του Θ. Μπινιχάκη, από το Άρδην τ. 48-49, Αύγουστος 2004
Στο διάβα της ζωής, ό καθένας μας συμβαίνει νά έχει πλήθος από γνωριμίες, συνεργασίες, συναλλαγές, σχέσεις, συναναστροφές ή άλλης μορφής επικοινωνίες μέ συνανθρώπους μας. οί περισσότερες των Οποίων, μετά την πάροδο κάποιου χρονικού διαστήματος, άτονοϋν στήν μνήμη μας ή άκόμα καί σβήνουν ώς νά μήν υπήρξαν ποτέ. Αυτό πιθανόν νά οφείλεται στό ότι ή μιά πλευρά δέν μπόρεσε νά προσφέρει ή νά πάρει κάτι από τήν άλλη, ώστε νά συνεχίσει νά υφίσταται ή άνάμνηση, ή ήθική ικανοποίηση ή ακόμη καί ή πίκρα σέ τυχόν δυσμενή εξέλιξη. Κάποιοι όμως, από τό πλήθος αυτών τών γνωριμιών, έστω καί άν δέν συνεχίζουμε νά τους βιώνουμε, είναι “καρφωμένοι” βαθιά στό μυαλό μας ως ζωντανές υπάρξεις, άνεξίτηλες στό χρόνο καί καθοδηγητές πολλές φορές στά διλήμματά μας. θά επιχειρήσω ν’ άποτυπώσω στό χαρτί δυό λόγια γιά μιά προσωπικότητα που μας άφησε χρόνους πέρυσι τόν ‘Ιούλιο αλλά συνεχίζει νά είναι “ζωντανή ύπαρξη”, όχι μόνο γιά τους συγγενείς καί τους φίλους του άλλά σέ πολλούς από τους χιλιάδες άναγνώστες τών άρθρων καί τών βιβλίων του. Τό εγχείρημα θά ήταν εύκολο γιά έναν κοινό άνθρωπο πού έφυγε άλλά όταν πρόκειται γιά τόν άέναο επαναστάτη, από τους κορυφαίους διανοητές καί στοχαστές της εποχής μας στήν πατρίδα μας, όπως ό Νίκος Ψυρούκης, τότε τά δεδομένα άλλάζουν. Γιός τοϋ Μιχάλη Ψυρούκη, καταγόμενου άπό τις Κυδωνιές τής Μικρας ‘Ασίας, εθελοντή στους Βαλκανικούς Πολέμους καί τήν Μικρασιατική Εκστρατεία, γεννήθηκε τό 1926 στήν Ίσμαηλία τής Αιγύπτου. Διωκόμενος άπό τις βρετανικές δυνάμεις κατοχής στήν Αίγυπτο, ώς ενεργό μέλος τής “‘Αντιφασιστικής Πρωτοπορίας”, έφυγε στήν Γαλλία καί άργότερα στήν Τσεχοσλοβακία όπου σπούδασε ‘Ιστορία στό πανεπιστήμιο τής Πράγας μέ υποτροφία. Μετά τό πέρας τών σπουδών του επέστρεψε στήν Αίγυπτο καί συνεργάσθηκε μέ τό κίνημα τής “Άσιατοαφρικανικής Αλληλεγγύης” όπου γνώρισε καί συνδέθηκε μέ επαναστάτες τοϋ “Τρίτου Κόσμου”. Τό 1961 ηλθε στήν Ελλάδα μέ τήν σύζυγο του Ρενάτα καί τά δυό τούς κοριτσάκια. ‘Εργάσθηκε σέ διάφορα έντυπα συναντώντας εμπόδια άπό τήν ‘Ασφάλεια ώς άριστερός καί τήν Ε.Δ.Α., ώς αιρετικός. Τό 1963 υπήρξε συνιδρυτής τής κίνησης Φίλοι Νέων Χωρών καί τοϋ περιοδικού ΑΝΤΙΜΠΕΡΙΑΑΙΣΤΗΣ. Σκοπός τους ήταν ή ενίσχυση τοϋ άγώνα γιά αύτοδιάθεση-ένιοση τής Κύπρου καί ή συμπαράσταση στά εθνικά άπελευθερωτικά κινήματα τοϋ ‘Τρίτου Κόσμου”.
Τό πραξικόπημα τοϋ 1967 τόν εξόρισε, μαζί μέ τήν γυναίκα του, στά Γιούρα, και όταν τούς έδιωξαν, μετά άπό ένα χρόνο, ζοϋσαν μέ περιοριστικούς όρους χωρίς νά τούς επιτρέπεται νά φύγουν στό εξωτερικό άλλά ούτε καί νά έργασθοϋν.
