του Σολ Λαντάου, από το Άρδην τ. 55, Αύγουστος – Σεπτέμβριος 2005
εναν αιώνα πριν, οι αρμόδιοι για το σχεδιασμό της αμερικανικής πολιτικής θεωρούσαν μια αδύναμη και διαιρεμένη Κίνα ως απάντηση στα οικονομικά και εμπορικά προβλήματα της χώρας τους. Οι ανήσυχοι εισαγωγείς ζητούσαν επίμονα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Γουίλιαμ Μακίνλεϋ να ενεργήσει προς αυτή την κατεύθυνση, γιατί όπως είχε τονίσει και ο Γουΐλιαμ Χέυ, μέλος της λέσχης των Ρεμπουπλικάνων της Νέας Υόρκης, στον Υπουργό Εξωτερικών: “η κινεζική αγορά ανήκει δικαιωματικά σε εμάς!”.
Αυτή η πηγή φθηνού εργατικού δυναμικού αλλά και η απέραντη αγορά της Ανατολής θα έλυναν επίσης, τουλάχιστον θεωρητικά, το πρόβλημα των περιοδικών υφέσεων, το οποίο το 1893 τάραξε την οικονομική δομή της χώρας και ώθησε την ελίτ να σκεφτεί πως η οικονομική επέκταση προς την Ανατολή θα προσέφερε μια λύση στο ζήτημα.
«Με αφετηρία την συρρικνούμενη αγορά του εσωτερικού και την διευρυνόμενη και γεμάτη ευκαιρίες αγορά μιας αφυπνιζόμενης Κίνας, η αμερικάνικη ηγεσία κατέβαλε μια συνειδητή, σκόπιμη προσπάθεια να λυθεί η οικονομική κρίση στο εσωτερικό με την προώθηση των εθνικών συμφερόντων στο εξωτερικό», έγραφε ο ιστορικός Τόμας Μακόρμικ. Και όντως έκανε κάτι τέτοιο, «χρησιμοποιώντας το πιο ισχυρό όπλο της, την οικονομική υπεροχή, προκειμένου να κατακτήσει την κινεζική αγορά».
Το 1898, ο πρόεδρος Γουίλιαμ Μακίνλεϋ «κατέλαβε τις Φιλιππίνες» επειδή αποτελούσαν την ιδανική βάση για τις μελλοντικές εξορμήσεις στην Κίνα. Οι ΗΠΑ διατήρησαν εκεί μια ναυτική βάση για 100 χρόνια, μέχρις ότου η τεχνολογία έπαψε πλέον να απαιτεί την ύπαρξη βάσεων ανεφοδιασμού. Ο Μπρουκ Άνταμς, εγγονός του Τζων Κουΐνσυ Άνταμς, έγραψε: «Η ανατολική Ασία είναι το ‘έπαθλο’ το οποίο όλα τα έθνη θέλουν να αρπάξουν». Το 2005, αυτό το ανίσχυρο «έπαθλο», που οι ανταγωνιζόμενοι Ευρωπαίοι στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα είχαν διαμελίσει με βάση τις αυτοκρατορικές τους φιλοδοξίες, πλημμυρίζει όλες τις ηπείρους με τα προϊόντα και τα κεφάλαιά του. Η ετικέτα «made in China» είναι πλέον πανταχού παρούσα: από τα αμερικανικά πολυκαταστήματα έως τα φτερά των εμπορικών αεροπλάνων, ενώ η κινεζική κυβέρνηση έχει συσσωρεύσει ομόλογα του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ίσως αυτό να καθιστά την Αμερική το «έπαθλο» της Κίνας! Πράγματι, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι ανησυχούν μήπως οι Κινέζοι σταματήσουν να ανακυκλώνουν στην αμερικανική οικονομία τα δολάρια που κερδίζουν από το εμπορικό πλεόνασμα.
