Αρχική » Καταγωγικοί τόποι, καταγωγικοί μύθοι

Καταγωγικοί τόποι, καταγωγικοί μύθοι

από Ιωάννης Σαΐνης

Του Ιωάννη Σαΐνη, από το Άρδην τ. 116

Εκεί που ο πέτρινος μεγαλειώδης καταρράκτης των Αθαμανικών ορέων αναχαιτίζεται, στην πορεία του προς τον Άραχθο ποταμό, από ένα λοφοειδές έξαρμα (ονόματι Τζούμα), ξεπροβάλλουν δύο ευμεγέθη λιθάρια, τα οποία σηματοδοτούν έναν από τους οικισμούς του εξάρματος.

Ο οικισμός φέρει το όνομα Κουκούλια. Με δεδομένο ότι το όνομα παραμένει απαράλλαχτο, τουλάχιστον στο γνωστό σε εμάς ορίζοντα του παρελθόντος, εκτός από την κατάληξη, που πριν τις μετονομασίες των χωριών ήταν –ίστα (Κουκουλίστα), θα μπορούσε να συνάγει κανείς μια σχέση του οικισμού με τη σηροτροφία. Παρ’ όλο που πράγματι εκτρέφονταν παλαιότερα μεταξοσκώληκες, σε καμία περίπτωση η παραγωγή, που ήταν ελάχιστη, όπως βεβαιώνουν οι παλαιότεροι, δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει την ονομασία.

Η καταγωγή των κατοίκων, όπως και στα περισσότερα χωριά της Ελλάδας, δεν είναι γνωστή. Υπήρχαν ανέκαθεν στον τόπο; Ήρθαν από κάπου αλλού; Μια παλιά παράδοση κάνει λόγο για ιδρυτές του οικισμού που ήρθαν εδώ «κυνηγημένοι από τα κουνούπια». Στον θρύλο αυτό δεν είναι δύσκολο να αναγνωρίσουμε τη συσχέτιση της ίδρυσης ενός ορεινού οικισμού με τον κίνδυνο της ελονοσίας στα πεδινά. Άλλωστε, η πληθώρα ορεινών οικισμών, από την αρχαιότητα ακόμη, έχει συσχετισθεί, μεταξύ των άλλων, και με την προσπάθεια των ανθρώπων να αποφύγουν την ελονοσία που ενδημούσε στις πεδινές περιοχές. Παράλληλα, οι γεροντότεροι, υποδεικνύουν μια σπηλιά, στη βάση ενός από τα «δύο λιθάρια», στην οποία διέμενε κάποτε, «προ αμνημονεύτων χρόνων», μια γυναίκα με το όνομα Αθάνω. Η γυναίκα, νέα ή γραία, κανείς δεν το ξέρει με βεβαιότητα, χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης, η δε σπηλιά της αναφέρεται ως «η Μπιστούρα της Αθάνως».

Πρόκειται μήπως για έναν καταγωγικό μύθο; Η Αθάνω είναι η γενάρχης των κατοίκων του οικισμού; Ή μήπως είναι η γενάρχης των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής; Συσχετίζεται αυτός ο μύθος με την παράδοση τη σχετική με τη μετοικεσία εξαιτίας της ελονοσίας;

Τα στοιχεία που έχουμε είναι πολύ λίγα, έναν τόπο-σπήλαιο και ένα όνομα. Τα αρχαιολογικά ευρήματα στον τόπο-σπήλαιο ανύπαρκτα, αν και λίγες εκατοντάδες μέτρα ψηλότερα από τον οικισμό, στη θέση «Κωνσταντίνος», ο Χάμοντ είχε εντοπίσει υπολείμματα αρχαίου οικισμού και ένα με ενάμισι χιλιόμετρο χαμηλότερα, στον γειτονικό οικισμό των Γουριανών, ο Δάκαρης ανέσκαψε αρχαία ακρόπολη και νεκροταφείο.

Όλες αυτές οι θέσεις είναι στραμμένες προς το Ξηροβούνι, το βουνό που οριοθετεί τη δυτική όχθη του Αράχθου και, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, είναι πιθανές προφυλακές των Αθαμάνων, του αρχαίου ηπειρωτικού φύλου που κατοικούσε στην περιοχή. Προφυλακές-παρατηρητήρια που οριοθετούν την επικράτειά τους έναντι της επικράτειας των Μολοσσών από απέναντι, από το Ξηροβούνι.

