την «αυτονομία» μας.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι το (εσωτερικό είτε διεθνές) σύστημα Θεσμών των δυτικών κοινωνιών συγκρατεί ως ακρογωνιαίο περιεχόμενο την κατοχύρωση, ειδικά, του Δικαίου του (καθέκαστα) Ισχυροτέρου – εφ’ ω και ο ΟΗΕ, π.χ., παρεμβαίνει, επιλεκτικά, σε βάρος μόνο εκείνων των εκτροπών οι οποίες αντιστρατεύονται την αμερικανική απολυταρχία επί της οικουμένης.
Αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε πως η απάντηση του αφγανικού καθεστώτος «θα παραδώσουμε τον καταζητούμενο υπό τον όρο ότι θα προσκομίσετε αποδείξεις» συνιστά μνημείο σεβασμού της πανανθρώπινης αξιοπρέπειας και καταξιωτικό ορόσημο της υποδειγματικά νεωτερικής λογικής των «θεσμών».
Αναρωτιέμαι, ολοκληρώνοντας, πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι η ισλαμική αυτοσυνειδησία καταγγέλλεται αμείλικτα, ως πηγή ενός «ασύμμετρου» τρόμου, για μόνο τον ουσιώδη λόγο της έλλειψης, εκ μέρους της, ανεκτικότητας αντίκρυ σε κείνον που την αδικεί. Κι ότι ετούτη, ειδικά, η καταγγελία υψώνεται επακριβώς στους αντίποδες της πάγιας διαφωτιστικής καταγγελίας εναντίον της χριστιανικής αυτοσυνειδησίας για τον υποδειγματικά, όμως, αντίθετο λόγο: πώς, ανεχόμενη την αδικία εις βάρος της, εγκαταλείπει, λέει, στον αιώνα, τον σύμπαντα κόσμο αδιόρθωτο.
Αναρωτιέμαι, καταλήγοντας, πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι η συγκεκριμένη τρομοκρατική πράξη της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 θα μπορούσε να είχε αποτραπεί μόνο εντός ενός χριστιανικού πλαισίου κατανοήσεων: το αμάρτημα των μουσουλμάνων αυτοχείρων δραστών ήταν, κυρίως, ότι δεν αγάπησαν η, έστω, δεν συγχώρεσαν τον εχθρό τους! Η ισλαμική συνείδηση αυτοκαταδικάζεται, εν προκειμένω, να μην κατορθώνει να αντιληφθεί τη φυσική νομοτέλεια «μάχαιραν έδωκας, μάχαιραν θα λάβεις» – δηλαδή, να μην αξιώνεται να αμφισβητήσει το κακό στην ίδια την οντολογική του «υπόσταση». Η πάσα -περαιτέρω- οικουμένη αρχίζει να αφομοιώνει τους αδιέξοδους κύκλους της κόλασης, απ’ τη στιγμή που εγκαταλείπουν την ίδια αξιότητα αντιλήψεως έθνη τα οποία, μέχρι πρότινος, αναγνωρίζονταν ως φορείς μιας χριστιανικής συνειδήσεως των πραττομένων.
Αναρωτιέμαι, εν πάση περιπτώσει, πόσο δύσκολο είναι να καταλάβουμε ότι αν, πράγματι, διαβιούμε στο «ελεύθερο» τμήμα της γης, τότε διαθέτουμε (ως κοινωνία και ως κράτος) αυτονόητη την ελευθερία να δηλώσουμε ευθαρσώς αντίρρηση στην εκστρατεία… Αν, αντιθέτως, δεν διαθέτουμε τέτοια ελευθερία τότε, αυταποδείκτως, δεν διαβιούμε στο ελεύθερο τμήμα της γης! Ίσα ίσα, μάλιστα, αυτοσυνειδητοποιούμαστε ως υποχείρια μιας παγκοσμιοποιημένης Τρομοκρατίας εν ονόματι του αντιθέτου της, της οποίας ο ενστερνισμός ή η αποποίηση στοιχειοθετεί τις κατ’ εξοχήν ταυτότητες των πολιτισμών που ξεκινούν μετωπικά συγκρούονται.
