Αρχική » Ήρθε το τέλος της Ιντιφάντα

Ήρθε το τέλος της Ιντιφάντα

από Άρδην - Ρήξη

του Israel Samir, από το Άρδην τ. 50, Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2004

Η πα­λαι­στι­νια­κη ιντι­φαντα α­πο­τε­λεί πα­ρελ­θόν και οι Πα­λαι­στί­νιοι ητ­τή­θη­καν”, δή­λω­σε ο Α­με­ρι­κα­νο­ε­βραί­ος αρ­θρο­γρά­φος Charles Krau­thammer στην ε­φη­με­ρί­δα Washington Post (18 Ιου­νί­ου 2004). “Η έ­νο­πλη α­ντί­στα­ση α­πο­δυ­να­μώ­θη­κε και δεν ση­μειώ­νο­νται πλέ­ον ε­πι­θέ­σεις κα­τά Ισ­ρα­η­λι­νών πο­λι­τών. Οι Πα­λαι­στί­νιοι υ­πέ­κυ­ψαν χά­ρη στη δο­λο­φο­νί­α της πα­λαι­στι­νια­κής η­γε­σί­ας και στο Τεί­χος που φυ­λά­κι­σε αυ­τούς τους α­πει­θάρ­χη­τους αυ­τό­χθο­νες στα γκέ­το”, έ­γρα­ψε ο έν­θερ­μος σιω­νι­στής.

Εί­ναι πράγ­μα­τι α­λή­θεια; Ήρ­θε το τέ­λος της α­ντί­στα­σης και η Ιε­ρή Γη πα­ρα­δό­θη­κε στον νι­κη­τή; Οι ι­σχυ­ρι­σμοί α­λη­θεύ­ουν εν μέ­ρει:

Το ζή­τη­μα της Πα­λαι­στί­νης δεν μπο­ρεί να δια­χω­ρι­στεί α­πό το γε­νι­κό­τε­ρο πλαί­σιο: η μά­χη για την Πα­λαι­στί­νη ξε­κί­νη­σε α­πό την Ιε­ρου­σα­λήμ και τη Γά­ζα, αλ­λά τώ­ρα μαί­νε­ται στη Φα­λού­τζα και την Καρ­μπά­λα, πα­ρά τον διο­ρι­σμό πρά­κτο­ρα της CIA ως διοι­κη­τή του “α­νε­ξάρ­τη­του Ι­ράκ”. Πριν ε­πι­στρέ­ψει στην Ιε­ρου­σα­λήμ, ο πό­λε­μος κα­τά της κυ­ριαρ­χί­ας των α­με­ρι­κα­νο­ε­βραί­ων θα ε­πε­κτα­θεί εν­δε­χο­μέ­νως στην Τε­χε­ρά­νη, τη Δα­μα­σκό α­κό­μη και σε ευ­ρω­πα­ϊ­κές πρω­τεύ­ου­σες. Ω­στό­σο η Ι­ντι­φά­ντα –γε­γο­νός που δεν προ­κα­λεί κα­μί­α έκ­πλη­ξη– έ­χει α­το­νή­σει.

Α­πό ά­πο­ψη στρα­τιω­τι­κής ι­σχύ­ος, το ε­βρα­ϊ­κό κρά­τος δεν έ­χει α­ντί­πα­λο στη Μέ­ση Α­να­το­λή, και ό­χι μό­νο. Ο­πλι­σμέ­νοι μέ­χρι τα δό­ντια, δια­θέ­το­ντας τα πιο ε­ξε­λιγ­μέ­να α­με­ρι­κα­νι­κά ο­πλι­κά συ­στή­μα­τα κα­θώς και πυ­ρη­νι­κά, χη­μι­κά και βιο­λο­γι­κά ό­πλα μα­ζι­κής κα­τα­στρο­φής, οι Ισ­ρα­η­λι­νοί εί­ναι πι­θα­νώς ι­κα­νοί ν’ α­να­με­τρη­θούν με ο­ποιον­δή­πο­τε στρα­τό στον κό­σμο. Στον στρα­τό υ­πη­ρε­τούν ό­λοι οι Ισ­ρα­η­λι­νοί, ά­ντρες και γυ­ναί­κες, και τα στρα­τιω­τι­κά τους αν­δρα­γα­θή­μα­τα α­πο­τε­λούν κα­θο­ρι­στι­κό πα­ρά­γο­ντα της ε­παγ­γελ­μα­τι­κής τους ε­ξέ­λι­ξης, α­πό υ­πουρ­γό έ­ως κομ­μώ­τρια. Η μι­λι­τα­ρι­στι­κή κοι­νω­νί­α των ε­ποί­κων εύ­κο­λα ε­ξου­δε­τέ­ρω­σε τον πλή­ρως ά­ο­πλο αυ­τό­χθο­να πλη­θυ­σμό.