Στις αρχές Μαρτίου, ένα στέλεχος της αμερικανικής πρεσβείας εμπιστεύθηκε σε έναν επιχειρηματία την πεποίθησή του, ότι οι Κινέζοι ηγέτες αντιμετωπίζουν τις ΗΠΑ σαν μια εξασθενημένη υπερδύναμη που η εποχή της παντοδυναμίας της έχει παρέλθει και η οποία θα αναγκαστεί να μοιραστεί την παγκόσμια κυριαρχία με άλλα ισχυρά έθνη, συμπεριλαμβανομένης και της Κίνας.
Εισβολή στη Λατινική Αμερική
Για να καταδείξει το πώς η στρατηγική θέση της Κίνας έχει αλλάξει τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ο αξιωματούχος της πρεσβείας εξήγησε ότι η Κίνα όχι μόνον έχει κατακλύσει την αμερικανική αγορά αλλά και έχει εισβάλει στη Λατινική Αμερική, μια περιοχή που ήλεγχαν παραδοσιακά οι ΗΠΑ.
Αναφέρθηκε σε δύο υψηλού επιπέδου επισκέψεις: Τον Νοέμβριο του 2004, ο Κινέζος πρόεδρος Χου Ζιντάο υπέγραψε 39 εμπορικές συμφωνίες με 5 λατινοαμερικάνικα έθνη. Από μόνες τους, οι επενδύσεις της Κίνας στην Αργεντινή έφτασαν περίπου τα 20 δισ. δολάρια. Στη συνέχεια έκανε ένα επενδυτικό ταξίδι και στην Καραϊβική.
Τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους, ο Κινέζος αντιπρόεδρος Ζενγκ Κινγκχόνγκ συνέχισε την πολιτική της οικονομικής διείσδυσης που χάραξε ο πρόεδρος με τη συνοδεία ανώτερων αξιωματούχων και κορυφαίων επιχειρηματικών στελεχών. Κατά τη διάρκεια αυτών των επιθετικών ταξιδιών που στόχευαν στην πραγματοποίηση επενδύσεων σε στρατηγικές περιοχές, η Κίνα εισήλθε σε ένα δυνητικά υπονομευμένο πεδίο όταν υπέγραψε μια συμφωνία με τον Ούγκο Τσάβες για μελλοντική εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βενεζουέλα. Ο Ζενγκ προσέφερε επιπλέον στη Βενεζουέλα πιστώσεις 700 εκατ. δολαρίων για την κατασκευή νέων κατοικιών, ώστε να βοηθήσει στην καταπολέμηση της φτώχειας στην περιοχή, αγνοώντας τα παράπονα των ΗΠΑ για τον «αυταρχισμό» του Τσάβες.
Ο Τσάβες, παρόλο που έχει κερδίσει τρεις ελεύθερες και καθόλα νόμιμες εκλογές τα τελευταία έξι χρόνια, έχει στιγματιστεί με τον τίτλο του «αυταρχικού» ηγέτη, ενώ οι προσκείμενοι στις ΗΠΑ αντίπαλοί του, οι οποίοι και οργάνωσαν στρατιωτικό πραξικόπημα το 2002, αποκαλούνται «δημοκρατικοί», γεγονός προκαλεί πλήρη σύγχυση σε όσους συνεχίζουν να σκέφτονται λογικά.
Παρά την ένταση μεταξύ των δυο κρατών, οι εισαγωγές των ΗΠΑ από τη Βενεζουέλα ανήλθαν πέρυσι στα 25 δισ. δολάρια, ξεπερνώντας κατά πολύ τις αμερικανικές εξαγωγές στη Βενεζουέλα που έφτασαν μόλις τα 4,8 δισ. δολάρια.
Αλλά το ισχυρότερο πλήγμα του Πεκίνου στην ανοικτή πληγή της Ουάσινγκτον στην περιοχή υπήρξε η ανακοίνωση για παραχώρηση πιστώσεων στην Κούβα. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η Κούβα παραμένει η εξαίρεση σε όλους τους κανόνες. Η λατινοαμερικανική πολιτική της κυβέρνησης Μπους αποσκοπεί στον «περιορισμό» του Τσάβες ή στην τιμωρία του Φιντέλ Κάστρο, που κατέχει τα παγκόσμια πρωτεία για τα περισσότερα χρόνια «ανυπακοής».
