του Χεμαγιάκ Χοβαννεσίαν, από το Άρδην τ. 4 Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1996
(εμπειρογνώμωνας του Ρωσικού Κοινοβουλίου επί θεμάτων Καυκάσου και πρόεδρος της Ένωσης Επιστημόνων της Αρμενίας – την μετάφραση έκανε ο Ιωσήφ Κασεσιάν)
Σε ότι αφορά την πολιτική της Τουρκίας έναντι των ζωτικών συμφερόντων και της παραδοσιακής επιρροής της Ρωσίας, στα πλαίσια µιας διάλεξης, δεν είναι δυνατό να δοθεί παρά µόνο ένα περίγραµμα των προερχόµενων από την τουρκική πολιτική κινδύνων. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι πολλοί και ποικίλοι για τους γειτονικούς λαούς. Ωστόσο, όλοι απορρέουν από µια βασική στρατηγική την οποία η Τουρκία ακολουθεί σε κρατικό επίπεδο, µε συνέπεια και εμμονή. Η εν λόγω στρατηγική αποβλέπει στην αποσταθεροποίηση των γειτονικών κρατών, µέχρι του σηµείου της δηµιουργίας προὐποθέσεων διάλυσής τους µέσω της εκµετάλλευσης των εθνικιστικώντάσεων των τουρκοφώνων πληθυσμµών τους.
Βλέπουμε τα αποτελέσµατα αυτής της στρατηγικής στην Κύπρο, στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στην Κριμαία, στην Υπερκαυκασία, στο Καζαχστάν και εν γένει στην Κεντρική Ασία, στον ρωσικό βόρειο Καύκασο, στην µολδαβική Γκαγκαουζία. Παντού η Τουρκία προσπαθεί να δικαιώσει τις επεκτατικές βλέψεις της, ως προασπιστής των εθνικών πόθων των τουρκοφώνων πληθυσμών.
Αν η εκτίµηση του δυτικού φιλελευθερισµού, σύμφωνα µε την οποία ο φανατικός εθνικισμός αποτελεί έναν από τους θεµελιώδεις κινδύνους που απειλούν τη σηµερινή πολιτική τάξη, είναι ορθή, τότε πώς είναι δυνατόν ν᾿ αγνοηθεί το γεγονός ότι υπάρχει σήµερα στους κόλπους της Ευρώπης ένα κράτος που σαν βασικό εργαλείο της εξωτερικής του πολιτικής χρησιμοποιεί την αναμόχλευση των εθνικιστικών παθών στους πληθυσμούς των γειτονικών κρατών; Πώς είναι δυνατό ν᾿ αγνοηθεί το γεγονός ότι η Τουρκία ακολουθεί µια διπρόσωπη πολιτική; Από τη µια πλευρά, η Τουρκία αρνείται το δικαίωµα στην αυτοδιάθεση των Αρμενίων του Ορεινού Καραμπάχ, του ιστορικού αρμενικού Αρτσάχ, και απαιτεί να διατηρηθεί πάση θυσία η εδαφική ακεραιότητα του Αζερμπαϊτζάν.
Από την άλλη πλευρά, χρησιµοποιεί τη στρατιωτική της ισχύ προκειµένου να παραβιάσει την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου και υποθάλπει τον τεµαχισµό του κυπριακού κράτους όντας το µοναδικό Κράτος στον κόσµο που έχει αναγνωρίσει την παράνοµα δηµιουργηθείσα επί ελληνικών ιστορικών εδαφών αποκαλούμενη Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου. Από τη µια µεριά, η Τουρκία καταδικάζει υποκριτικά τα αντίποινα της Μόσχας κατά των Τσετσένων ανταρτών και από την άλλη µετέρχεται η ἴδια τα πιο βίαια µέτρα κατά του κουρδικού απελευθερωτικού αγώνα. Ολα αυτά συµβαίνουν ενώ οι Τσετσένοι διαθέτουν στους κόλπους της Ρωσικής Ὁμοσπονδίας τη δική τους αυτόνοµη δημοκρατία, ενώ ο κουρδικός λαός των πολλών εκατομμυρίων δε διαθέτει ούτε καν πολιτιστική αυτονοµία.