‘Έγραψε 27 βιβλία (μέ πιό πρόσφατο “ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ – άπό τήν γενική κρίση στή σήψη”, Λευκωσία 2001) καί άγνωστο άριθμό άρθρων στήν πλέον τών 50 χρόνων ενεργητική προσφορά του στόν άνθρωπο. Τόν άνθρωπο, πού όπως έλεγε, δέν μπορεί νά είναι ελεύθερος καί ταυτόχρονα νά τόν έχουν άποκόψει άπό τις ιστορικές του ρίζες, τήν γλώσσα του, τόν πολιτισμό του καί τήν εθνική του ταυτότητα. Ή προπαγάνδα τοϋ ολοκληρωτισμού (ό γκλομπαλισμός) μέ στυλοβάτη τήν PAX AMERICANA, προϋποθέτει τήν εξαφάνιση τών εθνών. Έτσι μονάχα μπορεί νά μετατραπεί ολόκληρη ή άνθρωπότητα σέ άνδράποδα, σέ δούλους τοϋ παγκοσμιοποιημένου κεφαλαίου. Έγραφε ότι, στήν κλίμακα τών άξιών τοϋ καπιταλιστικού συστήματος, τήν πρώτη θέση κατέχει τό κυνηγητό τοϋ μέγιστου κέρδους, πού πετυχαίνεται μέ τήν καταστροφική χρησιμοποίηση τών επιστημονικών έπιτευγμάτων, μέ βάση τήν άρνηση τής ήθικής καί τήν καταπολέμηση τής άνθρώπινης ελευθερίας. Αύτή θεωρούσε ώς ουσία τής “παγκοσμιοποίησης”. Μέσα άπό τό εκτεταμένο συγγραφικό του έργο άναδεικνύεται ό ‘Ιδεατός Κόσμος τής ελευθερίας, τής ‘ισότητας, τής δικαιοσύνης, τής μή εκμετάλλευσης άνθροίπου άπό άνθρωπο καί έθνους άπό έθνος. ‘Απευθύνεται στίς μάζες καί τίς καλεί νά άκολουθήσουν τόν γεμάτο θυσίες, ύπομονή, πείσμα καί άποφασιστικότη-τα δρόμο τοϋ άντιγκλομπαλισμοϋ, δηλαδή τής άντιιμπεριαλιστικής επανάστασης. ‘Εργάτες καί άγρότες, ενωμένοι, νά άποτινάξουν τόν ραγιαδισμό, νά επιλέξουν καί νά επιβάλουν τήν έθνική καί κοινωνική ελευθερία τους. Τήν άστική τάξη τήν θεωρεί στήν όλότητά της παραδομένη στόν καπιταλισμό πού συμβιβάζεται μέ τά λίγα άπό τά κλεψιμαίικα τοϋ μέγιστου κέρδους. Ή ιδεατή κρατική καί κοινωνική οργάνωση τής ισότητας, ελευθερίας, δικαιοσύνης θά προέλθει άπό τήν επανάσταση τοϋ προλεταριάτου καί τής άγροτιάς.
Θεωρούσε ότι οί δυνάμεις τής εθνικής άνεξαρτησίας καί ελευθερίας κάθε έθνους είναι άναγκαιότητα νά χαράξουν μιά στρατηγική πού νά είναι σέ θέση, μέσα άπό πολλούς τακτικούς έλιγμούς, στήν κατάλληλη στιγμή, νά δώσουν τό άποφασιστικό χτύπημα στό ετοιμοθάνατο καπιταλιστικό σύστημα. ‘Ασφαλώς ή στρατηγική αύτή δέν μπορεί νά είναι ενταγμένη στήν τάση παρακμής καί στήν εξυπηρέτηση τών δραστηριοτήτων τοϋ ενός ή τοϋ άλλου σερίφη. Αυτό είναι σήμερα καίτό καθήκον όλων τών Ελλήνων πού θέλουν τό έθνος τους νά έπιβιώσει καί νά προοδεύσει σέ συνθήκες ελευθερίας. Ό θαυμασμός του γιά τόν Μεγάλο Έθνεγέρτη τοϋ νεότερου Ελληνισμού άποτυπώνεται στό παρακάτω άπόσπασμα: «… Ό Ρήγας άποτελοϋσε καί εξακολουθεί νά είναι επικίνδυνος γιά όλους τούς τυράννους καί τά δουλικά τους. ‘Υπήρξε καί παραμένει μιά άπό τίς μεγαλύτερες φυσιογνωμίες τοϋ έλληνικοϋ έθνους, άλλά καί τής άνθρωπότητας». Ό Νίκος Ψυρούκης, λιτός καί άπλός στόν τρόπο ζωής του, ήταν πρωτοπόρος ιδεαλιστής επαναστάτης, πιστός στίς άρχές καί τίς πανανθρώπινες ιδέες του. Σέ όλη του τή ζωή περιφρονοϋσε τούς κιοτήδες, τούς συμβιβασμένους μέ τό άδικο, μέ τίς σύγχρονες δυνάμεις κατοχής.
Λόγιος, μελετητής, στοχαστής καί άφυπνιστής συνειδήσειον, μέχρι τίς τελευταίες του ημέρες, ξεσήκωνε μέ τίς τεκμηριωμένες άπόψεις του αυτούς πού έχουνε αυτιά καί μάτια ν’ άντικρΐσουνε τήν πραγματικότητα.
Γι’ αυτό τό κατεστημένο τόν ειχε παραγκωνισμένο καί άναξιοποίητο, ουσιαστικά υπό διωγμό, διότι υπήρξε επικίνδυνος εχθρός του.