Το πιο συ­νη­θι­σμέ­νο ό­πλο των Πα­λαι­στι­νί­ων α­πο­τε­λούν οι πέ­τρες που μα­ζεύ­ουν α­πό τη λο­φο­πλα­γιά. Οι πε­ρί­φη­μες “ε­πι­θέ­σεις αυ­το­κτο­νί­ας” ή­ταν, κυ­ρί­ως, εκ­δή­λω­ση του α­δά­μα­στου πνεύ­μα­τός τους πα­ρά α­πει­λή κα­τά του Ισ­ρα­ήλ. Α­πό στρα­τιω­τι­κής ά­πο­ψης δε, δεν ή­ταν τί­πο­τα πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό μια ε­νό­χλη­ση. Πε­ρισ­σό­τε­ροι Ισ­ρα­η­λι­νοί έ­χα­ναν τη ζω­ή τους σε κοι­νά τρο­χαί­α α­τυ­χή­μα­τα πα­ρά α­πό τους Πα­λαι­στί­νιους, κα­νείς α­πό τους ο­ποί­ους δεν εί­χε στρα­τιω­τι­κή εκ­παί­δευ­ση. Α­πο­κομ­μέ­νος α­πό τον έ­ξω κό­σμο, ο Πα­λαι­στί­νιος δεν εί­χε τη δυ­να­τό­τη­τα ν’ α­πο­κτή­σει ό­πλα ε­κτός α­πό αυ­τά που δια­κι­νού­νται λα­θραί­α α­πό τους α­πο­στά­τες ε­ποί­κους. Δεν εί­ναι ά­ξιο α­πο­ρί­ας λοι­πόν το γε­γο­νός ό­τι δεν μπο­ρού­σε να κα­τι­σχύ­σει των χα­λύ­βδι­νων θω­ρά­κων των αρ­μά­των και των α­έ­ρος – ε­δά­φους, κα­τευ­θυ­νό­με­νων α­πό λέ­ι­ζερ, πυ­ραύ­λων.
Ε­κτός αυ­τού, οι Ε­βραί­οι έ­χουν στη διά­θε­σή τους έ­να πα­νί­σχυ­ρο μυ­στι­κό ό­πλο –την προ­θυ­μί­α τους να ε­ρη­μώ­σουν τη γη. Τα κα­λο­σχε­δια­σμέ­να τους αρ­τε­σια­νά πη­γά­δια κα­τέ­στρε­ψαν τις πη­γές και με­τέ­τρε­ψαν την Ιε­ρή Γη σε ά­νυ­δρη έ­ρη­μο. Αυ­τήν την ε­βδο­μά­δα περ­πά­τη­σα κα­τά μή­κος της κοί­της του Γκορ (Α­ρου­γκότ στα ε­βρα­ϊ­κά), ε­νός χει­μάρ­ρου με συ­νε­χή ρο­ή άλ­λο­τε. Τό­πος δια­βί­ω­σης της α­ντι­λό­πης και της λε­ο­πάρ­δα­λης, η πη­γή αυ­τή στέ­ρε­ψε, κα­θώς το πλη­σιέ­στε­ρο κι­μπούτ­ς του Α­ϊν Γκε­ντί διά­νοι­ξε πη­γά­δι και το­πο­θέ­τη­σε σω­λή­να για τη συλ­λο­γή του νε­ρού το ο­ποί­ο στη συ­νέ­χεια εμ­φια­λώ­νε­ται και πω­λεί­ται στο Τελ Α­βίβ. Οι γα­λή­νιες πλα­γιές της Σα­μά­ρειας πα­ρα­μορ­φώ­θη­καν α­πό τους νέ­ους δρό­μους που ο­δη­γούν σε νέ­α ε­βρα­ϊ­κά προ­ά­στια. Το βό­ρειο τμή­μα της Λω­ρί­δας της Γά­ζας, έ­νας κα­τα­πρά­σι­νος τό­πος με ευω­δια­στούς ο­πω­ρώ­νες, με­τα­τρά­πη­κε στη σκο­τει­νή ε­ρη­μιά της Μόρ­ντορ2 με τα α­πο­μει­νά­ρια των κα­μέ­νων δέ­ντρων να σι­γο­καί­γο­νται α­κό­μη. Στην ε­ρη­μω­μέ­νη γη οι έ­ποι­κοι ε­πι­κρα­τούν ε­πί των ντό­πιων.