Η τουρκική πολιτική στο Καραμπάχ
Η πολιτική της χρησιμοποίησης διττών κριτηρίων εκ µέρους της Τουρκίας βρήκε την πλήρη έκφρασή της στο ζήτημα του Ορεινού Καραμπάχ. Η. Άγκυρα προσπαθεί ευφυώς να αποκρύψει το αναντίρρητο γεγονός ότι η σηµερινή Δηµοκρατία του Αζερμπαϊτζάν, τα θεµέλια της οποίας τέθηκαν στις 18 Οκτωβρίου 1991 µε την αποδοχή της συνταγματικής πράξης ανεξαρτησίας του Αζερμπαϊτζάν, κηρυσσόµενη µε αυτή την πράξη ως Κληρονόμος της Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν της περιόδου 1918-1920, παραιτήθηκε από νοµική άποψη από τα όποια δικαιώματά της επί του ορεινού Καραμπάχ, γιατί κατά την περίοδο του 1918-1920 το Ορεινό Καραμπάχ δεν αποτελούσε τµήµα της τότε Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν. Εφόσον µε την πράξη ανεξαρτησίας του το Αζερμπαϊτζάν έπαψε να θεωρεί ως έγκυρες τις νομοθετικές πράξεις της σοβιετικής περιόδου, αυτό σηµαίνει ότι και η αλήστου µνήµης απόφαση της κομμουνιστικής ηγεσίας κατά το 1921, µε την οποία το Καραμπάχ εντάχθηκε στο πλαίσιο της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν, έπαυσε αυτοµάτως να είναι έγκυρη.
Ωστόσο η Τουρκία, όπως ήδη επεσήµανα, ακολουθεί µια λογική διττών κριτηρίων. Προσπαθώντας μαζί µε το μικρό αδελφό της, το Αζερμπαϊτζάν, να επωφεληθεί όσο το δυνατόν περισσότερο από τα αποτελέσµατα της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης, η Τουρκία αποπειράται να υποκαταστήσει την παραδοσιακή επιρροή της Μόσχας σε διάφορα σηµεία. Ένα από αυτά. τα σηµεία είναι ακριβώς το Ορεινό Καραμπάχ.
Εκ πρώτης όψεως δηµιουργείται η εντύπωση ότι η Τουρκία και το Αζερμπαϊτζάν προσπαθούν να προασπιστούν το στάτους Κβο. Στην πραγματικότητα διαπιστώνουμε ότι γίνεται µια απόπειρα ριζικής αλλαγής των γεωπολιτικών συνθηκών που έχουν επιβληθεί στην Ὑπερκαυκασία τα τελευταία διακόσια Χρόνια, Κι εφόσον η Υπερκαυκασία εξακολουθεί να παραμένει στο πλαίσιο των ζωτικών συµφερόντων της Ρωσίας, το Αρτσάχ θα αποτελέσει τη λυδία λίθο της πολιτικής της Ρωσίας.
Σήµερα, εκείνοι οι οποίοι –στη Δύση ή αλλού- αναφέρονται στην αναγκαιότητα να ληφθούν υπ᾿ όψιν οι ιστορικές πραγματικότητες πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι το στάτους Κβο έχει ήδη διαταραχθεί και ότι η επιστροφή στις ισχύουσες επί 70 χρόνια συνθήκες θα ήταν αδύνατη ακόµα και αν ήταν επιθυμητή.
Είναι προφανές ότι, αν επέστρεφε στοὺς κόλπους του Αζερμπαϊτζάν ως αυτόνομη δημοκρατία, το Ορεινό Καραμπάχ δε θα µπορούσε ούτε καν να ονειρευτει ότι θα είχε τις εγγυήσεις για την ασφάλεια των κατοίκων του, οἱ οποίες υπήρχαν µέχρι τα γεγονότα του 1988, όταν το Αζερμπαϊτζάν υπαγόταν στη Μόσχα και η ασφάλεια των συνόρων του ήταν υπόθεση του Κρεμλίνου. Σήµερα το Κρεμλίνο δεν είναι σε θέση να επιτηρήσει ούτε καν τα σύνορα της ίδιας της Ρωσίας στο βόρειοΚαύκασο. Ως εκ τούτου, το στατους κβο ανετράπη αμετάκλητα από τη στιγµή κατά την οποία το Αζερμπαϊτζάν έπαυσε να υπάγεται στη Μόσχα και υπήχθη στην Άγκυρα, από τη στιγµή κατά την οποία δημιούργησε δικό του στρατό και αστυνομία που εκγυµνάζονται από Τούρκους εκπαιδευτές, από τη στιγµή κατά την οποία τα σύνορα του Αζερμπαϊτζάν κατέστησαν διάτρητα για τους γκρίζους λύκους από την Τουρκία και για τους μουσουλμάνους φονταµενταλιστές από το βόρειο ἱράν ή –όπως το αποκαλούν στο Μπακού- Νότιο Αζερμπαϊτζάν.