Θα μπορούσε το όνομα Αθάνω να είναι παραφθορά του Αθα(μά)νω και έτσι να συσχετισθεί με τη γενάρχη των Αθαμάνων; Γνωρίζουμε βέβαια πως οι Αθαμάνες ανήγαγαν την καταγωγή τους σε άντρα γενάρχη, τον Αθάμαντα. Θα μπορούσε όμως, εάν η παράδοση είναι πολύ παλιά, να μεταφέρει μια μητριαρχική εκδοχή καταγωγής; Η κοντινότερη εκκλησία στα «Δύο λιθάρια» είναι η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, ενώ η κεντρική εκκλησία του οικισμού είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Μεταξύ του οικισμού των Κουκουλίων και του γειτονικού οικισμού των Γουριανών υπάρχει ονομαστή μονή, η Παναγία η Χρυσοσπηλιώτισσα. Η κυριαρχία του θηλυκού στοιχείου στον τόπο είναι χαρακτηριστική και πιθανόν όχι συμπτωματική, Αθάνω, Αγία Παρασκευή, Θεοτόκος. Και μάλιστα, στην περίπτωση της Παναγίας της Χρυσοσπηλιώτισσας και της Αθάνως, Αθάνω και Θεοτόκος συσχετίζονται και με ένα σπήλαιο.

Εάν το όνομα Αθάνω παραπέμπει σε έναν καταγωγικό μύθο, το σπήλαιο διαμονής της Αθάνως ή το σπήλαιο της εύρεσης της εικόνας της Θεοτόκου της Χρυσοσπηλιώτισσας, φορτίζεται με επιπλέον συμβολισμούς, υποδεικνύοντας γέννηση κάποιου «θείου βρέφους», το οποίο συχνά πυκνά σε πολλές διαφορετικές θρησκευτικές παραδόσεις γεννιέται σε σπήλαιο, ανατροφοδοτώντας έτσι τον ισχυρισμό περί καταγωγικού μύθου.

Θα μπορούσε, βέβαια, το όνομα Αθάνω να παραπέμπει στον δωρικό τύπο του ονόματος της θεάς Αθηνάς (δωρικά: Αθάνα), η οποία θεότητα εισήχθη στην Ήπειρο τον τρίτο π.Χ. αιώνα, μέσω των κορινθιακών αποικιών στις ακτές της Ηπείρου. Σε αυτήν την περίπτωση, πράγματι οι Αθαμάνες, ομιλητές της Δωρικής, θα αποκαλούσαν την Αθηνά Αθάνα. Προφανώς και στην περίπτωση αυτή μιλάμε για έναν καταγωγικό μύθο, μιας λατρείας αυτή τη φορά: Λατρείας μιας γυναικείας θεότητας. Να παραπέμπει ο μύθος σε μια λατρεία της Αθάνας-Αθηνάς στο εν λόγω σπήλαιο; Να υπονοεί πως οι κάτοικοι της περιοχής είναι αυτοί που μετέφεραν τη λατρεία της Αθάνας-Αθηνάς στα Αθαμανικά όρη; Η παράδοση, σύμφωνα με την οποία οι κάτοικοι του οικισμού προέρχονται από μετοίκους που αναζήτησαν ορεινό τόπο για να γλυτώσουν από την ελονοσία, σε συνδυασμό με την πιθανή λατρεία της θεάς Αθηνάς, περιορίζει το χρονικό παράθυρο για τη μετοικεσία στον 4ο -3ο αιώνα π.Χ. Την ίδια εποχή, μια από τις μεγαλύτερες πόλεις των Αθαμάνων ονομάζεται Αθήναιον και είναι αφιερωμένη στη θεά Αθηνά. Η πόλη τοποθετείται πλησίον του χωρίου Πύλη Τρικάλων στη θέση Πόρτα Παναγιά, όπου και βρέθηκαν υπολείμματα του ναού της Αθηνάς και όπου σήμερα στέκει αγέρωχη η βυζαντινή εκκλησία της Παναγιάς, η οποία ελέγχει τις πύλες εισόδου από τον θεσσαλικό κάμπο στα βουνά της Πίνδου και της Αθαμανίας. Το πιο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του ναού δεν είναι η αρχιτεκτονική του ή η παλαιότητά του, αλλά το γεγονός πως είναι ο μόνος ναός στον ελλαδικό χώρο που οι θέσεις Χριστού και Θεοτόκου στο τέμπλο έχουν αντιστραφεί. Η Θεοτόκος δεξιά και ο Χριστός αριστερά. Θα ήταν αφέλεια να πιστέψουμε πως το γεγονός είναι τυχαίο και πως η τοποθέτηση της Θεοτόκου σε πιο τιμητική θέση από τον Χριστό δεν σχετίζεται με τη θηλυκή θεότητα της οποίας οι δωρικές κολόνες του ναού της κείτονται λίγα μέτρα παραπέρα.