Ε­ντού­τοις, η δή­λω­ση θριάμ­βου του Krau­thammer εί­ναι α­κό­μη πρό­ω­ρη. Αυ­τή η α­ντι­πα­ρά­θε­ση εποί­κων – ντό­πιων για την α­γα­πη­μέ­νη γη της Πα­λαι­στί­νης, μου θυ­μί­ζει την Ι­στο­ρί­α ε­νός Ιπ­πό­τη, αυ­τό το πρώ­το λο­γο­τε­χνι­κό ε­πί­τευγ­μα του Τσώ­σερ α­πό την ώ­ρι­μη πε­ρί­ο­δό του, στο ο­ποί­ο πα­ρα­τί­θε­ται η ι­στο­ρί­α δύ­ο α­δερ­φών, του Αρ­χύ­τη και του Πα­λαί­μο­να, που δια­κα­τέ­χο­νται α­πό σφο­δρό ε­ρω­τι­κό πά­θος για την κό­ρη του βα­σι­λιά, Αι­μι­λί­α, με “το ο­λό­δρο­σο σαν τα νιό­βγαλ­τα μπου­μπού­κια του Μά­η, τό­σο ευ­γε­νι­κό και τα­πει­νό, το λου­σμέ­νο στο νε­ρό του πη­γα­διού κορ­μί”.

Για να κερ­δί­σουν το χέ­ρι της, ο Αρ­χύ­της κά­νει έκ­κλη­ση στο Θε­ό του Πο­λέ­μου και ο Πα­λαί­μο­νας ε­κλι­πα­ρεί τη Θε­ά του Έ­ρω­τα. Σ’ αυ­τή την α­πο­φα­σι­στι­κή α­να­μέ­τρη­ση, ο Αρ­χύ­της, με την κα­θο­δή­γη­ση του Ά­ρη, υ­πε­ρι­σχύ­ει του ε­ρω­το­χτυ­πη­μέ­νου Πα­λαί­μο­να, αλ­λά ού­τε η δι­κή του μοί­ρα ή­ταν να νυμ­φευ­τεί την ό­μορ­φη κό­ρη. Με­τά α­πό τον στρα­τιω­τι­κό του θρί­αμ­βο κα­τέρ­ρευ­σε και πέ­θα­νε αιφ­νί­δια. Ο Θε­ός του Πο­λέ­μου εί­χε τη δύ­να­μη να ε­πι­φέ­ρει τη νί­κη, η Θε­ά του Έ­ρω­τα ό­μως μπο­ρού­σε να πα­ρα­δώ­σει την κό­ρη. Ο ευ­γε­νι­κός Βα­σι­λιάς έ­δω­σε την κό­ρη του στον ητ­τη­μέ­νο Ιπ­πό­τη και “μέ­σα σε α­τμό­σφαι­ρα ευ­δαι­μο­νί­ας πλημ­μυ­ρι­σμέ­νη α­πό χαρ­μό­συ­νες με­λω­δί­ες, αυ­τός, ο Πα­λαί­μο­νας, νυμ­φεύ­τη­κε την Αι­μι­λί­α”, κα­τα­λή­γει ο Τσώ­σερ. Με αυ­τόν τον τρό­πο ο Άγ­γλος βάρ­δος προ­φή­τευ­σε έ­να γε­γο­νός α­προσ­δό­κη­το για τον πραγ­μα­τι­στή Krauthammer: η γη πα­ρα­μέ­νει στους αν­θρώ­πους της που την α­γα­πούν, α­κό­μη και αν ητ­τη­θούν στρα­τιω­τι­κά α­πό τους α­ντι­πά­λους τους.