Ἡ στρατηγική της Τουρκίας µετά το τέλος του ψυχρού πολέμου
Η ανάλυση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας δείχνει ότι η τελευταία δεν αποδίδει καθόλου σημασία στα δεδοµένα του Διεθνούς Δικαίου και ότι ο μόνος σημαντικός γι’ αυτήν παράγοντας είναι η στρατιωτική ισχύς. Ακόμα και µετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου η Άγκυρα εξακολουθεί να επωφελείται από το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο. Οι ελπίδες των δημοκρατικών, φιλοδυτικών κυβερνήσεων της Ρωσίας και της Αρμενίας ότι, µετά από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, η Τουρκία θᾳ έχανε τη σπουδαιότητά της για τη Δύση δεν έχουν δικαιωθεί ακόμα. Αντίθετα η Τουρκία κολακεύεται πιστεύοντας ότι έχει αναβαθµιστεί αισθητά έναντι της Ρωσίας µε την εκ µέρους της εκµετάλλευση των εθνικών συγκρούσεων στη Ρωσία και στις υπόλοιπες τέως σοβιετικές δημοκρατίες.
Ήδη από την περίοδο 1988-99 ο υποφαινόµενος προειδοποιούσε στις ομιλίες και τις δηµόσιες τοποθετήσεις του ότι η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης δεν θα επέφερε την κατάργηση της πολιτικής των συνασπισμών ούτε τον υποβιβασμό του ρόλου της Τουρκίας στους κόλπους της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Αμέσως µετά τη γενοκτονία των Αρµενίων του Μπακού το 1990, υπέβαλα σχετική έκθεση στην ηγεσία του Ἀρμενικού Πανεθνικού Κινήματος το οποίο κυβερνά σήµερα την Αρμενία. Εφιστούσα την προσοχή της ηγεσίας του κινήματος στο γεγονός ότι επί των ηµερών της περεστρόικα το πρώτο εθνικό ζήτηµα που τέθηκε αφορούσε στο Κίνημα των Τατάρων της Κριμαίας, υπεδείκνυα ότι τα νήματα αυτού του κινήματος εκπορεύονταν από την Τουρκία, και τόνισα ότι, σύμφωνα µε όλες τις ενδείξεις, η Τουρκία έχει επεξεργαστεί ένα σχέδιο εκμετάλλευσης των εθνικιστικών συγκρούσεων στους κόλποὺς της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι μετέπειτα εξελίξεις έδειξαν την ορθότητα αυτών των προβλέψεων. Το Βορειοατλαντικό Σύµφωνο όχι µόνο δεν έπαυσε να υπάρχει, όπως συνέβη µε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, αλλά σκοπεύει να επεκταθεί προς τα ανατολικά. Απότην άλλη πλευρά η Τουρκία, εκµεταλλευόμενη ευφυώς τις προκύπτουσες από την πρόθεση του ΝΑΤΟ να επεκταθεί προς τα ανατολικά, νέες αντιθέσεις μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, προβάλλει µε επιτυχία το ρόλο της ως παράγοντα άσκησης πίεσης επί της Ρωσίας. Εφόσον κατά τα προηγούµενα χρόνια η Τουρκία κατάφερε να αυξήσει την επιρροή της στους κόλπους των τουρκοφώνων λαών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ο ρόλος της ως παράγοντα ανάσχεσης της Ρωσίας δεν αμφισβητείται εκ µέρους των εταίρων της στο ΝΑΤΟ. Κανείς από τους τελευταίους δεν φαίνεται ν΄ ανησυχεί…
Ο ανταγωνισμός στη Μαύρη Θάλασσα
Από τα οξύτερα και σημαντικότερα θέµατα τα οποία αντιμετωπίζει σήμερα η ρωσική εξωτερική πολιτική είναι:
1) Το ζήτηµα των οδών µεταφοράς του πετρελαίου της Κασπίας και της Κεντρικής Ασίας και 2) Η απόκτηση στρατιωτικοπολιτικής υπεροπλίας εκ μέρους της Τουρκίας στον Εύξεινο ως αποτέλεσμα της διάλυσης του σοβιετικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας
Αυτά τα δυο ζητήματα είναι αλληλένδετα γιατί οι οδοί µεταφοράς του πετρελαίου διέρχονται από την Μαύρη Θάλασσα και η ακίνδυνη µεταφορά του πετρελαίου µπορεί να εξασφαλιστεί µόνο από ένα ενωμένο και αξιόμαχο στόλο. Σήµερα, ο τέως σοβιετικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας έχει αποβεί µήλο της έριδος µεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας. Μετά από την καθαίρεση του ναυάρχου Μπαλτίν, κατ’ απαίτηση της πολιτικής ηγεσίας της Ουκρανίας, έχουν εκλείψει τα εμπόδια για την παράδοση του στόλου στην Ουκρανία.
Ήδη έχουν παύσει να υπάρχουν η μοίρα πυρηνικών αεροπλάνων του Βεσιολόγιε, η αντιναυτική μοίρα στο λιμάνι Μίρνογιε και οι στολίσκοι καταδιωκτικών αεροπλάνωντου στόλου της Μαύρης Θάλασσας.
Δεν υπάρχει πλέον χώρος οπισθοχώρησης. δη οι στρατιωτικές δυνάμεις όλων των κρατών της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών που έχουν έξοδο προς την Μαύρη Θάλασσα δεν µπορούν από κοινού να επιτηρήσουν την εν λόγω θαλάσσια έκταση την οποία επιτηρούσε κατά το παρελθόν η Σοβιετική Ένωση. Ώδη οι ναυτικές δυνάμεις της Τουρκίας στη Μαύρη Θάλασσα είναι δύο φορές ισχυρότερες εκείνων της Ρωσίας. Η Τουρκία είναι σήµερα κυρίαρχη στη Μαύρη Θάλασσα, όπως επί των ηµερών των σουλτάνων. Η ιστορική πείρα θα δείξει ποιες συνέπειες µπορεί να έχει για τη Ῥωσία αυτή η ανακατανομή δυνάµεων. Κατά τον προηγούμενο αιώνα, η απόκτηση υπεροπλίας έναντι της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα εκ µέρους της αγγλογαλλο-τουρκικής συμμαχίας ήταν αρκετή προκειµένου να υποχρεωθεί το 1855 η Ῥωσία σε ήττα και να απωλέσει το στόλο της Μαύρης Θάλασσας και τις θέσεις της στην Υπερκαυκασία και στην πλούσια πεδιάδα του Καρς της Ανατολικής Αρμενίας.
Σήµερα, η ιστορία µπορεί να επαναληφθεί και αυτό φυσικά προκαλεί ανησυχία στους πατριώτες της Ρωσίας και της Αρμενίας. Ἠδη, ενώ ο τέως σοβιετικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας βρίσκεται στο χείλος της πλήρους καταστροφής, η Τουρκία έχει δροµολογήσει μεγαλόπνοα σχέδια ενίσχυσης του δικού της στόλου. Διατηρώντας το συνολικό αριθµό των σκαφών της στην περιοχή σε 220, η Τουρκία ενισχύει τη σύνθεσή τους κάθε χρόνο µε σκάφη νέου τύπου. Τα σκάφη αυτών των τύπων (ΜΕΓΚΟ 200, ΤΑΓΑΝ, ΧΑΡΠΟΥΝ) υπερτερούν σε δυνατότητες των αντιστοίχων ρωσικών. Παρ᾽ όλα αυτά, η Τουρκία εξακολουθεί να ενισχύει ναυτικές δυνάμεις της στην περιοχή. Αν κατά το παρελθόν η Άγκυρα αγόραζε τα πλέον σύγχρονα σκάφη από την Γερμανία, σήµερα έχει αναλάβει η ίδια.τη ναυπήγησή τους σε αυξανόμενο κατ’ έτος αριθµό.
Η Τουρκία λαμβάνει από τις ΗΠΑ υπό τη µορφή στρατιωτικής βοηθείας σύγχρονα πολεμικά σκάφη τύπου ΝΟΞ. Το Νοέμβριο του 1995 το γενικό επιτελείο της Τουρκίας υιοθέτησε ένα σχέδιο κατασκευής µιας βάσης πολεμικού ναυτικού στην Τραπεζούντα. Η έναρξη της κατασκευής της βάσης τοποθετείται το Μάρτιο του 1996 και η ολοκλήρωσή της τον Ιούλιο του. 1997. Η περιοχή ευθύνης της βάσης της Τραπεζούντας θα εκτείνεται από τη Σινώπη µέχρι τα σύνορα. µε τη Γεωργία. Η βάση θα είναι σε θέση να φιλοξενεί ταυτόχρονα 10 πολεμικά σκάφη τύπου ΕΖΜΙΝΕΤΣ.
Η κατάσταση στην Κριμαία, η οποία ως γνωστόν φιλοξενούσε τις βάσεις του πρώην σοβιετικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, παραμένει τεταµένη και περίπλοκη. Οι έντονες διαφωνίες και η διαμάχη για την εξουσία μεταξύ του προέδρου της Κριμαίας και του Ανώτατου Σοβιέτ της χώρας οδήγησαν αρχικά στην κατάργηση του αξιώµατος του προέδρου και στη συνέχεια στην πτώση του προέδρου του Ανώτατου Σοβιέτ της Κριμαίας Τσέκωφ.
Ένας από τους ισχυρότερους αποσταθεροποιητικούς παράγοντες της κατάστασης στην Κριμαία εξακολουθεί να παραμένει η επιδίωξη των ηγετών του κινήματος των Τατάρων της Κριμαίας για απόκτηση εθνικής αυτονομίας στη χερσόνησο. Η εµπνεόµενη από τις εν λόγω ακραίες φιλοδοξίες ταταρική ηγεσία λαμβάνει ποικιλόµορφη βοήθεια εκ µέρους της Τουρκίας.
Μια βαθειά ανάλυση του ζητήµατος καταδεικνύει ότι η γεωπολιτική στρατηγική της Τουρκίας στη Μαύρη Θάλασσα αποβλέπει στην τουρκοποίηση της χερσονήσου της Κριμαίας, στην ανατροπή των δεδοµένων που δημιουργήθηκαν µε τους ρωσοτουρκικούς πολέµους του ΊΒου αιώνα και στην επανένταξη της Κριμαίας υπό την επικυριαρχία της Τουρκίας.
Τα πετρέλαια της Κ.Ασίας και ο προσεταιρισµός Ουκρανίας- Γεωργίας
Προκειμένου να επιτύχει την πραγμάτωση αυτών των µακρόπνοων στόχων, η τουρκική διπλωματία αποδίδει πρωταρχική σημασία στον νεότευκτο άξονα Κιέβου-Άγκυρας, τον οποίο αντιπαραθέτει στην παραδοσιακή ενότητα Μόσχας- Κιέβου. Ειδικότερα η Άγκυρα ενέκρινε την πρόταση του Κιέβου να κατασκευαστεί ένας πετρελαιαγωγός από το τουρκικό λιμάνι Τζεϊχάν επί της Μεσογείου µέχρι τη Σαμσούντα, προκειµένου να µεταφέρεται από εκεί πετρέλαιο από την Κασπία προς επεξεργασία στην Ουκρανία.
Σύμφωνα µε εκτιμήσεις Ουκρανών εμπειρογνωμόνων, η ύλοποίηση του εν λόγω σχεδίου θα επιτρέψει στην Ουκρανία να προμηθεύεται πετρέλαιο σε χαµηλότερες τιµές από ό,τι το προμηθεύεται σήµερα από τη Ρωσία. Αν ληφθεί υπ᾿ όψιν το ότι τον περασμένο Ιανουάριο η ουκρανική πολιτική ηγεσία αύξησε μονομερώς το καταβαλλόμενο ποσό για τη δίοδο του ρωσικού πετρελαίου, γεγονός που έδωσε αφορμή σε έντονες φιλονικίες μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, τότε είναι εύκολο να αντιληφθούμε σε πόσο δυσµενή θέση θα βρεθείη Ρωσία όταν η Ουκρανία πάψει να εξαρτάται από το ρωσικό πετρέλαιο.
Το πρόβλημα της επιλογής της οδού μεταφοράς του πετρελαίου της Κασπίας είναι εξαιρετικά δυσεπίλυτο. Η ανάλυση δείχνει ότι ο έλεγχος της µεταφοράς του κασπιανού πετρελαίου προσφέρει τη δυνατότητα ελέγχου και των κρατών που εισάγουν το πετρέλαιο και των τιµών του προϊόντος στην εν γένει αγορά. Δεν είναι εκπληκτικό το ότι η Τουρκία και ο υποκινητής τους, στη δεδοµένη περίπτωση οι ΗΠΑ, ενδιαφέρονται για την εσπευσµένη δημιουργία των εναλλακτικών τούρκο-γεωργιανών οδών. Η δηµιουργία αυτών των οδών θα στερήσει τη Ρωσία από ένα εξαιρετικά σηµαντικό για την προάσπιση των συμφερόντων της µονοπώλιο. Το διεθνές κονσόρτσιουµ, οἱ 5 από τις 10 εταιρείες του οποίου είναι αμερικανικές, είναι υποχρεωμένο να επενδύσει ένα δισεκατομμύριο δολάρια για την κατασκευή του πετρελαιαγωγού από την Κασπία µέχρι το τουρκικό λιμάνι Τζεϊχάν επί του Μεσογείου. Η κατασκευή του πετρελαιαγωγού προβλέπεται να ολοκληρωθεί κατά τα επόµενα 3-4 έτη.
Ένα δεύτερο εναλλακτικό σχέδιο προβλέπει τη δηµιουργία µιας ακόμα οδού μεταφοράς του πετρελαίου από το Αζερμπαϊτζάν µέχρι τα επί της Μαύρης Θάλασσας λιµάνια της Γεωργίας. Ο πρόεδρος της Γεωργίας Έντουαρντ Σεβαρντνάτζε έχει εναποθέσει πολλές ελπίδες στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Και αυτή η οδός συνιστά εναλλακτική λύση έναντι της χρησιμοποίησης ρωσικής οδού η οποία ακολουθεί κατεύθυνση προς τα βορειοδυτικά µέχρι το επί της Μαύρης Θάλασσας ρωσικό λιµάνι Νοβοροσίσκ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιτεινόµενη στρατιωτικοπολιτική δραστηριοποίηση της Τουρκίας στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη µε τον διαρκώς εντεινόµενο αγώνα γύρω από τα πετρελαϊκά συµφέ-
ροντα.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι ο τουρκικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας έχει την αρωγή του 6ου Αμερικάνικου Στόλου ο οποίος επιτηρεί την έξοδο από την Μαύρη Θάλασσα προς τη Μεσόγειο. Είναι σηµαντικό να επισηµάνουµε ότι υπάρχει συντονισµός δράσης των αμερικανικών και τουρκικών ναυτικών και αεροπορικών δυνάµεων. Και όλα αυτά τη στιγµή κατά την οποία οι αµερικανικές αεροναυτικές δυνάμεις πραγματοποιούν, στα πλαίσια του προγράµµατος ειρήνης του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, Κοινά γυμνάσια µε τις δυνάµεις της Οὐκρανίας, της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας και επισκέπτονται τα λιμάνια της Βάρνας, του Μπουργκάς και της Σοζοπόλ. Το 1996, για πρώτη φορά στην ιστορία, πραγµατοποιήθηκαν δύο κοινά αµερικανο-ουκρανικά γυμνάσια.