II
Η επίθεση του Δυτικού Κόσμου κατά του Ισλάμ (και όχι, μόνο, κατά του Αφγανιστάν) επικαλείται προς «δικαίωσιν» το νομικό αξίωμα της Αυτοάμυνας. Με βάση το ίδιο αξίωμα εν τούτοις, είναι εξ ίσου εύκολο να «δικαιωθεί» και οποιαδήποτε πράξη σε βάρος του: αρκεί μόνο ο τρομοκράτης να στοιχειοθετήσει ότι την Πρώτη Πράξη του κύκλου της βίας την υπέστη ο ίδιος (ή ο κόσμος του).
Αν, λοιπόν, συζητάμε έξω απ’ τους Όρους του Τρόμου (που επιβάλλουν να καταδείξουμε ως τρομοκρατούσα, αποκλειστικά, την -συγκριτικώς- ανίσχυρη πλευρά του πολέμου) τότε η απάντηση στο ερώτημα για το ποιος απ’ τους δύο συμπλεκόμενους κόσμους ήταν εκείνος που ξεκίνησε πρώτος να εξαπολύει τον τρόμο σε βάρος του άλλου, αναδύεται εξόφθαλμη…
Τί διέξοδος απομένει, εν τούτοις, όταν έχουμε αποφασίσει -εκ προοιμίου- να ταυτιστούμε με τη στάση της Δύσης; Μα να εγκαταλείψουμε… αύτανδρη την επιχειρηματολογία περί «αμύνης» ή τη ρητορεία περί «δικαίου» και να ομολογήσουμε απερίφραστα το αυθεντικό περιεχόμενο της σοβούσης συγκρούσεως. Όπως ακριβώς, για παράδειγμα, διέπραξε -με εξοντωτική ευθύτητα- ο επιχώριος Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, απο τηλεοράσεως (Mega Channel, εκπομπή «Διαξιφισμοί»), το βράδυ της 8ης Οκτωβρίου 2001.
Απο εκεί, λοιπόν, ο συνειδητός τούτος εκφραστής των δυτικών κατανοήσεων μας εξήγησε, χωρίς την παραμικρή αναστολή, ότι καθώς η έκκληση του Μπιν Λάντεν προς τον κάθε ακροατή του να κρίνει, ο τελευταίος, την επελθούσα μετωπική αντιπαράθεση με βάση την φωνή της προσωπικής του συνείδησης, δεν είναι διόλου εύκολο να αντιμετωπισθεί απο οποιαδήποτε πολιτική ρητορική) ο αναντίλεκτος λόγος για τον οποίο ο καταζητούμενος ως «υπ’ αριθμόν ένα, ύποπτος» διατελεί εν αδίκω, έγκειται στο ότι (ας προσέξουμε:) εκπροσωπεί έναν «τρόπο ζωής» τον οποίο κανένας Έλληνας «ακόμα και αν συμπαθεί τους τρομοκράτες» δεν είναι ποτέ δυνατόν «ούτε να δέχεται ούτε να ανέχεται».
Επιτέλους, λοιπόν: λίγο φως στο σκοτάδι!
Απ’ τη σκοπιά μου, θέλω απλώς να επισημάνω πως ο κ. Ρέππας δεν κατάλαβε ότι διαβεβαίωσε έτσι για το ίδιο ακριβώς δεδομένο περί του οποίου μοχθούσε, ήδη, να μας πείσει ο Μπιν Λάντεν : ότι, δηλαδή, δεν πρόκειται για τίποτα λιγότερο απο έναν -πολιτικώς αμιγή- Πόλεμο Πολιτισμών! Το Ισλάμ (και όχι, ειδικά, το Αφγανιστάν) επιλέγεται ως προκαταρκτικός στόχος για τον -ασυγχώρητο!- λόγο ότι οι άνθρωποί του προκρίνουν έναν τρόπο ζωής τον οποίο οι δυτικοί άνθρωποι «ούτε δέχονται» (όσον αφορά τον εαυτό τους) «ούτε ανέχονται» (όσον αφορά τους άλλους). Κι ο κύκλος της βίας -κατά προέκταση- ανοίγει με… αυτοσημασμένον πτωταίτιο.
