του Ν. Τσόμσκι, από το Άρδην τ. 33-34, Φεβρουάριος 2002
Μετά την εισβολή στον Λίβανο, το Ισραήλ κινήθηκε αστραπιαία προκειμένου να διασφαλίσει τον ρόλο του ως “στρατηγικού πλεονεκτήματος” των Η.Π.Α. αλλά και για να ενδυναμώσει τη διεθνή του θέση μέσα από τη βελτίωση των σχέσεών του με τους συμμάχους του (οι οποίοι, καθόλου τυχαία, είναι και σύμμαχοι των Η.Π.Α) στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Επρόκειτο για μια αναζωογόνηση των σχέσεων που είχαν διαμορφωθεί κάτω από την κηδεμονία της CIA το 1960. Ο υπουργός εξωτερικών Γιτζάκ Σαμίρ επισκέφτηκε τον στρατηγό Μομπούτου στο Ζαΐρ και τον ενημέρωσε ότι, πέρα από την άμεση στρατιωτική και τεχνική βοήθεια, “το Ισραήλ θα βοηθήσει το Ζαΐρ, μέσα από την επιρροή της εβραϊκής κοινότητας των Η.Π.Α, να βελτιώσει τη διεθνή του εικόνα”. Αυτό είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό ζήτημα, μιας και η εικόνα του διεφθαρμένου και αιματοβαμμένου καθεστώτος δεν ήταν και η καλύτερη, ενώ όπως ο Μομπούτου εξήγησε: “Οι βασικοί ανταγωνιστές του Ζαΐρ στις Η.Π.Α είναι οι Εβραίοι γερουσιαστές”. Σ’ αυτήν την επισήμανση ο Σαμίρ απάντησε ότι: “Οι Εβραίοι κατακρίνουν εξίσου κι εμάς ”, ενώ συνέχισε λέγοντας ότι, “με τη συνεργασία των Ισραηλιτικών ομάδων και με τα κεφάλαια που θα αποστείλει η εβραϊκή κοινότητα των Η.Π.Α, θα έχω τη δυνατότητα να σας βοηθήσω” υλικά, στρατιωτικά, πολιτικά. Ο Μομπούτου εξέφρασε την ικανοποίησή του για την παροχή στρατιωτικής εκπαίδευσης από Ισραηλινούς (αποδέκτης της οποίας ήταν κυρίως η προεδρική του φρουρά), καθώς και για την αποστολή Κινέζων και Γάλλων συμβούλων. Τον Ιανουάριο του 1983, ο υπουργός Άμυνας, Αριέλ Σαρόν, επισκέφτηκε το Ζαΐρ προκειμένου να υπογράψει μια συμφωνία αναδιοργάνωσης του στρατού της χώρας από τους Ισραηλινούς. (…) Ο Σαρόν δήλωσε ότι το πρόγραμμα αυτό (το οποίο θα πρέπει να παραμείνει μυστικό) αποτελεί “μια συνεισφορά στις ισραηλινές εξαγωγές εξοπλισμών” που θα στρέψει κι άλλες αφρικανικές χώρες προς το Ισραήλ για βοήθεια.1
Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, ο Σαρόν είχε επισκεφθεί την Ονδούρα για να “ενισχύσει τις σχέσεις με μια φιλική χώρα που έδειξε ενδιαφέρον για τα αμυντικά μας συστήματα”. Το ισραηλινό ραδιόφωνο ανέφερε ότι το Ισραήλ είχε βοηθήσει την Ονδούρα να αποκτήσει την ισχυρότερη αεροπορική δύναμη στην Κεντρική Αμερική και σημείωσε ότι “το ταξίδι του Σαρόν προκάλεσε ερωτήματα για το εάν το Ισραήλ δρα στην Ονδούρα ως πληρεξούσιος των Η.Π.Α”. “Επίσης αναφέρθηκε ότι Ισραηλινοί σύμβουλοι πήραν μέρος στην εκπαίδευση των πιλότων της Ονδούρας.”2(…) Μια κυβερνητική υπηρεσία της Ονδούρας δήλωσε ότι η επίσκεψη του Σαρόν στην Ονδούρα υπήρξε πιο αποδοτική από την αντίστοιχη που πραγματοποίησε ο Ρέιγκαν λίγο καιρό πριν, αφού ο Σαρόν “μας πούλησε όπλα” ενώ “ο Ρέιγκαν αρκέστηκε σε κοινοτοπίες, εξηγώντας ότι το Κογκρέσο του απαγόρευσε να πράξει περισσότερα”.
Οι υπηρεσίες που προσέφερε το Ισραήλ στην Κεντρική Αμερική ήταν υπολογίσιμες, αφού συμπεριλάμβαναν τη Νικαράγουα (υπό το καθεστώς του Σομόζα), τη Γουατεμάλα, το Ελ Σαλβαδόρ, την Ονδούρα και πρόσφατα την Κόστα Ρίκα, όταν με την άνοδο του Luis Alberto Monge στην εξουσία άρχισε να κινείται στην ίδια κατεύθυνση μ’ αυτήν της αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή. Η συνεισφορά του Ισραήλ στις στρατιωτικές δυνάμεις της Γουατεμάλας και της Ονδούρας υπήρξε σημαντική: Επειδή τα καθεστώτα αυτά ανήλθαν στην εξουσία μέσω της παρέμβασης των Η.Π.Α, αντιμετώπιζαν δυσκολίες στην απόκρουση του αντάρτικου, ενώ ταυτόχρονα, οι περιορισμοί που έθετε το Κογκρέσο στην άμεση στρατιωτική βοήθεια από τις Η.Π.Α, εξαιτίας των παραβιάσεων στα ανθρώπινα δικαιώματα, καθιστούσαν δύσκολη την άμεση στρατιωτική στήριξη αυτών των ανοικτά δολοφονικών καθεστώτων. Στην περίπτωση της Ονδούρας, οι φανερές προσπάθειες του Ρέιγκαν να υποθάλψει την αναταραχή υποστηρίζοντας τις επιδρομές της Εθνικής Φρουράς του Σομόζα, στη Νικαράγουα, όπου βασάνιζαν και κατέστρεφαν με τις μεθόδους που τους εκπαίδευσαν οι Η.Π.Α, δυσχέραινε περισσότερο την κατάσταση3.
Οι υπηρεσίες του Ισραήλ επεκτάθηκαν, εκτός από τη Μέση Ανατολή, την Αφρική, τη Λατινική Αμερική, και στην Ασία. Σε μια περίπτωση, το Ισραήλ προμήθευσε με αμερικανικά αεροπλάνα την Ινδονησία, όταν τα όπλα της χώρας είχαν εξαντληθεί στη γενοκτονία των κατοίκων του Τιμόρ, ενώ η Υπηρεσία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενώ φρόντιζε να προμηθεύσει με κάθε μέσο τον οπλισμό για τη διεκπεραίωση της αποστολής, ανησυχούσε μήπως ο τύπος εγκαταλείψει το ρόλο του συνεργού σ’ αυτή τη σφαγή4.