Θα ήταν παράλειψή μας βέβαια, εάν στην προσπάθεια ετυμολόγησης του ονόματος Αθάνω, είτε από το Αθα(μά)νω είτε από το Αθηνά-Αθάνα-Αθάνω, δεν εξετάζαμε και την πιθανότητα να πρόκειται για κύριο γυναικείο όνομα. Υπήρχε ποτέ τέτοιο γυναικείο κύριο όνομα; Και αν ναι, από πότε και μέχρι πότε;

Επιγραφή του 3ου αιώνα π.Χ από την Κω, αναφέρει οκτώ γυναίκες που προέβησαν σε δωρεές στην πόλη, η Ευτελιστράτη κόρη του Αρχέλα με 3000 δραχμές, η Πυθιάς κόρη του Φιλίνου με 1000 (2000;) δραχμές, η Δελφίς κόρη του Φιλίνου και η Ανθαγορίς κόρη του Ανθαγόρα με 500 δραχμές εκάστη, η Αθάνω, κόρη του Αργείου με 200 δραχμές και τέλος η Φιλιτίων κόρη του Απολλώνιου με 100 δραχμές. Σύμφωνα με τους μελετητές, τα ονόματα Ανθαγορίς και Αθάνω δεν είναι γνωστά από καμία άλλη επιγραφή της Κω, εικάζοντας πως οι δύο γυναίκες δεν ήταν ντόπιες και με τις δωρεές τους προς την πόλη προσπαθούσαν να βελτιώσουν τη θέση των οικογενειών τους σε αυτές. Μια αντίστοιχη συμπεριφορά με τους μετοίκους στην κλασική Αθήνα δηλαδή, όταν με τις δωρεές τους προσπαθούσαν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στην αθηναϊκή κοινωνία, της οποίας όμως δεν ήταν πολίτες.

Το όνομα Αθάνω λοιπόν απαντάται στον ελληνικό χώρο τουλάχιστον από τον 3ο αιώνα και παρ’ όλο που το βρίσκουμε σε κάποιο νησί του Αιγαίου, κατά πάσα πιθανότητα δεν είναι νησιωτικό.

Έκτοτε καμία Αθάνω δεν γίνεται γνωστή, το όνομα όμως συνεχίζει να υπάρχει. Γιατί πώς αλλιώς να εξηγήσουμε το γεγονός ότι η γυναίκα του Δημήτρη Ίσκου, του επονομαζόμενου και Καραΐσκου, οπλαρχηγού του Βάλτου Άρτας, σε απόσταση αναπνοής από τα Αθαμανικά όρη, ονομαζόταν Αθάνω – Αθάνω Στράτου; Με την οποία απέκτησε πολλά παιδιά, αλλά έκανε και κουτσουκέλες, σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς, και έτσι μας προέκυψε και ο Καραϊσκάκης, από τον παράνομο δεσμό του Ίσκου με την καλογριά Ζωή Διμισκή εκ Σκουληκαριάς Άρτας. Ο οποίος, ως άλλο «θείον βρέφος», ανίερον βέβαια τούτο, γεννήθηκε σύμφωνα με την παράδοση σε μια σπηλιά, όπου κατέφυγε η μάνα του για να γλυτώσει από την κατακραυγή του κόσμου. Και το οποίο ανίερον θείον βρέφος μεγαλώνοντας έγινε αρματολός Τζουμέρκων (Αθαμανικών), πρωταθλητής αρχικά στα καπάκια με Τούρκους και Αρβανίτες, διαπρύσιος κήρυκας της Επανάστασης του ’21 κατόπιν, στα χωριά της Αθαμάνως, Αθάνας, Αθάνως. Και έτσι, από ανίερον θείον βρέφος, μετασχηματίζεται σε ένα από τα πιο ιερά πρόσωπα της εθνικής μας παλιγγενεσίας. Όπως και η Αθάνω δηλαδή, που από την παγανιστική σπηλιά της, μετακομίζοντας μόλις λίγα μέτρα παραπάνω, μετασχηματίζεται σε Παναγιά του Δεκαπενταύγουστου.

ΣΧΕΤΙΚΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