Ο πόλεμος τούτος (ο οποίος -όπως άλλωστε και κάθε προγενέστερος πόλεμος της Ιστορίας- πλαισιώνεται από τρομοκρατική δράση εκ μέρους και των δύο πλευρών) δηλαδή, ξεσπά για μόνο τον λόγο ότι η δυτική συνείδηση συγκεφαλαιώνεται, εν τέλει, στην (μεταχριστιανική) πεποίθηση ότι της πέφτει λόγος να «ανέχεται» ή να «μην ανέχεται» (και συνακόλουθα να βομβαρδίζει) τον αυτοπροσδιορισμό οποιασδήποτε ετέρας συνειδήσεως στην οικουμένη…
Το Ισλάμ εξωθείται, ως εκ τούτων, προφανώς στην απόγνωση… Όχι όμως επειδή εκείνο πρώτο, τάχα, ενόχλησε κάποιον: απλούστατα, επειδή κάποιοι άλλοι ενοχλούνται -αυτοκλήτως- απο κάθε ελευθερία που δεν είναι η… δική τους. Εφ’ ω και το μοναδικό περιεχόμενο της εν εξελίξει επελάσεως είναι η πάταξη πάσης απόκλισης προς ό,τι ο (στρατιωτικά) ισχυρός της γης επιβάλλει ως όρο της αυτοσυνειδησίας του ανίσχυρου.
Μας ιστορεί, επισημαίνω, τα πάντα το γεγονός ότι το πρώτο μήνυμα που διαβιβάστηκε με την έναρξη τούτου του τέλους, ήταν η (απ’ άκρου σ’ άκρο του «ελεύθερου κόσμου») σιωπή της αντίρρησης: ως «τρομοκρατία», περαιτέρω, ορίστηκε αυτή καθεαυτήν η απουσία του φόβου! Η ζωή, έκτοτε, πράγματι, άλλαξε: δικαιούχοι της, πλέον, θεωρούνται μόνο οι φορείς μιας νεκρωμένης συνείδησης.
Είναι δια ταύτα -υποστηρίζω- αυταπόδεικτο ότι η ενδεχόμενη ουδετερότητα απέναντι στην προκείμενη αντίθεση, υπηρετεί μονάχα την υποταγή στην τάξη του υφήλιου τρόμου. Αυτού τον οποίο -ως αρχέτυπο μόνο- σήμερα ξεκινά να υφίσταται το Αφγανιστάν. Πριν ο ίδιος ολοκληρώσει τη δυναμική του σε μέτρα εσχάτου σκότους της ακέραιης πλάσης.
III
Χρησιμοποιείται κατά κόρον μια λέξη, γύρω απ’ τα καθέκαστα της αγγλοσαξονικής επιδρομής εναντίον του αφγανικού εδάφους και των περαιτέρω επιδράσεων σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο, η οποία -στον βαθμό που επιτυγχάνουμε να την αποκωδικοποιήσουμε- μας παρέχει το κλειδί όλων ανεξαιρέτως των συμπλεκόμενων ερμηνειών.
Είναι ο Φανατισμός!
Όχι ως -ενδεχόμενη- πραγματικότητα: κατ’ εξοχήν και προεχόντως, ως γλωσσική -ειδικά- συμβολική.
Θέλω να πω, είναι η χρήση (που μπορεί να εμπερικλείει και την άσκηση) του φανατισμού απο την ιθύνουσα διεθνή Δημοσιογραφική Εξουσία.
Πριν προχωρήσω : νομίζω είναι επιτέλους καιρός για όλους (κι απ’ τις δυο πλευρές της διαχωριστικής γραμμής που καθόρισε ο εν ενεργεία πλανητάρχης) να συνειδητοποιήσουμε για ποιους κυρίως λόγους ο Δυτικός Πολιτισμός είναι -αναμφίβολα- πολιτισμός: επειδή ανανέωσε στη νεώτερη εποχή, οξυδερκέστερα απο κάθε άλλον σύγχρονό του, την βαθύτατη επίγνωση ότι ζούμε (διόλου… τυχαία) σ’ έναν κόσμο όπου, περισσότερο ακόμα κι απ’ τα ίδια τα Πράγματα, αξία έχουν οι Λόγοι περί των πραγμάτων!
Να, για παράδειγμα, τώρα: Υπάρχει το γεγονός! Που είναι ο πόλεμος. Πράξη αυταπόδεικτα φανατική εκ μέρους όσοι αναίτια τον απολύουν… Υπάρχει κι η ρήση! Που διατείνεται ότι φανατισμός είναι, όλως αντίστροφα, το ν’ αρνείσαι το ρόλο του θύματος. Φανατισμός το ν’ αμύνεσαι. Φανατισμός ακόμα και το να διαμαρτυρηθείς δημοσίως…
Ας προσέξουμε μέσα στα δελτία ειδήσεων τα ρεπορτάζ, ας πούμε, απ’ το Πακιστάν: η χώρα σπαράζεται απο αντικαθεστωτικές διαδηλώσεις. Καμία -στα δικά μας τα μάτια- η βαρύτητα: καθώς τ’ αυτιά μας εμπεδώνουν, εκ του προοιμίου, ότι στις διαδηλώσεις ετούτες συμμετέχουν μονάχα οι… φανατικοί. Αυτήν, δηλαδή, τη σκοτεινή ιδιότητα εκπαιδευόμαστε πλέον εμείς, οι φορείς της φωτεινής αυτοσυνειδησίας του κόσμου, να επιδικάζουμε -εξ ορισμού- προς όσους διακινδυνεύουν ακόμα και τη ζωή τους για να διεκδικήσουν την πολιτική ελευθερία τους: στο Πακιστάν επί ημέρες, μπορεί επί βδομάδες, θα μπορούσε επί μήνες, μια στρατιωτική δικτατορία αντιμετωπίζει καθημερινά τη λαϊκή διαμαρτυρία με τους τρόπους, απαράλλακτα, εκείνους δια των οποίων η δική μας πρώην χούντα αντιμετώπισε, επί τρεις ημέρες, το Πολυτεχνείο… Καμία, παρά ταύτα, η συγκίνηση: τώρα εκεί, διδασκόμαστε, εκείνοι που διεκδικούν το αυτονόητο είναι απλώς όσοι χρεώθηκαν φανατισμό! Ώστε να μην απειλούμαστε απ’ την ελάχιστη τύψη για μια φονική καταστολή στην οποία κι οι ίδιοι εμείς (όχι μονάχα με την επίσημη συναίνεση της Κυβερνήσεώς μας, μα ακόμα δεινότερα- δια των οικείων δημοσιογραφικών μεταδόσεων) δια ζήλου συμπράττουμε. Κι ώστε, ακόμα, να παριστάνουμε πάλι τους ανυποψίαστους την επόμενη φορά που θα καταγγέλλεται κάποιος ως φανατικός: τους ανυποψίαστους, λέω, πως τούτο δεν είναι παρά μόνο ο πρόλογος προκειμένου εκείνος που κατηγορεί να αφανίσει απο προσώπου οικουμένης, ευθύς περαιτέρω, εκείνον που κατηγορείται.
Υπάρχουν τα πράγματα. Υπάρχουν κι οι λέξεις. Έτερα εκάτερα…
Ο δυτικός πολιτισμός το κατάλαβε. Κάποιοι άλλοι το ξέχασαν. Κι η Ιστορία αντεστράφη.
Ας συγκρατήσουμε τουλάχιστον ετούτο το παράδειγμα της, εκατέρωθεν, σήμανσης του φανατισμού. Ως απαρχή υποψίας ότι, ίσως, όλα αλλάξουν – αρκεί, ειδικά, να επαναδιεκδικήσουμε τις σημασίες των λέξεων! Καταμεσής ενός Πολέμου πού, κατά κυριολεξίαν, δεν αντιπροσωπεύει τίποτα λιγότερο απο μια καθολική Αναμέτρηση Σημασιών.