Του Κώστα Ράπτη από το capital.gr
Πόλεμος υπηρεσιών ή κατανομή ρόλων; Η διαρροή της έκθεσης της CIA σχετικά με τις προσωπικές ευθύνες του διαδόχου και ισχυρού άνδρα της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκηπα Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν στην στυγερή δολοφονία του εξόριστου Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Χασόγκι στην Κωνσταντινούπολη ρίχνει βαριά σκιά στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με το Ριάντ. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, η νέα κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν δείχνει να εξευρίσκει ένα νέο modus vivendi με την παραδοσιακή σύμμαχο των ΗΠΑ στην Αραβική Χερσόνησο, όπως προκύπτει και από τις δύο τηλεφωνικές συνομιλίες που είχε ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Άντονι Μπλίνκεν με τον ομόλογό του Φαϊζάν μπιν Φαρχάν αλ Σαούντ, σε θερμό κλίμα και χωρίς καμία αναφορά στην υπόθεση Χασόγκι.
Την προφανή αντίφαση αναμένεται να επιλύσει ο Λευκός Οίκος με την ανακοίνωση που προανήγγειλε ότι θα εκδώσει αύριο Δευτέρα για τις σχέσεις με τη Σαουδική Αραβία συνολικά.
Το Ριάντ πάντως δεν δείχνει να ανησυχεί. Όχι μόνο απέκρουσε διαρρήδην τις κατηγορίες της CIA με ανακοίvωση του σαουδαραβικού υπουργείου Εξωτερικών, αλλά και προβαίνει σε κινήσεις οι οποίες σε άλλες συνθήκες θα προκαλούσαν κύμα καταγγελιών, όπως η σύλληψη του Μοχάμαντ Μπακίρ αλ Νιμρ, αδελφού του κληρικού και ηγέτη της σιιτικής μειονότητας της ανατολικής Σαουδικής Αραβίας, Νιμρ αλ Νιμρ, ο οποίος αποκεφαλίσθηκε το 2016 για την μη βίαιη αντιπολιτευτική του δράση. Ο Οίκος των Σαούντ αποπνέει όλη την αυτοπεποίθηση ότι η αμερικανική ρητορική περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν πρόκειται να αγγίξει την Αραβική Χερσόνησο.
Με βάση τις πληροφορίες ότι ο Χασόγκι ήταν συνεργάτης της, η CIA είναι λογικό να πνέει μένεα κατά του πρίγκηπα Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν. Οι σχέσεις επίσης του δολοφονηθέντος δημοσιογράφου (και αρθρογράφου της Washginton Post) με την Μουσουλμανική Αδελφότητα είναι γνωστές, εξ ού και η χώρα του Ταγίπ Ερντογάν αποτέλεσε τον τελευταίο σταθμό της εξορίας του. Η προσπάθεια να ξεπεραστούν οι εντάσεις ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και τους δορυφόρους της από τη μια και το δίδυμο Τουρκίας-Κατάρ (μεγάλων προστατών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας) από την άλλη, επιβάλλει να υπάρξουν κινήσεις “δικαιοσύνης” ως προς τον φόνο του Χασόγκι. Άλλωστε την εποχή της “Αραβικής Άνοιξης” σημαντικό τμήμα των διαμορφωτών τη αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, με επικεφαλής την Χίλαρι Κλίντον, φλέρταρε ανοιχτά με την Μουσουλμανική Αδελφότητα, προκαλώντας σοκ στον Οίκο των Σαούντ.
Σε κάθε περίπτωση, η Ουάσιγκτον δεν είναι έτοιμη να προχωρήσει σε καμία ρήξη με το Ριάντ – όσο και αν σαφώς θα προτιμούσε μία Σαουδική Αραβία χωρίς τον πρίγκηπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Ο υπερφιλόδοξος διάδοχος έχει διαταράξει τις υφιστάμενες ισορροπίες, στρεφόμενος κατά μελών της οικογένειάς του με στενούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, όπως ο πρώην υπουργός Εσωτερικών και πρώην διάδοχος Μοχάμαντ μπιν Νάγιεφ, έχει αποφύγει μέχρι στιγμής να προσχωρήσει στις “Συμφωνίες του Αβραάμ” για την εξομάλυνση των σχέσεων αραβικών κρατών με το Ισραήλ, έχει αποτύχει σε επιδείξεις πυγμής όπως ο καταστροφικός πόλεμος στην Υεμένη (όπου οι αντίπαλοί του, σιίτες αντάρτες Χούθι μόλις εξαιρέθηκαν από την αμερικανική λίστα τρομοκρατικών οργανώσεων) και κυρίως έχει φανεί ιδιαίτερα δεκτικός στη συνεργασία με τις ευρασιατικές δυνάμεις, όχι μόνο σε ό,τι αφορά λ.χ. κινεζικές επενδύσεις, αλλά και την διαμόρδφωση από κοινού με τη Ρωσία ενός πετρελαϊκού υπερ-καρτέλ, το οποίο έθεσε εκτός παιδιάς τον αμερικανικό σχιστολιθικό κλάδο.
Από την άλλη πλευρά, όμως, η Σαουδική Αραβία αποτελεί πυλώνα της αμερικανοκεντρικής διεθνούς τάξης πραγμάτων, ως εγγυητής του “πετροδολαρίου” και ανακυκλωτής του στην Ουόλ Στριτ, ως πρωταθλητής των στρατιωτικών δαπανών, ως σιωπηρός συνεργάτης του Ισραήλ σε θέματα πληροφοριών και ασφάλειας, ως θεματοφύλακας της σουνιτικής ορθοδοξίας και ως ανάχωμα απέναντι σε δυνάμεις κρατικές και μη, που θα μπορούσαν να ανατρέψουν τις ισορροπίες στην Μέση Ανατολή.
Άλλωστε, το πρώτο δείγμα γραφής του Τζο Μπάιντεν στην περιοχή, ήτοι η αμερικανική επιδρομή στη Συρία, κοντά στα σύνορα με το Ιράκ, εναντίον πολιτοφυλακών συνδεόμενων με το Ιράν καταδεικνύει ότι η ανάσχεση της Τεχεράνης εξακολουθεί να αποτελεί πρώτη προτεραιότητα και ότι η δρομολογούμενη διαπραγμάτευση για την αναβίωση της διεθνούς συμφωνίας του 2015 σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης θα συνοδευτεί από έναν ακήρυχτο πόλεμο εκτός ιρανικών συνόρων, οπουδήποτε απλώνεται η επιρροή της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Με αυτή την έννοια, η “συνέχεια” υπερισχύει της “τομής” σε ό,τι αφορά τις πολιτικές Τραμπ και Μπάιντεν για την περιοχή και η αμερικανοσαουδαραβική σχέση δεν θα κινδυνεύσει – πιθανότατα ούτε και η προσωπική τύχη του Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν.