Λίγα λόγια για την ποιήτρια Σοφία Κολοτούρου και τον ποιητή Ηλία Λάγιο
Του Παναγιώτη Κόρπα από την Ρήξη φ. 127
Ξεφυλλίζοντας την ποιητική συλλογή της Σοφίας Κολοτούρου Αν-επίκαιρα ποιήματα (εκδόσεις Δαρδανός-Τυπωθήτω, 2007 – σειρά Λάλον Ύδωρ) δεν μπορούσα να μη σταματήσω στο ποίημα ΓΡΑΠΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΜΙΑΣ ΚΟΥΦΗΣ, δεδομένου πως τα προβλήματα ακοής που έχει και η ίδια την καθόρισαν ως άνθρωπο:
Η αίσθηση του κόσμου ήταν λειψή,
από τη γέννησή μου ως τώρα.
Στο ιστορικό μου γράψανε: κουφή
κι έτσι έμεινε – μιαν κούφια ώρα.
Τα Αν-επίκαιρα ποιήματα είναι μια συλλογή ποιημάτων που εντάχθηκε στη μικρή λίστα υποψηφιοτήτων για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω το 2008.
Δύο από τα ποιήματα της συλλογής μελοποιήθηκαν, το ένα από τον B. D. Foxmoor των Active Member (στο άλμπουμ: Όταν οι μικρόνοοι hiphoραγούν, επανεκτέλεση στο La bruja muerta) και το άλλο από τον Κώστα Παρίσση (στο δίσκο: One For the Road του Δώρου Δημοσθένους).
Ξεφυλλίζοντας την ποιητική συλλογή με χαρά βρήκα δύο ποιήματα αφιερωμένα στον Ηλία Λάγιο, που το ένα γράφτηκε τη μέρα της κηδείας του.
IN MEMORIAM
Μνήμη Ηλία Λάγιου
Ώρες πολλές, στο πνεύμα της μποτίλιας
που ’χει από χρόνια τόσα υποταχτεί.
Λυκόφως ίσα πέφτει από της γρίλιας
Τ’ άνοιγμα η νύχτα- που αργεί.
Γύρισμα ο τροχός, πτώση της μπίλιας.
Να το ζερό: έχει ήδη τριπλοβγεί.
Τρεις ήταν, λέει ο μύθος ο αστικός
και λέγανε για θάνατο στ’ αστεία.
Γενιά μεταπολέμου, μαύρο φως-
Σκεφτήκανε να παίξουν μια κηδεία
Για πλάκα η για το θρύλο- ποιος
σαν φάρσα αναμασά την ιστορία;
Πιο ευάλωτος, το χάρισμα του Λόγου
Μπέρδεψε στιγμιαία ο Ποιητής,
μ’ ένα χορό αναίτιο του Ζαλόγγου,
με κάλεσμα μιας μυστικής φωνής
και μια σκηνή από θέατρο παραλόγου
να τώρα, παίζεται απ’ τους τρεις:
Μπαλκόνι, τρίτος όροφος, βραδάκι
αμήχανη η πράξη η τελευταία.
Χαλί απλωμένο μοιάζει το Κουκάκι.
Ζαλίζεται και στρέφει στην παρέα-
Θα πέσει; Δεν θα πέσει; Ένα γελάκι
Στην ύστερη στην στιγμή του, τη μοιραία.
Ζυγιάζεται για λίγο στο μπαλκόνι,
Ανάμεσα σε γη και ουρανό,
Στον Καρυωτάκη η σκέψη του σιμώνει,
Καθώς και στον Αλέξη Τραϊανό.
« Πατέρα έρχομαι» μόλις που αρθρώνει,
Τρεκλίζει – κι αγκαλιάζει το κενό.
8.10.2005
ημέρα της κηδείας
Δανείζομαι ένα ποίημα του Ηλία Λάγιου, που δημοσίευσε ο φίλος του Θεόδωρος Παντούλας στην Άπειρο Χώρα:
Άρχοντά μου, σβησμένη σάρκα, μάτια χωρίς τα μάτια σου,
σβώλε από χώμα, αχερουσία, μεσάνυχτα του κανενός,
μα πώς βαστάς την τόση απουσία;
Δεν σ’ το ‘πανε, ψυχούλα μου, που ο θάνατος νικήθηκε για πάντα;
Σφαλισμένη η πόρτα μου· κλειστά τα παραθυρόφυλλα·μπορείς
να μπης.
Παλιέ μου και μονώτατε, έλα να με γιορτάσης,
ν’ ανάψη η μια στιγμή χαράς, δικιά σου και δικιά μου,
κι αχ, μου δίνεις το χέρι σου κι αχ, μου λες τ’ όνομά σου.
Απόψε οι πεθαμένοι ξαγρυπνούν μες στων κεριών τις φλόγες,
Και μοναχή παρηγοριά τα παιδικά της χρόνια στην Αθήνα
γίνε αγερίτσα του Θεού και πέταξε εδώ πάνω.
Δεν το ‘νιωσες, κορμάκι μου, που ο θάνατος μας κέρδισε για πάντα;
Πιο πολλά για τον Ηλία Λάγιο και την ποίησή του μπορεί κανείς να βρει στο ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ τ.5/2006.
Θα έχει βγει η Ρήξη και επομένως έχει αξία να σας ενημερώσουμε για την εκδήλωση που διοργανώνει ο Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης στο Θέατρο της οδού Κυκλάδων τη Δευτέρα 10 Οκτωβρίου για τον Ηλία Λάγιο.
Να ευχαριστήσω την Σοφία Κολοτούρου για την όμορφη ποιητική της συλλογή, που μας θύμισε ταυτόχρονα τον Ηλία Λάγιο μέσα από το ποίημα IN MEMORIAM.