Το πιο λυπηρό είναι ότι η αμερικανο-ουκρανική συνεργασία δεν επέφερε κάποια άµβλυνση της στάσης της Ουκρανίας έναντι του μέλλοντος του τέως σοβιετικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας. Αντίθετα, η στάση της Ουκρανίας σ αυτό το εξαιρετικά σηµαντικό για την ασφάλεια της Ρωσίας ζήτηµα σκλήρυνε. Το ίδιο µπορεί να λεχθεί και για το σύμφωνο συνεργασίας που υπεγράφη στις 14 Σεπτεµβρίου 1995 μεταξύ Βόρειο-Ατλαντικού Συμφώνου και Ουκρανίας. Αναβάλλοντας τη διευθέτηση των σχέσεών του µε τη Ρωσία αναφορικά µε το ζήτημα της επέκτασής του προς ανατολικά για το 1997, δηλαδή µετά τις προεδρικές εκλογές του 1996 στη Ρωσία, το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο δεν αποκρύπτει τη πρόθεσή του να χρησιµοποιήσει την Ουκρανία ως µέσο άσκησης πίεσης επί της Ρωσίας.
Η συσπείρωση των δυνάµεων που αντιμετωπίζουν την τουρκική επιθετικότητα
Μπορούμε να συνοψίσουµε ως εξής τα βασικά συμπεράσματα της σημερινής διάλεξης:
1) Η Τουρκία επιδιώκει να δηµιουργήσει στο χώρο της τέως Σοβιετικής Ένωσης τη λεγόμενη τουρανική ζώνη, δηλαδή µια συµµαχία τουρκοφώνων λαών, βασικός στόχος της οποίας θα είναι η αντιπαράθεση του τουρανικού στο σλαβικό κόσµο. Η Άγκυρα σκοπεύει να συμπεριλάβει σ’ αυτή τη συμμαχία, της οποίας θα είναι επικεφαλής, το Ουζμπεκιστάν, το Αζερμπαϊτζάν, το Μπασκιριστάν, το Ταταριστάν καθώς και µια σειρά δηµοκρατιών και αυτονόμων περιοχών που περιλαμβάνονται στη ρωσική Ομοσπονδία. Κατά τις εκτιµήσεις των Τούρκων πολιτικών, η τουρανική ζώνη πρέπει να εκτείνεται από τα Βαλκάνια µέχρι τη Σίβηρία.
2) Ἡ Τουρκία προσπαθεί να επιβάλει την πρωτοκαθεδρία της επί του. νεοϊδρυθέντος οργανισμού κρατών της Μαύρης Θάλασσας µέλη του οποίου είναι ως γνωστόν και η Ρωσία, η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Ουκρανία, η Μολδαβία και η Ρουμανία.
3) Ἡ Τουρκία επιχειρεί να ενισχύσει την επιρροή της στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Η Τουρκία υποκρύπτει τις επεκτατικές προθέσεις της έναντι διαφόρων κρατών της τέως Σοβιετικής Ένωσης και της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η πρώην Γιουγκοσλαβία, η Ρουμανία, η Κριμαία, η Μολδαβία, κάτω από το μανδύα του υπερασπιστή των συµφερόντων των τουρκόφωνων πληθυσμών.
4) Κανένα από τα κράτη που βρίσκονται αντιµέτωπα µε τον τουρκικό επεκτατισµό, ούτε καν η άλλοτε πανίσχυρη Ρωσία, δεν είναι σε θέση ν᾿ αντιµετωπίσει µόνο του, βασισμένο στις δικές του µόνο δυνάμεις, τα σχέδια της Άγκυρας.
Ὡς εκ τούτου τα κράτη που ενδιαφέρονται να προστατευτούν από τον τουρκικό επεκτατισµό πρέπει να συνάψουν µια σταθερή στρατιωτική συμμαχία ως µέσο εξασφάλισης της εθνικής ακεραιότητάς τους. Με δεδομένο το µοναδικό ρόλο της Ελλάδας στην παγκόσµια ιστορία ως λίκνο του δυτικού πολιτισμού, καθώς και τη ζωτική σηµασία που έχει για την Ἑλλάδα η ανάσχεση του τουρκικού επεκτατισμού, η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας µπορεί να αναλάβει τον τιμητικό ρόλο του πρωτοπόρου στη σύναψη αυτής της αμυντικής συμφωνίας.