Για­τί η γη πρέ­πει να α­γα­πιέ­ται ό­πως η Αι­μι­λί­α α­γα­πή­θη­κε α­πό τον Πα­λαί­μο­να, ό­πως μια γυ­ναί­κα α­γα­πιέ­ται α­πό έ­ναν ά­ντρα. Και μια τέ­τοια α­γά­πη υ­περ­βαί­νει τις δυ­νά­μεις των πε­ρισ­σό­τε­ρων Ε­βραί­ων. Για κά­ποιους α­πό αυ­τούς η Πα­λαι­στί­νη συμ­βο­λί­ζει την υ­πό­σχε­ση του Θε­ού προς τον λα­ό του Ισ­ρα­ήλ ή την ε­παγ­γε­λί­α της έ­λευ­σης του Μεσ­σί­α, αλ­λά μια τέ­τοια συμ­βο­λι­κή α­γά­πη εί­ναι κα­τα­δι­κα­σμέ­νη να α­πο­τύ­χει. Ό­μοια, έ­νας Γάλ­λος φί­λος μου, σο­σια­λι­στής, πα­ντρεύ­τη­κε μια Ρω­σί­δα, κα­θώς συμ­βό­λι­ζε για αυ­τόν τον Κομ­μου­νι­σμό και τον Ντο­στο­γιέφ­σκι, αλ­λά ο γά­μος τους κα­τέρ­ρευ­σε κά­τω α­πό το βα­ρύ φορ­τί­ο του συμ­βο­λι­σμού. Έ­νας Άγ­γλος φί­λος μου, πο­λι­τι­κός, πα­ντρεύ­τη­κε για να α­πο­κρύ­ψει τις σε­ξουα­λι­κές του προ­τι­μή­σεις. Εί­χε βα­ρε­θεί να ε­ξη­γεί στους ψη­φο­φό­ρους του τους λό­γους για τους ο­ποί­ους δεν πα­ντρευό­ταν. Έ­τσι λοι­πόν, πολ­λοί Ε­βραί­οι μπή­καν στον πει­ρα­σμό να α­σπα­στούν τον σιω­νι­σμό, κα­θώς εί­χαν κου­ρα­στεί να ε­ξη­γούν για­τί δεν εί­χαν δι­κή τους γη. Αλ­λά αυ­τή η κό­πω­ση α­πο­τε­λεί σα­θρό θε­μέ­λιο για έ­να τέ­τοιο γά­μο α­φού ο προ­ο­ρι­σμός μιας γνή­σιας γυ­ναί­κας, μιας α­ληθι­νής γης, δεν εί­ναι να πα­ρέ­χουν τέ­τοιες δι­καιο­λο­γί­ες.


Και το χει­ρό­τε­ρο απ’ ό­λα εί­ναι η ύ­παρ­ξη και άλ­λων που συμ­με­ρί­ζο­νται τις α­πό­ψεις του Krauthammer. Πρό­κει­ται για τους Α­με­ρι­κα­νο­ε­βραί­ους που πι­στεύ­ουν ό­τι μια γη που δεν ορ­γώ­θη­κε και δεν σπάρ­θη­κε τους α­νή­κει για­τί αυ­τό εί­ναι δι­κό τους κα­τόρ­θω­μα, που θε­ω­ρούν την Ιε­ρή Γη σαν μια ε­ξο­χι­κή κα­τοι­κί­α που σπα­νί­ως ε­πι­σκέ­πτο­νται –αυ­τό που νιώ­θουν δεν εί­ναι η α­γά­πη αλ­λά η ζή­λια ε­νός α­νί­κα­νου σουλ­τά­νου προς τη νε­α­ρή σκλά­βα που α­γό­ρα­σε.
Οι έ­ποι­κοι α­πέ­δει­ξαν την έλ­λει­ψη της α­γά­πης τους το 1980 ό­ταν α­πο­σύρ­θη­καν α­πό το Σι­νά. Κα­τά την α­πο­χώ­ρη­σή τους α­πό τις πε­ριο­χές αυ­τές, με­τά α­πό τη σύ­ντο­μη δια­μο­νή τους, α­φά­νι­σαν ο­τι­δή­πο­τε μπο­ρού­σαν να βά­λουν στο χέ­ρι, α­να­τί­να­ξαν κά­θε σπί­τι, ι­σο­πέ­δω­σαν κά­θε πε­ρι­βό­λι και α­μπε­λώ­να που καλ­λιερ­γή­θη­κε α­πό τα χέ­ρια ντό­πιων ή ξέ­νων. Και τώ­ρα, ε­νώ πραγ­μα­το­ποιεί­ται η συ­ζή­τη­ση για την α­πο­μά­κρυν­σή τους α­πό τη Γά­ζα, οι έ­ποι­κοι ορ­κί­ζο­νται ό­τι θα α­φα­νί­σουν κά­θε ί­χνος ζω­ής α­πό τα ε­δά­φη τους πριν τα πα­ρα­δώ­σουν στους μι­ση­τούς ντό­πιους. Δεν εί­ναι τρό­πος αυ­τός να φέ­ρε­σαι σε μια γη α­γα­πη­μέ­νη: έ­νας ποι­η­τής ξε­τυ­λί­γει την τρυ­φε­ρό­τη­τά του προς την α­γα­πη­μέ­νη του σαν έ­να χα­λί κά­τω α­πό τα πό­δια της ό­ταν ε­κεί­νη τον ε­γκα­τα­λεί­πει και της εύ­χε­ται να εί­ναι ευ­τυ­χι­σμέ­νη με το νέ­ο της ταί­ρι και “ν’ α­γα­πη­θεί ό­σο την α­γά­πη­σε και αυ­τός”.