Μέχρι τώρα, η Ουάσινγκτον έχει επίσημα αγνοήσει ή και αρνηθεί τη σημασία της κινεζικής διείσδυσης στη Λατινική Αμερική. Πράγματι, «ο πρόεδρος Χου Ζιντάο ξόδεψε περισσότερο χρόνο στη Λατινική Αμερική πέρισυ από ό,τι ο πρόεδρος Μπους», όπως παρατηρεί ο αρθρογράφος Άντρες Οπενχάιμερ της εφημερίδας Μαϊάμι Χέραλντ. «Ο αντιπρόεδρος της Κίνας Ζενγκ Κινγκχόνγκ ξοδεύει περισσότερο χρόνο στην περιοχή από ό,τι ο Αμερικανός ομόλογός του Ντικ Τσένεϋ κατά τη διάρκεια των τεσσάρων προηγούμενων ετών».
Για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της Κίνας
Περί τα τέλη του 2004 και στις αρχές του 2005, η Κίνα προσέφερε περισσότερα από 50 δισ. δολάρια σε επενδύσεις και πιστώσεις στις χώρες που συμπεριλαμβάνονται στον χώρο που καλύπτει παραδοσιακά το «δόγμα Μονρόε». Έτσι άρχισε να ανταγωνίζεται την πολιτική διοχέτευσης κεφαλαίων που εγκαινίασε ο Τζων Φ. Κέννεντυ για λογαριασμό των Η.Π.Α, με την πολυδιαφημισμένη «Συμμαχία για την Πρόοδο», η οποία κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1960 διοχέτευσε 20 δισ. δολάρια στην περιοχή (τα οποία, σε τιμές του 2005, προσεγγίζουν τα 120 δισεκατομμύρια).
Το εμπόριο με τη Λατινική Αμερική μπορεί να συμβάλει στην ικανοποίηση των διογκούμενων αναγκών της Κίνας για ενέργεια. Το 2007, η CIA εκτίμησε ότι η Κίνα θα είναι αναγκασμένη να εισαγάγει το μισό πετρέλαιο που χρειάζεται. Καθώς βέβαια η οικονομία της αναπτύσσεται το ίδιο θα αναγκαστεί να κάνει και με άλλες πρώτες ύλες και τρόφιμα.
Δεδομένου ότι η αμερικανική εξάρτηση από το εισαγόμενο πετρέλαιο αυξάνεται και η τιμή του ακατέργαστου πετρελαίου φθάνει σε επίπεδα ρεκόρ (πρόσφατα άγγιξε τα 60 δολάρια το βαρέλι), οι Κινέζοι ενδέχεται να βρεθούν στη θέση του προμηθευτή “μαύρου χρυσού” για τις ΗΠΑ! Πολύ πριν τα αποτελέσματα της άντλησης πετρελαίου από την Αλάσκα οδηγήσουν σε μια πτώση των τιμών, οι νέες επενδύσεις της Κίνας στοχεύουν στο πετρέλαιο, το αέριο και τα μεταλλεύματα, κινήσεις που συνιστούν σοβαρές ενδείξεις ότι οι Κινέζοι ακολουθούν μια μακροπρόθεσμη στρατηγική και εμπορική αντίληψη και δεν περιορίζονται σε μια λογική βραχυπρόθεσμων κερδών.
Ήδη η Κίνα εκμεταλλεύεται δύο πετρελαιοπηγές στη Βενεζουέλα, ενώ, μετά την υπογραφή μιας συμφωνίας τον Ιανουάριο στο Καράκας, θα ιδρύσει και άλλες εγκαταστάσεις στην Ανατολική Βενεζουέλα. Συμφώνησε επίσης να αγοράζει 120.000 βαρέλια πετρελαίου μηνιαίως και να κατασκευάσει και μια νέα μονάδα παραγωγής καυσίμων. Επίσημοι κύκλοι της Βενεζουέλας ανήγγειλαν ότι αναμένουν το εμπόριο με την Κίνα να φτάσει τα 3 δισ. το 2005, ποσό που είναι υπερδιπλάσιο του 2004. Επιπροσθέτως, μια μεγάλη κινέζικη πετρελαϊκή εταιρεία θα αρχίσει να ψάχνει για πιθανές πετρελαιοπηγές στα ανοικτά των κουβανικών ακτών.
