Του Νίκου Μελέτη από το liberal.gr
Σοβαρά εκτεθειμένη και υπόλογη απέναντι στην Αθήνα αφήνει την Αλβανία η αποκάλυψη και παραδοχή του απόστρατου πλέον ναυάρχου της Τουρκίας και εμπνευστή της «Γαλάζιας Πατρίδας» Τσ. Γιαϊτσί ότι η ακύρωση της Συμφωνίας οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών Ελλάδας – Αλβανίας έγινε μετά από παρέμβαση της Τουρκίας.
Ο κ. Γιαϊτσί, σε συνέντευξή του στο Haberturk, περιέγραψε το ιστορικό της απροκάλυπτης τουρκικής παρέμβασης: «Το 2009, υπεγράφη συμφωνία ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, που αφορούσε στα δικαιώματα και της Αλβανίας στα νησιά της Αδριατικής. Η Ελλάδα χρησιμοποίησε προς όφελός της τα “πλευρικά” σύνορα. Εμείς στείλαμε κρυφίως την έκθεσή μας στην Αλβανία και προειδοποιήσαμε: “Σας εξαπατούν”. Παρά την υπογραφή της συμφωνίας, η Αλβανία αντιτάχθηκε στην Ελλάδα και είπε: “Δεν είναι δίκαιο τα νησιά σας και η γη μου να έχουν τα ίδια δικαιώματα”, ενώ ακύρωσε τη συμφωνία προσφεύγοντας στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Η Ελλάδα ήθελε επανειλημμένα τα νησιά να γίνουν αποδεκτά ως περιοχές με ισότιμη θαλάσσια δικαιοδοσία όπως η ηπειρωτική χώρα, αλλά δεν μπορούσε να πείσει ούτε την Αλβανία ούτε την Ιταλία. Ωστόσο, με τα ίδια επιχειρήματα προβάλλει αξιώσεις εναντίον της Τουρκίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο…»
Είναι η πρώτη φορά που Τούρκος αξιωματούχος παραδέχεται δημόσια ότι η επιχείρηση η οποία στήθηκε στην Αλβανία με την προσφυγή του τότε αρχηγού της αντιπολίτευσης και νυν πρωθυπουργού Έντι Ράμα στο Συνταγματικό Δικαστήριο που οδήγησε στην ακύρωση της Συμφωνίας, που είχε ήδη υπογραφεί από τους δυο υπουργούς Εξωτερικών, έγινε μετά από τουρκική παρέμβαση και καθοδήγηση.
Εξάλλου όλο το σκεπτικό της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου ακολουθεί την τουρκική επιχειρηματολογία. Και ο στόχος της Τουρκίας ήταν να μην υπάρξει συμφωνία οριοθέτησης σε ολόκληρη την περιοχή που να στηρίζεται στις αρχές του Δικαίου της Θάλασσας, όπως ήταν η Ελληνοαλβανική Συμφωνία του 2009.
Ο Αλβανός πρωθυπουργός Ε. Ράμα μιλώντας χθες στο Φόρουμ των Δελφών, είπε ότι η υπόθεση της οριοθέτησης δεν είναι εύκολη, ότι έχει υπάρξει πρόοδος και η Αλβανία έχει τη βούληση να προχωρήσει, αλλά έσπευσε να δηλώσει ότι αυτή η εκκρεμότητα δεν πρέπει να ενοχλεί καθώς όπως είπε η «Ιταλία και Ελλάδα αν και μέλη της Ε.Ε. τόσα χρόνια, μόλις τώρα μπόρεσαν να συνάψουν Συμφωνία για την ΑΟΖ».
Όμως ο κ. Ράμα απέφυγε να δώσει την οποιαδήποτε προοπτική για την επανέναρξη συνομιλιών για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών. Ο ίδιος φρόντισε να εκδιώξει από την κυβέρνηση του τον Ντμίτρι Μπουσάτι υπουργό Εξωτερικών ο οποίος έκανε τις συνομιλίες με τον Έλληνα ΥΠΕΞ Ν. Κοτζιά, σύμφωνα με τον οποίο είχε σημειωθεί μεγάλη πρόοδος.
Βεβαίως ποτέ δεν έγινε γνωστό αν αυτή η «πρόοδος» που επικαλείται και σήμερα ο πρώην υπουργός Εξωτερικών αφορά τις συνομιλίες που είχε μόνο με τον κ. Μπουσάτι ή εάν υπήρχε η ίδια αντίληψη και στο πρωθυπουργικό γραφείο. Γιατί εξάλλου υπήρχαν πληροφορίες ότι η εκπαραθύρωση του κ. Μπουσάτι έγινε με παρέμβαση της Άγκυρας προς τον κ. Ράμα, επειδή ακριβώς η Τουρκία δεν ήθελε να προχωρήσει η Συμφωνία με την Ελλάδα.
Πάντως ακόμη και τώρα, με τον κ. Ράμα να δηλώνει τη βούλησή του για συνέχιση των συνομιλιών, είναι προφανές ότι είναι πολύ δύσκολη η κατάληξη σε συμφωνία. Οι συνομιλίες θα πρέπει να υπερπηδήσουν τον σκόπελο του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου, που δεν απέρριψε απλώς τη συμφωνία λόγω μη έγκυρης εξουσιοδότησης των διαπραγματευτών που την υπέγραψαν, αλλά με την απόφασή του μπήκε και σε θέματα ουσίας (υπό την καθοδήγηση της κρυφής έκθεσης της Τουρκίας) και έτσι πλέον δίνεται η δυνατότητα στους Αλβανούς διαπραγματευτές να επικαλούνται προσχηματικά την απόφαση ώστε να διευρύνουν τις διεκδικήσεις τους έναντι της Αθήνας.
Και, φυσικά, πρόσθετο εμπόδιο είναι η μη συγκρότηση Συνταγματικού Δικαστηρίου στην Αλβανία, το οποίο πλέον θα πρέπει να κρίνει την συνταγματικότητα της όποιας νέας Συμφωνίας. Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου, που είχε απορρίψει την Ελληνοαλβανική Συμφωνία, έχουν απολυθεί με κατηγορίες διαφθοράς.
Πάντως οι διαφορές με την Αλβανία δεν είναι μεγάλες και, ειδικά με την προεργασία που είχε γίνει επί Κοτζιά – Μπουσάτι, ουσιαστικά είχαν διαμορφωθεί οι «διορθώσεις» της συμφωνίας του 2009 που ζητούσαν οι Αλβανοί.
Και μετά από όλα αυτά, είναι μάλλον επιβεβλημένο η ελληνική κυβέρνηση να καλέσει άμεσα σε διαπραγματεύσεις τον κ. Ράμα ώστε να αποδειχθεί στο τραπέζι η ειλικρίνεια των προθέσεών του και η διάθεσή του να διαπραγματευθεί για τα συμφέροντα της χώρας του και όχι για την «κρυφή έκθεση» της Άγκυρας και του απόστρατου ναυάρχου Τ. Γιαϊτσί.