Πράγ­μα­τι, οι Πα­λαι­στί­νιοι πο­τέ δεν προ­κά­λε­σαν φθο­ρές στα σπί­τια και τους κή­πους τους ό­ταν ε­ξα­να­γκά­στη­καν να φύ­γουν, και τα πα­νέ­μορ­φα πα­λιά α­ρα­βι­κά κτί­ρια στο Ταλ­μπιέ και το Α­ϊν Κα­ρί α­πο­τε­λούν τρα­ντα­χτές α­πο­δεί­ξεις της α­στεί­ρευ­της α­γά­πης των ι­διο­κτη­τών τους. Ό­χι μό­νο η πί­στη τους για εν­δε­χό­με­νη ε­πι­στρο­φή τούς α­πέ­τρε­ψε α­πό το να πυρ­πο­λή­σουν τα δέ­ντρα και να κα­τα­κά­ψουν τα σπί­τια τους πριν κα­τα­φύ­γουν στους προ­σφυ­γι­κούς κα­ταυ­λι­σμούς του Λι­βά­νου και της Γά­ζας, αλ­λά και η α­νι­διο­τε­λής τους α­γά­πη για τη γη και τα δέ­ντρα.


Η Ιε­ρή Γη α­πο­τε­λεί έ­να έρ­γο κοι­νό του Θε­ού και των αν­θρώ­πων της. Αυ­τός τη δη­μιούρ­γη­σε και αυ­τοί την υ­πη­ρε­τούν, φτιά­χνουν τα σπί­τια της, σκα­λί­ζουν τις ε­λιές της και λα­τρεύ­ουν τον Κύ­ριο στα ιε­ρά της μέ­ρη. Ό­πως ο ητ­τη­μέ­νος Πα­λαί­μο­νας κέρ­δι­σε την α­γα­πη­μέ­νη του Αι­μι­λί­α, οι νι­κη­μέ­νοι θα κλη­ρο­νο­μή­σουν τη γη. Ε­νώ οι νι­κη­τές στη μά­χη θα χα­θούν ε­κτός και αν πα­ρα­δο­θούν στη Θε­ά του Έ­ρω­τα, ε­κτός και αν α­γα­πή­σουν τη γη και τους αν­θρώ­πους της.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Geoffrey Chaucer, 1340-1400. Εί­ναι η σπου­δαιό­τε­ρη μορ­φή της αγ­γλι­κής λο­γο­τε­χνί­ας πριν α­πό τον Σαίξ­πηρ και θε­ω­ρεί­ται ο πα­τέ­ρας της αγ­γλι­κής ποί­η­σης. Το α­ρι­στούρ­γη­μα του Τσώ­σερ, Τα α­φη­γή­μα­τα του Κά­ντερ­μπε­ρυ, μια συ­να­γω­γή εί­κο­σι δύ­ο ι­στο­ριών, άρ­χι­σε να γρά­φε­ται γύ­ρω στο 1387 και έ­μει­νε α­τέ­λειω­το ό­ταν πέ­θα­νε ο ποι­η­τής. Η Ι­στο­ρί­α ε­νός Ιπ­πό­τη εί­ναι μια εκ των α­φη­γη­μά­των αυ­τών.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