Παράλληλα, ο Κινέζος πρόεδρος Χου, κατά τη διάρκεια περιοδίας του σε λατινοαμερικανικές χώρες τον Νοέμβριο του 2004, επεσήμανε στο Κογκρέσο της Βραζιλίας ότι η Κίνα θα επενδύσει 100 δισ. δολάρια στη Λατινική Αμερική μέσα στα επόμενα 10 χρόνια. Στην Αργεντινή μόνο, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, η Κίνα θα επενδύσει 20 δισ. δολάρια κατά την επόμενη δεκαετία.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις έχουν μειωθεί στη Λατινική Αμερική τα τελευταία χρόνια από 78 δισ. το 2000 σε 36 δισ. το 2004 και γι’ αυτό το λόγο «πολλά λατινοαμερικάνικα έθνη καλωσορίζουν την εισροή του ξένου κεφαλαίου που οι Κινέζοι υπόσχονται», σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση των ερευνητικών υπηρεσιών του Κογκρέσου των ΗΠΑ, που συνέγραψαν οι Κέρρυ Νταμπώ και Μαρκ Π. Σάλλιβαν.
H Κίνα έχει επενδύσει επίσης στην ενέργεια, τις πρωτογενείς πηγές και τα τρόφιμα στο Περού και τη Χιλή. Ο Κολομβιανός πρόεδρος Αλβάρο Ουρίμπε ταξίδεψε στην Κίνα στα μέσα Απριλίου του 2005 προωθώντας την αύξηση των επενδύσεων στη χώρα του.
Γιατί οι Κινέζοι ηγέτες επέλεξαν στα τέλη του 2004 και στις αρχές του 2005 να κάνουν αυτήν την πολυέξοδη «τουρνέ» στα διάφορα λατινοαμερικανικά έθνη; Κατ’ αρχάς, μπορεί να είχαν παρατηρήσει ότι οι λατινοαμερικανικές κυβερνήσεις δεν είναι και πολύ πρόθυμες πλέον να υπογράψουν την συμφωνία για την Ζώνη Ελευθέρων Ανταλλαγών της Αμερικής που υποστηρίζουν οι Η.Π.Α., όπως είχαν κάνει με την NAFTA κατά το 1990.
Επειδή το μοντέλο ελεύθερο εμπόριο-ελεύθερη αγορά απέτυχε, όπως είχε προβλεφθεί (οδήγησε την Αργεντινή στην πτώχευση), κόμματα που αμφισβητούν το οικονομικό πρότυπο της Ουάσιγκτον έχουν ανέλθει τώρα στην εξουσία στην Ουρουγουάη, την Αργεντινή, τη Βραζιλία, τη Βενεζουέλα και την Κούβα. Η Βολιβία και το Εκουαδόρ ενδέχεται να είναι τα επόμενα κράτη. Εάν δε ο ριζοσπαστικός δήμαρχος της πόλης του Μεξικού Λόπεζ Ομπρεδόρ επιτύχει τη νίκη στις προεδρικές εκλογές του 2006 (σήμερα συγκεντρώνει τα μεγαλύτερα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις), οι εμπορικές συμφωνίες που στηρίζονται από τις ΗΠΑ στην περιοχή ενδέχεται να καταποντιστούν.
Επιπλέον, η προσφορά πετρελαίου δεν αναμένεται να ξεπεράσει τη ζήτηση στο άμεσο μέλλον. Λαμβάνοντας υπόψη αυτό το κλίμα, η προοπτική του να αποκτήσει η Κίνα πρόσβαση σε πηγές πετρελαίου και φυσικού αερίου στην αυλή των ΗΠΑ έχει θορυβήσειτο καθεστώς του Μπους, το οποίο παραμένει απασχολημένο με το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Β. Κορέα και το Ιράν, την ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλειας και την ποινικοποίηση της άμβλωσης.
Ανατροπή σε 35 χρόνια
Κάτω από την ηγεσία του Μπους, οι ΗΠΑ παραμέλησαν τα εθνικά συμφέροντά τους και ενεπλάκησαν σε αυτοκρατορικές περιπέτειες στη Μέση Ανατολή. Ενώ το Πεκίνο επενδύει στρατηγικά, η Ουάσιγκτον σπαταλάει τους πόρους της σε μια πολιτική που μόνο επιπλέον μείωση του εθνικού πλούτου μπορεί να επιφέρει.
Η Λατινική Αμερική έχει πει «αρκετά!» στο αμερικανικό πρότυπο ανάπτυξης. Στην Αργεντινή, τη Βραζιλία, την Ουρουγουάη, την Βενεζουέλα και τη Βολιβία, οι πρόεδροι που ενστερνίστηκαν το νόημα που δίνει στην ανάπτυξη το «Διεθνές Νομισματικό Ταμείο» πήραν τα παπούτσια στο χέρι και χρειάστηκε να αναζητήσουν κάποια νέα απασχόληση. Αυτό έπρεπε ήδη να είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για την Ουάσιγκτον.
Αντιθέτως, η Κίνα έχει συμπεριφερθεί κατά τρόπο φιλικό και πολιτισμένο και έχει επενδύσει ακριβώς προς την κατεύθυνση των πηγών που θα χρειαστεί τα επόμενα χρόνια. Κατά τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, οι κυρίαρχες οικονομίες θα ανταγωνίζονται για τα καύσιμα που κινούν τις μηχανές παραγωγής και διανομής τους. Θα χρειαστούν αρκετές ψυχρολουσίες για να ταρακουνηθούν οι ονειροφαντασμένοι πολιτικοί του Λευκού Οίκου που διεξάγουν πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον ξένων εδαφών και απειλούν τις κυβερνήσεις που δεν συμμερίζονται την παγκόσμια οπτική τους, όπως η Βενεζουέλα και η Κούβα. Το μέλλον για τις ΗΠΑ είναι δυσοίωνο.
Η Κίνα, από την άλλη, προφανώς βλέπει το μέλλον της στις ΗΠΑ και στις λατινοαμερικανικές αγορές, κάτι που συνιστά στροφή 180 μοιρών σε σχέση με την προ 35 χρόνων περίοδο, όταν οι ΗΠΑ και οι περισσότερες υποτελείς σ’ αυτήν κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής αρνούνταν να αναγνωρίσουν την Κίνα. Το 1975, το κινέζικο εμπόριο στην περιοχή ανήλθε στα 200 εκατ. δολάρια. Το 2004, το εμπόριο μεταξύ της Κίνας και της Αμερικής (εκτός ΗΠΑ) εκτινάχθηκε σε νούμερα πλέον των 40 δισ. δολαρίων. Η Κίνα έχει γίνει ένας από τους σημαντικότερους παίκτες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, την οποία οι Αμερικανοί ηγέτες προώθησαν χωρίς να σκεφθούν ότι η αναδυόμενη αυτή δύναμη ίσως εκμεταλλευτεί την ευκαιρία να κινηθεί στα δικά τους χωράφια.
Ενώ οι ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησης των Η.Π.Α. σιωπηρά παρακολουθούν με απογοήτευση τις κινήσεις της Κίνας στην ίδια την «αυλή» τους, κάποιοι δημοσιογράφοι έχουν αρχίσει να αναφέρονται στην επενδυτική εισβολή της Κίνας. Η Κίνα, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Γκάρυ Μαρξ της εφημερίδας Σικάγο Τρίμπιουν, «συνάπτει συμμαχίες με πολλές αναπτυσσόμενες χώρες για να σταθεροποιήσει τη θέση της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), να ενδυναμωθεί στην παγκόσμια πολιτική σκηνή και να ενεργήσει ως αντιστάθμισμα στην αμερικάνικη ισχύ».
Πράγματι, η Κίνα έχει πετύχει να εξαναγκάσει τις ΗΠΑ σε μια «πολιτική ανοικτών θυρών», παρόμοια με αυτήν που διαμορφώθηκε το 1898 από τον Υπουργό Εξωτερικών Χέυ. Οι Κινέζοι ηγέτες απαντούν εμμέσως στην Ουάσιγκτον με αυτό που είχε γράψει ο υπουργός Εξωτερικών Έντουιν Ουλ στον τότε πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Κίνα το 1895: «Αυτή η χώρα αναμένει ισότιμα και ελεύθερα εμπορικά ανταλλάγματα».
Τώρα η Κίνα αναμένει από τις ΗΠΑ να προσφέρουν αυτές τα «ισότιμα και ελεύθερα ανταλλάγματα». Ο γερουσιαστής Ρίτσαρντ Λούγκαρ επικεφαλής της επιτροπής των εξωτερικών σχέσεων της Γερουσίας, ανησυχεί έντονα για τις αντιφάσεις που προέκυψαν από τις νέες συμφωνίες της Βενεζουέλας με την Κίνα. Όπως και άλλοι συνετοί και αληθινά συντηρητικοί ρεπουμπλικάνοι, ο Λούγκαρ αναρωτιέται αν η επιθετική ρητορική και οι ενέργειες του Μπους εναντίον του Τσάβες μπορούν να οδηγήσουν την Βενεζουέλα σε αντίποινα ώστε να αποστερήσει από τις ΗΠΑ τις απαραίτητες πηγές πετρελαίου. Τελικά, η Κίνα θα εκμεταλλευτεί την απραξία των ΗΠΑ στον τομέα της αγοράς.
«Εδώ και πολλά χρόνια, το ημισφαίριο αποτελεί χαμηλή προτεραιότητα για τις ΗΠΑ», επισημαίνει κάποιος υφιστάμενος του Λούγκαρ στην εφημερίδα Νιου Γιόρκ Τάϊμς. «Οι Κινέζοι εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι δεν προσέχουμε όσο πρέπει τη Λατινική Αμερική».
Επιπλέον η Κίνα έχει ανατρέψει την πολιτική της Ουάσιγκτον να οδηγήσει την Κούβα σε λιμοκτονία. Οι Kινέζοι ηγέτες δέσμευσαν μεγάλες πιστώσεις για το κουβανικό νικέλιο. Με αυτό τον τρόπο, το Πεκίνο υποστηρίζει τους εχθρούς των ΗΠΑ, τον Τσάβες και τον Κάστρο, καθώς το αμερικάνικο γόητρο καταρρέει στην ίδια την αυλή των Η.Π.Α. Στη Λατινική Αμερική η Κίνα χρησιμοποιεί το τέχνασμα των «ανοικτών θυρών» ενάντια στις ΗΠΑ, όπως κάποτε οι ΗΠΑ το χρησιμοποίησαν ενάντια στην Ευρώπη για να αποκτήσουν πρόσβαση στους πόρους και την εργασία της Κίνας..
Μήπως λοιπόν η παγκοσμιοποίηση δεν συνεπάγεται ότι όλοι συμμετέχουν ισότιμα στο παιχνίδι του εμπορίου;
23 Ιουνίου 2005
Επιμέλεια: Γ.Κ.
*Ο Σαούλ Λαντάου είναι συντάκτης του περιοδικού Foreign Policy In Focus. (www.fpif.org). Είναι συγγραφέας του βιβλίου Dangerous Doctrine: National Security and U.S. Foreign Policy (Επικίνδυνο Δόγμα: Εθνική ασφάλεια και αμερικανική εξωτερική πολιτική). Είναι συνεργάτης του Ινστιτούτου Πολιτικών Επιστημών και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο CalPolyPomona. Το παρόν κείμενο είναι μια αναθεωρημένη έκδοση ενός άρθρου που εμφανίστηκε στο Progressο Weekly.